Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιάννης Ρίτσος: Στη συντρόφισσα Σωτηρία Βασιλακοπούλου

Για τη Σίση, φοι­τή­τρια Παντεί­ου, 21 ετών, ο χρό­νος στα­μά­τη­σε ένα καλο­και­ριά­τι­κο μεση­μέ­ρι, πριν από 37 χρό­νια (28 Ιου­λί­ου 1980). Μπρο­στά σε μια πύλη εργο­στα­σί­ου. Άγνω­στο αν πρό­λα­βε να πετά­ξει την τελευ­ταία προ­κή­ρυ­ξη μέσα στο λεω­φο­ρείο που έπε­σε πάνω της ή αν την κρα­τού­σε ακό­μα στα χέρια της και η σύγκρου­ση απλώς την εκσφεν­δό­νι­σε οπου­δή­πο­τε, σαν ένα χαρ­τί χωρίς ταυ­τό­τη­τα που δεν ενδιέ­φε­ρε ποτέ και κανέ­ναν. Κι όμως! Αυτή η προ­κή­ρυ­ξη σήμα­νε το τέλος της ζωής για τη νεα­ρή Σίση ενώ, ταυ­τό­χρο­να, σφρά­γι­σε ανε­ξί­τη­λα την ιστο­ρία της. Ποτέ κανείς δεν θ’ ανα­φε­ρό­ταν ξανά στην ΕΤΜΑ σα να ήταν ένα συνη­θι­σμέ­νο εργο­στά­σιο. Κι η Σίση θα περ­νού­σε στην αθα­να­σία μ’ ένα νέο όνο­μα-σύμ­βο­λο, πραγ­μα­τι­κό ορό­ση­μο των σύγ­χρο­νων αγώ­νων του λαϊ­κού και νεο­λαι­ί­στι­κου κινή­μα­τος: Σωτη­ρία Βασιλακοπούλου!

Πηγή: ΟΓΕ

 Στη συντρόφισσα Σωτηρία Βασιλακοπούλου

Μικρή μας συντρόφισσα,

καλω­σό­ρι­σες κι από­ψε στη συντρο­φιά μας,

με μια αγκα­λιά ματω­μέ­να τρια­ντά­φυλ­λα, τα 21 σου χρόνια

-καλω­σο­ρί­ζεις κάθε μέρα, κάθε νύχτα, στις δου­λειές, στους αγώ­νες μας-

μικρή συντρό­φισ­σα με το μικρό χαμό­γε­λο και τα μεγά­λα παναν­θρώ­πι­να όνειρα,

έχου­με νέες προ­κη­ρύ­ξεις να μοιράσουμε,

έχου­με κι άλλα περι­στέ­ρια ν’ αμο­λή­σου­με στον ορίζοντα,

έχου­με κι άλλα περι­στέ­ρια ν’ αμο­λή­σου­με στις αυλές των φτωχόσπιτων.

Έχου­με πολ­λές σκο­τει­νές φυλα­κές να γκρεμίσουμε,

πολ­λά φωτει­νά σπί­τια να χτίσουμε,

για­τί ο κόσμος δεν το αντέ­χει πια το μαύρο,

ο κόσμος αγα­πά­ει το άσπρο που αγα­πού­σες κι εσύ Σωτηρία,

μικρή μας συντρό­φισ­σα, καλω­σό­ρι­σες στη συντρο­φιά μας κι απόψε

σου ’χου­με κρα­τη­μέ­νη τη θέση σου στην πρώ­τη-πρώ­τη σει­ρά της καρ­διάς μας

και στην πλα­τεία μας, να, στην πρώ­τη-πρώ­τη σει­ρά η καρέ­κλα σου

πλάι στην Ηλέ­κτρα, πλάι στον Μπελογιάννη,

πλάι στον Πέτρου­λα και στον Λαμπράκη,

πλάι στη Στα­θο­πού­λου και στο Ρέπ­πα και στο Διομήδη

-όμορ­φη συντρο­φιά, συντρο­φιά μας, με τα γαρύ­φαλ­λα στα χέρια σας-

μικρή μας συντρό­φισ­σα, καλω­σό­ρι­σες κι από­ψε στη συντρο­φιά μας,

εσύ, μικρή μητέ­ρα των περι­στε­ριών και των ωραί­ων ονείρων,

μικρή συντρό­φισ­σα που ταϊ­ζεις τα παι­διά με το χαμό­γε­λό σου,

μικρή συντρό­φισ­σα με μια αγκα­λιά ματω­μέ­να τρια­ντά­φυλ­λα, τα 21 σου χρόνια,

μεθαύ­ριο, ξέρε το, θα κατα­θέ­σου­με στο μου­σείο της επα­νά­στα­σης τα γυα­λιά σου,

σαν δυο ήλιους που φωτί­ζουν το δρό­μο των νέων συντρόφων,

σαν δυο ήλιους που γρά­φουν με φως τις πινα­κί­δες των καινούργιων

σοσια­λι­στι­κών σχολείων

Αγά­πη, Ειρή­νη, Ελευθερία

Γιάν­νης Ρίτσος, Καρ­λό­βα­σι 6.9.1980

«Συντρόφισσα, σε σένα ανήκει η πιο τιμητική θέση»

Από τις 11 έως τις 14 Σεπτεμ­βρί­ου πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στο Περι­στέ­ρι το 6ο Φεστι­βάλ της ΚΝΕ. Ήταν αφιε­ρω­μέ­νο στη μνή­μη της Σωτη­ρί­ας Βασι­λα­κο­πού­λου, με το σύν­θη­μα «Συντρό­φισ­σα, σε σένα ανή­κει η πιο τιμη­τι­κή θέση». Ο Γιάν­νης Ρίτσος, τιμώ­ντας τη μνή­μη της, εκφώ­νη­σε ένα από­σπα­σμα από τις Γει­το­νιές του Κόσμου:

 

Και συ να λείπεις…

Σκέ­ψου η ζωή να τρα­βά­ει το δρό­μο της,

και συ να λείπεις,

 

να ‘ρχο­νται οι Άνοι­ξες με πολ­λά διά­πλα­τα παράθυρα,

και συ να λείπεις,

 

να ‘ρχο­νται τα κορί­τσια στα παγκά­κια του κήπου με χρω­μα­τι­στά φορέματα,

και συ να λείπεις,

 

οι νέοι να κολυ­μπά­νε το μεσημέρι,

και συ να λείπεις,

 

Ένα ανθι­σμέ­νο δέντρο να σκύ­βει στο νερό,

πολ­λές σημαί­ες ν’ ανε­μί­ζουν στα μπαλκόνια,

και συ να λείπεις,

 

Κι ύστε­ρα ένα κλει­δί να στρίβει

η κάμα­ρα να ‘ναι σκοτεινή,

δυο στό­μα­τα να φιλιού­νται στον ίσκιο,

και συ να λείπεις,

 

Σκέ­ψου δυο χέρια να σφίγγονται,

και σένα­νε να σου λεί­πουν τα χέρια,

δυο κορ­μιά να παίρνονται,

και συ να κοι­μά­σαι κάτου απ’ το χώμα,

και τα κου­μπιά του σακα­κιού σου ν’ αντέ­χουν πιό­τε­ρο από σένα

κάτου απ’ το χώμα,

κι η σφαί­ρα η σφη­νω­μέ­νη στην καρ­διά σου να μη λιώνει.

 

Όταν η καρ­διά σου,

που τόσο αγά­πη­σε τον κόσμο,

θα ‘χει λιώσει.

 

Να λεί­πεις- δεν είναι τίπο­τα να λείπεις.

Αν έχεις λεί­ψει για ό,τι πρέπει,

θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκεί­να που γι’ αυτά έχεις λείψει,

θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο