Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δάντης Αλιγκέρι

Ο Δάντης Αλι­γκέ­ρι γεν­νή­θη­κε στη Φλω­ρε­ντία το 1265. Σπού­δα­σε θεο­λο­γία, νομι­κά και φιλο­λο­γία. Χρη­μά­τι­σε πρέ­σβης, πολέ­μη­σε, συμ­με­τεί­χε στην κυβέρ­νη­ση, πολι­τεύ­τη­κε, διώ­χτη­κε από τους αντι­πά­λους του και κατα­δι­κά­στη­κε σε θάνα­το στην πυρά, έφυ­γε από την πατρί­δα του και περι­πλα­νή­θη­κε εξό­ρι­στος σε πόλεις της Ιτα­λί­ας. Στα 1290 ο θάνα­τος της Βεα­τρί­κης Πορ­τι­νά­ρι, πλα­τω­νι­κός του έρω­τας στά­θη­κε η αφορ­μή να στρα­φεί στη λογο­τε­χνία. Την εξυ­μνεί σε όλα τα κατο­πι­νά του έργα εξι­δα­νι­κεύ­ο­ντας την ανά­μνη­σή του σε σύμ­βο­λο αιώ­νιας γυναί­κας, προ­σω­πο­ποί­η­σης τηςς θεο­λο­γί­ας και της φιλο­σο­φί­ας, μού­σα του.

Το «Συμπό­σιο» (1309) έργο ημι­τε­λές, περιέ­χει τις φιλο­σο­φι­κέ και ποι­η­τι­κές του δοξα­σί­ες. Στο «Περί μοναρ­χί­ας» εκθέ­τει τις πολι­τι­κές του πεποι­θή­σεις και στο «Περί λαϊ­κής γλώσ­σας» υπο­στη­ρί­ζει θεω­ρη­τι­κά ό,τι με το έργο του έκα­νε πρά­ξη καθιε­ρώ­νο­ντας την τοσκά­νι­κη διά­λε­κτο ως κοι­νή γλώσ­σα του ιτα­λι­κού λαού και διά­δο­χο της λατι­νι­κής στην επι­στή­μη και στη λογοτεχνία.

Το αρι­στούρ­γη­μά του και ένα από τα σημα­ντι­κό­τε­ρα ποι­ή­μα­τα  της παγκό­σμιας λογο­τε­χνί­ας είναι  η «Κωμω­δία» που γρά­φτη­κε από το 1300–1318 (κατό­πιν ονο­μά­στη­κε «Θεία κωμω­δία»), ποι­η­τι­κή τρι­λο­γία απο­τε­λού­με­νη από την «Κόλα­ση», το «Καθαρ­τή­ριο» και τον «Παρά­δει­σο». Η «Θεία κωμω­δία» εκτός της υψη­λής καλ­λι­τε­χνι­κής της αξί­ας μας δίνει την εικό­να της μεσαιω­νι­κής θεο­λο­γί­ας, φιλο­σο­φί­ας και πνευ­μα­τι­κής εν γένει κίνη­σης καθώς και κρι­τι­κή ερμη­νεία των γεγο­νό­των της επο­χής του.

Το έργο είναι ποι­η­τι­κή αφή­γη­ση φαντα­στι­κού ταξι­διού του ποι­η­τή, οδη­γού­με­νο από τον Βιρ­γί­λιο στην Κόλα­ση, το Καθαρ­τή­ριο και τον Παρά­δει­σο.  Κλεί­νει μέσα της το μετα­φυ­σι­κό σύμπαν του μεσαιω­νι­κού κόσμου, που το παρου­σιά­ζει στα τρία του επί­πε­δα, με τα γυμνά πάθη του, την κόλα­ση και το καθαρ­τή­ριό της και την υπέρ­τα­τη δικαί­ω­ση μέσα στην παρα­δει­σια­κή ζωή των δικαί­ων και αγαθών.

Γρά­φει ο Μάρ­κος Αυγέρης:

«Μέσα στο έργο του ακού­γε­ται πάντα η ανα­τα­ρα­χή των μεσαιω­νι­κών παθών. Ο Ντά­ντε δεν ήταν μόνο ο φορέ­ας κι ο συμπυ­κνω­τής της μεσαιω­νι­κής σοφί­ας, μα και εικο­νο­γρά­φος του ταραγ­μέ­νου μεσαιω­νι­κού κόσμου. Η θεία κωμω­δία είναι δημιούρ­γη­μα αυτών των παθών κι εκφρά­ζει τις αγά­πες και τα μίση της ανα­στα­τω­μέ­νης ζωής του ποι­η­τή στην άκρα τους οξύ­τη­τα. Το έργο του είναι ισο­δύ­να­μο με μια πολε­μι­κή πρά­ξη, είναι η ανα­πα­ρά­στα­ση της αιώ­νιας σύγκρου­σης των αγγέ­λων και των δαι­μό­νων. Ο Ντά­ντε μετέ­χει σ’ αυτή τη μάχη ολό­κλη­ρος, με το σώμα και την ψυχή του. Η Θεία Κωμω­δία καλεί τον άνθρω­πο να λάβει μέρος στις μαχό­με­νες αγα­θές δυνά­μεις του κόσμου. Σύγ­χρο­να είναι και ένα κήρυγ­μα απά­νω στις πίστεις που φλό­γι­ζαν το μεσαιω­νι­κό άνθρω­πο. Από την άπο­ψη αυτή είναι το εγα­λύ­τε­ρο έργο προ­πα­γάν­δας μέσα στη μεγά­λη τέχνη. Μόνο στη θρη­σκευ­τι­κή εικο­νο­γρα­φία που σκε­πά­ζει το εσω­τε­ρι­κό των χρι­στια­νι­κών ναών μπο­ρεί να βρει κανείς παρό­μοια μεγά­λη τέχνη – προπαγάνδα.

Στην ποί­η­ση αυτή του Ντά­ντε ακού­ε­ται η μεγά­λη προ­ο­πτι­κή του Από­στο­λου Παύ­λου: ‘’Το βασί­λειο των ουρα­νών επι­δέ­χε­ται βία’’. Η Θεία κωμω­δία είναι χτι­σμέ­νη σαν κάστρο, πέτρα δεμέ­νη στην πέτρα, κάστρο στέ­ρεο και σοφό, για να κατα­χτή­σει γη και ουρανό».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο