Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δίκη Χρυσής Αυγής: Η απόφασή σας όποια και να είναι θα σφραγίσει την ιστορία

Ολο­κλη­ρώ­θη­κε σήμε­ρα η αγό­ρευ­ση του συνη­γό­ρου Πολι­τι­κής Αγω­γής των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ, Θεό­δω­ρου Θεο­δω­ρό­που­λου, στη δίκη της ναζι­στι­κής εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης Χρυ­σή Αυγή.

«Καί­ριας σημα­σί­ας το απο­δει­κτι­κό υλι­κό που κατα­σχέ­θη­κε και βρι­σκό­ταν στην κατο­χή των κατη­γο­ρου­μέ­νων και γενι­κό­τε­ρα στην κατο­χή της ΧΑ» τόνι­σε στην αγό­ρευ­σή του ο Θ. Θεο­δω­ρό­που­λος. «Για­τί, όπως είπε, δια­σώ­θη­κε από τους ίδιους ‑ήταν άλλω­στε υπε­ρή­φα­νοι γι’ αυτό- απο­τε­λεί το πρό­γραμ­μα δρά­σης της ΧΑ που υλο­ποι­ή­θη­κε στο πλαί­σιο εφαρ­μο­γής των σκο­πών και κατα­στα­τι­κών αρχών λει­τουρ­γί­ας της, συν­δέ­ε­ται δε από­λυ­τα με τις αξιό­ποι­νες πρά­ξεις για τις οποί­ες κατη­γο­ρού­νται, απο­τε­λεί δηλα­δή κρί­σι­μο απο­δει­κτι­κό υλι­κό που επι­βε­βαιώ­νει τις μαρ­τυ­ρι­κές κατα­θέ­σεις και απο­δει­κνύ­ει τον εγκλη­μα­τι­κό χαρα­κτή­ρα της οργά­νω­σης ΧΑ. Όσα προ­έ­κυ­ψαν από τα ανα­γνω­στέα έγγρα­φα (κατη­γο­ρη­τή­ριο και Πολι­τι­κής Αγω­γής) και στοι­χειο­θε­τούν την ύπαρ­ξη εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης επι­βε­βαιώ­θη­καν και ενι­σχύ­θη­καν τόσο από τους μάρ­τυ­ρες του κατη­γο­ρη­τη­ρί­ου και της Πολι­τι­κής Αγω­γής, όσο ουσια­στι­κά και από τους μάρ­τυ­ρες υπε­ρά­σπι­σης, αλλά και από τις απο­λο­γί­ες των ίδιων των κατη­γο­ρου­μέ­νων στο Δικα­στή­ριο», πρόσθεσε.

Σχε­τι­κά με την ιδε­ο­λο­γία της ΧΑ, τον εθνι­κο­σο­σια­λι­σμό, τον οποί­ον οι χρυ­σαυ­γί­τες, οι μάρ­τυ­ρες υπε­ρά­σπι­σης, αλλά και η εισαγ­γε­λέ­ας στην πρό­τα­σή της αρνού­νται, τόνι­σε μετα­ξύ άλλων ο συνή­γο­ρος ότι η εισαγ­γε­λέ­ας αγνό­η­σε και δεν ασχο­λή­θη­κε με τον εθνι­κο­σο­σια­λι­σμό ως κίνη­τρο των υπό διε­ρεύ­νη­ση εγκλη­μα­τι­κών πρά­ξε­ων. Μάλι­στα, ανέ­φε­ρε σχε­τι­κά: «Και ερω­τά­ται: Μπο­ρεί κανείς να μάχε­ται για την επι­κρά­τη­ση των ιδε­ών του ναζι­σμού (π.χ. για τη φυλε­τι­κή καθα­ρό­τη­τα) χωρίς να εγκλη­μα­τεί; Η ναζι­στι­κή ιδέα λοι­πόν δεν είναι απλά ήχος, λέξεις στ’ αυτιά των ανθρώ­πων, μα μετα­φρά­ζε­ται σε τρο­μο­κρα­τι­κή βία, σε μαχαί­ρω­μα, σε εμπρη­σμούς, συνο­δεύ­ε­ται δε από απέ­ρα­ντο πόνο, θρή­νο και από­γνω­ση των θυμά­των. Η ναζι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία δεν μπο­ρεί να μεί­νει στη σφαί­ρα των ιδε­ών, αν θέλει να ανα­πτυ­χθεί κατα­κτώ­ντας ή επι­βαλ­λό­με­νη στα μυα­λά των ανθρώ­πων, παρά μόνο μέσω της αξιό­ποι­νης δρα­στη­ριό­τη­τας, δηλα­δή μέσω του εγκλήματος.

Στην περί­πτω­ση αυτή δεν είναι εύκο­λο, όπως έχει ειπω­θεί, να γίνει δια­χω­ρι­σμός ανά­με­σα στην προ­πα­γάν­δι­ση των ναζι­στι­κών ιδε­ών και στις εγκλη­μα­τι­κές πρά­ξεις των μελών της ναζι­στι­κής οργά­νω­σης, για­τί και τα δύο απο­τε­λούν αδιά­σπα­στη ενό­τη­τα. (Δεν είναι λοι­πόν μόνο ιδέα — είναι και πρά­ξη, είναι έγκλη­μα. Ιδέα και πρά­ξη σε δια­λε­κτι­κή ενό­τη­τα και αλλη­λε­πί­δρα­ση)» πρόσθεσε.

Υπο­γράμ­μι­σε ότι «το κίνη­τρο των εγκλη­μά­των της ΧΑ έγκει­ται σ’ αυτήν την εγκλη­μα­τι­κή ιδε­ο­λο­γία. Αν απο­συν­δε­θεί η διε­ρευ­νώ­με­νη εγκλη­μα­τι­κή τους δρά­ση ‑που άλλω­στε απο­τε­λού­σε υλο­ποί­η­ση του πολι­τι­κού τους προ­γράμ­μα­τος- από το ναζι­σμό, δεν μπο­ρεί σε καμία περί­πτω­ση να κατα­νοη­θεί ο λόγος που τα τάγ­μα­τα εφό­δου επι­χεί­ρη­σαν να δολο­φο­νή­σουν τους Αιγύ­πτιους ψαρά­δες, τους κομ­μου­νι­στές συν­δι­κα­λι­στές, τους αναρ­χι­κούς στο στέ­κι “Αντί­πνοια”, τον Δ. Κου­σου­ρή, δεν μπο­ρεί να κατα­νοη­θεί ο λόγος που δολο­φό­νη­σαν τον Παύ­λο Φύσσα».

Υποκριτική η καταδίκη του εθνικοσοσιαλισμού

Επι­πρό­σθε­τα, επι­σή­μα­νε ότι «η από πλευ­ράς της ηγε­σί­ας της ΧΑ απο­κή­ρυ­ξη και κατα­δί­κη του ναζι­σμού είναι υπο­κρι­τι­κή, στο πλαί­σιο δε του “διπλού λόγου” (κλεί­νο­ντας το μάτι στα μέλη και τους οπα­δούς) από τη μία αρνού­νται τον εθνι­κο­σο­σια­λι­σμό, από την άλλη λένε ότι “…δεν δια­θέ­του­με δηλώ­σεις μετά­νοιας…”». Μάλι­στα «για του λόγου το αλη­θές» ανα­φέρ­θη­κε σε πλή­θος εγγρά­φων που ανα­γνώ­στη­καν στο δικα­στή­ριο μετα­ξύ αυτών και το «…παλαιό­τε­ρα, πριν από χρό­νια, χρη­σι­μο­ποιεί­το στα κεί­με­να του κινή­μα­τός μας ο όρος εθνι­κο­σο­σια­λι­σμός. Το γεγο­νός ότι τώρα χρη­σι­μο­ποιού­με τους όρους εθνι­κι­σμός, λαϊ­κός εθνι­κι­σμός και κοι­νω­νι­κός εθνι­κι­σμός δεν σημαί­νει ότι αλλά­ξα­με ιδέ­ες. Απλά θεω­ρού­με περισ­σό­τε­ρο πολι­τι­κά δόκι­μο το να χρη­σι­μο­ποιού­με αυτούς τους όρους, για­τί είναι γεγο­νός ότι ο όρος “εθνι­κο­σο­σια­λι­σμός” προ­κα­λεί παρα­νο­ή­σεις μετά από έναν ωκε­α­νό προ­πα­γάν­δας εξή­ντα ολό­κλη­ρων ετών… (εφη­με­ρί­δα ΧΑ 6/04/2006)».

Έκα­νε, επί­σης, και ειδι­κή μνεία μετα­ξύ του πλή­θους των στοι­χεί­ων και των επι­χει­ρη­μά­των, στην πασί­γνω­στη και σημα­ντι­κή πλέ­ον φρά­ση του αρχη­γού της ΧΑ Μιχα­λο­λιά­κου, που ο ίδιος υπο­στή­ρι­ξε ότι δια­στρε­βλώ­θη­κε, …για τη σπο­ρά των ηττη­μέ­νων του ’45 (φάκε­λος «2012–03-03 Der Spigel-offices»). «…Δεν μας καί­γε­ται καρ­φί αν θα μπού­με στη Βου­λή ή όχι, εμείς θα δώσου­με τον αγώ­να να μπού­με στη Βου­λή, αλλά αυτοί εκεί έξω είναι ένας όχλος, μία μάζα που του έχουν κάνει πλύ­ση εγκε­φά­λου και δεν ξέρει τι του γίνε­ται. (…) Κάπο­τε θα μπού­με στη Βου­λή, είτε με εκλο­γές, είτε χωρίς εκλο­γές! (…) Για­τί άμα γίνουν τώρα εκλο­γές, θα έχου­με Βου­λή της Βαϊ­μά­ρης. Μετά τη Βαϊ­μά­ρη ξέρε­τε τι ακο­λού­θη­σε. Ε λοι­πόν, για κάτι τέτοιο αγω­νι­ζό­μα­στε και εμείς στην Ελλά­δα! Δεν το κρύ­βω και είμαι περή­φα­νος γι’ αυτό (…) Για­τί εμείς δεν είμα­στε Λεπέν, δεν είμα­στε τίπο­τα από όλα αυτά. Εμείς είμα­στε η σπο­ρά των ηττη­μέ­νων του 1945. Αυτοί είμα­στε. Οι εθνι­κι­στές, οι εθνι­κο­σο­σια­λι­στές, οι φασί­στες. Ξέρουν πως δεν έχουν να κάνουν με κάποια Καρα­γκιο­ζά­κια που θα τους δώσουν θέσεις, υπουρ­γεία, αυτο­κί­νη­τα. Εμείς είμα­στε οι μαχη­τές που θα ακο­νί­σουν αν χρεια­στεί τις ξιφο­λόγ­χες στο πεζο­δρό­μιο, για να ελευ­θε­ρώ­σου­με τις πατρί­δες μας απ’ τον Εβραίο που έχει καθί­σει στο σβέρ­κο ολό­κλη­ρου του κόσμου…».

Πολιτική επιλογή η «απανθρωποποίηση» των θυμάτων

Ανα­φέρ­θη­κε επί­σης στην ιεραρ­χία της ναζι­στι­κής οργά­νω­σης, στην αρχή του αρχη­γού και στο κρυ­φό κατα­στα­τι­κό της, όπου αυτή απο­τυ­πώ­νε­ται ρητά. Την ύπαρ­ξη αυτού του κατα­στα­τι­κού που έχει προ­σκο­μί­σει ο Δ.Ψαράς, την αρνεί­ται η Χρυ­σή Αυγή. Ο συνή­γο­ρος ανέ­φε­ρε σχε­τι­κά: «Η κυρία εισαγ­γε­λέ­ας δεν σχο­λί­α­σε σωρεία στοι­χεί­ων που απο­δει­κνύ­ουν την ύπαρ­ξη του κρυ­φού κατα­στα­τι­κού: Ούτε το δημο­σί­ευ­μα της “Κυρια­κά­τι­κης Ελευ­θε­ρο­τυ­πί­ας” 28/10/1990 που κάνει εκτε­νή ανα­φο­ρά στο περιε­χό­με­νο συγκε­κρι­μέ­νων άρθρων του εν λόγω Κατα­στα­τι­κού. Ούτε το παρό­μοιο της ίδιας εφη­με­ρί­δας, στις 2/7/1998. Ούτε την ανυ­παρ­ξία οποιασ­δή­πο­τε απά­ντη­σης γι’ αυτά από τη ΧΑ. Ούτε το δημο­σί­ευ­μα του Ιου­λί­ου του 2003 της εφη­με­ρί­δας “Χρυ­σή Αυγή” που ανα­φέ­ρε­ται στο πέμ­πτο συνέ­δριό της, όπου, αφού ανα­γρά­φε­ται “στις εργα­σί­ες του πέμ­πτου συνε­δρί­ου του Λαϊ­κού Συν­δέ­σμου συμ­με­τεί­χαν επί­λε­κτα μέλη του Κινή­μα­τος από ολό­κλη­ρη την Ελλά­δα, μέλη τόσο των τοπι­κών οργα­νώ­σε­ων όσο και των μαχη­τι­κών πυρή­νων”, στη συνέ­χεια δε, αφού γίνε­ται ανα­φο­ρά στην εκλο­γή της νέας ΚΕ και του Πολι­τι­κού Συμ­βου­λί­ου, επι­ση­μαί­νε­ται: “Στη συνέ­χεια, έγι­νε τρο­πο­ποί­η­ση του κατα­στα­τι­κού και ιδρύ­θη­κε εκτε­λε­στι­κό γρα­φείο Κεντρι­κής και Βορεί­ου Ελλά­δος και το εκτε­λε­στι­κό γρα­φείο της Νοτί­ου Ελλά­δος” (Αλή­θεια, αν η τρο­πο­ποί­η­ση του κατα­στα­τι­κού αφο­ρού­σε την ίδρυ­ση αυτών των εκτε­λε­στι­κών γρα­φεί­ων, για­τί δεν ανα­φέ­ρε­ται αυτό στο δισέ­λι­δο κατα­στα­τι­κό που ‑τάχα- ήταν το μονα­δι­κό πριν το 2012;)». Ακό­μα πρό­σθε­σε: «Τίθε­ται το εξής ερώ­τη­μα, ο Ν. Μιχα­λο­λιά­κος λέει ότι το δισέ­λι­δο κατα­στα­τι­κό του 1992 υπο­γρά­φη­κε από 40 μέλη της ΚΕ. Για­τί δεν προ­σκο­μί­στη­κε από την υπε­ρά­σπι­ση αυτό το δισέ­λι­δο με τις υπο­γρα­φές; Πώς είναι δυνα­τόν να υπάρ­χει και να μην το προ­σκο­μί­ζουν;;; Από όλα τα παρα­πά­νω απο­δει­κνύ­ε­ται η αβα­σι­μό­τη­τα του υπε­ρα­σπι­στι­κού ισχυ­ρι­σμού, τον οποίο έκα­νε δεκτό και η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, σχε­τι­κά με το γεγο­νός ότι δήθεν μονα­δι­κό κατα­στα­τι­κό της ΧΑ ήταν το άτυ­πο δισέ­λι­δο! Απο­δεί­χθη­κε λοι­πόν αδιαμ­φι­σβή­τη­τα ότι η ΧΑ είναι μία εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κή οργά­νω­ση που λει­τουρ­γεί βάσει της “αρχής του ενός”».

Για τη στο­χο­ποί­η­ση των θυμά­των είπε: «Ως γνω­στόν, η ναζι­στι­κή οργά­νω­ση επι­λέ­γει τα θύμα­τά της από κατη­γο­ρί­ες ανθρώ­πων τις οποί­ες έχει χαρα­κτη­ρί­σει ως “εχθρούς” (πρό­σφυ­γες, μετα­νά­στες, πολι­τι­κούς αντι­πά­λους κλπ.). Όπως είπε και ο καθη­γη­τής κ. Χρι­στό­που­λος “…Η στο­χο­ποί­η­ση των θυμά­των της απο­τε­λεί πολι­τι­κή επι­λο­γή της ηγεσίας…”.

Η στο­χο­ποί­η­ση εκφρά­ζε­ται και μέσω της ρητο­ρι­κής μίσους και της δια­δι­κα­σί­ας “απαν­θρω­πο­ποί­η­σης” των εχθρών, που στη συνέ­χεια γίνε­ται πρά­ξη μέσα από τις επι­θέ­σεις των ταγ­μά­των εφό­δου. Σχε­τι­κά με τα προ­α­να­φε­ρό­με­να, παρα­θέ­του­με ενδει­κτι­κά τα ακό­λου­θα: Από τα προ­α­να­φε­ρό­με­να προ­κύ­πτει ότι η ΧΑ εξυ­ψώ­νει το μίσος, την εχθρό­τη­τα, ως φυλε­τι­κή και εθνι­κή αρε­τή! Πώς όμως, στο όνο­μα της πατρί­δας, που τάχα κιν­δυ­νεύ­ει να αλλοιω­θεί…, και που είναι μια έννοια με τόσο υψη­λό περιε­χό­με­νο, μπο­ρεί να ανα­πτύσ­σε­ται ένα τέτοιο ασύλ­λη­πτο μίσος για τον άλλον, τον αντί­πα­λο, τον ικέ­τη, τον αδύ­να­μο, τον δια­φο­ρε­τι­κό και μια απε­ρί­γρα­πτη τρο­μο­κρα­τι­κή βία;

Η ΧΑ καλ­λιερ­γεί την ιδέα και πρά­ξη της φυλε­τι­κής υπε­ρο­χής ενά­ντια στους υπαν­θρώ­πους, στα σκου­πί­δια, στις κατσα­ρί­δες. Υπο­στη­ρί­ζει, με τα λόγια του Η. Πανα­γιώ­τα­ρου, ότι το μίσος είναι “υγιές συναί­σθη­μα” όταν στρέ­φε­ται ενα­ντί­ον “υπαν­θρώ­πων”. Όμως υπάρ­χουν λέξεις, όπως είχε πει και η Σιμόν ντε Μπο­βουάρ, “τόσο θανα­τη­φό­ρες όσο και οι θάλα­μοι αερί­ων”. Η γλώσ­σα του ναζι­σμού, όπως αυτή εκφέ­ρε­ται από μια εγκλη­μα­τι­κή ναζι­στι­κή οργά­νω­ση και για την υλο­ποί­η­ση των κατα­στα­τι­κών της στό­χων (σε μία οργά­νω­ση με από­λυ­τη ιεραρ­χία και υπο­τα­γή, με την απα­ρέ­γκλι­τη αρχή του στρα­τιω­τι­κού δόγ­μα­τος “πίστη και υπα­κοή στην ιεραρ­χία”) είναι τόσο γεμά­τη μίσος, τόσο γεμά­τη απρο­κά­λυ­πτη βία, που μετα­τρέ­πε­ται, όπως το έχου­με δει και στη συγκε­κρι­μέ­νη δίκη σε σωρεία εγκλη­μα­τι­κών πρά­ξε­ων» τόνισε.

«Επο­μέ­νως, αυτή η δημό­σια ρητο­ρι­κή και πρα­κτι­κή της ΧΑ, συνυ­πο­λο­γι­ζο­μέ­νης της ανο­χής ‑του­λά­χι­στον ως ένα χρο­νι­κό σημείο- της εξου­σί­ας και της υπο­στή­ρι­ξης από θύλα­κες αυτής (π.χ. ΑΤ Αγί­ου Παντε­λε­ή­μο­να), δια­μορ­φώ­νει στα μέλη και στους οπα­δούς της, που δρουν στο πλαί­σιο μιας οργά­νω­σης με αυστη­ρή ιεραρ­χία και από­λυ­τη υπα­κοή των κατώ­τε­ρων στους ανώ­τε­ρους, όπως στις στρα­τιω­τι­κές μονά­δες, συνεί­δη­ση που υπο­βι­βά­ζει τον άνθρω­πο σε πράγ­μα και έτσι πυρο­δο­τεί­ται και διευ­κο­λύ­νε­ται η τέλε­ση του εγκλή­μα­τος» συμπλήρωσε.

Σε άλλο σημείο της αγό­ρευ­σής του ο συνή­γο­ρος υπο­γράμ­μι­σε ότι το ναζι­στι­κό πρό­γραμ­μα της ΧΑ (φυλε­τι­κή καθα­ρό­τη­τα, φυσι­κή εξό­ντω­ση αντι­πά­λων κλπ.) δεν θα μπο­ρού­σε να υλο­ποι­η­θεί παρά μόνο από μία στρα­τιω­τι­κού τύπου οργά­νω­ση, με από­λυ­τη πει­θαρ­χία, με υπα­κοή των κατώ­τε­ρων στους ανώ­τε­ρους και με ετοι­μο­πό­λε­μα τάγ­μα­τα εφόδου.

Δεν διερωτήθηκε η κυρία εισαγγελέας

Ανα­φο­ρι­κά με τον ισχυ­ρι­σμό του Κασι­διά­ρη, τον οποί­ον υιο­θέ­τη­σε η εισαγ­γε­λέ­ας στην πρό­τα­σή της, ότι «εμείς πρέ­πει να είμα­στε προ­σε­κτι­κοί», ότι ο σκο­πός των πολι­τι­κών τους αντι­πά­λων ήταν να τεθεί το κόμ­μα εκτός πολι­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας και γι’ αυτό έλε­γαν «προ­σο­χή στη νομι­μό­τη­τα», είπε: «Δεν ανα­ρω­τή­θη­κε η κα εισαγ­γε­λέ­ας σε ποιο άλλο κόμ­μα τα ηγε­τι­κά του στε­λέ­χη δηλώ­νουν με τέτοιον τρό­πο ότι είναι νομο­τα­γείς και πώς συμ­βι­βά­ζε­ται αυτός ο ισχυ­ρι­σμός με τη σωρεία των εγκλη­μα­τι­κών πρά­ξε­ων των μελών της οργά­νω­σης, που επι­βε­βαιώ­νο­νται και από κατα­δι­κα­στι­κές απο­φά­σεις τόσο για κακουρ­γή­μα­τα όσο και για πλημμελήματα».

Μάλι­στα, σημεί­ω­σε ότι η φρά­ση του Η. Κασι­διά­ρη «“το ξέρουν ότι το σηκώ­νου­με το χέρι”, είχε ως συμπλή­ρω­μα τη δήλω­ση “να δια­φυ­λά­ξου­με τη νομι­κή υπό­στα­ση του κόμ­μα­τος”. Δεν διε­ρω­τή­θη­κε (η κυρία εισαγ­γε­λέ­ας) αν το πραγ­μα­τι­κό νόη­μα των φρά­σε­ων ήταν: Αν συλ­λη­φθεί κάποιο μέλος της ΧΑ ως δρά­στης ενός εγκλή­μα­τος, τότε εκεί­νο που προ­έ­χει είναι η δια­φύ­λα­ξη της νομι­κής υπό­στα­σης του κόμ­μα­τος, δηλα­δή (ο δρά­στης) πρέ­πει να αρνη­θεί ότι είναι μέλος ή ότι έχει σχέ­ση με τη ΧΑ ‑και αν η άρνη­ση αυτή δεν μπο­ρεί λόγω των δεδο­μέ­νων να γίνει απο­δε­κτή, τότε ο δρά­στης θα πει πως έκα­νε ό,τι έκα­νε ως ιδιώ­της, ως άτο­μο και όχι ως μέλος της ΧΑ (σε αυτήν την πάγια τακτι­κή της ΧΑ, που απο­κα­λύ­φθη­κε ανά­γλυ­φα σε διά­φο­ρες υπο­θέ­σεις, όπως π.χ. στην “Αντί­πνοια”, στο “Συνερ­γείο”, στο ΠΑΜΕ, στους Αιγύ­πτιους ψαρά­δες)», είπε.

Έκα­νε επί­σης ανα­φο­ρά μετα­ξύ άλλων στα όσα είπε ο καθη­γη­τής Μ. Σπουρ­δα­λά­κης, στη δίκη, για συγκε­κρι­μέ­νο περι­στα­τι­κό που είδε ο ίδιος στη Βασ. Σοφί­ας κατά την προ­ε­κλο­γι­κή περί­ο­δο, «απο­τυ­πω­νό­ταν απο­λύ­τως το “κόμ­μα πολι­το­φυ­λα­κή” και αυτό εμπί­πτει στον ιδε­ό­τυ­πο της στρα­τιω­τι­κής δομής. Με το ναζι­στι­κό κόμ­μα της Γερ­μα­νί­ας ή το φασι­στι­κό της Ιτα­λί­ας υπάρ­χει ιδε­ο­λο­γι­κή ταύ­τι­ση και τηρου­μέ­νων των ανα­λο­γιών έχου­με απο­λύ­τως όμοια δομή και ιδε­ο­λο­γία». Για σχε­τι­κή κατά­θε­ση του καθη­γη­τή Ν. Αλι­βι­ζά­του και την αξιο­λό­γη­ση της από την εισαγ­γε­λέα ότι από την έντα­ση και τον τόνο της φωνής κρί­νει ότι οι κατη­γο­ρού­με­νοι είναι βίαιοι κλπ., ανέ­φε­ρε σχε­τι­κά: «Κατά την κυρία εισαγ­γε­λέα, λοι­πόν, υπάρ­χει μόνο ο τόνος της φωνής του κ. Κασι­διά­ρη, δεν υπάρ­χουν τα γρον­θο­κο­πή­μα­τα που δημο­σί­ως κατέ­φε­ρε ενα­ντί­ον της Λιά­νας Κανέλ­λη. Δεν υπάρ­χουν οι εξυ­βρι­στι­κές φρά­σεις εντός της Βου­λής τις οποί­ες μετέ­δι­δε η τηλε­ό­ρα­ση απέ­να­ντι στον Δέν­δια (κοι­νο­βου­λευ­τι­κός εκπρό­σω­πος, τότε, της Νέας Δημο­κρα­τί­ας) (.…). Δεν υπάρ­χει η προ­σβλη­τι­κή συμπε­ρι­φο­ρά του Η. Κασι­διά­ρη προς τον ανα­πλη­ρω­τή εισαγ­γε­λέα στις ερω­τή­σεις του οποί­ου αρνή­θη­κε να απα­ντή­σει και τον οποί­ον κατέ­τα­ξε σε κύκλω­μα σκευω­ρών υπό τον Ισί­δω­ρο Ντο­γιά­κο, πράγ­μα για το οποίο η κυρία εισαγ­γε­λέ­ας δεν είπε λέξη, κρί­νο­ντας προ­φα­νώς ότι όλα αυτά κινού­νται στο φυσιο­λο­γι­κό επί­πε­δο. Δεν υπάρ­χει ο πρω­τα­γω­νι­στι­κός του ρόλος στα επει­σό­δια στο κέντρο της Αθή­νας. Κατά την κυρία εισαγ­γε­λέα, το θέμα είναι η έντα­ση και ο τόνος της φωνής του Κασι­διά­ρη, λες και δεν υπέ­πε­σε στην αντί­λη­ψη της κυρί­ας εισαγ­γε­λέ­ως το απο­δει­κτι­κό υλι­κό μέσα από το οποίο παρου­σιά­ζε­ται ανά­γλυ­φη η βιαιό­τη­τα ναζι­στι­κών λόγων και πρά­ξε­ων σε αδιά­σπα­στη ενότητα!!!».

«Σε αυτήν τη ΧΑ, με τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά που περι­γρά­ψα­με, καμία εγκλη­μα­τι­κή πρά­ξη στε­λε­χών ή μελών δε θα είχε γίνει και μάλι­στα κατ’ εξα­κο­λού­θη­ση, σε αντί­θε­ση με τη θέλη­ση της ηγε­σί­ας και χωρίς τη γνώ­ση της. Είναι απο­λύ­τως βέβαιο ότι θα αρκού­σε μία απο­δο­κι­μα­σία, μία δημο­σιο­ποί­η­ση της δια­φο­ρο­ποί­η­σης, μία δια­γρα­φή, ώστε να μην κου­νη­θεί φύλ­λο. Τέτοιο πράγ­μα όμως δεν συνέ­βη», τόνι­σε χαρακτηριστικά.

Ανεπίτρεπτος ο εφησυχασμός

Στον επί­λο­γο της αγό­ρευ­σής του ο συνή­γο­ρος Θ. Θεο­δω­ρό­που­λος υπο­γράμ­μι­σε για τη Χρυ­σή Αυγή ότι η οργά­νω­ση είναι εγκλη­μα­τι­κή, επει­δή είναι ναζι­στι­κή. «Τού­το ενι­σχύ­ε­ται από την πίστη στο ναζι­σμό που αφαι­ρεί από το ανθρώ­πι­νο “υπο­κεί­με­νο” τις ηθι­κές ανα­στο­λές, τον ουμα­νι­σμό, τις τύψεις… Είναι τέτοια η ταύ­τι­ση ναζι­σμού και τρο­μο­κρα­τι­κής βίας, που όταν ‑λόγω της δίκης- η ΧΑ υπο­χρε­ώ­θη­κε να απο­σύ­ρει τα τάγ­μα­τα εφό­δου, άρχι­σε και η κρί­ση της, οι απο­χω­ρή­σεις, οι δια­γρα­φές, οι δια­λυ­τι­κές τάσεις, η μεί­ω­ση της δύνα­μής της. Όταν υπο­χρε­ώ­νε­ται να μη δρα όπως γνω­ρί­ζει (με την τρο­μο­κρα­τία, τις δολο­φο­νί­ες), παύ­ει να ανα­πτύσ­σε­ται, μειώ­νε­ται, διαλύεται».

«Η εγκλη­μα­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα είναι συστα­τι­κό στοι­χείο της ναζι­στι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας, η οποία μεγε­θύ­νε­ται σαν τη φλό­γα μέσα στο καμί­νι της εγκλη­μα­τι­κής πρά­ξης. Η ναζι­στι­κή ιδέα όταν γίνε­ται πίστη, πεποί­θη­ση, συνεί­δη­ση, σκο­πός, όχι ενός ατό­μου τόσο, όσο μιας στρα­τιω­τι­κού τύπου οργα­νω­μέ­νης ομά­δας με από­λυ­τη πει­θαρ­χία και υπα­κοή στους ανω­τέ­ρους, μιας ομά­δας-οργά­νω­σης που έχει την ικα­νό­τη­τα να κάνει πρά­ξη αυτά που δια­κη­ρύτ­τει, τότε σ’ αυτήν την περί­πτω­ση η από­στα­ση ανά­με­σα στη ναζι­στι­κή ιδέα και στη ναζι­στι­κή εγκλη­μα­τι­κή πρά­ξη παύ­ει να υπάρ­χει. Η μία πυρο­δο­τεί την άλλη, στο πλαί­σιο μιας αδιά­σπα­στης δια­λε­κτι­κής ενό­τη­τας, έτσι ώστε να δυσκο­λεύ­ε­σαι να δεις στην εξέ­λι­ξη της πολι­τι­κής παρου­σί­ας της ναζι­στι­κής οργά­νω­σης ποιο είναι το πρώ­το και ποιο το δεύ­τε­ρο, η ιδέα δηλα­δή ή η πράξη.

Η ναζι­στι­κή πρό­τα­ση, αυτή η δια­λε­κτι­κή ενό­τη­τα θεω­ρί­ας και πρά­ξης, συνί­στα­ται στην τρο­μο­κρα­τι­κή αντι­δη­μο­κρα­τι­κή βίαιη επι­βο­λή της με εγκλη­μα­τι­κές πρά­ξεις και παρά­νο­μες ενέρ­γειες, σε βάρος όσων την αμφι­σβη­τούν ή δημιουρ­γούν προ­σκόμ­μα­τα στην εφαρ­μο­γή της και στην πολι­τι­κή της επικράτηση.

Αυτός είναι ο λόγος που αρνού­νται ως ιδε­ο­λο­γία τους το ναζι­σμό, ακρι­βώς επει­δή η ύπαρ­ξή της συνι­στά το ιδε­ο­λο­γι­κό κίνη­τρο των εγκλη­μα­τι­κών τους πρά­ξε­ων, που όταν απο­δει­χθεί, απο­δει­κνύ­ει και την εκ μέρους τους τέλε­ση των πρά­ξε­ων του κατη­γο­ρη­τη­ρί­ου» ανέφερε.

«O ναζι­σμός χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από τον ακραίο ρατσι­σμό, τον αντι­ση­μι­τι­σμό, τον αντι­κομ­μου­νι­σμό, την άσκη­ση τρο­μο­κρα­τί­ας και δολο­φο­νι­κής βίας απέ­να­ντι σ’ όσους σκέ­φτο­νται δια­φο­ρε­τι­κά και ανή­κουν στους χαρα­κτη­ρι­σμέ­νους εχθρούς του. Ο ναζι­σμός ανα­γο­ρεύ­ει σε υπέρ­τα­τη αξία τη φυλή-έθνος. Όσοι δεν ανή­κουν στη “φυλή” είναι “υπάν­θρω­ποι”, ζώα, “άνθρω­ποι που μετα­τρά­πη­καν σε πράγ­μα” ή “σε πρώ­τη ύλη” που πρέ­πει να εξο­ντω­θούν μέσω της τρο­μο­κρα­τι­κής βίας» είπε.

«Βασι­κή πτυ­χή της ναζι­στι­κής σκέ­ψης και πρά­ξης είναι η εκ μέρους τους ενο­χο­ποί­η­ση και θυμα­το­ποί­η­ση των αθώ­ων (π.χ. ΠΑΜΕ στην Ν/Ζ υπεύ­θυ­νο για την ανερ­γία για­τί κάνει απερ­γί­ες, αλλο­δα­ποί-πρό­σφυ­γες υπαί­τιοι για μετα­φο­ρά ασθε­νειών, κίν­δυ­νος από τις επι­μει­ξί­ες κ.λπ.). Ταυ­τό­χρο­να, με την ενο­χο­ποί­η­ση του θύμα­τος παρα­τη­ρεί­ται η τακτι­κή της απο­ε­νο­χο­ποί­η­σης και της εξι­λέ­ω­σης του θύτη-ναζι­στή …Στο πλαί­σιο της απαν­θρω­πο­ποί­η­σης των θυμά­των, όπου δεν θεω­ρεί­ται έγκλη­μα το ολο­καύ­τω­μα, η βιο­μη­χα­νι­κά οργα­νω­μέ­νη μαζι­κή εξό­ντω­ση ανθρώ­πων, είναι από­λυ­τα φυσι­κό να μη θεω­ρού­νται ως εγκλή­μα­τα τα σημε­ρι­νά “ήσσο­να” ‑σε σχέ­ση με τα εγκλή­μα­τα του ιστο­ρι­κού ναζι­σμού- εγκλή­μα­τα!! (Π. Φύσ­σα, ΠΑΜΕ, Αιγύ­πτιοι ψαρά­δες, “Αντί­πνοια”, Κου­σου­ρής κ.λπ.)», επισήμανε.

Και τόνι­σε χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Ξέρου­με ότι οι εγκλη­μα­τι­κές πρά­ξεις που εξέ­τα­σε το Δικα­στή­ριό σας δεν ήταν τίπο­τε άλλο παρά ένας πρό­λο­γος των όσων θα επα­κο­λου­θού­σαν αν δεν τους στα­μα­τού­σα­με. Άλλω­στε το αίμα του Παύ­λου υπο­χρε­ω­τι­κά κινη­το­ποί­η­σε το περιε­χό­με­νο της συλ­λο­γι­κής μας μνή­μης. Η ορα­τή και αόρα­τη μάχη που γίνε­ται από την ηγε­σία της ΧΑ, αλλά και από τη σκο­πιά των ανα­θε­ω­ρη­τών της ιστο­ρί­ας ‑και όλων εκεί­νων που είτε από γνώ­ση είτε από άγνοια υιο­θε­τούν τα συμπε­ρά­σμα­τά τους- έχει ως σκο­πό να “αποι­κή­σει” την ιστο­ρι­κή (ατο­μι­κή και συλ­λο­γι­κή) μνή­μη, να της δώσει δια­στρε­βλω­μέ­νο περιε­χό­με­νο, να την απο­συν­δέ­σει από τα απε­λευ­θε­ρω­τι­κά ορά­μα­τα, να την κατα­στή­σει απλό θεα­τή της βαρ­βα­ρό­τη­τας (είναι αυτό που ένας σπου­δαί­ος δια­νο­ού­με­νος — ο Θ. Τερ­ζό­που­λος — έχει χαρα­κτη­ρί­σει ως εγκα­θί­δρυ­ση του μηχα­νι­σμού της λήθης).

Ο κίν­δυ­νος είναι εδώ. Για­τί, όπως γνω­ρί­ζου­με, κι επι­γραμ­μα­τι­κά δια­τυ­πώ­νει ο Τρα­βέρ­σο, “…ο ναζι­σμός δεν ήταν μια ακα­τα­νό­η­τη έκρη­ξη άγριου, παρά­λο­γου μίσους, το οποίο ξαφ­νι­κά εκτρο­χί­α­σε την κανο­νι­κή πορεία της ιστο­ρί­ας. Η Γερ­μα­νία του Χίτλερ απλώς ώθη­σε στα άκρα την εγγε­νή βία…” της υπάρ­χου­σας κατά­στα­σης πραγ­μά­των. Άρα αυτό που συνέ­βη μπο­ρεί να ξανα­συμ­βεί κάπου αλλού και με δια­φο­ρε­τι­κά θύμα­τα. Οι αιτί­ες που παρά­γουν τον ναζι­σμό είναι εδώ, παρού­σες, ολο­ζώ­ντα­νες, αρκεί να ρίξου­με μια ματιά στον ευρύ­τε­ρο κόσμο. (…) Η σύγ­χρο­νη κοι­νω­νία δεν έχει απαλ­λα­γεί από τον κίν­δυ­νο μιας επα­νά­λη­ψης, πιθα­νόν υπό άλλες μορ­φές και με άλλους στό­χους, μιας φρί­κης ανά­λο­γης με αυτήν των στρα­το­πέ­δων συγκέντρωσης…».

«Γι’ αυτό είναι ανε­πί­τρε­πτος ο εφη­συ­χα­σμός. Ο κίν­δυ­νος, με ή χωρίς κοι­νο­βου­λευ­τι­κό μαν­δύα, δεν πέρα­σε. Η συμ­βο­λή της από­φα­σής σας, ενό­ψει του συντρι­πτι­κού απο­δει­κτι­κού υλι­κού και της ανά­γκης δικα­στι­κής προ­στα­σί­ας των θυμά­των, μπο­ρεί να απο­δει­χθεί ιστο­ρι­κή», είπε.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο