Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Για την παιδική εργασία και εκμετάλλευση

Γρά­φει η ofisofi //

Παγκό­σμια ημέ­ρα κατά της παι­δι­κής εργα­σί­ας σήμε­ρα. Σύμ­φω­να με την Unicef για 168 εκ. παι­διά σε όλο τον κόσμο δεν υπάρ­χει χρό­νος να είναι παι­διά. Ανα­κοι­νώ­σεις του διε­θνούς τύπου ανα­φέ­ρουν ότι 22.000 παι­διά σκο­τώ­νο­νται σε εργα­τι­κά ατυ­χή­μα­τα. Η φτώ­χεια ως συνέ­πεια της άγριας καπι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης και εκμε­τάλ­λευ­σης ανα­γκά­ζει αυτά τα παι­διά να δου­λεύ­ουν σκλη­ρά και σε απάν­θρω­πες συν­θή­κες για να μπο­ρέ­σουν να «ζήσουν». Η βία , η κακο­με­τα­χεί­ρι­ση, η σεξουα­λι­κή κακο­ποί­η­ση σε συν­δυα­σμό με την πορ­νεία και η επι­κιν­δυ­νό­τη­τα των συν­θη­κών εργα­σί­ας είναι καθη­με­ρι­νά φαι­νό­με­να σχε­δόν σε όλες τις χώρες της γης. Ελά­χι­στες οι εξαι­ρέ­σεις. Παι­διά ενός κατώ­τε­ρου θεού βιώ­νουν την αδι­κία και τη σκλη­ρό­τη­τα από τα πιο τρυ­φε­ρά τους χρό­νια. Ανει­δί­κευ­τοι εργά­τες στα ορυ­χεία, στους ορυ­ζώ­νες, στις καλ­λιέρ­γειες καφέ και κακάο, στα κερα­μουρ­γεία, στις βιο­τε­χνί­ες και στα εργο­στά­σια. Πολ­λές φορές μόνο για ένα πιά­το φαΐ κακής ποιό­τη­τας, ξυπό­λη­τα και ρακέν­δυ­τα χωρίς στοι­χειώ­δεις συν­θή­κες υγιει­νής και δια­βί­ω­σης. Τα παι­διά αντί να απο­λαμ­βά­νουν την οικο­γε­νεια­κή θαλ­πω­ρή , το ζεστό φαγη­τό, το παι­χνί­δι και το σχο­λείο ανα­γκά­ζο­νται να δου­λεύ­ουν και να θέτουν την υγεία τους και την ομα­λή ανά­πτυ­ξή τους σε συνε­χή κίν­δυ­νο. Αυτό δεν συμ­βαί­νει μόνο στις λεγό­με­νες χώρες του τρί­του κόσμου αλλά και στις ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες , στις παρυ­φές των οποί­ων έχει δημιουρ­γη­θεί εξ αιτί­ας των καπι­τα­λι­στι­κών οικο­νο­μι­κών κρί­σε­ων ένας τέταρ­τος κόσμος που ανα­γκά­ζει τα παι­διά να εγκα­τα­λεί­πουν το σχο­λείο και να ανα­ζη­τούν εργα­σία στην προ­σπά­θειά τους να βοη­θή­σουν τις μαστι­ζό­με­νες από την ανερ­γία οικο­γέ­νειές τους.

Τα αίτια είναι γνω­στά. Δεν χρειά­ζο­νται ούτε ευχο­λό­για ούτε φιλαν­θρω­πί­ες ούτε κρο­κο­δεί­λια δάκρυα. Χρειά­ζο­νται συνει­δη­το­ποί­η­ση και συνε­χής αγώ­νας για να χτυ­πη­θεί το κακό στη ρίζα του . Για να εξα­λει­φθεί η φτώ­χεια που γεν­νά την παι­δι­κή εργα­σία και εκμε­τάλ­λευ­ση είναι ανα­γκαία προ­ϋ­πό­θε­ση η ανα­τρο­πή του συστή­μα­τος μέσα από το οποίο ανα­δύ­ε­ται. Θα μπο­ρού­σε κάποιος να αντι­τεί­νει ότι αυτό ανά­γε­ται στο μακρι­νό μέλ­λον. Το ζήτη­μα είναι ο προ­σα­να­το­λι­σμός όλων των προ­σπα­θειών και των αγώ­νων κατά της παι­δι­κής εργα­σί­ας και εκμε­τάλ­λευ­σης να έχει στό­χο το ξερί­ζω­μα των αιτί­ων και την ανα­τρο­πή του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος . Κάθε άλλη προ­σπά­θεια συγκα­λύ­πτει , διαιω­νί­ζει και εντεί­νει το πρό­βλη­μα δημιουρ­γώ­ντας μεσαιω­νι­κές συν­θή­κες στις κοι­νω­νί­ες του 21ου αιώνα.

Ο Αντώ­νης Σαμα­ρά­κης δίνει τη δική του ματιά στο πρό­βλη­μα της παι­δι­κής εργα­σί­ας στο ποί­η­μα «Το νυχτε­ρι­νό σχο­λά». Ο Χρή­στος Νικο­λό­που­λος το έντυ­σε με μου­σι­κή και ο Γιώρ­γος Ντα­λά­ρας το ερμήνευσε.

Ώρα έντε­κα και κάτι,
το νυχτε­ρι­νό σχολά
κει που πέρ­να­γες, διαβάτη,
κι ήταν όλα σκοτεινά.
Άξαφ­να ένα φως τα λούζει,
ξεπρο­βάλ­λουν τα παιδιά,
μάγου­λα απ’ το κρύο μπούζι,
ποδα­ρά­κια σαν κλαδιά.

Ώρα έντε­κα και κάτι,
τα εργα­τό­παι­δα σχολάν.
Στά­σου προ­σο­χή, διαβάτη,
ήρω­ες μικροί περνάν.

Σαν φυσά το ξεροβόρι
και λυγί­ζουν δω κι εκεί,
άλλοι δίχως πανωφόρι,
άλλοι ακό­μα νηστικοί,
αδερ­φά­κια κουρασμένα
απ’ τη δύσκο­λη ζωή,
όλη μέρα βουτηγμένα
στις καπνιές και στη βουή.

Ώρα έντε­κα και κάτι,
τα εργα­τό­παι­δα σχολάν.
Στά­σου προ­σο­χή, διαβάτη,
ήρω­ες μικροί περνάν.

Μες στη νύχτα τώρα πάνε
στο σκο­τά­δι το πηχτό
τα παι­διά που πολεμάνε
για το μεροκάματο.
Χέρια βρώ­μι­κα απ’ τα λάδια,
μάτια κατακόκκινα,
αδερ­φά­κια δίχως χάδια
με σφαγ­μέ­νη την καρδιά.

Ώρα έντε­κα και κάτι,
τα εργα­τό­παι­δα σχολάν.
Στά­σου προ­σο­χή, διαβάτη,
ήρω­ες μικροί περνάν.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο