Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δέσποινα Κουτουφάρη: «Όνειρα ανεμπόδιστα»

Παρου­σιά­ζει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Τρία ποι­ή­μα­τα της εικα­στι­κού και ποι­ή­τριας Δέσποι­νας Κου­του­φά­ρη παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα στο Ατέ­χνως. Η Δέσποι­να γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να και κατά­γε­ται από την Ικα­ρία. Έργα της βρί­σκο­νται σε μου­σεία και ιδιω­τι­κές συλ­λο­γές ενώ είναι μέλος της Πανελ­λή­νιας Εται­ρί­ας Λόγου και Τέχνης.

Τα ποι­ή­μα­τα που παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα προ­σφέ­ρουν ένα αέρα αισιο­δο­ξί­ας κι ελπί­δας στον ανα­γνώ­στη. Δεν παρα­γνω­ρί­ζουν τις διά­φο­ρες συσκο­λί­ες και εμπό­δια που μπο­ρού­με να αντι­με­τω­πί­σου­με αλλά στο τέλος σημειώ­νουν ότι τα όνει­ρα (οι επι­θυ­μί­ες μας ή και οι ανά­γκες μας) ανε­μπό­δι­στα θα ανα­δυ­θούν στους χρό­νους για να κατσκτή­σουν προ­φα­νώς, τη θέση που τους αξίζει.

Περισ­σό­τε­ρα ποι­ή­μα­τα της Δέσποι­νας Κου­του­φά­ρη μπο­ρεί­τε να δια­βά­σε­τε εδώ (Ήρθε μαζί με την ομί­χλη, 30–5‑2015, Ατέχνως)

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 Όνει­ρα ανεμπόδιστα

Σήμε­ρα μας κατέκτησαν

Οι θύελ­λες

Ο άνε­μος βγή­κε νικητής

Μα αύριο η θύελ­λα θα

Γίνου­με εμείς

Ο άνε­μος θα γίνει σύντρο­φός μας

Τα όνει­ρά μας θα σπεί­ρει μακριά

Βαθιά μες τα πελάγη

Ν’ ανθί­σουν

Ν’ αναρ­ρι­χη­θούν

Να ποτι­στούν με αγάπη

Να μην διστά­σουν στις βροντές

Στις αστρα­πές της πλάνης

Να κολυ­μπή­σουν μυστικά

Στων κοραλ­λιών τις μνήμες

Με ορά­μα­τα να πλάσουν

Τους βυθούς

Με στά­λες της ψυχής μας

Μέχρι η ύλη η ρευστή

Να τρέ­μει τη δύνα­μή τους

Και της αντί­στα­σης μεθυστική

Να είναι εκεί­νη η ώρα

Που τα όνει­ρα ανεμπόδιστα

Θ’ ανα­δυ­θούν στους χρόνους.

 

Η ζωή σου πυξί­δα παλιά

Πόσα ακό­μη δάκρυα

Στην απέ­ρα­ντη θάλασσα

Θα σκορ­πί­σουν τον πόνο τους!

Στα ηλιο­λου­σμέ­να βράχια

Πόσα κύμα­τα θ’ αφή­σουν τον αφρό τους!

Στων ανέ­μων την τροχιά

Η ζωή σου πυξί­δα παλιά

Καλο­γυα­λι­σμέ­νη

Μες του βυθού τα πρωτοβρόχια

Να δρο­σι­στεί με ζωή

Μέχρι την ανά­δυ­ση της επανάληψης

Που στα στή­θη σου φωλιάζει

Σαν φλό­γα που σιγοκαίει

Του χρό­νου το παρά­λο­γο να κατευνάσει

Το στρό­βι­λο της μοίρας

Να γυρί­σει ανάποδα .

 

Συμπό­σιο στης θάλασ­σας τα βάθη

Συμπό­σιο στης θάλασ­σας  τα βάθη

Με ωδές από χορ­δές που πάλλονται

Ύμνοι υγροί μέσα απ’ των κυμάτων

Τους ανα­στε­ναγ­μούς

Αλμυ­ρός ουρα­νός μαγεμένος

Απ’ των βυθών την περιπλάνηση

Χορεύ­ει η ζωή μες της συγκίνησης

Την περι­πέ­τεια

Σε αμμου­δε­ρό ακρογιάλι

Σκορ­πά­ει τα όνει­ρά της

Κι ύστε­ρα πάλι καρτερεί

Στης θάλασ­σας την άκρη

Ήλιο να βγει απ’ την άβυσσο

Την όψη της να λού­σει με ελπίδα

Και όνει­ρο κρυφό

Απ’ τα δεσμά της να ξεφύγει .

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο