Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γωγώ Μπελεκούκια: Το εκκρεμές (Διήγημα)

Να τη πάλι.

Προ­βάλ­λει σέρ­νο­ντας το κου­ρα­σμέ­νο σώμα της. Πάνε τώρα τριά­ντα τόσα χρό­νια που μυστι­κά την παρα­κο­λου­θώ. Η ίδια δια­δρο­μή κάθε μέρα. Ο ίδιος κύκλος χαρά­ζε­ται κάθε μέρα και πιο βαθιά στο αυλά­κι της ζωής της. Ανά­βει το πρώ­το τσι­γά­ρο της ημέ­ρας, μαζί με τον καφέ του πρω­ι­νού. Σιγά-σιγά θα συνται­ριά­ξει τα αντι­κεί­με­να του Κόσμου της… θα στρώ­σει το κρε­βά­τι της , θα αερί­σει ίσως και να δια­βά­σει λίγο τώρα το πρωί. Της αρέ­σει το διά­βα­σμα. Είναι η συντρο­φιά της. Είναι ο σύζυ­γος που κάπο­τε υπήρ­ξε στη ζωή της. Είναι τα παι­διά που δεν έκα­νε, τα εγγό­νια που δε φάνη­καν. Είναι όλα αυτά και τίπο­τε από αυτά.

Να τη ξανά. Στην κου­ζί­να η κατσα­ρο­λί­τσα σφυ­ρί­ζει. Έτοι­μο το γεύ­μα! Μετά από αυτό.. το δεύ­τε­ρο τσι­γά­ρο. Το είπε και ο για­τρός: «μέχρι τρία την ημέ­ρα σου κάνουν καλό». Ίσως και να ξαπλώ­σει τώρα, όχι για να κοι­μη­θεί. Ο ύπνος έχει πάψει να είναι πολύ καλός της φίλος από χρό­νια. Όχι, θα ξαπλώ­σει έτσι για να πει πως άλλα­ξε θέση… Επι­τέ­λους, ήρθε το από­γευ­μα! Τώρα θα σηκω­θεί, θα στρώ­σει το κρε­βά­τι της ξανά, θα πάρει μια μικρή νου­βέ­λα- ρομα­ντι­κό νομί­ζω το λένε, ένα ποτή­ρι του κρα­σιού μικρό , με ένα δακτυ­λά­κι ουί­σκι –και αυτό επί­σης το είπε ο για­τρός και βέβαια το τρί­το και τελευ­ταίο της μέρας τσι­γά­ρο. Αυτή νομί­ζω η ώρα είναι η καλύ­τε­ρή της. Το βλέ­πω στο πρό­σω­πό της. Μοιά­ζει να την περι­μέ­νει όλη μέρα σαν ραντεβού…ε ί ν α ι ραντε­βού. Γίνε­ται ηρω­ί­δα και ζει μια τρυ­φε­ρή ιστο­ρία αγά­πης. Πάντα με καλό τέλος.
Όταν την τελειώ­σει , ανα­κου­φι­σμέ­νη θα κοι­τά­ξει για λίγο έξω από το παρά­θυ­ρό της. Άλλη μια μέρα θα έχει τελειώσει.

Ύστε­ρα, θα κοι­τά­ξει εμέ­να. Θα μου χαμογελάσει.

Νομί­ζω πως χαί­ρε­ται που με έχει.. Χτυ­πώ κάθε μια ώρα διακριτικά.

Υπάρ­χω μαζί της τριά­ντα τόσα χρόνια.

Ποιος ξέρει πότε τον χτύ­πο μου θα ακού­σει για τελευ­ταία φορά…

ποιος ξέρει πού θα υπη­ρε­τώ μετά…

Ας συστη­θού­με λοιπόν.

Είμαι το ξύλι­νο εκκρε­μές, ο μπά­τλερ του Άρχο­ντα Χρόνου…

Κυρία Σού­σα, καληνύχτα…
______________________________________________________________________________________________________

Η  Γωγώ Θ. Μπελεκούκια-Σπανού γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι μέλος του Kύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (GREEK IBBY). Γράφει ποίηση, παραμύθια, διηγήματα ( πέντε από αυτά έχουν πάρει έπαινο από το Σύνδεσμο Ελλήνων Λογοτεχνών Αυστραλίας) ενώ παράλληλα ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με το Θέατρο. Είναι παντρεμένη και μητέρα τριών παιδιών.
Τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί παραμύθια της «Φίλτρο αγάπης και ονείρων» («Βεργίνα»- 2013), και οι ποιητικές συλλογές «Μια φορά στο κάποτε… φύτρωσαν κόκκινες παπαρούνες» («Βεργίνα» – 2012), «Σαν φυλαχτό… φόρεσα καινούργια κόκκινα παπούτσια» (2011).
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο