Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δέκα χρόνια από το θάνατο του Θόδωρου Αγγελόπουλου

Δέκα χρό­νια συμπλη­ρώ­νο­νται σήμε­ρα, 24 Ιανουα­ρί­ου, από το θάνα­το του «ποι­η­τή της εικό­νας» Θόδω­ρου Αγγελόπουλου.

Ένας εκ των σημα­ντι­κό­τε­ρων Ευρω­παί­ων σκη­νο­θε­τών του κινη­μα­το­γρά­φου, ο Θ. Αγγε­λό­που­λος γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να στις 27 Απρί­λη 1935.

To 1953 εισά­γε­ται στη Νομι­κή Σχο­λή Αθη­νών, την οποία εγκα­τα­λεί­πει στο πτυχίο.

Το 1961 φεύ­γει για τη Γαλ­λία και γρά­φε­ται στη Σορ­βό­νη, όπου παρα­κο­λου­θεί μαθή­μα­τα γαλ­λι­κής φιλο­λο­γί­ας και φιλ­μο­λο­γί­ας, με καθη­γη­τές τον Ζορζ Σαντούλ και τον Μιτρί, τους οποί­ους ξανα­συ­νά­ντη­σε αργό­τε­ρα στην IDHEC. Παράλ­λη­λα παρα­κο­λου­θεί μαθή­μα­τα εθνο­λο­γί­ας με τον Λεβί Στρος. Για να αντε­πε­ξέλ­θει στα έξο­δα των σπου­δών δου­λεύ­ει στη ρεσε­ψιόν της Σιτέ Ουνι­βερ­σι­τέρ (με την ώρα) μαζί με τον γλύ­πτη Γερά­σι­μο Σκλάβο.

1962–63: Γίνε­ται δεκτός, ύστε­ρα από εξε­τά­σεις, στην περί­φη­μη σχο­λή κινη­μα­το­γρά­φου IDHEC. Η δια­φω­νία και σύγκρου­σή του με τον καθη­γη­τή της σκη­νο­θε­σί­ας οδη­γεί σε πρό­ω­ρη λήξη τις σπου­δές του.

1963–64: Συνε­χί­ζει τη φοι­τη­τι­κή του δια­δρο­μή στο Musee de l’ homme κοντά στον εθνο­λό­γο – σκη­νο­θέ­τη Ζαν Ρους, όπου διδά­σκε­ται το σινε­μά – ντιρέκτ.

1964: Επι­στρο­φή στην Ελλά­δα. Η επά­νο­δος συνο­δεύ­ε­ται από αναί­τιο ξυλο­δαρ­μό του από την αστυ­νο­μία καθώς βάδι­ζε ανύ­πο­πτος. Επει­σό­διο που τον επη­ρέ­α­σε και άλλα­ξε τη διά­θε­ση και τα σχέ­διά του. Τότε η σκη­νο­θέ­τι­δα Τώνια Μαρ­κε­τά­κη του προ­τεί­νει να συνερ­γα­στεί με την εφη­με­ρί­δα «Δημο­κρα­τι­κή Αλλα­γή» ως κρι­τι­κός. Προς μεγά­λη έκπλη­ξη όλων – και του ιδί­ου – αντί να γυρί­σει στη Γαλ­λία, όπως ήταν και το ανα­με­νό­με­νο, έμει­νε στην Ελλά­δα. Και εργά­στη­κε ως κριτικός.

Η ζωή του όλη ήταν ο κινη­μα­το­γρά­φος και η μοί­ρα τού επι­φύ­λα­ξε τον τρα­γι­κό θάνα­το την ώρα του γυρί­σμα­τος. Μια μέρα βρο­χε­ρή, σαν σκη­νι­κό από ται­νία του, μια μηχα­νή που διέ­σχι­ζε το δρό­μο του κόβει το νήμα της ζωής. Τη στιγ­μή που σχε­δί­α­ζε το πλά­νο. Τη στιγ­μή που άλλο ένα όνει­ρο προσ­δο­κού­σε να γίνει μεγά­λο. Τη στιγ­μή που ο νους τρέ­χει να προ­σπε­ρά­σει το παρόν και να αγγί­ξει το μέλ­λον. Τη στιγ­μή… η στιγ­μή που τον προ­σπέ­ρα­σε αφή­νο­ντας ορφα­νε­μέ­νο το όνειρο. 

Μέγας ποι­η­τής της κινη­μα­το­γρα­φι­κής γλώσ­σας και σκέ­ψης, ο άνθρω­πος που αντι­λαμ­βα­νό­ταν τα όρια ανά­με­σα στον έρω­τα, στις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, στην επι­κοι­νω­νία, ως έννοια του ορί­ου, του τέλους ανά­με­σα στη ζωή και στο θάνα­το, ο διε­θνούς φήμης Ελλη­νας σκη­νο­θέ­της Θόδω­ρος Αγγε­λό­που­λο­ςχρη­σι­μο­ποί­η­σε τον ελλει­πτι­κό λόγο σαν αισθη­τι­κή αρχή, σαν ανά­γκη έντα­ξης του φυσι­κού χρό­νου στο χώρο, ως ενό­τη­τα χώρου και χρό­νου και το κάθε τόλ­μη­μά του ήταν «ένα ξεκί­νη­μα και­νού­ριο μέσα στης ανα­κρί­βειας των αισθη­μά­των το γενι­κό χαμό, μέσα στου πάθους τις ασύ­ντα­κτες ορδές»..

Με τον κινη­μα­το­γρά­φο άρχι­σε να ασχο­λεί­ται το 1965 και το 1968 παρου­σί­α­σε την πρώ­τη του μικρού μήκους ται­νία, «Εκπο­μπή», στο Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου Θεσσαλονίκης.

Το 1970, η πρώ­τη μεγά­λου μήκους ται­νία του, «Ανα­πα­ρά­στα­ση», κέρ­δι­σε το πρώ­το βρα­βείο στο Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου Θεσ­σα­λο­νί­κης, καθώς και άλλες δια­κρί­σεις στο εξω­τε­ρι­κό, και σημα­το­δό­τη­σε την αυγή του σύγ­χρο­νου ελλη­νι­κού κινη­μα­το­γρά­φου. To 1975 σκη­νο­θέ­τη­σε την εμβλη­μα­τι­κή ται­νία «Ο Θία­σος», ένα από τα αρι­στουρ­γή­μα­τα του ευρω­παϊ­κού κινη­μα­το­γρά­φου, ενώ το 1984 ένω­σε στη μεγά­λη οθό­νη δύο γίγα­ντες της υπο­κρι­τι­κής, τον Μάνο Κατρά­κη και τον Διο­νύ­ση Παπα­γιαν­νό­που­λο, στο αξέ­χα­στο «Ταξί­δι στα Κύθη­ρα». Το 1995 σκη­νο­θε­τεί «Το βλέμ­μα του Οδυσ­σέα», μια ται­νία που όπως σχο­λί­α­σε ο Αμε­ρι­κα­νός σκη­νο­θέ­της Βιμ Βέντερς «θα μεί­νει στην ιστο­ρία του σινεμά».

Από τους τελευ­ταί­ους και χαρα­κτη­ρι­στι­κό­τε­ρους εκπρο­σώ­πους του μοντερ­νι­σμού στον κινη­μα­το­γρά­φο, ο Θόδω­ρος Aγγε­λό­που­λος υπήρ­ξε, αναμ­φί­βο­λα, ο Ελλη­νας σκη­νο­θέ­της με τη μεγα­λύ­τε­ρη διε­θνή απο­δο­χή και ένας από τους σπου­δαιό­τε­ρους δημιουρ­γούς του κινη­μα­το­γρά­φου, τα τελευ­ταία σαρά­ντα χρό­νια. Οι ται­νί­ες του προ­βάλ­λο­νται παντού και προ­κα­λούν την παγκό­σμια προ­σο­χή, με πολ­λές διε­θνείς δια­κρί­σεις, με σημα­ντι­κό­τε­ρη το Xρυ­σό Φοί­νι­κα του Φεστι­βάλ Kαν­νών για την ται­νία «Mία αιω­νιό­τη­τα και μια μέρα».

Με τον Χρυ­σό Φοί­νι­κα στο Φεστι­βάλ Καν­νών το 1998.

Εκτο­τε, οι ται­νί­ες του έχουν συμ­με­τά­σχει σε πολ­λά εγχώ­ρια και διε­θνή φεστι­βάλ και έχει κερ­δί­σει πολ­λά βρα­βεία, τα οποία τον καθιέ­ρω­σαν παγκο­σμί­ως ως έναν από τους σπου­δαιό­τε­ρους σκη­νο­θέ­τες του σύγ­χρο­νου κινηματογράφου.

Πολ­λά αφιε­ρώ­μα­τα που τιμούν τη δου­λειά του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου έχουν πραγ­μα­το­ποι­η­θεί σ’ όλο τον κόσμο.

Είχε ανα­γο­ρευ­θεί επί­τι­μος διδά­κτο­ρας του Πανε­πι­στη­μί­ου των Βρυ­ξελ­λών, του Πανε­πι­στη­μί­ου X Ναντέρ (Nanterre) στο Παρί­σι και του Πανε­πι­στη­μί­ου του Εσεξ (Essex).

Ται­νί­ες:

1970: Ανα­πα­ρά­στα­ση.
1972: Μέρες του ’36.
1975: Ο θίασος.
1977: Οι Κυνηγοί.
1980: Ο Μεγαλέξανδρος.
1983: Αθή­να, επι­στρο­φή στην Ακρόπολη.
1984: Ταξί­δι στα Κύθηρα.
1986: Ο Μελισσοκόμος.
1988: Τοπίο στην ομίχλη.
1991: Το μετέ­ω­ρο βήμα του πελαργού.
1995: Το βλέμ­μα του Οδυσσέα.
1998: Μια αιω­νιό­τη­τα και μια μέρα.
2003: Τρι­λο­γία – Ι. Το λιβά­δι που δακρύζει.
2008: Τρι­λο­γία – ΙΙ. H σκό­νη του χρόνου.

Θόδω­ρος Αγγε­λό­που­λος: Οι τρεις ται­νί­ες-αρι­στουρ­γή­μα­τα που πρέ­πει οπωσ­δή­πο­τε να δεις

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο