Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιώργος Κάρτερ, μια γλυκιά και ευγενική μορφή της Τέχνης

Γρά­φει η Φαί­δρα Ζαμπα­θά — Παγου­λά­του //

Μια γλυ­κιά, ευγε­νι­κή μορ­φή της Ποί­η­σης και της Μου­σι­κής, του Ραδιο­φώ­νου και της TV, του Κανα­βά­τσου και της Αγά­πης, της συντρο­φι­κό­τη­τας και του έρω­τα o Γιώρ­γος Κάρ­τερ έφυ­γε και σίγη­σε μια φωνή επι­βλη­τι­κή με εκπλη­κτι­κό ηχόχρωμα.

Karter1Έφυ­γε αλλά μας άφη­σε μέσα από ένα πλού­σιο και άξιο έργο την πνευ­μα­τι­κή του ταυ­τό­τη­τα. Ενώ στην αγα­πη­μέ­νη του Ισμή­νη άφη­σε ζωντα­νά τα ποι­η­τι­κά του μηνύ­μα­τα που εκπέ­μπουν αγά­πη, τρυ­φε­ρό­τη­τα κι ευαι­σθη­σία. Η Επτα­νη­σια­κή του κουλ­τού­ρα και καλ­λιέ­πεια, η ιστο­ρία της ιδιαί­τε­ρης Πατρί­δας του Κέρ­κυ­ρας η οποία ανέ­πτυ­ξε μια πλή­ρη και πλού­σια πνευ­μα­τι­κή ζωή είναι φανε­ρό ότι κυλού­σε στις φλέ­βες του και κατ επέ­κτα­ση διο­χε­τεύ­ο­νταν στην Παι­δεία του. Γόνος λογί­ων, Εικα­στι­κών και Μου­σι­κών Καλ­λι­τε­χνών φοί­τη­σε στη Σχο­λή του Εθνι­κού Θεά­τρου, στη Σχο­λή Καλών Τεχνών και στη Βιέν­νη σπού­δα­σε Ραδιό­φω­νο και ΤV. H Ποί­η­ση του γενι­κά πνέ­ει ένα άρω­μα αισιο­δο­ξί­ας για τη ζωή και βλέ­πει τον κόσμο γύρω του με καθα­ρή ματιά. Ποι­η­τής της πίστης και της ελπί­δας στα ανθρώ­πι­να τονί­ζει ένα είδος αλτρουι­σμού για τον Άνθρω­πο όπου κι αν ανή­κει , όπου κι αν ζει, ό,τι κι αν πιστεύ­ει. Ο ανα­γνώ­στης ξεχω­ρί­ζει την υπευ­θυ­νό­τη­τα του μέσα από τη θεμα­τι­κή του. Μια θεμα­τι­κή που συγκρο­τεί­ται από μεστή σκέ­ψη και βαθύ στο­χα­σμό. Ο στί­χος του έχει νόη­μα, έχει ψυχή και καρ­διά, έχει λυρι­κές απο­χρώ­σεις ώστε να βοη­θή­σουν την αλή­θεια να λάμ­ψει. Και θεω­ρώ σημα­ντι­κό στοι­χείο ο Ποι­η­τής να κινεί­ται μέσα στα πλαί­σια της αλή­θειας. Έτσι δια­πι­στώ­νου­με ότι βρί­σκε­ται σε όλη του τη δια­δρο­μή κοντά μας, δίπλα μας. Η ανά­σα του μας συντρο­φεύ­ει και μας απα­λύ­νει τη σκλη­ρό­τη­τα της επο­χής είτε εκεί­νης στο παρελ­θόν, είτε αυτής στο σήμερα.

Ο αγα­πη­τός σε όλους μας συνά­δελ­φος και πολύ­τι­μος Φίλος για μερι­κούς από εμάς, ένας σωστός ευπα­τρί­δης, χρη­μά­τι­σε Πρό­ε­δρος της Εται­ρί­ας Ελλή­νων Λογο­τε­χνών και εκεί­νη την επο­χή της θητεί­ας του μας έκα­νε περήφανους.

Ο Ποι­η­τής Γ.Κ. στην ποί­η­ση του γενι­κά παρου­σιά­ζει μια ποι­η­τι­κή φόρ­μα μέσα από ιδιαί­τε­ρες ευαί­σθη­τες πλευ­ρές όπου τονί­ζε­ται η αγά­πη του για τον Άνθρω­πο με κεφα­λαίο το Α και στέ­κε­ται συνο­δοι­πό­ρος στον αγώ­να του. Είναι ο Ποι­η­τής που συμπά­σχει και μοι­ρά­ζε­ται τις αγω­νί­ες του συνα­θλη­τή του στη ζωή. Μας χάρι­σε μια Ποί­η­ση οικου­με­νι­κή με όμορ­φο, λαγα­ρό κι ευρη­μα­τι­κό λόγο. Δια­χρο­νι­κός δεν χάνει το βημα­τι­σμό του. Είναι σαφής με ποι­η­τι­κή διαύ­γεια και προ­χω­ρεί σ” ευαί­σθη­τους χρω­μα­τι­σμούς που διαν­θί­ζουν τους στί­χους του.

Στο Βιβλίο του με τίτλο «Της Ισμή­νης» δια­πι­στώ­νου­με τη μεγά­λη Αγά­πη του για τη σύντρο­φό του Ισμή­νη Χρυ­σο­χό­ου, εξαί­ρε­τη Βιο­λο­νί­στρια, σολίστ για χρό­νια και πρώ­το Βιο­λί στο Κουαρ­τέ­το της Βιέννης.

Οι ευαι­σθη­σί­ες δύο υπέ­ρο­χων ανθρώ­πων της Τέχνης, μιας Μου­σι­κού και ενός Ποι­η­τή και όχι μόνο μας χαρί­ζουν ένα δίδυ­μο ξεχω­ρι­στό στην πολι­τι­σμι­κή Ιστο­ρία της Πατρί­δας μας.

Η Ισμή­νη και ο Γιώρ­γος συνα­ντή­θη­καν στη ζωή έναν γλυ­κό, μελαγ­χο­λι­κό Σεπτέμ­βρη και η μοί­ρα τους ένω­σε με γλυ­κές νότες μέσα από τη Μου­σι­κή και με αρμο­νι­κούς στί­χους μέσα από την Ποί­η­ση .[Ποί­η­μα σελ. 43] 

Χεί­μαρ­ρος ξεχύ­νε­ται η αγά­πη και ο έρω­τας στα μονο­πά­τια της ζωής τους, στις κοι­λά­δες της επι­θυ­μί­ας τους, στη φλό­γα της αφής τους, και στον καμ­βά του νου και της καρ­διάς ζωγρα­φί­ζο­νται στί­χοι και πεντά­γραμ­μα από λουλούδια.

H Ποί­η­ση του σ’ αυτή τη συλ­λο­γή είναι γεμά­τη χυμούς ζωής κι έρω­τα για μια μονά­κρι­βη σύντρο­φο για την οποία προ­σπα­θεί να υπο­γραμ­μί­σει την ομορ­φιά της αγά­πης του γι’ αυτήν. Eυαγ­γε­λί­ζε­ται έναν αγνό έρω­τα και αυτόν τρα­γου­δά στην Ποί­η­ση του. Αγιο­ποιεί την αγά­πη και την ανε­βά­ζει στα ουρά­νια ώστε να μην την αγγί­ξει κανείς και την μολύ­νει. Για τον Ποι­η­τή είναι ό,τι πιο ακρι­βό και πολύ­τι­μο έχει μέσα στην καρ­διά του.

Τεχνί­της του λόγου λαξεύ­ει τη λέξη και της δίνει το πραγ­μα­τι­κό νόη­μα του στο­χα­σμού. Δεν πλα­τειά­ζει η γλώσ­σα, συχνά χρη­σι­μο­ποιεί την αφαι­ρε­τι­κή μορ­φή κρα­τά­ει την ουσία μαζί με τη μου­σι­κό­τη­τα του στίχου.

Η δεξιο­τε­χνία του Ποι­η­τή χτί­ζει μια Ποί­η­ση με γερά θεμέ­λια και με σεβα­σμό στον ανα­γνώ­στη του που τον κάνει κοι­νω­νό μιας ερω­τι­κής Ποί­η­σης που λάμπει από ευγέ­νεια, στορ­γή και αγιό­τη­τα. Και σε όλο το εύρος της συλ­λο­γής από την αρχή ως το τέλος, πρω­τα­γω­νι­στεί ο Σεπτέμ­βρης. Ένας μήνας γκρί­ζος, σκε­φτι­κός, λιγό­λο­γος, φιλ­τρά­ρει το φως, όπου κι αν βρί­σκε­ται, στα μάτια, στις λέξεις, στις σκέ­ψεις, στο τοπίο, ακό­μα και στην καρ­διά της ίδιας της Ποί­η­σης. Ο Σεπτέμ­βρης που ξεγυ­μνώ­νει όλη τη Φύση μ’ ένα ντρο­πα­λό αερά­κι και αντί­θε­τα ντύ­νει τους άδειους δρό­μους με καφε­κί­τρι­να φύλ­λα έτσι ώστε ο έρω­τας να νιώ­θει ελεύ­θε­ρος σαν μια στα­γό­να βρο­χής που ταξι­δεύ­ει από φύλ­λο σε φύλλο .

Αγα­πη­τή μου Ισμή­νη δεν έμει­νες μόνη, δεν μπο­ρού­σε ο Γιώρ­γος που αγά­πη­σες και σε αγά­πη­σε να σε αφή­σει μόνη με τη Μου­σι­κή, σου άφη­σε τα Ποι­η­τι­κά του τετρά­δια με την ανά­σα του να σου χαρί­ζουν έστω ένα πικρό χαμό­γε­λο κι ένα γλυ­κό δάκρυ να σε συντρο­φεύ­ουν. Εμείς σ’ ευχα­ρι­στού­με από καρ­διάς για τη ευγε­νι­κή προ­σφο­ρά σου, για­τί χάρη στην ευαι­σθη­σία σου και την αγά­πη σου τύπω­σες το περιε­χό­με­νο αυτών των τετρα­δί­ων σε μια κομ­ψή Ποι­η­τι­κή Συλ­λο­γή με τα κοσμή­μα­τα που φιλο­τέ­χνη­σε με το χέρι του ο καλαί­σθη­τος Ποι­η­τής με κατα­πλη­κτι­κά σχέ­δια σε μινια­τού­ρες έτσι ώστε σήμε­ρα να τα χαι­ρό­μα­στε κι εμείς οι Φίλοι του. Πριν κλεί­σω θα μου επι­τρέ­ψε­τε να δια­βά­σω λίγους στί­χους μου που του αφιέρωσα.

Μη φοβά­σαι το Μάρτη
Σαν την Άνοιξη
Που τρέ­μει μες τα φύλλα
Δώσε μας το χέρι σου και
μη φοβά­σαι Γιώρ­γο Κάρτερ
Ζεις στη σκέ­ψη μας πάντα!!!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο