Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα: Η φημισμένη ταινία, ο Χέμινγουεϊ, ο Γκάρι Κούπερ, η Ίνγκριντ Μπέργκμαν και η Κατίνα Παξινού

Κλα­σι­κή, πλέ­ον, ται­νία, με εξέ­χου­σα ελλη­νι­κή συμ­με­το­χή, που βασί­στη­κε στο ομώ­νυ­μο φημι­σμέ­νο βιβλίο του Έρνεστ Χέμιν­γου­εϊ και συμπλη­ρώ­νει 80 χρό­νια από την πρε­μιέ­ρα της. Μία τερά­στια καλ­λι­τε­χνι­κή και εμπο­ρι­κή επι­τυ­χία, καθώς ήρθε πρώ­τη σε εισπρά­ξεις εκεί­νη τη χρο­νιά στις ΗΠΑ, με 11 εκα­τομ­μύ­ρια δολά­ρια, ήταν υπο­ψή­φια για εννέα Όσκαρ, κερ­δί­ζο­ντας τελι­κά μόνο ένα και αυτό πήγε στην κορυ­φαία Ελλη­νί­δα ηθο­ποιό Κατί­να Παξι­νού, η οποία ήταν η πρώ­τη ξένη ηθο­ποιός που το κέρδιζε.

Η επι­κή περι­πέ­τεια «Για Ποιον Χτυ­πά η Καμπά­να», που μπο­ρεί να έχει ορι­σμέ­νες ρυτί­δες, από το πέρα­σμα των οχτώ δεκα­ε­τιών από την πρώ­τη της προ­βο­λή, έμει­νε στην ιστο­ρία του παγκό­σμιου κινη­μα­το­γρά­φου. Και όπως συμ­βαί­νει στις αμε­ρι­κά­νι­κες υπερ­πα­ρα­γω­γές, υπάρ­χει και μπό­λι­κο παρα­σκή­νιο, εκτός από το επι­κό θέα­μα, την αντι­στα­σια­κή της διά­θε­ση και τον ρομα­ντι­σμό που προ­σέ­φε­ρε και αξί­ζει να θυμηθούμε.

Οι επιλογές του Χέμινγουεϊ

Όλα ξεκί­νη­σαν από την επι­τυ­χία του μυθι­στο­ρή­μα­τος του Έρνεστ Χέμιν­γου­εϊ το 1940, που έβα­λαν στο μάτι οι ιθύ­νο­ντες της Paramount και ανα­γκά­στη­καν να κατα­βά­λουν, για να αγο­ρά­σουν τα δικαιώ­μα­τα, 150.000 δολά­ρια, ποσό ρεκόρ για την επο­χή. Όπως είναι γνω­στό, ο Αμε­ρι­κά­νος συγ­γρα­φέ­ας πολέ­μη­σε στον αιμα­τη­ρό ισπα­νι­κό εμφύ­λιο, μαζί με κομ­μου­νι­στές και δημο­κρά­τες, ενά­ντια στους εθνι­κι­στές του Φράν­κο. Έπει­τα από τη συμ­φω­νία, το περιο­δι­κό Life δημο­σί­ευ­σε συνέ­ντευ­ξη του Χέμιν­γου­εϊ, κατά την οποία ο διά­ση­μος συγ­γρα­φέ­ας υπο­δεί­κνυε τους ηθο­ποιούς για το πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι. Πρό­τει­νε για το ρόλο του Ρόμπερτ τον στε­νό φίλο του Γκά­ρι Κού­περ και την Ίνγκριντ Μπέρ­γκ­μαν, πριν γίνει η ανυ­πέρ­βλη­τη σταρ, το πιο καυ­τό όνο­μα στο Χόλι­γουντ, για να υπο­δυ­θεί τη Μαρία. Ο συγ­γρα­φέ­ας είχε εντυ­πω­σια­στεί από την ερμη­νεία της στην ται­νία «Ιντερ­μέ­τζο» την προη­γού­με­νη χρο­νιά, ενώ η συγκυ­ρία να προ­βλη­θεί λίγο πριν από την πρε­μιέ­ρα της ται­νί­ας η «Καζα­μπλάν­κα», όπου η μεγά­λη Σου­η­δέ­ζα ηθο­ποιός έδι­νε τα ρέστα της δίπλα στον μέγι­στο Χάμ­φρεϊ Μπό­γκαρτ, έδω­σε μεγά­λη ώθη­ση στην υπερ­πα­ρα­γω­γή της Paramount.

Η «ψυχρή, ατάλαντη» και η μπαλαρίνα

Ο ιδιο­φυ­ής παρα­γω­γός Ντέι­βιντ Ο. Σέλζ­νικ, με τον οποίο είχε συμ­βό­λαιο η Μπέρ­γκ­μαν, κανό­νι­σε να συνα­ντη­θούν ο Χέμιν­γου­εϊ με τη Σου­η­δέ­ζα ηθο­ποιό, ο οποί­ος της έδω­σε ένα αντί­γρα­φο του μυθι­στο­ρή­μα­τός του με αφιέ­ρω­ση. Ο Χέμιν­γου­εϊ της είπε ότι πρέ­πει να κόψει τα μαλ­λιά της για τον ρόλο της Μαρί­ας κι εκεί­νη του απά­ντη­σε ότι «θα έκο­βε και το κεφά­λι» για έναν τόσο σημα­ντι­κό ρόλο. Το ωραίο της υπό­θε­σης ήταν ότι οι υπεύ­θυ­νοι στη δια­νο­μή των ρόλων στην Paramount δεν ήθε­λαν την Μπέρ­γκ­μαν, θεω­ρώ­ντας ότι ήταν αρκε­τά «ψυχρή, ατά­λα­ντη και αρκε­τά ψηλή» για τοn ρόλο της Μαρί­ας. Γι’ αυτό θα προ­σλά­βουν την Νορ­βη­γί­δα μπα­λα­ρί­να και ηθο­ποιό Βέρα Ζορί­να, η οποία πολύ γρή­γο­ρα θα απο­δει­χθεί ότι ήταν ακα­τάλ­λη­λη για να στα­θεί δίπλα στον Γκά­ρι Κού­περ. Έτσι, αμέ­σως μετά την ολο­κλή­ρω­ση των γυρι­σμά­των της «Καζα­μπλάν­κα», η Μπέρ­γκ­μαν θα κλη­θεί να σώσει την κατά­στα­ση και να χαρί­σει ακό­μη μία αξιο­μνη­μό­νευ­τη ερμηνεία.

Τεχνικόλορ

Τη σκη­νο­θε­σία της ται­νί­ας ανέ­λα­βε ο κατα­ξιω­μέ­νος Σαμ Γουντ, με μεγά­λη πορεία στον βωβό κινη­μα­το­γρά­φο και τερά­στιες επι­τυ­χί­ες («Μια Νύχτα στην Όπε­ρα», «Μια Μέρα στον Ιππό­δρο­μο», «Το Δρά­μα μιας Γυναί­κας», «Πλη­γω­μέ­νος Αετός», «Ο Διά­βο­λος και η Δεσποι­νίς Τζό­ουνς»). Ήταν, όμως, και η πρώ­τη έγχρω­μη ται­νία της Μπέρ­γκ­μαν. Ωστό­σο, η χρη­σι­μο­ποί­η­ση του τεχνι­κό­λορ δεν ενθου­σί­α­σε τους κρι­τι­κούς της επο­χής, καθώς υπο­στή­ρι­ξαν ότι το χρώ­μα ται­ριά­ζει μόνο σε ανά­λα­φρες ται­νί­ες και όχι σε φιλμ με σοβα­ρή θεμα­το­λο­γία, όπου κυριαρ­χού­σε το ασπρό­μαυ­ρο. Ωστό­σο, η πορεία και η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα του φιλμ τους διέψευσε.

Χορταστικό στόρι

Το σενά­ριο της ται­νί­ας, που έγρα­ψε ο σπου­δαί­ος και πολυ­γρα­φό­τα­τος Ντά­ντλεϊ Νίκολς, μας μετα­φέ­ρει στην Ισπα­νία της δεκα­ε­τί­ας του ‘30, όπου μαί­νε­ται ο εμφύ­λιος πόλε­μος ανά­με­σα στους φασί­στες του Φράν­κο και των δημο­κρα­τι­κών. Ο Αμε­ρι­κά­νος Ρόμπερτ Τζόρ­νταν, ειδι­κός στα εκρη­κτι­κά και τις ανα­τι­νά­ξεις, έρχε­ται στο βου­νό για να βοη­θή­σει τον αγώ­να των δημο­κρα­τι­κών. Ενώ­νε­ται με την ομά­δα του Πάμπλο και της Πιλάρ, και ανα­λαμ­βά­νει την επι­κίν­δυ­νη απο­στο­λή να ανα­τι­νά­ξει μια γέφυ­ρα. Στην ομά­δα βρί­σκε­ται και η Μαρία, μια αθώα και φοβι­σμέ­νη κοπέ­λα που προ­κα­λεί το ενδια­φέ­ρον του Ρόμπερτ. Κατά τη διάρ­κεια της πορεί­ας στο βου­νό, η συμπά­θεια των δύο εξε­λίσ­σε­ται σε μεγά­λο έρω­τα, την ίδια στιγ­μή που οι μάχες γίνο­νται όλο και πιο σκληρές.

Ηρωική περιπέτεια και ρομάντζο

Αν και στο στό­ρι δεν ανα­φέ­ρο­νται ευδιά­κρι­τα οι πολι­τι­κές δια­φο­ρές των αντι­μα­χό­με­νων και το όνο­μα του Φράν­κο έχει εξα­φα­νι­στεί, η τρί­ω­ρη ται­νία (στη συνέ­χεια αφαι­ρέ­θη­καν 12 λεπτά) δια­θέ­τει όλα τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά μίας γοη­τευ­τι­κής ηρω­ι­κής επι­κής περι­πέ­τειας, ενώ κυριαρ­χεί το ρομάν­τζο με την ερω­τι­κή σχέ­ση του Κού­περ με την Μπέρ­γκ­μαν. Ένα ελκυ­στι­κό πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι, αν και η Κατί­να Παξι­νού στον αξέ­χα­στο ρόλο της Πιλάρ, θα κερ­δί­σει τις εντυ­πώ­σεις και κυρί­ως από την πλευ­ρά της κρι­τι­κής. Επί­σης, υπέ­ρο­χος ήταν και ο Ακίμ Ταμί­ροφ, υπο­δυό­με­νος τον Πάμπλο.

Οι 9 υποψηφιότητες για Όσκαρ και η Κατίνα

Η ται­νία έλα­βε 9 υπο­ψη­φιό­τη­τες για τα βρα­βεία Όσκαρ, μετα­ξύ των οποί­ων ήταν και αυτά της Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, Α’ Ανδρι­κού Ρόλου, Α’ Γυναι­κεί­ου Ρόλου, Β’ Ανδρι­κού Ρόλου, Καλ­λι­τε­χνι­κής Διεύ­θυν­σης, Μου­σι­κής (για το έξο­χο και αξέ­χα­στο σάου­ντρακ του Βίκτορ Γιανγκ) και Β’ Γυναι­κεί­ου Ρόλου. Του μονα­δι­κού που τελι­κά κέρ­δι­σε το φιλμ και κατέ­κτη­σε δικαιω­μα­τι­κά η Κατί­να Παξινού.

Η τελετή των Όσκαρ και η ρημαγμένη Ελλάδα

Την βρα­διά των Όσκαρ η Κατί­να Παξι­νού ήταν το τιμώ­με­νο πρό­σω­πο. Η μεγά­λη ηθο­ποιός, η πρώ­τη Ελλη­νί­δα που έπαι­ξε στις μεγά­λες σκη­νές του Μπρό­ντ­γου­εϊ, ανα­γκά­ζο­ντας να υπο­κλι­θούν στο ταλέ­ντο της κοι­νό και κρι­τι­κή, θα βρα­βευ­τεί με το Όσκαρ Β’ Γυναι­κεί­ου Ρόλου, για την ερμη­νεία της θρυ­λι­κής αντάρ­τισ­σας Πιλάρ και θα κατα­χει­ρο­κρο­τη­θεί από τους παρευ­ρι­σκό­με­νους. Η ίδια, χωρίς να ξεχά­σει την Ελλά­δα και την μαύ­ρη κατο­χή από τις γερ­μα­νι­κές δυνά­μεις, αλλά και τους Έλλη­νες ηθο­ποιούς, θα πει συγκι­νη­μέ­νη: «Θα ήθε­λα να αφιε­ρώ­σω αυτό το βρα­βείο στους συνα­δέλ­φους μου στο Εθνι­κό Θέα­τρο, της ρημαγ­μέ­νης από τον πόλε­μο Αθή­νας», για να προ­σθέ­σει «ελπί­ζω να είναι όλοι τους καλά».

Μια σημα­ντι­κή ται­νία, που άφη­σε το δικό της απο­τύ­πω­μα στον παγκό­σμιο κινη­μα­το­γρά­φο, ένω­σε κινη­μα­το­γρα­φι­κά το αξιο­θαύ­μα­στο ζευ­γά­ρι Γκά­ρι Κού­περ και Ίνγκριντ Μπέρ­γκ­μαν και έφε­ρε για πρώ­τη φορά στο παγκό­σμιο προ­σκή­νιο την ελλη­νι­κή υπο­κρι­τι­κή, μέσω της κορυ­φαί­ας Κατί­νας Παξι­νού, μίας αυτό­φω­της προ­σω­πι­κό­τη­τας, που ξέφυ­γε από τα στε­νά καλ­λι­τε­χνι­κά περι­θώ­ρια της χώρας μας.

Πηγή: ΑΠΕ — Χ. Αναγνωστάκης

 

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο