Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Για ορισμένες πτυχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Η ανάρ­τη­ση απο­τε­λεί μέρος του αφιε­ρώ­μα­τός μας στην Αντι­φα­σι­στι­κή Νίκη των Λαών

Το «Ατέ­χνως» παρου­σιά­ζει σήμε­ρα εκτε­τα­μέ­να απο­σπά­σμα­τα από δύο έργα του αεί­μνη­στου Θανά­ση Παπα­ρή­γα και του σοβιε­τι­κού διπλω­μά­τη-ιστο­ρι­κού Ιβάν Μάι­σκι, που φωτί­ζουν μερι­κές πολύ ενδια­φέ­ρου­σες πτυ­χές του β’ παγκό­σμιου πολέ­μου και του χαρα­κτή­ρα του.

Ξεκι­νά­με με τα απο­σπά­σμα­τα από το τελευ­ταίο κεφά­λαιο του βιβλί­ου του Παπα­ρή­γα «Δεύ­τε­ρος Παγκό­σμιος Πόλε­μος. Σκέ­ψεις για μερι­κές πλευ­ρές του». Το εν λόγω κεφά­λαιο μπο­ρεί­τε να το δια­βά­σε­τε ολό­κλη­ρο και στο ηλε­κτρο­νι­κό αρχείο της ΚΟΜΕΠ που το είχε δημο­σιεύ­σει στην επέ­τειο των 60χρονων της αντι­φα­σι­στι­κής νίκης, δέκα χρό­νια πριν.

Η σύν­δε­ση ναζι­σμού-κατα­στρο­φής (και όχι απλώς ήττας) της ΕΣΣΔ φαί­νε­ται πολύ καθα­ρά. Η ναζι­στι­κή ηγε­σία το ξέρει πολύ καλά και όλη της η θητεία δεν είναι παρά η συστη­μα­τι­κή οικο­νο­μι­κή, στρα­τιω­τι­κή, τεχνι­κή και ιδε­ο­λο­γι­κή προ­ε­τοι­μα­σία γι’ αυτό. Η διά­στα­ση της ναζι­στι­κής πολι­τι­κής που αφο­ρά στην ανα­δια­νο­μή του κόσμου σε βάρος των άλλων δυνά­με­ων υπο­τάσ­σε­ται, από την πλευ­ρά της μακρο­πρό­θε­σμης «τεχνι­κής», στο στό­χο της κατα­στρο­φής της ΕΣΣΔ και έχει αξία, στα μάτια της αστι­κής τάξης, μόνο αν εξυ­πη­ρε­τεί αυτό το στό­χο.

Αυτό θα φανεί πολύ καθα­ρά στη διάρ­κεια του πολέμου.
«Όταν μιλά­με για τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, πρέ­πει πάντα να θυμό­μα­στε ότι, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, δεν υπήρ­ξε ένας μόνο πόλε­μος αλλά πολ­λοί. Ο πόλε­μος που έκα­ναν ο βρε­τα­νο­α­με­ρι­κα­νι­κός και ο γαλ­λι­κός ιμπε­ρια­λι­σμός ενά­ντια στο γερ­μα­νι­κό αντα­γω­νι­στή τους δεν είχε πολ­λά κοι­νά με τον εθνι­κό αντιφασι­στικό πόλε­μο που διε­ξή­γα­γε η ΕΣΣΔ. Ο πόλε­μος στη Δύση ήταν ένας πόλε­μος μετα­ξύ στρα­τών της αστι­κής τάξης. Ο πόλε­μος στη Δύση παρέ­με­νε, κατά κάποιο τρό­πο, ένας πόλε­μος περισ­σό­τε­ρο ή λιγό­τε­ρο “πολι­τι­σμέ­νος” μετα­ξύ “πολι­τι­σμέ­νων” αστών».
Η άπο­ψη αυτή του L. Martens έχει, αναμ­φί­βο­λα, πολ­λά στοι­χεία υπέρ της. Ένα από αυτά είναι, αναμ­φί­βο­λα, η ίδια η διε­ξα­γω­γή του πολέμου.

Στο μέτω­πο Γερ­μα­νί­ας-ΕΣΣΔ, ο πόλε­μος παίρ­νει, από την αρχή, ένα χαρα­κτή­ρα συστη­μα­τι­κά εξο­ντω­τι­κό. Κατ’ αρχήν, οι ίδιες οι σοβιε­τι­κές δυνά­μεις, καθώς ανα­δι­πλώ­νο­νται προς την Ανα­το­λή, κάνουν ό,τι μπο­ρούν ώστε να μην αφή­σουν τίπο­τα πίσω τους. Οι ναζι­στι­κές δυνά­μεις κάνουν το ίδιο και θα το επα­να­λά­βουν ακό­μα πιο εμπε­ρι­στα­τω­μέ­να στη φάση της υπο­χώ­ρη­σής τους.
Οι σφα­γές είναι κάτι το σύνη­θες. Οι ίδιες οι οδη­γί­ες της Ανώ­τα­της Στρα­τιω­τι­κής Διοί­κη­σης είναι σαφείς: Η χώρα πρέ­πει να σβή­σει από το χάρ­τη, εκτός μόνο στο βαθ­μό που είναι «μίνι­μουμ απα­ραί­τη­τη» για αξιοποίηση.

Η συγκρι­τι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση των πολε­μι­κών επι­χει­ρή­σε­ων είναι επί­σης πολύ διδακτική.
Είναι πολύ γνω­στό ότι οι μονά­δες της Βέρ­μαχτ δεν παρα­δί­δο­νταν με τίπο­τα στο σοβιε­τι­κό στρα­τό. Ακό­μα και σε συν­θή­κες ανέλ­πι­δα συντρι­πτι­κής υπε­ρο­χής δυνά­με­ων του αντι­πά­λου, ακό­μα και ολο­κλη­ρω­τι­κά περι­κυ­κλω­μέ­νες, οι ναζι­στι­κές μονά­δες προ­τι­μούν την ολο­κλη­ρω­τι­κή εξό­ντω­ση από την παρά­δο­ση. Τέτοιο δείγ­μα ήταν, π.χ., η Μάχη του Στά­λιν­γκραντ, αλλά υπάρ­χουν και πάρα πολ­λές άλλες. Τέτοια ήταν, π.χ., η πολιορ­κία του Κένι­γκ­σμπεργκ, που χρειά­στη­κε 419 εφό­δους για να κατα­λη­φθεί, η ίδια η Μάχη του Βερο­λί­νου, όπου ήταν φανε­ρό ότι οι Γερ­μα­νοί δεν είχαν από που­θε­νά να περι­μέ­νουν βοή­θεια και όπου πολ­λοί Γερ­μα­νοί τραυ­μα­τί­ες, νοσο­κό­μοι, για­τροί κλπ. σκο­τώ­θη­καν (και, πολ­λές φορές, πνί­γη­καν) όταν οι ναζι­στι­κές μονά­δες κατέ­στρε­ψαν τα νοσο­κο­μεία εκστρα­τεί­ας «για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού». (…) Στη Βου­δα­πέ­στη, όπου γίνο­νται άγριες μάχες και στο υπέ­δα­φος (σε υπό­γειους χώρους που χρη­σι­μο­ποιού­νταν και χρη­σι­μο­ποιού­νται σαν χρη­μα­το­κι­βώ­τια τρα­πε­ζών ή χώροι κατά­ψυ­ξης και που έχουν μετα­τρα­πεί σε οχυ­ρά), οι μονά­δες των SS αρνού­νται να παρα­δο­θούν. Καθώς οι εκκλή­σεις των Σοβιε­τι­κών επα­να­λαμ­βά­νο­νται, τα SS προ­χω­ρούν σε ένα βήμα όχι μόνο κάπως αστείο, αν λάβει κανείς υπό­ψη του την τρα­γι­κό­τη­τα της κατά­στα­σης, αλλά και που έρχε­ται σε ευθεία αντί­θε­ση με το σημείο-κλει­δί της ιδε­ο­λο­γι­κής ταυ­τό­τη­τας των SS, τον αντι­δρα­στι­κό ελι­τι­σμό: Οργα­νώ­νουν δημο­ψή­φι­σμα, το οποίο, μάλι­στα, κατα­λή­γει στο ΟΧΙ.
Στο Πόζ­ναν, Σοβιε­τι­κοί και Γερ­μα­νοί στρα­τιώ­τες σφά­ζο­νται όχι για κάθε δωμά­τιο αλλά για κάθε γωνία ενός δια­κλα­δω­μέ­νου συστή­μα­τος οχυ­ρώ­σε­ων. Η ναζι­στι­κή διοί­κη­ση, για να κλεί­σει το δρό­μο της σοβιε­τι­κής εφό­δου, επαν­δρώ­νει τις οχυ­ρώ­σεις και με συντάγ­μα­τα στρα­τιω­τι­κο­ποι­η­μέ­νης αστυ­νο­μί­ας. Οι απώ­λειες είναι τρο­μα­κτι­κές και από τις δύο μεριές. Μόνο όταν φτά­νουν το 80%, οι Γερ­μα­νοί απο­φα­σί­ζουν να παρα­δο­θούν.

Αντί­θε­τα, στη Δύση η κατά­στα­ση είναι τελεί­ως δια­φο­ρε­τι­κή. Όχι, βέβαια, ότι οι ναζι­στι­κές δυνά­μεις δεν προ­σπα­θούν να ανα­κό­ψουν την προ­έ­λα­ση των Αμε­ρι­κα­νών και των Βρε­τα­νών. Στις συγκρού­σεις, όμως, δεν κυριαρ­χεί το πάθος. Μόλις η υπε­ρο­χή (πολύ φανε­ρή για να την παρα­βλέ­ψει κανείς) των αμε­ρι­κα­νι­κών και βρε­τα­νι­κών μονά­δων γίνει πια «απα­ρά­καμ­πτη», οι ναζι­στι­κές δυνά­μεις σπεύ­δουν να υπο­χω­ρή­σουν ή να παρα­δο­θούν. Η «έλλει­ψη πάθους» έχει σοβα­ρές στρα­τιω­τι­κές συνέ­πειες και από την άλλη μεριά. Το καλο­καί­ρι του 1944, οι βρε­τα­νι­κές δυνά­μεις ηττώ­νται στην Ολλαν­δία από έναν εχθρό που δεν έχει καμιά μαχη­τι­κή αξία και σχε­δόν δε δια­θέ­τει όπλα. Το Δεκέμ­βρη του 1944, στην περιο­χή των Αρδεν­νών, οι αμε­ρι­κα­νι­κές δυνά­μεις, που δια­θέ­τουν γιγα­ντιαία υπε­ρο­χή, υπο­χω­ρούν μπρο­στά σε γερ­μα­νι­κές τεθω­ρα­κι­σμέ­νες μονά­δες που αντι­με­τω­πί­ζουν μεγά­λα προ­βλή­μα­τα μετα­κί­νη­σης λόγω ασφυ­κτι­κής έλλει­ψης καυ­σί­μων.

Η κατά­στα­ση προ­χω­ρά­ει ένα βήμα ακό­μα όταν οι αμερικανι­κές και βρε­τα­νι­κές δυνά­μεις μπαί­νουν στο γερ­μα­νι­κό έδα­φος. Εκεί, οι γερ­μα­νι­κές δυνά­μεις τα αφή­νουν όλα «σύξυ­λα» και παρα­δί­νο­νται κατά μάζες. Μεγά­λες πόλεις, όπως το Αμβούρ­γο, το Έσεν, το Κάσελ, η Φραγ­κφούρ­τη, το Μόνα­χο παρα­δί­νο­νται αμα­χη­τί και συχνά από τηλε­φώ­νου.
Ακό­μα πιο ενδια­φέ­ρον είναι το γεγο­νός ότι η ίδια η ναζι­στι­κή κορυ­φή κάνει το ίδιο. Κανείς ηγέ­της της ναζι­στι­κής Γερ­μα­νί­ας δεν είναι γνω­στό να επι­δί­ω­ξε να παρα­δο­θεί στο σοβιε­τι­κό στρα­τό. Αντί­θε­τα, ηγέ­τες πρώ­της γραμ­μής, όπως ο Χ. Γκέ­ρινγκ, ο Χ. Χίμ­λερ κ.ά., παρα­δό­θη­καν στις δυτι­κές δυνάμεις.
Σήμε­ρα, δεν υπάρ­χει πια αμφι­βο­λία ότι ο ναζι­στι­κός στρα­τός δε δια­λύ­ε­ται στη Δύση μόνο λόγω της (αναμ­φι­σβή­τη­της) υπε­ρο­χής των αμερι­κανικών και βρε­τα­νι­κών δυνά­με­ων: Δια­λύ­ε­ται και για να τους ανοί­ξει το δρό­μο προς το Βερο­λί­νο.

Ακο­λου­θεί ένα από­σπα­σμα από το κατα­λη­κτι­κό κεφά­λαιο με τα συμπε­ρά­σμα­τα του Ιβάν Μάι­σκι από το βιβλίο του «ποιος βοή­θη­σε το Χίτλερ;», που απα­ντάν ανα­λυ­τι­κά στην αστι­κή προ­πα­γάν­δα για τον τακτι­κό ελιγ­μό του συμ­φώ­νου Μολό­τοφ-Ρίμπε­ντροπ και τους λόγους που υπα­γό­ρευαν την ανα­γκαιό­τη­τά του.

Όταν πια ο μεγα­λύ­τε­ρος σχη­μα­τι­σμός πάλης (σ.σ.: εννο­εί την υπο­γρα­φή στρα­τιω­τι­κής συμ­φω­νί­ας μετα­ξύ ΕΣΣΔ, Γαλ­λί­ας και Αγγλ­λί­ας) κατέ­στη, παρά τη θέλη­ση της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, απραγ­μα­το­ποί­η­τος, η τελευ­ταία υπο­χρε­ώ­θη­κε να κατα­φύ­γει σε άλλα μέσα για να κατο­χυ­ρώ­σει (έστω και προ­σω­ρι­νά κι αβέ­βαια) την ασφά­λειά της. Λίγο μετά από την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, ο Λένιν μας παρέ­σχε ένα μεγα­λο­φυ­ές υπό­δειγ­μα στρα­τη­γι­κής επί του διε­θνούς στί­βου. Πασχί­ζο­ντας να εξα­σφα­λί­σει στη νεα­ρή Σοβιε­τι­κή Ρωσία μια ανά­παυ­λα, από την οποία είχε από­λυ­τη ανά­γκη, πρό­τει­νε στην αρχή σε όλες τις εμπό­λε­μες δυνά­μεις να συνά­ψουν μια καθο­λι­κή, δημο­κρα­τι­κή ειρή­νη χωρίς προ­σαρ­τή­σεις και απο­ζη­μιώ­σεις. Ήταν ο πιο ευκταί­ος τρό­πος για να εξα­σφα­λί­σει η χώρα των Σοβιέτ μια ανα­κω­χή, η οποία μπο­ρού­σε να μετα­βλη­θεί σε μακρά περί­ο­δο ειρή­νης. Όταν όμως ο Λένιν δια­πί­στω­σε πως η έκκλη­ση της σοβιε­τι­κής κυβέρ­νη­σης δεν έφε­ρε κανέ­να απο­τέ­λε­σμα, απο­φά­σι­σε να συνά­ψει χωρι­στή ειρή­νη με τη Γερ­μα­νία. Υπήρ­ξε μια «αισχρή» ειρή­νη, όπως την απο­κά­λε­σε ο ίδιος ο Λένιν, μια ειρή­νη τρο­με­ρά διε­θνής για τη σοβιε­τι­κή Ρωσία. Αυτή όμως της έδω­σε την προ­σω­ρι­νή ανά­παυ­λα που χρεια­ζό­ταν και τα μετα­γε­νέ­στε­ρα γεγο­νό­τα τη δικαί­ω­σαν ιστορικά.

Η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση, ενι­σχυ­μέ­νη από αυτό το αξιό­λο­γο υπό­δειγ­μα πολι­τι­κής, απο­φά­σι­σε να το επα­να­λά­βει το 1939. Παρό­λο που ο συσχε­τι­σμός των δυνά­με­ων και οι συν­θή­κες είχαν αλλά­ξει στο διά­στη­μα των 22 χρό­νων που κύλη­σαν (πάνω απ’ όλα η ισχύς της χώρας των Σοβιέτ είχε αυξη­θεί τρο­μα­κτι­κά), υπήρ­χαν πολ­λά σημεία στη διε­θνή κατά­στα­ση του 1939 που την έκα­ναν να μοιά­ζει με το 1917–1918. Έπρε­πε, πρώ­τα-πρώ­τα, να προ­λη­φθεί πάση θυσία η δημιουρ­γία ενός ενιαί­ου καπι­τα­λι­στι­κού μετώ­που ενα­ντί­ον της ΕΣΣΔ. Έπρε­πε, αν όχι να εμπο­δι­στεί εντε­λώς, του­λά­χι­στον να ανα­βλη­θεί όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρο η επί­θε­ση των φασι­στι­κών δυνά­με­ων ενα­ντί­ον της χώρας των Σοβιέτ. Ήταν απλού­στα­τα το ένστι­κτο αυτο­συ­ντή­ρη­σης που λει­τουρ­γεί σε κάθε κρά­τος, ανε­ξάρ­τη­τα του καθε­στώ­τος του. Φυσι­κά υπήρ­χαν κι άλλοι παρά­γο­ντες καθο­λι­κό­τε­ροι: η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση δεν ήταν απλώς μια από τις μεγά­λες δυνά­μεις του πλα­νή­τη μας, αλλά η μονα­δι­κή χώρα στη γη με σοσια­λι­στι­κό καθε­στώς, όπου εκκο­λα­πτό­ταν το κομ­μου­νι­στι­κό αύριο ολό­κλη­ρης της ανθρω­πό­τη­τας. Οι Σοβιε­τι­κοί κι ιδί­ως η κυβέρ­νη­ση της ΕΣΣΔ, είχαν επω­μι­στεί μια τερά­στια ευθύ­νη: να δια­τη­ρή­σουν την ακε­ραιό­τη­τα και την ανε­ξαρ­τη­σία μιας χώρας εξαι­ρε­τι­κής ιστο­ρι­κής σημα­σί­ας. Η τερά­στια αυτή ευθύ­νη απαι­τού­σε τόλ­μη, ευστρο­φία και πίστη αντί­στοι­χου μεγέθους.

Στα μέσα Αυγού­στου του 1939 η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση είχε κατα­λή­ξει ορι­στι­κά στο συμπέ­ρα­σμα ότι η πολι­τι­κή του Τσά­μπερ­λεν και του Ντα­λα­ντιέ καθι­στού­σε αδύ­να­τη τη σύνα­ψη ενός απο­τε­λε­σμα­τι­κού τρι­με­ρούς συμ­φώ­νου κι απο­φά­σι­σε να αλλά­ξει προ­σα­να­το­λι­σμό, δηλα­δή να δια­κό­ψει τις συνο­μι­λί­ες με την Αγγλία και τη Γαλ­λία, που κατά­ντη­σαν ανω­φε­λείς πια και να συνά­ψει ένα σύμ­φω­νο με τη Γερ­μα­νία. Οι εχθροί μας στο εξω­τε­ρι­κό διέ­δω­σαν το συκο­φα­ντι­κό μύθο ότι, την Άνοι­ξη και το Καλο­καί­ρι του 1939, η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση έπαι­ζε διπλό παι­χνί­δι: παράλ­λη­λα με τις συνο­μι­λί­ες που διε­ξή­γε με την Αγγλία και τη Γαλ­λία για τη σύνα­ψη του τρι­με­ρούς συμ­φώ­νου αμοι­βαί­ας βοή­θειας ενα­ντί­ον των εισβο­λέ­ων, διε­ξή­γε και μυστι­κές συνο­μι­λί­ες με τη Γερ­μα­νία την οποία και τελι­κά προ­τί­μη­σε από τις «Δυτι­κές Δημο­κρα­τί­ες». Για να στη­ρί­ξει αυτά τα σιχα­με­ρά ψεύ­δη, η κυβέρ­νη­ση των ΗΠΑ δημο­σί­ευ­σε το 1948 μια εξαι­ρε­τι­κά «ενο­χο­ποι­η­τι­κή» επι­λο­γή γερ­μα­νι­κών διπλω­μα­τι­κών ντο­κου­μέ­ντων, τα οποία οι Αμε­ρι­κα­νοί βρή­καν στη Γερμανία.

Η λεπτο­με­ρής εξέ­τα­ση αυτών των ντο­κου­μέ­ντων, που καλύ­πτουν την περί­ο­δο των τρι­με­ρών συνο­μι­λιών, την οποία κάνα­με στις προη­γού­με­νες σελί­δες, απο­δει­κνύ­ει με τον πιο αδιαμ­φι­σβή­τη­το τρό­πο πως οι ισχυ­ρι­σμοί τους δεν ευστα­θούν. Αντι­θέ­τως μάλι­στα, ως τα μέσα Αυγού­στου, η ΕΣΣΔ παρά το εξορ­γι­στι­κό σαμπο­τά­ρι­σμα των τρι­με­ρών συνο­μι­λιών από τις κυβερ­νή­σεις της Αγγλί­ας και της Γαλ­λί­ας, παρέ­με­νε τίμιος σύντρο­φος, απο­κρού­ο­ντας όλες τις προ­σπά­θειες της Γερ­μα­νί­ας (υπήρ­ξαν πολυά­ριθ­μες), να σπεί­ρει τη διχό­νοια ανά­με­σα στην ΕΣΣΔ και τις «Δυτι­κές Δημο­κρα­τί­ες». Κατά τα μέσα του Αυγού­στου του 1939 όμως, η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση πεί­στη­κε ορι­στι­κά πως οι τρι­με­ρείς συνο­μι­λί­ες δε θα κατέ­λη­γαν ποτέ σε συμ­φω­νία κι απο­φά­σι­σε να αλλά­ξει προ­σα­να­το­λι­σμό. Η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση άσκη­σε το νόμι­μο δικαί­ω­μα που έχει κάθε κυβέρ­νη­ση να αντι­κα­θι­στά μια πολι­τι­κή γραμ­μή με μια άλλη, όταν την υπο­χρε­ώ­νουν οι συν­θή­κες σε αυτό. Στην περί­πτω­σή μας η αλλα­γή προ­σα­να­το­λι­σμού ήταν από­λυ­τα δικαιο­λο­γη­μέ­νη, για­τί της επι­βλή­θη­κε από την ηλί­θια και εγκλη­μα­τι­κή πολι­τι­κή του Τσά­μπερ­λεν και του Νταλαντιέ.

Φυσι­κά, το γερ­μα­νο­σο­βιε­τι­κό σύμ­φω­νο της 23ης Αυγού­στου 1939 δεν μπο­ρεί να θεω­ρη­θεί υπό­δειγ­μα τελειό­τη­τας (η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση είχε ανέ­κα­θεν συναί­σθη­ση της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας), ωστό­σο πρό­λα­βε μια ενδε­χό­με­νη δημιουρ­γία ενιαί­ου καπι­τα­λι­στι­κού μετώ­που ενα­ντί­ον της ΕΣΣΔ, έσω­σε τα 13 εκα­τομ­μύ­ρια κατοί­κων της Ουκρα­νί­ας και της Λευ­κο­ρω­σί­ας από την τρο­με­ρή σκλα­βιά του Χίτλερ, ένω­σε όλους τους Ουκρα­νούς και όλους τους Λευ­κο­ρώ­σους σε ενιαίο εθνι­κό σύνο­λο, το οποίο βάδι­ζε με γορ­γά βήμα­τα προς το σοσια­λι­σμό και προ­ώ­θη­σε τα σοβιε­τι­κά σύνο­ρα αρκε­τές εκα­το­ντά­δες χιλιό­με­τρα δυτι­κό­τε­ρα, πράγ­μα που είχε μεγά­λη στρα­τη­γι­κή σημα­σία. Όπως έμελ­λε να απο­δεί­ξουν τα κατο­πι­νά γεγο­νό­τα, το σύμ­φω­νο εκεί­νο επι­βρά­δυ­νε σχε­δόν δυο χρό­νια την επί­θε­ση της Γερ­μα­νί­ας ενα­ντί­ον της ΕΣΣΔ, διευ­κό­λυ­νε αισθη­τά την άμυ­να των σημα­ντι­κό­τε­ρων κέντρων της χώρας, και το πέρα­σμα των σοβιε­τι­κών ενό­πλων δυνά­με­ων σε μια νικη­φό­ρα αντε­πί­θε­ση, κατέ­στη­σε δυνα­τή την ήττα της χιτλε­ρι­κής Γερ­μα­νί­ας και δημιούρ­γη­σε τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις μιας ταχεί­ας ανά­πτυ­ξης της εθνι­κής οικο­νο­μί­ας της ΕΣΣΔ μέσα στα σημε­ρι­νά σύνο­ρά της.

Επι­μέ­λεια: Σφυροδρέπανος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο