Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιώργος Ζαμπέτας, ξεχωριστό κεφάλαιο στη μελωδική ιστορία του τόπου μας

Ο Γιώρ­γος Ζαμπέ­τας , που υπο­στή­ρι­ζε ότι το μπου­ζού­κι δεν έχει καμιά σχέ­ση με την «ανα­το­λή», αλλά με τη «δύση», γεν­νή­θη­κε στο Μετα­ξουρ­γείο στις 25 Γενά­ρη 1925, ενώ από το 1940 και ως το τέλος της ζωής του ζού­σε στο Αιγάλεω.

Τα αηδό­νια που τρα­γου­δού­σαν στο Βοτα­νι­κό τότε (!) στά­θη­καν το «μου­σι­κό σχο­λείο» του και τον δικό τους «ήχο» προ­σπα­θού­σε να «παί­ξει» κρυ­φά στο μπου­ζού­κι του πατέ­ρα του, ο οποί­ος δεν ήθε­λε με τίπο­τα να πιά­σει ο γιος του «αυτό» το όργα­νο στα χέρια του.

Μαθη­τής του νυχτε­ρι­νού γυμνα­σί­ου, θα έχει την ευκαι­ρία κάθε βρά­δυ επι­στρέ­φο­ντας στο σπί­τι του να ακού­ει «χαζεύ­ο­ντας έξω από το πλε­κτό» τον Μάρ­κο, τον Στρά­το και τον Χιώ­τη, πιτσι­ρί­κο ακό­μα, να παί­ζουν τα τρα­γού­δια που «παί­ζα­νε» στις γει­το­νιές οι φωνογραφιτζήδες.

Ο πόλε­μος του ’40 βρί­σκει τον Ζαμπέ­τα να συνε­χί­ζει το νυχτε­ρι­νό σχο­λείο, ενώ τα πρω­ι­νά έκα­νε θελή­μα­τα σε ένα δικη­γο­ρι­κό γρα­φείο. Με την έναρ­ξη του πολέ­μου έπια­σε δου­λιά σε ένα εργο­στά­σιο που έβγα­ζε καλώ­δια, στο Ρουφ. Απο­κτά­ει το πρώ­το του μπου­ζού­κι και με μια παρε­ΐ­τσα στο Αιγά­λεω, τον Κώστα Γερα­ντα­λή, τον Βαγ­γέ­λη Μελι­τζού­ρη και τον Γιώρ­γο Αρώ­νη, φτιά­χνουν το πρώ­το συγκρό­τη­μά τους. Μέσα στην Κατο­χή γνω­ρί­ζε­ται με τον Γιώρ­γο Μπάτη.

Το 1946 παρου­σιά­ζε­ται να υπη­ρε­τή­σει τη θητεία του στην αερο­πο­ρία απ’ όπου απο­λύ­ε­ται το 1950. Ξανα­πιά­νει δου­λιά στο εργο­στά­σιο, όμως τελι­κά τα παρα­τά­ει μέσα στο ’50 και ξεκι­νά­ει επαγ­γελ­μα­τι­κή καριέ­ρα ως μου­σι­κός, με τη βοή­θεια του γεί­το­νά του Στρά­του Παγιουμτζή.

Ο Γιώρ­γος Ζαμπέ­τας ξεκί­νη­σε ως συν­θέ­της γύρω στα 1952 με το τρα­γού­δι «Σαν σήμε­ρα, σαν σήμε­ρα» σε στί­χους Χαρά­λα­μπου Βασι­λειά­δη, για να ακο­λου­θή­σει μια μεγά­λη πορεία με εκπλη­κτι­κά τρα­γού­δια, αλλά και ιδιαί­τε­ρη παρου­σία ως ένας πολύ μεγά­λος δεξιο­τέ­χνης του μπου­ζου­κιού. Ο λυρι­κός ήχος του είναι ιδιαί­τε­ρα ευδιά­κρι­τος, οι συν­θέ­σεις του είναι «κεντη­μέ­νες» από ευρη­μα­τι­κό­τα­τες εισα­γω­γές, ενώ οι περισ­σό­τε­ρες μελω­δί­ες του στη­ρί­ζο­νται στον από­η­χο της καντάδας.

Εμφα­νί­στη­κε σε πολ­λές θεα­τρι­κές παρα­στά­σεις και ελλη­νι­κές κινη­μα­το­γρα­φι­κές ται­νί­ες, με κορυ­φαία στιγ­μή την ται­νία «Ποτέ την Κυρια­κή» και τα θρυ­λι­κά πλέ­ον «Παι­διά του Πει­ραιά». Από το 1970 έως το 1985, ο Γιώρ­γος Ζαμπέ­τας εμφα­νί­στη­κε τόσο στην Ελλά­δα όσο και στο εξωτερικό.

Ο μελω­δι­κός δρό­μος που άνοι­ξε στο ελλη­νι­κό τρα­γού­δι, «άδεια­σε» από το χαμό­γε­λό του, τη μου­σι­κή φαντα­σία του και το αστεί­ρευ­το χιού­μορ του, στις 10 Μάρ­τη 1992.

Υπήρ­ξε ένα ξεχω­ρι­στό κεφά­λαιο στη μελω­δι­κή ιστο­ρία του τόπου μας. Παρα­κα­τα­θή­κη ακριβή.

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο