Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δίκη Χρυσής Αυγής: Η ΧΑ είναι εγκληματική οργάνωση, με κινητήρια δύναμη την αποκρουστική ναζιστική ιδεολογία

Με την αγό­ρευ­ση του συνη­γό­ρου Πολι­τι­κής Αγω­γής των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ Αντώ­νη Αντα­να­σιώ­τη, συνε­χί­στη­κε σήμε­ρα η δίκη της ναζι­στι­κής εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης Χρυ­σή Αυγή.

Ο συνή­γο­ρος της Πολι­τι­κής Αγω­γής των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ στην αγό­ρευ­σή του αρχι­κά υπο­γράμ­μι­σε ότι ύστε­ρα από 5 σχε­δόν χρό­νια βασα­νι­στι­κής απο­δει­κτι­κής δια­δι­κα­σί­ας, σε αυτήν την πραγ­μα­τι­κά ιστο­ρι­κή δίκη, «απο­δεί­χτη­κε με αναμ­φι­σβή­τη­το τρό­πο, μέσα από ένα τερά­στιο πλή­θος από αδιά­σει­στα στοι­χεία, μέσα από τα χιλιά­δες απο­κα­λυ­πτι­κά έγγρα­φα, βίντεο, φωτο­γρα­φί­ες, απο­μα­γνη­το­φω­νη­μέ­νες συνο­μι­λί­ες, που δια­βά­σα­με, είδα­με και ακού­σα­με, μέσα από τις δεκά­δες απο­κα­λυ­πτι­κές κατα­θέ­σεις των μαρ­τύ­ρων κατη­γο­ρί­ας αλλά και από αυτές των μαρ­τύ­ρων υπε­ρά­σπι­σης καθώς και τις απο­λο­γί­ες των κατη­γο­ρου­μέ­νων, ότι η Χρυ­σή Αυγή είναι πράγ­μα­τι μια εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση, με αντί­στοι­χη δομή, λει­τουρ­γία και δρά­ση, η οποία έχει ως κινη­τή­ρια δύνα­μη την απο­κρου­στι­κή ναζι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία. Μια εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση, με πλο­κά­μια και στη­ρίγ­μα­τα σε τμή­μα­τα του κρα­τι­κού μηχα­νι­σμού και της εργο­δο­σί­ας, η οποία περι­βλή­θη­κε και το μαν­δύα του πολι­τι­κού κόμ­μα­τος». «Η πεποί­θη­ση αυτή, τόνι­σε, ενι­σχύ­θη­κε ιδιαί­τε­ρα, εξα­φα­νί­ζο­ντας κάθε ίχνος αμφι­βο­λί­ας, από την ανά­δει­ξη του σχε­δια­σμέ­νου τρό­που δρά­σης της οργά­νω­σης και της στο­χο­ποί­η­σης των θυμά­των της, τόσο στις τρεις επι­μέ­ρους κακουρ­γη­μα­τι­κές υπο­θέ­σεις που διε­ρευ­νώ­νται από το δικα­στή­ριό σας, την ανθρω­πο­κτο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα και τις από­πει­ρες ανθρω­πο­κτο­νί­ας σε βάρος των Αιγύ­πτιων αλιερ­γα­τών και των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ, στις οποί­ες η ενο­χή των κατη­γο­ρου­μέ­νων απο­δεί­χτη­κε πλή­ρως, σύμ­φω­να με το κατη­γο­ρη­τή­ριο, όσο και στις πολυά­ριθ­μες άλλες υπο­θέ­σεις σοβα­ρών εγκλη­μά­των που δια­πρά­χθη­καν από αυτήν (στις επι­δρο­μές στους κοι­νω­νι­κούς χώρους “Αντί­πνοια” και “Συνερ­γείο”, τη δολο­φο­νία Σαζάτ Λουκ­μάν, τις επι­θέ­σεις στο μαθη­τή Φοί­βο Δεμερ­τζί­δη, τους αλλο­δα­πούς στην Ιερά­πε­τρα Κρή­της, τον Άγιο Παντε­λε­ή­μο­να της Αθή­νας και άλλες), οι οποί­ες ανα­φέ­ρο­νται, ενδει­κτι­κά και μόνο ‑μέσα από έναν ατε­λεί­ω­το πραγ­μα­τι­κά κατά­λο­γο εγκλη­μά­των της οργά­νω­σης- και συσχε­τί­ζο­νται στο κατηγορητήριο».

Για την στοι­χειο­θέ­τη­ση του αδι­κή­μα­τος της διεύ­θυν­σης της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης τόνι­σε ότι «δεν πρέ­πει να ανα­ζη­τού­νται ειδι­κές εντο­λές για τη διά­πρα­ξη συγκε­κρι­μέ­νων κακουρ­γη­μά­των, για­τί αυτές θα στοι­χειο­θε­τού­σαν το αδί­κη­μα της ηθι­κής αυτουρ­γί­ας, το οποίο θα συνέρ­ρεε αλη­θι­νά και πραγ­μα­τι­κά με αυτό της διεύ­θυν­σης. Βέβαια, στη συγκε­κρι­μέ­νη υπό­θε­ση, προ­έ­κυ­ψε, ότι θα έπρε­πε να έχουν απαγ­γελ­θεί κατη­γο­ρί­ες και για αυτό το αδί­κη­μα, οι οποί­ες κακώς δεν απαγ­γέλ­θη­καν. Για τη διεύ­θυν­ση, αρκεί να προ­κύ­πτει η οποια­δή­πο­τε δια­τα­γή, καθο­δή­γη­ση και επο­πτεία, στο πλαί­σιο της ιεραρ­χι­κής δομής, του κεντρι­κού σχε­δια­σμού και του γενι­κού πλαι­σί­ου εντο­λών, για την επί­τευ­ξη των στό­χων της και των εγκλη­μα­τι­κών σκο­πών της». «Είναι, για να το πω με ένα παρά­δειγ­μα, σαν να κατα­σκευά­ζουν κάποιοι, να προ­γραμ­μα­τί­ζουν και να συντη­ρούν ένα φονι­κό ρομπότ, προ­κει­μέ­νου να εξο­λο­θρεύ­ει ορι­σμέ­νες κατη­γο­ρί­ες ανθρώ­πων που έχουν επι­λέ­ξει για τους σκο­πούς τους, τα μέλη των οποί­ων μπο­ρεί να ανα­γνω­ρί­ζει, να στο­χο­ποιεί και να εξο­ντώ­νει αυτό­μα­τα, χωρίς να χρειά­ζε­ται κάθε φορά ειδι­κή εντο­λή από τον προ­γραμ­μα­τι­στή του», είπε χαρακτηριστικά.

Ο συνή­γο­ρος επι­σή­μα­νε στην αγό­ρευ­σή του ότι «προ­έ­κυ­ψε, μέσα από το πλου­σιό­τα­το απο­δει­κτι­κό υλι­κό, ότι η Χρυ­σή Αυγή δεν είναι απλώς μια οργά­νω­ση με ρατσι­στι­κές θέσεις και ρητο­ρεία. Είναι μια εγκλη­μα­τι­κή εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κή οργά­νω­ση, με αυτά τα επι­κίν­δυ­να χαρα­κτη­ρι­στι­κά, που μιμεί­ται τα πρό­τυ­πα και αντι­γρά­φει την πρα­κτι­κή, κυρί­ως του εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κού κόμ­μα­τος της Γερ­μα­νί­ας του Χίτλερ. “Δεν είμα­στε Λεπέν” λέει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Αρχη­γός της, “είμα­στε η σπο­ρά των ηττη­μέ­νων του 1945, οι εθνι­κο­σο­σια­λι­στές, οι φασί­στες”. Η δια­πί­στω­ση αυτή έχει επί­σης μεγά­λη πρα­κτι­κή σημα­σία, για την κατα­νό­η­ση του εύρους και του είδους της εγκλη­μα­τι­κής δρά­σης που ανα­πτύσ­σει, την επι­λο­γή των στό­χων της. Ένας στε­νά ρατσι­στι­κός χαρα­κτή­ρας της οργά­νω­σης, θα εξη­γού­σε, για παρά­δειγ­μα, τη δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση στους Αιγύ­πτιους ψαρά­δες, τη δολο­φο­νία Λουκ­μάν, τις εκα­το­ντά­δες άλλες επι­θέ­σεις σε μετα­νά­στες εργά­τες που έχει δια­πρά­ξει η Χρυ­σή Αυγή, ωστό­σο δεν θα μπο­ρού­σε να εξη­γή­σει τη δολο­φο­νία Φύσ­σα, τη δολο­φο­νι­κή ενέ­δρα στους κομ­μου­νι­στές και συν­δι­κα­λι­στές του ΠΑΜΕ και τόσες άλλες επι­θέ­σεις σε βάρος Ελλή­νων. Μόνο με τον υπαρ­κτό, βαθύ­τε­ρο ναζι­στι­κό χαρα­κτή­ρα της οργά­νω­σης, μπο­ρεί αυτές να εξη­γη­θούν ολοκληρωμένα».

«Για την ενί­σχυ­σή της, η Χρυ­σή Αυγή αξιο­ποί­η­σε το πρό­σφο­ρο έδα­φος που καλ­λιερ­γή­θη­κε στη χώρα μας, στις συν­θή­κες της καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μι­κής κρί­σης τα προη­γού­με­να χρό­νια, με την όξυν­ση των προ­βλη­μά­των των εργα­ζο­μέ­νων και των λαϊ­κών στρω­μά­των σε συν­δυα­σμό με την αυξα­νό­με­νη δυσα­ρέ­σκειά τους από τη δια­χεί­ρι­ση των δια­φό­ρων κυβερ­νή­σε­ων, αλλά και τις πολύ­μορ­φες δια­συν­δέ­σεις της με το πλέγ­μα της κρα­τι­κής και οικο­νο­μι­κής εξου­σί­ας, στοι­χείο που διευ­κό­λυ­νε σημα­ντι­κά την εγκλη­μα­τι­κή δρά­ση της», υπογράμμισε.

Μάλι­στα, ανέ­φε­ρε ότι μέσα από την κλι­μά­κω­ση της εγκλη­μα­τι­κής βίας και με τις πλά­τες μηχα­νι­σμών και δυνά­με­ων (αστυ­νο­μι­κές και εισαγ­γε­λι­κές αρχές), «αλλά και με την από­κτη­ση αξιό­λο­γης μαζι­κής επιρ­ρο­ής ‑μέσω της φασι­στι­κής δημα­γω­γί­ας και της πατρι­δο­κα­πη­λεί­ας — στα πιο καθυ­στε­ρη­μέ­να πολι­τι­κά τμή­μα­τα της κοι­νω­νί­ας μας και την είσο­δό της στη Βου­λή, η οποία της εξα­σφά­λι­σε ακό­μη μεγα­λύ­τε­ρη ασυ­λία και την απο­θρά­συ­νε, ενι­σχύ­θη­κε και οργα­νω­τι­κά, στρα­το­λό­γη­σε νέα μέλη».

Για την εισαγγελική πρόταση

Ανα­φο­ρι­κά με την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση ο συνή­γο­ρος ανέ­φε­ρε χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Μετά από μια πολύ­χρο­νη ακρο­α­μα­τι­κή δια­δι­κα­σία, μέσα από την οποία προ­έ­κυ­ψε τόσο πλού­σιο απο­δει­κτι­κό υλι­κό, τόσα αμεί­λι­κτα στοι­χεία από έγγρα­φα και μάρ­τυ­ρες, που τεκ­μη­ριώ­νουν πλή­ρως το κατη­γο­ρη­τή­ριο, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση που ακού­σα­με, μας άφη­σε κυριο­λε­κτι­κά άναυδους…».

«Η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση μας άφη­σε άναυ­δους, όχι μόνο για το “διά ταύ­τα” της, δηλα­δή την απαλ­λα­γή όλων των κατη­γο­ρου­μέ­νων της ηγε­σί­ας της Χρυ­σής Αυγής, όλων των συνερ­γών της δολο­φο­νί­ας του Παύ­λου Φύσ­σα και την υπο­βάθ­μι­ση των αδι­κη­μά­των για τους κατη­γο­ρού­με­νους στις υπο­θέ­σεις των Αιγύ­πτιων αλιερ­γα­τών και των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ, αλλά κυρί­ως για το σκε­πτι­κό της, για τον τρό­πο που οδη­γή­θη­κε σε αυτό το “διά ταύ­τα”, τα νομι­κά και λογι­κά επι­χει­ρή­μα­τα που χρη­σι­μο­ποί­η­σε, τα στοι­χεία που αξιο­ποί­η­σε, τα όσα επι­λε­κτι­κά και αντι­φα­τι­κά ανέ­φε­ρε και ιδί­ως, όσα παρέ­λει­ψε να ανα­φέ­ρει. Ειλι­κρι­νά δεν περι­μέ­να­με, παρό­τι είχα­με κάποια δείγ­μα­τα κατά τη διάρ­κεια της ακρο­α­μα­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας, σε μια τόσο σημα­ντι­κή και ιστο­ρι­κή δίκη σε αυτό το υψη­λό δικα­στη­ρια­κά επί­πε­δο που αυτή διε­ξά­γε­ται, όπου είναι στραμ­μέ­να πάνω της τα φώτα της δημο­σιό­τη­τας και τα βλέμ­μα­τα της κοι­νω­νί­ας, ύστε­ρα από τέτοιο άφθο­νο και συντρι­πτι­κό για την ενο­χή των κατη­γο­ρου­μέ­νων απο­δει­κτι­κό υλι­κό που ανα­δεί­χτη­κε, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση να είναι τόσο φτω­χή σε επι­χει­ρή­μα­τα, τόσο νομι­κά και ουσια­στι­κά διά­τρη­τη, τόσο προ­σβλη­τι­κή για την αλή­θεια και τη νοη­μο­σύ­νη όλων μας, τόσο προ­κλη­τι­κά μερο­λη­πτι­κή υπέρ των κατη­γο­ρου­μέ­νων, τόσο τελι­κά κατώ­τε­ρη των περι­στά­σε­ων. Και αυτό απο­τε­λεί για μας ένα σοβα­ρό ερω­τη­μα­τι­κό, που ανα­ζη­τά μιαν εξή­γη­ση», υπογράμμισε.

«Πώς να μην ανα­θαρ­ρή­σουν και πάλι οι κατη­γο­ρού­με­νοι μετά την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση; Για­τί να μην επι­τε­θούν άγρια πριν μερι­κές μέρες στον δημο­σιο­γρά­φο Τομά Ζακο­μπί, παρου­σία του κατη­γο­ρού­με­νου Κασι­διά­ρη και την αστυ­νο­μία για άλλη μια φορά σε ρόλο θεα­τή του ξυλο­δαρ­μού; Πώς να μην απει­λούν στο ημε­ρο­λό­γιό τους για το 2020, με τα λόγια του Γερ­μα­νού αρχι­να­ζι­στή Γκέ­μπελς, “θα ξανα­γυ­ρί­σου­με και η γη θα τρέ­μει”;», ανα­ρω­τή­θη­κε ο συνήγορος.

Στην συνέ­χεια, ο δικη­γό­ρος ανα­φέρ­θη­κε συγκε­κρι­μέ­να σε κάποιες ‑βασι­κές μόνο- όπως είπε πλευ­ρές της εισαγ­γε­λι­κής πρό­τα­σης. Καταρ­χάς, επι­σή­μα­νε ότι η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση «(.…) επι­διώ­κει μέσα από τις επι­μέ­ρους υπο­θέ­σεις να οδη­γη­θεί στην ύπαρ­ξη ή όχι εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης και όχι το αντί­στρο­φο, δηλα­δή από το χαρα­κτή­ρα και τη δομή της οργά­νω­σης που είναι το κρί­σι­μο και το ζητού­με­νο, στις επι­μέ­ρους πρά­ξεις, όπως ορθά κάνει το κατη­γο­ρη­τή­ριο (…) Θα μπο­ρού­σε φυσι­κά, ακό­μη και με τον τρό­πο αυτό, ξεκι­νώ­ντας δηλα­δή αντί­στρο­φα, να οδη­γη­θεί στο ίδιο ορθό συμπέ­ρα­σμα, δηλα­δή την ύπαρ­ξη εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης. Ωστό­σο, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, μέσα από τους παρα­μορ­φω­τι­κούς φακούς της, που άγνω­στο για ποιο λόγο επέ­λε­ξε να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει, δεν είδε ‑μέσα από τις επι­μέ­ρους υπο­θέ­σεις- τη μεγά­λη εικό­να της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης, παρά μόνο δια­στρε­βλω­μέ­να, απο­σπα­σμέ­να, εντε­λώς τυχαία και ανε­ξή­γη­τα στιγ­μιό­τυ­πα της δρά­σης κάποιων χρυσαυγιτών».

«Παρα­τη­ρώ­ντας την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση και στις τρεις κύριες υπο­θέ­σεις που συνεκ­δι­κά­ζο­νται, θα δια­πι­στώ­σου­με την κοι­νή σε αυτές πλή­ρη απου­σία έστω και της παρα­μι­κρής ανα­φο­ράς της αιτί­ας για την οποία δια­πρά­χθη­καν αυτά τα κακουρ­γή­μα­τα (κάτι που απο­τε­λεί μιαν εντυ­πω­σια­κή πρω­το­τυ­πία), τη συστη­μα­τι­κή (και ανε­πι­τυ­χή βέβαια) προ­σπά­θεια απο­δό­μη­σης του σχε­δια­σμού και του οργα­νω­μέ­νου χαρα­κτή­ρα τους, την υπο­βάθ­μι­ση της απα­ξί­ας τους και αντί­στοι­χα της ποι­νι­κής βαρύ­τη­τάς τους. Η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση τις αφυ­δά­τω­σε κυριο­λε­κτι­κά και έκο­ψε τα νήμα­τα που τις συν­δέ­ουν με την εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση», τόνι­σε χαρακτηριστικά.

Ενδει­κτι­κά ανα­φέ­ρου­με σχε­τι­κά σημεία της αγό­ρευ­σης μετα­ξύ άλλων στοι­χεί­ων και επιχειρημάτων:

Για την δολο­φο­νία Φύσ­σα, σημειώ­νει ο συνή­γο­ρος: «Πώς άρα­γε κατέ­λη­ξε στο συμπέ­ρα­σμα, η κ. εισαγ­γε­λέ­ας ότι δεν είχε όφε­λος η Χρυ­σή Αυγή από τη δολο­φο­νία αλλά το αντί­θε­το; Δεν άκου­σε, όπως ανέ­φε­ραν και προη­γού­με­νοι συνά­δελ­φοι, τις δηλώ­σεις του ίδιου του Αρχη­γού της Χρυ­σής Αυγής, σε ομι­λία του στα γρα­φεία της οργά­νω­σης, στις 26–5‑2012, εν μέσω δηλα­δή των διπλών εκλο­γών του Μαΐ­ου — Ιου­νί­ου 2012, να ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά το εξής: “…Ελπί­ζουν ένας Χρυ­σαυ­γί­της να σφά­ξει έναν ξένο για να ανα­στρέ­ψουν το πολι­τι­κό κλί­μα. Έχουν χάσει την μπά­λα για­τί σ΄ αυτήν την περί­πτω­ση θα φτά­σει 15 και 20% η Χρυ­σή Αυγή…”. Δεν άκου­σε την παρό­μοιου περιε­χο­μέ­νου δήλω­ση που είχε προ­βεί και μετά την δημό­σια επί­θε­ση του Κασι­διά­ρη στην Λ. Κανέ­λη, σε ανοι­χτή ομι­λία του, όπου ανα­φέ­ρει ότι από την εν λόγω επί­θε­ση όχι μόνο δεν μειώ­θη­κε το εκλο­γι­κό ποσο­στό του κόμ­μα­τός του αλλά “… η Χρυ­σή Αυγή ανέ­βη­κε 2 μονά­δες στις κρυ­φές δημο­σκο­πή­σεις…”. Δεν άκου­σε τη φρά­ση του Απο­στό­λου στην ίδια την παρα­πά­νω τηλε­φω­νι­κή συνο­μι­λία, να ανα­φέ­ρει ότι “μη σου πω τώρα με το Φύσ­σα η Χρυ­σή Αυγή μπο­ρεί να φτά­σει το 15%”, από την οποία προ­κύ­πτει ότι τέτοιες εγκλη­μα­τι­κές ενέρ­γειες έχουν την επι­δο­κι­μα­σία των στε­λε­χών και μελών της οργά­νω­σης, τα οποία έχουν σχη­μα­τί­σει αντί­στοι­χη πεποί­θη­ση ότι τους ωφε­λούν πολιτικά;».

«Δεν γνω­ρί­ζει από την Ιστο­ρία ότι οι αγριό­τη­τες των ναζι­στι­κών ενό­πλων τμη­μά­των στη Γερ­μα­νία, των ταγ­μά­των εφό­δου και των SS, οι μαζι­κές δολο­φο­νί­ες, δεν εμπό­δι­σαν τον Χίτλερ να αυξή­σει την πολι­τι­κή επιρ­ροή και την εκλο­γι­κή του δύνα­μη και να πάρει την εξου­σία, το αντί­θε­το μάλι­στα; Δεν έχει αντι­λη­φθεί ότι η Χρυ­σή Αυγή δεν πρέ­πει να εξε­τά­ζε­ται με όρους άλλων εγκλη­μα­τι­κών οργα­νώ­σε­ων, στη δρά­ση των οποί­ων περι­λαμ­βά­νο­νται και ανθρω­πο­κτο­νί­ες και άλλες βίαιες εγκλη­μα­τι­κές ενέρ­γειες, για “ξεκα­θά­ρι­σμα λογα­ρια­σμών” κ.λπ; Ότι για τη Χρυ­σή Αυγή η άσκη­ση βίας και μάλι­στα δολο­φο­νι­κής σε βάρος κατη­γο­ριών ανθρώ­πων που έχει ενο­χο­ποι­ή­σει και στο­χο­ποι­ή­σει, είναι όρος για την ανά­πτυ­ξή της και τη στρα­το­λό­γη­ση νέων μελών, ότι απορ­ρέ­ει από την ίδια την εγκλη­μα­τι­κή ναζι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία της και περιέ­χε­ται στο DNA της, ότι την ικα­νό­τη­τά της σε αυτήν τη δια­φη­μί­ζει, για­τί τη θεω­ρεί ως συγκρι­τι­κό πλε­ο­νέ­κτη­μα σε σχέ­ση με άλλες συγ­γε­νι­κές οργα­νώ­σεις και κόμ­μα­τα; Ότι για το λόγο αυτό επι­διώ­κει να δημο­σιο­ποιεί­ται, προ­κει­μέ­νου να σπέρ­νει τον τρό­μο και να εμπε­δώ­νε­ται έτσι η ισχύς της; Ότι επι­ζη­τά δηλα­δή να γίνε­ται γνω­στό πως προ­έρ­χε­ται από αυτήν, παρά τις αρχι­κές επί­ση­μες υπο­κρι­τι­κές δια­ψεύ­σεις της, που κανέ­ναν δεν πεί­θουν, αλλά να μη συλ­λαμ­βά­νο­νται ποτέ οι δρά­στες της, εκπέ­μπο­ντας έτσι το μήνυ­μα ότι είναι τόσο ισχυ­ρή που όχι μόνο έχει τη δύνα­μη να κάνει το μεγα­λύ­τε­ρο έγκλη­μα ενα­ντί­ον όποιου στέ­κε­ται εμπό­διο στην επι­κρά­τη­σή της, αλλά και ότι αυτό μπο­ρεί να μένει ποι­νι­κά ακα­τα­δί­ω­κτο και σε κάθε περί­πτω­ση, να μη συλ­λαμ­βά­νο­νται οι δρά­στες-μέλη της επ’ αυτο­φώ­ρω» υπογράμμισε.

Για την δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση στους Αιγύ­πτιους ανέ­φε­ρε: «Και σε αυτήν την περί­πτω­ση, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση επι­χει­ρεί, αντί να δια­φω­τί­σει, να συσκο­τί­σει την υπό­θε­ση. Τι ήταν αυτή η ομά­δα; Ήταν απλώς μια μεγά­λη παρέα, που συμ­πτω­μα­τι­κά έτυ­χε να είναι όλοι χρυ­σαυ­γί­τες και είπαν για κάποιον ανε­ξή­γη­το λόγο να πάνε να τους επι­τε­θούν εκεί­νο το βρά­δυ; Δεν ανα­φέ­ρει ούτε ερευ­νά καν την αιτία της επί­θε­σης. Τελι­κά για ποιο λόγο επι­τέ­θη­καν οι χρυ­σαυ­γί­τες εκεί­νο το βρά­δυ και μάλι­στα με τέτοιο μένος στους κακό­μοι­ρους τους Αιγύ­πτιους ψαρά­δες; Τι τους είχαν φταί­ξει; Σιγή ιχθύ­ος, από την εισαγ­γε­λι­κή πρόταση».

Ανα­φο­ρι­κά με τον ανθρω­πο­κτό­νο δόλο των χρυ­σαυ­γι­τών, που η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση απο­φαί­νε­ται ότι δεν προ­έ­κυ­ψε, ανα­φέ­ρει: «Πώς δικαιο­λο­γεί όμως το γεγο­νός ότι η πρό­τα­σή της έρχε­ται σε πλή­ρη αντί­θε­ση με την πάγια νομο­λο­γία των ποι­νι­κών δικα­στη­ρί­ων αλλά και τους κανό­νες της λογι­κής και τα διδάγ­μα­τα της κοι­νής πεί­ρας; Το ανέ­πτυ­ξαν αυτό ανα­λυ­τι­κά οι προη­γού­με­νοι συνά­δελ­φοι της Πολι­τι­κής Αγω­γής, αλλά είναι πραγ­μα­τι­κά εντυ­πω­σια­κό και θα επι­μεί­νω: Χτυ­πά­νε με σφο­δρό­τη­τα, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας ρόπα­λα και λοστούς, πολ­λοί μαζί έναν άνθρω­πο στο κεφά­λι, αιφ­νι­δια­στι­κά, την ώρα που κοι­μά­ται και δεν μπο­ρεί να αντι­δρά­σει, του το σπά­νε στην κυριο­λε­ξία, και επει­δή ‑για οποιον­δή­πο­τε λόγο- δεν επι­στρέ­φουν να τον απο­τε­λειώ­σουν, να του δώσουν τη χαρι­στι­κή βολή, θεω­ρεί η κ. εισαγ­γε­λέ­ας ότι δεν έχουν ούτε καν ενδε­χό­με­νο ανθρω­πο­κτό­νο δόλο; Αν είναι δυνατόν!».

Τέλος, πρό­σθε­σε «σοβα­ρό ερώ­τη­μα είναι, κατά τη γνώ­μη μου, για­τί η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, ανα­φε­ρό­με­νη στη συγκε­κρι­μέ­νη υπό­θε­ση, παρα­λεί­πει έστω να σχο­λιά­σει τη γνω­στή ομι­λία του Λαγού, λίγες ώρες πριν την επί­θε­ση, η οποία ουσια­στι­κά την προ­α­νήγ­γει­λε; Τη θεω­ρεί άσχε­τη και συμπτωματική;».

Για την δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση στους κομ­μου­νι­στές και συν­δι­κα­λι­στές του ΠΑΜΕ σημεί­ω­σε: «Και σε αυτήν την υπό­θε­ση απο­σιω­πά­ται πλή­ρως η αιτία της επί­θε­σης». «Ποιες ήταν αυτές οι δύο ομά­δες που κατέ­βαι­ναν; Για ποιο σκο­πό βρέ­θη­καν εκεί; Πήγαν για δια­νο­μή φυλ­λα­δί­ων, τρο­φί­μων ή για να κάνουν μοτο­πο­ρεία; Ακού­σα­με τους πραγ­μα­τι­κά ευφά­ντα­στους και αντι­φα­τι­κούς ισχυ­ρι­σμούς τους στις απο­λο­γί­ες τους, που προ­κά­λε­σαν και την αντί­δρα­ση της έδρας του δικα­στη­ρί­ου. Ήταν μια συμ­πτω­μα­τι­κή συνά­ντη­ση; Ο Παντα­ζής και ο Χατζη­δά­κης με ποιαν ιδιό­τη­τα πήγαν εκεί; Και το κυριό­τε­ρο, για ποιο λόγο τελι­κά επι­τέ­θη­καν στο συνερ­γείο; Καμία απο­λύ­τως εξή­γη­ση από την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση», είπε ο συνήγορος.

«Ούτε βέβαια σε αυτήν την περί­πτω­ση η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση κρί­νει ότι προ­κύ­πτει ανθρω­πο­κτό­νος σκο­πός των κατη­γο­ρου­μέ­νων. Ας παρα­κο­λου­θή­σου­με και εδώ τους ισχυ­ρι­σμούς της εισαγ­γε­λι­κής πρό­τα­σης: Χτυ­πά­νε πολ­λοί μαζί στα κεφά­λια άλλους με στει­λιά­ρια και ρόπα­λα που έχουν πάνω τους και μεταλ­λι­κές απο­λή­ξεις, οι οποί­ες είναι μάλι­στα ‑όπως προ­έ­κυ­ψε- και ιδιο­κα­τα­σκευ­ές, τους τραυ­μα­τί­ζουν, αλλά επει­δή δεν κατα­φέρ­νουν να τους βρουν καί­ρια και να τους σκο­τώ­σουν, δεν υπάρ­χει ανθρω­πο­κτό­νος δόλος, ούτε καν ενδε­χό­με­νος» είπε.

«Παρα­βλέ­πει όμως η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, ότι τα θύμα­τα της επί­θε­σης, δεν είναι τόσο εύκο­λη λεία για τους χρυ­σαυ­γί­τες, παρά το σημα­ντι­κό φονι­κό οπλι­σμό τους. Πρό­κει­ται για εργά­τες, γυμνα­σμέ­νους από τη σκλη­ρή και πολύ­χρο­νη χει­ρω­να­κτι­κή δου­λειά, με ψυχι­κό σθέ­νος που πηγά­ζει από την πρω­το­πό­ρα ιδε­ο­λο­γία και το δίκιο της τάξης τους, που μπο­ρούν γι’ αυτούς τους λόγους να αμυν­θούν, στο μέτρο του δυνα­τού, απο­τε­λε­σμα­τι­κά και κατα­φέρ­νουν ‑όπως προ­έ­κυ­ψε- να συσπει­ρω­θούν και να καλυ­φθούν πίσω από τα αυτο­κί­νη­τα, σώζο­ντας έτσι τις ζωές τους. Αντί­θε­τα, τα αυτο­κί­νη­τα, που ως άψυ­χα αντι­κεί­με­να, δεν έχουν τη δυνα­τό­τη­τα να προ­φυ­λα­χθούν και να αμυν­θούν, δέχτη­καν ανε­μπό­δι­στα τη μανία των επι­τι­θέ­με­νων, γι’ αυτό και κατα­στρά­φη­καν από τα σφο­δρά χτυ­πή­μα­τα των επι­τι­θέ­με­νων χρυ­σαυ­γι­τών (προ­σκο­μί­σα­με τις σχε­τι­κές φωτο­γρα­φί­ες, όπου δια­κρί­νο­νται και οι τρύ­πες από τα χτυ­πή­μα­τα με τα αιχ­μη­ρά μεταλ­λι­κά αντι­κεί­με­να που χρη­σι­μο­ποί­η­σαν οι χρυ­σαυ­γί­τες). Αυτή είναι και η εξή­γη­ση και στο απλοϊ­κό ερώ­τη­μα που έθε­σε η υπε­ρά­σπι­ση κατά τη διάρ­κεια της δια­δι­κα­σί­ας, δηλα­δή πώς αφού οι λαμα­ρί­νες των αυτο­κι­νή­των υπέ­στη­σαν τέτοια σοβα­ρή ζημιά, δεν υπέ­στη­σαν αντί­στοι­χη τα κεφά­λια και τα σώμα­τα των θυμά­των» ανέφερε.

Ο συνή­γο­ρος επί­σης σημεί­ω­σε: «Σχε­τι­κά με το χτύ­πη­μα που δέχτη­κε στο κεφά­λι ο Που­λι­κό­γιαν­νης, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση περιέ­χει μια προ­βλη­μα­τι­κή δια­πί­στω­ση, που πρέ­πει να επι­ση­μαν­θεί και να διευ­κρι­νι­στεί, υπο­γράμ­μι­σε ο συνή­γο­ρος, για­τί αλλιώς μπο­ρεί να οδη­γή­σει σε παρα­νό­η­ση και βέβαια να κατα­λή­ξει σε ένα εσφαλ­μέ­νο συμπέ­ρα­σμα, όπως και πράγ­μα­τι σε τέτοιο κατα­λή­γει. Όταν λέει ο Που­λι­κό­γιαν­νης ότι με πέτυ­χε στο κεφά­λι το ρόπα­λο με την ξύλι­νη βάση και όχι τη μεταλ­λι­κή άκρη του, εννο­εί σαφέ­στα­τα την ξύλι­νη βάση του επά­νω μέρους του ροπά­λου, στην οποία η μεταλ­λι­κή άκρη στη­ρί­ζε­ται και εφά­πτε­ται, δεν εννο­εί τη βάση του κάτω μέρους του ροπά­λου, η οποία δεν έχει μεταλ­λι­κή από­λη­ξη, όπως υπο­νο­εί η εισαγ­γε­λι­κή δια­τύ­πω­ση. Μας το έδει­ξε μάλι­στα αυτό παρα­στα­τι­κά στο ακρο­α­τή­ριο, όταν κατέ­θε­σε. Επο­μέ­νως, όπως και ο ίδιος είπε, αλλά προ­κύ­πτει και από τα διδάγ­μα­τα της κοι­νής πεί­ρας, ήταν εντε­λώς θέμα τύχης ότι δεν τον πέτυ­χε για ελά­χι­στα εκα­το­στά η μεταλ­λι­κή λάμα, αλλά η ξύλι­νη βάση της. Για­τί βέβαια, κανείς δεν μπο­ρεί να ισχυ­ρι­στεί σοβα­ρά ότι είναι δυνα­τόν να σημα­δεύ­εις και να πλήτ­τεις κάποιον στο κεφά­λι με τέτοια ακρί­βεια, που μπο­ρείς να προ­βλέ­ψεις με ασφά­λεια, σε συν­θή­κες μάλι­στα ιδιαί­τε­ρης έντα­σης, ότι θα πλη­γεί μόνο με το ξύλι­νο μέρος του ροπά­λου και όχι του μεταλ­λι­κού που εφά­πτε­ται σε αυτό. Περιτ­τό βέβαια να επι­ση­μά­νου­με για άλλη μια φορά ότι ‑όπως δέχε­ται πάγια και η νομο­λο­γία- και το ξύλι­νο μέρος είναι ικα­νό να επι­φέ­ρει το θανα­τη­φό­ρο αποτέλεσμα».

«Άλλω­στε, τρύ­πες στο χέρι και στον ώμο αντί­στοι­χα, από χτυ­πή­μα­τα με καρ­φιά ή άλλες αιχ­μη­ρές μεταλ­λι­κές απο­λή­ξεις που είχαν προ­σαρ­μο­σμέ­να οι επι­τι­θέ­με­νοι πάνω στα ρόπα­λα, απο­δεί­χτη­κε ότι είχαν από τα θύμα­τα της επί­θε­σης ο Ζύμα­ρης και ο Δια­μα­ντά­κης, τα οποία κατευ­θύ­νο­νταν για τα κεφά­λια τους, αλλά κατά­φε­ραν να τα απο­φύ­γουν, βάζο­ντας μπρο­στά τα χέρια τους», συμπλήρωσε.

Επι­πλέ­ον, και σε αυτήν την υπό­θε­ση, ανέ­φε­ρε «προ­βάλ­λει το σοβα­ρό ερώ­τη­μα για­τί η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, αρνή­θη­κε, έστω να σχο­λιά­σει, τις ομι­λί­ες των βου­λευ­τών Λαγού, Μίχου, Πανα­γιώ­τα­ρου, λίγο και­ρό πριν την επί­θε­ση, οι οποί­ες ουσια­στι­κά επί­σης την προ­α­νήγ­γει­λαν, όπως συνέ­βη και με την επί­θε­ση στους Αιγύ­πτιους αλιερ­γά­τες, αλλά ούτε και τα μηνύ­μα­τα του πρώ­του, πριν κατά τη διάρ­κεια και μετά την επί­θε­ση. Τα θεω­ρεί άρα­γε εντε­λώς ανά­ξια λόγου;».

«Έτσι, η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, στο τέλος κατα­λή­γει στο αυθαί­ρε­το συμπέ­ρα­σμα ότι η επί­θε­ση δεν ήταν δολο­φο­νι­κή ενέ­δρα. Αλλά δεν μας λέει τι ήταν τότε κατά την κρί­ση της; Τυχαία μήπως συνά­ντη­ση κατά τη διάρ­κεια κάποιου βρα­δι­νού ρομα­ντι­κού περι­πά­του της αρχής του φθι­νο­πώ­ρου, που έκα­ναν οι χρυ­σαυ­γί­τες; Και η ταυ­τό­χρο­νη άφι­ξη στο χώρο της επί­θε­σης δύο ομά­δων χρυ­σαυ­γι­τών που ενώ­θη­καν (αλλά και τρί­της που έφτα­σε για ενί­σχυ­ση, όπως μας είπε ο οδη­γός του λεω­φο­ρεί­ου ο Λυριν­τζής), τα στει­λιά­ρια, τα ρόπα­λα με τις μεταλ­λι­κές ιδιο­κα­τα­σκευ­ές, η περι­κύ­κλω­ση των θυμά­των, τα σφο­δρά χτυ­πή­μα­τα, η συντε­ταγ­μέ­νη απο­χώ­ρη­ση; Όλα αυτά, πώς εξη­γού­νται κατά την κ. εισαγ­γε­λέα;», ανέ­φε­ρε χαρακτηριστικά.

Εγκληματική οργάνωση

Για το ιστο­ρι­κό της ίδρυ­σης της Χρυ­σής Αυγής και για τα όσα περι­γρά­φο­νται στην εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση τόνι­σε «(…) πρέ­πει να γίνουν δύο ανα­γκαία σχό­λια; To πρώ­το είναι ότι τα μέλη αυτής της ομά­δας δεν αντάλ­λασ­σαν αφη­ρη­μέ­να από­ψεις και προ­βλη­μα­τι­σμούς επί πολι­τι­κών συστη­μά­των ακραί­ας ιδε­ο­λο­γί­ας, αλλά είχαν συγκε­κρι­μέ­νο σαφή εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κό και φασι­στι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό, τον οποίο είχαν πλή­ρως ενστερ­νι­στεί. Το δεύ­τε­ρο σχό­λιο είναι ότι ο βασι­κός ιδρυ­τής της και μετέ­πει­τα αδια­φι­λο­νί­κη­τος αρχη­γός της, ο κατη­γο­ρού­με­νος Μιχα­λο­λιά­κος, δεν ήταν απλώς ένας θεω­ρη­τι­κός μελε­τη­τής του ναζι­σμού, ήταν ένας άνθρω­πος της ενερ­γού εγκλη­μα­τι­κής ναζι­στι­κής και φασι­στι­κής δρά­σης, δεν έκα­νε μόνο δια­λέ­ξεις, προ­κα­λού­σε σοβα­ρά επει­σό­δια και έβα­ζε βόμ­βες. Είναι γνω­στά, για παρά­δειγ­μα, η συμ­με­το­χή του, το 1976, στην επί­θε­ση ενα­ντί­ον δημο­σιο­γρά­φων στην κηδεία του αρχι­βα­σα­νι­στή της χού­ντας Ευάγ­γε­λου Μάλ­λιου, για την οποία συνε­λή­φθη και κρα­τή­θη­κε, η έντα­ξή του στην ομά­δα των βομ­βι­στών, που το 1978 τοπο­θε­τού­σαν βόμ­βες σε γρα­φεία αντί­πα­λων πολι­τι­κών κομ­μά­των, όπως και σε κινη­μα­το­γρά­φους (στο Έλλη και το Ρεξ συγκε­κρι­μέ­να), κατά τη διάρ­κεια προ­βο­λής σοβιε­τι­κών-αντι­να­ζι­στι­κών ται­νιών, κατά τις οποί­ες αρκε­τοί άνθρω­ποι τραυ­μα­τί­στη­καν σοβα­ρά και ένας μάλι­στα έχα­σε τα πόδια του. Για τη δρά­ση του βέβαια αυτή, έπε­σε στα μαλα­κά και κατα­δι­κά­στη­κε πρω­τό­δι­κα σε 13 και στο εφε­τείο σε 11 μήνες φυλά­κι­ση. Τη θεω­ρεί μάλι­στα και τίτλο τιμής μέχρι σήμε­ρα. Στην ομά­δα αυτή, πρέ­πει να σημειω­θεί, συμ­με­τεί­χε και ο Θανά­σης Καρα­κα­τσά­νης, που δια­βά­σα­με τα μηνύ­μα­τά του στο κινη­τό του Μιχα­λο­λιά­κου (freikorps, Ελλη­νι­κός Σεπτέμ­βρης κλπ.) μετά την επί­θε­ση στο ΠΑΜΕ και τη δολο­φο­νία του Φύσσα».

Για την ιδε­ο­λο­γία της Χρυ­σής Αυγής και τα περί απο­κο­πής της από τον εθνι­κο­σο­σια­λι­σμό στο συνέ­δριο του 1992, για το ότι “δεν θα μπο­ρού­σε να είναι εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κό το κόμ­μα και να υμνεί τον Αδόλ­φο Χίτλερ τη στιγ­μή που αιμα­το­κύ­λη­σε την ανθρω­πό­τη­τα και εισέ­βα­λε στη χώρα”, ισχυ­ρι­σμούς της υπε­ρά­σπι­σης που υιο­θε­τεί η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση ανέ­φε­ρε: «Πόσα αβα­σά­νι­στα και αυθαί­ρε­τα συμπε­ρά­σμα­τα από την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση, συμπυ­κνω­μέ­να σε τόσες λίγες γραμ­μές! Πώς κατέ­λη­ξε στις κρί­σεις αυτές η κ. εισαγ­γε­λέ­ας; Από πού προ­κύ­πτει με κάποια υπο­τυ­πώ­δη έστω αξιο­πι­στία ότι μετά το 1992 η Χρυ­σή Αυγή απο­κό­πη­κε τάχα από τον εθνι­κο­σο­σια­λι­σμό και απο­μα­κρύν­θη­καν μέλη ακραί­ας ιδε­ο­λο­γί­ας; Επει­δή το ισχυ­ρί­ζο­νται οι ίδιοι οι κατη­γο­ρού­με­νοι και κάποιοι ομοϊ­δε­ά­τες τους μάρ­τυ­ρες υπε­ρά­σπι­σης; Μα, αν ήταν έτσι, οι πρώ­τοι που θα έπρε­πε να απο­μα­κρυν­θούν από αυτήν θα ήταν ο Μιχα­λο­λιά­κος και ο Παπάς, που ήταν ‑και εξα­κο­λου­θούν βέβαια να είναι- οι πιο ακραιφ­νείς ναζιστές».

«Δεν υπέ­πε­σε στην αντί­λη­ψη της κ. εισαγ­γε­λέα κανέ­να από την τερά­στια πλη­θώ­ρα των ανα­γνω­στέ­ων στη δικο­γρα­φία κει­μέ­νων, βίντεο, φωτο­γρα­φιών της Χρυ­σής Αυγής, του αρχη­γού της Μιχα­λο­λιά­κου και άλλων βασι­κών στε­λε­χών της, που εξυ­μνούν τον Χίτλερ, το ναζι­σμό και τα απο­κρου­στι­κά σύμ­βο­λά του, όλα μετά το 1992 μέχρι και σήμε­ρα;» πρόσθεσε.

Στα όσα «δεν είδε και δεν άκου­σε η κ. εισαγ­γε­λέ­ας;» στην αγό­ρευ­ση του ο συνή­γο­ρος σημεί­ω­σε επι­πρό­σθε­τα μετα­ξύ άλλων ναζι­στι­κών άρθρων, ύμνων, λάβα­ρων, συμ­βό­λων δηλώ­σε­ων, εγγρά­φων για την αρχή του αρχη­γού κ.λπ., την απαγ­γε­λία του αρχη­γού Μιχα­λο­λιά­κου στις 30–1‑2003, στην επέ­τειο των 70 ετών από την ανα­κή­ρυ­ξη του Χίτλερ ως Καγκε­λά­ριου της Γερ­μα­νί­ας, σε πιστή ελλη­νι­κή από­δο­ση, τον ύμνο του Γ΄ Ράιχ «Ορθό το λάβα­ρο», προ­λο­γί­ζο­ντας τον μάλι­στα λέγο­ντας ότι «είναι κάτι που φοβί­ζει τους πολ­λούς, αλλά όχι τους χρυσαυγίτες».

Επί­σης ανα­φέρ­θη­κε στην ανα­τρι­χια­στι­κή αλλά άκρως απο­κα­λυ­πτι­κή για τη ναζι­στι­κή αντί­λη­ψη της Χρυ­σής Αυγής ανα­φο­ρά του Μιχα­λο­λιά­κου στους Εβραί­ους της Θεσ­σα­λο­νί­κης, στους φρι­κα­λέ­ους και εμε­τι­κούς στί­χους κατά των Εβραί­ων από το τρα­γού­δι με τον τίτλο «Άου­σβιτς» του συγκρο­τή­μα­τος «Πογκρόμ» του κατη­γο­ρού­με­νου Ματ­θαιό­που­λου, στο έγγρα­φο για τη Μάχη της Κρή­της, το οποίο βρέ­θη­κε στο σκλη­ρό δίσκο της Ουρα­νί­ας Μιχα­λο­λιά­κου, όπως και την εγκω­μια­στι­κή επι­στο­λή του κατη­γο­ρού­με­νου Παπ­πά στον αξιω­μα­τι­κό των γερ­μα­νι­κών SS Λεόν Ντε­γκρέλ, που είναι ιδιαί­τε­ρα απο­κα­λυ­πτι­κά, για­τί όπως είπε «στη συγκε­κρι­μέ­νη περί­πτω­ση, από τη μια μεριά επι­τι­θέ­με­νοι εισβο­λείς ήταν Γερ­μα­νοί, από την άλλη Έλλη­νες αμυ­νό­με­νοι και η Χρυ­σή Αυγή όχι απλώς παίρ­νει σαφώς το μέρος των επι­τι­θέ­με­νων Γερ­μα­νών ναζι­στών, τους οποί­ους και εξυ­μνεί ως ήρω­ες, αλλά απα­ξιώ­νει και συκο­φα­ντεί τους Έλλη­νες πατριώ­τες που αντι­στά­θη­καν, χαρα­κτη­ρί­ζο­ντάς τους αφε­λείς και μαχαι­ρο­βγάλ­τες». Τις δηλώ­σεις του αρχη­γού που συνο­μο­λο­γεί την αδιά­λει­πτη προ­σή­λω­σή του στο ναζι­στι­κό καθε­στώς της Γερ­μα­νί­ας, με το γνω­στό «είμα­στε η σπο­ρά των ηττη­μέ­νων του 1945» και την στά­ση που κρά­τη­σε μετέ­πει­τα ο ίδιος και πως πέρα­σε από την άρνη­ση στις φαι­δρές εκδο­χές ερμη­νεί­ας της.

Ο συνή­γο­ρος έκα­νε ανα­φο­ρά στην αγό­ρευ­σή του στις γνω­στές δηλώ­σεις του Ιωάν­νη Λαγού για τους Αιγύ­πτιους αλιερ­γά­τες και για τους «λακέ­δες του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ» και τόνι­σε χαρακτηριστικά:

«Τις δηλώ­σεις αυτές η κ. εισαγ­γε­λέ­ας, ενώ, όπως ήδη ανέ­φε­ρα, θα περί­με­νε κανείς δικαιο­λο­γη­μέ­να να τις συμπε­ρι­λά­βει πριν στις οικεί­ες επι­μέ­ρους υπο­θέ­σεις και να τις αξιο­λο­γή­σει εάν συνι­στούν ή όχι προ­α­ναγ­γε­λία των αντί­στοι­χων επι­θέ­σε­ων που ακο­λού­θη­σαν, σε συν­δυα­σμό με τα υπό­λοι­πα απο­δει­κτι­κά στοι­χεία, τις “τσου­βα­λιά­ζει” ‑επι­τρέψ­τε μου την έκφρα­ση- μαζί με άλλες άσχε­τες δηλώ­σεις βου­λευ­τών, για να τις υπο­βαθ­μί­σει και τελι­κά να δια­σκε­δά­σει το περιε­χό­με­νό τους, χαρα­κτη­ρί­ζο­ντάς τις απλώς “οξεί­ες” που ενδε­χο­μέ­νως “παρα­βιά­ζουν τους κανό­νες της ρητο­ρι­κής τέχνης”».

«Είναι πραγ­μα­τι­κά απο­ρί­ας άξιο πώς η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση “ξέχα­σε”, για παρά­δειγ­μα, την από­πει­ρα δολο­φο­νί­ας Κου­σου­ρή, το 1998, για να ανα­φέ­ρω μόνο την πιο σοβα­ρή και εμβλη­μα­τι­κή κακουρ­γη­μα­τι­κή πρά­ξη της, από τις δεκά­δες άλλες», είπε.

Εν κατα­κλεί­δι υπο­γράμ­μι­σε για την εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση: «‘Ολα λοι­πόν κατά την κ. εισαγ­γε­λέα μεμο­νω­μέ­να και ασύν­δε­τα μετα­ξύ τους περι­στα­τι­κά! Ύστε­ρα από τέτοια πλημ­μυ­ρί­δα απο­δει­κτι­κών στοι­χεί­ων που κατέ­κλυ­σε το Δικα­στή­ριο και οδη­γούν στο αντί­θε­το, πώς είναι δυνα­τόν να κατα­λή­γει σε αυτό το συμπέ­ρα­σμα; Προ­φα­νώς τα αγνό­η­σε όλα!».

«Αλλά το χει­ρό­τε­ρο δεν είναι αυτό, ανέ­φε­ρε χαρα­κτη­ρι­στι­κά, το χει­ρό­τε­ρο είναι ότι πεί­θε­ται ακό­μη και από αυτά τα ανεκ­δι­ή­γη­τα συνω­μο­τι­κά σενά­ρια του Κασι­διά­ρη, που αντι­στρέ­φουν πλή­ρως την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, κάνο­ντας το άσπρο-μαύ­ρο, δηλα­δή ότι όχι μόνο δεν υπήρ­ξε οργα­νω­μέ­νο σχέ­διο δολο­φο­νί­ας από τη Χρυ­σή Αυγή, όπως προ­έ­κυ­ψε από όλα τα στοι­χεία, αλλά ούτε καν ήταν ένα τυχαίο γεγο­νός! Και τι ήταν τελι­κά; Το αντί­θε­το! Ένα οργα­νω­μέ­νο πολι­τι­κό σχέ­διο από τους αντι­πά­λους της για να τη δολο­φο­νή­σουν! Και αυτό, χωρίς ίχνος απο­δει­κτι­κού στοι­χεί­ου. Εδώ πραγ­μα­τι­κά δοκι­μά­ζει η εισαγ­γε­λι­κή πρό­τα­ση τα όρια της αντο­χής μας».

«Είναι τόσα πολ­λά και πολύ πιο σημα­ντι­κά αυτά που παρέ­βλε­ψε η κ, εισαγ­γε­λέ­ας, αυτά που δεν είδε αλλά και δεν άκου­σε σε αυτή τη δίκη.

Εκα­το­ντά­δες έγγρα­φα (με άρθρα, εσω­τε­ρι­κές εγκυ­κλί­ους, απο­φά­σεις κ.λπ.) για την ιδε­ο­λο­γία και τον τρό­πο λει­τουρ­γί­ας της Χρυ­σής Αυγής, φωτο­γρα­φί­ες, μαγνη­το­φω­νη­μέ­νες συνο­μι­λί­ες, βίντεο (με ομι­λί­ες και δρα­στη­ριό­τη­τες του αρχη­γού και στε­λε­χών της), όπως για παρά­δειγ­μα το απο­κα­λυ­πτι­κό­τα­το με τον Πατέ­λη, το περί­φη­μο “ό,τι κινεί­ται σφά­ζε­ται”, που ‑συμ­φω­νώ από­λυ­τα με τους προη­γού­με­νους συνα­δέλ­φους- και μόνο αυτό θα αρκού­σε για να απο­δει­χτεί η λει­τουρ­γία της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης και η διεύ­θυν­σή της, τα λέει όλα τόσο απλά, σαφή και συμπυ­κνω­μέ­να, αλλά δεν το έκρι­νε άξιο λόγου, έστω να το σχο­λιά­σει η κ. εισαγ­γε­λέ­ας, δεκά­δες μαρ­τυ­ρί­ες θυμά­των της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης. Όλα αυτά δεν τα είδε ούτε τα άκου­σε η κ. εισαγ­γε­λέ­ας. Σαν να προ­βάλ­λο­νταν σε μιαν άλλη, παράλ­λη­λη δίκη, που δεν την αφο­ρού­σε», είπε.

Τόσο …βαθιά «αντισυστημική»

Για την προ­σπά­θεια της Χρυ­σής Αυγής να εμφα­νι­στεί ως αντι­συ­στη­μι­κή δύνα­μη ο συνή­γο­ρος σημεί­ω­σε μετα­ξύ άλλων: «Κατ’ αρχάς, στο οικο­νο­μι­κό επί­πε­δο, που είναι η θεμε­λια­κή βάση του συστή­μα­τος, οι θέσεις και οι προ­τά­σεις της, κάθε άλλο παρά θίγουν το καθο­ρι­στι­κό στοι­χείο του, δηλα­δή την ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία στα μέσα παρα­γω­γής (…) Επί­σης, η Χρυ­σή Αυγή υπο­στη­ρί­ζει ότι οι κοι­νω­νι­κές τάξεις, τις οποί­ες δια­χω­ρί­ζει με ασα­φή, στε­νά εισο­δη­μα­τι­κά κρι­τή­ρια, έχουν ενιαία εθνι­κά συμ­φέ­ρο­ντα στη βάση της κοι­νής φυλε­τι­κής κατα­γω­γής, ότι δεν υπάρ­χουν ταξι­κές αντι­θέ­σεις και ότι η ταξι­κή πάλη έρχε­ται από τα έξω (από τους “μπολ­σε­βί­κους”) (…) Ο ταξι­κός δια­χω­ρι­σμός της κοι­νω­νί­ας εμφα­νί­ζε­ται δηλα­δή ως ζήτη­μα δια­φο­ρε­τι­κών δεξιο­τή­των και επι­λο­γών επαγ­γέλ­μα­τος (π.χ. άλλος επι­λέ­γει να γίνει εφο­πλι­στής, άλλος να γίνει ναυ­τερ­γά­της, τόσο απλά)».

«Το “λαϊ­κό” κρά­τος πρέ­πει, σύμ­φω­να με την αντί­λη­ψη αυτή, να δια­σφα­λί­ζει την ταξι­κή συνερ­γα­σία για το καλό του έθνους, το οποίο έχει δήθεν ενιαία συμ­φέ­ρο­ντα, δηλα­δή ο “πατριώ­της” εφο­πλι­στής που υψώ­νει την κάθε ξένη “σημαία ευκαι­ρί­ας” στα καρά­βια του για να μη φορο­λο­γεί­ται, με τον εργά­τη που παλεύ­ει για το μερο­κά­μα­τό του» τόνι­σε χαρακτηριστικά.

«Η θέση της, λοι­πόν, στην ουσία, είναι μια δια­χεί­ρι­ση του συστή­μα­τος, αφή­νο­ντας άθι­κτη τη βάση του, όπου οι εργά­τες πρέ­πει να υπο­τα­χθούν με τον πιο βίαιο τρό­πο στους καπι­τα­λι­στές, να διαιω­νι­στεί η εκμε­τάλ­λευ­σή τους, στο όνο­μα της ταξι­κής συνερ­γα­σί­ας, για το καλό του έθνους. Τόσο βαθιά “αντι­συ­στη­μι­κή” δύνα­μη είναι!», υπογράμμισε.

«Ακό­λου­θη με τις θέσεις της είναι και η πρα­κτι­κή στή­ρι­ξη και δια­συν­δέ­σεις που έχει η Χρυ­σή Αυγή με το μεγά­λο κεφά­λαιο και την εργο­δο­σία, το αυξη­μέ­νο ενδια­φέ­ρον της π.χ. για τις φορο­α­παλ­λα­γές στους εφο­πλι­στές με σχε­τι­κές Ερω­τή­σεις στη Βου­λή. Είναι φυσι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κή η περί­πτω­ση των εργο­λά­βων της Ζώνης του Περά­μα­τος, την οποία εξε­τά­ζου­με στη σχε­τι­κή υπό­θε­ση της δολο­φο­νι­κής επί­θε­σης στους κομ­μου­νι­στές και συν­δι­κα­λι­στές του ΠΑΜΕ, αλλά δεν είναι η μόνη. Υπάρ­χουν αρκε­τές άλλες περι­πτώ­σεις, π.χ. η χρη­σι­μο­ποί­η­σή της ως απερ­γο­σπα­στι­κού μηχα­νι­σμού στην απερ­γία του σωμα­τεί­ου της COSCO στο λιμά­νι του Πει­ραιά, το 2017 για την υπο­γρα­φή ΣΣΕ, τα δου­λε­μπο­ρι­κά γρα­φεία που προ­ω­θεί για την προ­σέλ­κυ­ση φτη­νού εργα­τι­κού δυνα­μι­κού στους εργο­δό­τες κλπ.», πρόσθεσε.

«Η ιστο­ρι­κή εμπει­ρία λοι­πόν δεί­χνει, υπο­γράμ­μι­σε, ότι ο φασι­σμός και ο ναζι­σμός, προ­κει­μέ­νου να επι­τύ­χουν τους στό­χους τους, συν­δυά­ζουν την ύπαρ­ξη και δρά­ση μιας εγκλη­μα­τι­κής — τρο­μο­κρα­τι­κής οργά­νω­σης με ένο­πλα τάγ­μα­τα εφό­δου, που έχει την ανο­χή ή και τη στή­ρι­ξη του κρά­τους, με την ανά­πτυ­ξη ενός μαζι­κού κινή­μα­τος-κόμ­μα­τος. Έτσι μπο­ρεί να κατα­νοη­θεί καλύ­τε­ρα και η διφυ­ής λει­τουρ­γία και δρά­ση της ναζι­στι­κής Χρυ­σής Αυγής ως εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης με το μαν­δύα του πολι­τι­κού κόμ­μα­τος. Και εξη­γεί καλύ­τε­ρα και την προ­σπά­θεια, που ξεκί­νη­σε στο 2ο Συνέ­δριό της το 1992, να ανοι­χτεί περισ­σό­τε­ρο στις μάζες, δια­τη­ρώ­ντας παράλ­λη­λα και ενι­σχύ­ο­ντας τον εγκλη­μα­τι­κό χαρα­κτή­ρα της με τα τάγ­μα­τα εφό­δου της. Στη χώρα μας η Χρυ­σή Αυγή είχε πάντο­τε τέτοια προ­στα­σία και στή­ρι­ξη και από τον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό και από ισχυ­ρούς καπιταλιστές».

Συγκε­κρι­μέ­να, για τη σχέ­ση της με την Αστυ­νο­μία ανα­φέρ­θη­κε ενδει­κτι­κά στη χαρα­κτη­ρι­στι­κή περί­πτω­ση της κατη­γο­ρού­με­νης αστυ­νο­μι­κού Πόπο­ρη, βασι­κού συν­δέ­σμου και πλη­ρο­φο­ριο­δό­τη της Χρυ­σής Αυγής, των αστυ­νο­μι­κών διοι­κη­τών Γιο­βα­νί­δη στη Νίκαια και Σκά­ρα στον Άγιο Παντε­λε­ή­μο­να. Ανα­φέρ­θη­κε επί­σης και στην απόρ­ρη­τη έκθε­ση της Κρα­τι­κής Ασφά­λειας για τη Χρυ­σή Αυγή με ημε­ρο­μη­νία 10-12-1999, που δημο­σιεύ­θη­κε στην εφη­με­ρί­δα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 17–4‑2004, όπου δια­πι­στώ­νε­ται μετα­ξύ άλλων ότι «η οργά­νω­ση δια­τη­ρεί πολύ καλές σχέ­σεις και επα­φές με εν ενερ­γεία αξιω­μα­τι­κούς και μόνι­μους υπα­ξιω­μα­τι­κούς του Στρα­τού, αλλά και με από­στρα­τους. Δια­τη­ρεί πολύ καλές σχέ­σεις και επα­φές με εν ενερ­γεία και από­στρα­τους αξιω­μα­τι­κούς της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και απλούς αστυ­νο­μι­κούς. Στο παρελ­θόν, κατά τη διάρ­κεια των επε­τεί­ων της 17ης Νοέμ­βρη, αλλά και άλλων εκδη­λώ­σε­ων του αρι­στε­ρί­στι­κου και αναρ­χι­κού χώρου, η Αστυ­νο­μία τους προ­μή­θευε με ασυρ­μά­τους και γκλο­μπς, για να τους εντο­πί­ζουν και να τους χτυ­πούν, εμφα­νι­ζό­με­νοι ως “αγα­να­κτι­σμέ­νοι” πολί­τες (εκπαι­δεύ­ο­νταν επο­μέ­νως δίπλα στις αστυ­νο­μι­κές δυνά­μεις). Τα περισ­σό­τε­ρα μέλη της Χρυ­σής Αυγής οπλο­φο­ρούν παρά­νο­μα, προ­μη­θευό­με­να όπλα από βου­λευ­τές, παρου­σια­ζό­με­νοι ως συνο­δοί τους».

Επί­σης έκα­νε ανα­φο­ρά και στον Χάρη Κου­σουμ­βρή, για πολ­λά χρό­νια ηγε­τι­κό στέ­λε­χος και ταμία της Χρυ­σής Αυγής, αλλά και κατη­γο­ρού­με­νος ο ίδιος για διά­φο­ρες εγκλη­μα­τι­κές επι­θέ­σεις της οργά­νω­σης. Σε σχε­τι­κό βιβλίο που εξέ­δω­σε το 2004, μετά την απο­χώ­ρη­σή του από τη ΧΑ, επι­βε­βαιώ­νει τις γνώ­ρι­μες εικό­νες συνερ­γα­σί­ας Χρυ­σής Αυγής — Αστυ­νο­μί­ας ‑που έχου­με αντι­κρί­σει κατά και­ρούς- και επι­ση­μαί­νει ότι αυτή γινό­ταν κατ’ εντο­λή του αρχη­γού της Χρυ­σής Αυγής. Μία από τις φορές όπου Αστυ­νο­μία και μέλη της Χρυ­σής Αυγής συνερ­γά­στη­καν ήταν το 1995, κατά τη διάρ­κεια των δια­δη­λώ­σε­ων στο πλαί­σιο της επε­τεί­ου της 17ης Νοέμ­βρη όπου σημειώ­θη­καν εκτε­τα­μέ­να επει­σό­δια. Μέλη της Χρυ­σής Αυγής συνέ­δρα­μαν τα ΜΑΤ ώστε να δια­λυ­θεί η κατά­λη­ψη του Πολυ­τε­χνεί­ου. Ειδι­κό­τε­ρα ανα­φέ­ρει ότι τους δόθη­κε εντο­λή από την ηγε­σία της Χρυ­σής Αυγής να πάνε «μεμο­νω­μέ­να» ως «αγα­να­κτι­σμέ­νοι» πολί­τες να ενι­σχύ­σουν την προ­σπά­θεια της Αστυνομίας.

«Πώς να μη λέει μετά από όλα αυτά ο Ρου­πα­κιάς στους αστυ­νο­μι­κούς που τον συνέ­λα­βαν, “δικός σας είμαι, της Χρυ­σής Αυγής”, απο­ρώ­ντας για τη σύλ­λη­ψή του και ζητώ­ντας ουσια­στι­κά με τη φρά­ση αυτή ευνοϊ­κή μετα­χεί­ρι­ση;», τόνισε.

Αλλά και η αντι­με­τώ­πι­ση από τις εισαγ­γε­λι­κές αρχές ήταν του­λά­χι­στον ανε­κτι­κή ως προς τη δρά­ση της Χρυ­σής Αυγής (δεκά­δες ποι­νι­κές υπο­θέ­σεις που την αφο­ρού­σαν στα συρ­τά­ρια), σημεί­ω­σε ο συνήγορος.

Και βέβαια ανα­φέρ­θη­κε και στη δήλω­ση Ανδρου­τσό­που­λου (του γνω­στού Περί­αν­δρου) που ανα­φέ­ρει σχε­τι­κά με την από­πει­ρα ανθρω­πο­κτο­νί­ας του Δημή­τρη Κου­σου­ρή ότι «αν ανοί­ξω το στό­μα μου, στέλ­νω φυλα­κή για φυσι­κό αυτουρ­γό τον Πανα­γιώ­τα­ρο και ηθι­κό αυτουρ­γό τον Μιχα­λο­λιά­κο (…) Η Δικαιο­σύ­νη όμως, περιέρ­γως, δεν ζήτη­σε ποτέ από τον Ανδρου­τσό­που­λο να ανοί­ξει το στό­μα του, να ερευ­νή­σει τα λεγό­με­νά του, ώσπου η υπό­θε­ση παρα­γρά­φη­κε», ανέ­φε­ρε χαρακτηριστικά.

«Αλλά μήπως και η φασι­στι­κή — ναζι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία είναι κάποια πρω­τό­τυ­πη αντι­συ­στη­μι­κή ιδε­ο­λο­γία;», ανα­ρω­τή­θη­κε ο συνή­γο­ρος. «Ο Ντατ εξη­γεί και πάλι στο βιβλίο του “ο φασι­σμός δεν έχει δημιουρ­γή­σει τίπο­τα και ούτε έχει αυτή τη δυνα­τό­τη­τα, διό­τι ο φασι­σμός δεν απο­τε­λεί παρά μόνο έκφρα­ση της αρρώ­στιας και του θανά­του”», σημεί­ω­σε χαρακτηριστικά.

Για την προσπάθεια συμψηφισμού από τη Χρυσή Αυγή

Για την προ­σπά­θεια συμ­ψη­φι­σμού από την Χρυ­σή Αυγή τόνι­σε: «Καθ’ όλη τη διάρ­κεια αυτής της δίκης, οι κατη­γο­ρού­με­νοι και η υπε­ρά­σπι­σή τους προ­σπά­θη­σαν, με διά­φο­ρες αφορ­μές και τρό­πους, να συκο­φα­ντή­σουν τους εργα­τι­κούς και λαϊ­κούς αγώ­νες, να λοι­δο­ρή­σουν την ταξι­κή πάλη, να προ­κα­λέ­σουν ανε­πί­τρε­πτους συνειρ­μούς και ταυ­τί­σεις της δικής τους εγκλη­μα­τι­κής δρά­σης με τη δρά­ση και την οργά­νω­ση της εργα­τι­κής τάξης και της πρω­το­πο­ρί­ας της, του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Ελλά­δας. Στο όνο­μα της δήθεν πολι­τι­κής τους δίω­ξης, ανα­πα­ρή­γα­γαν την ύπου­λη, επι­κίν­δυ­νη και ανι­στό­ρη­τη θεω­ρία των δύο άκρων, την εξί­σω­ση του φασι­σμού με τον κομ­μου­νι­σμό. Δεν μας ξένι­σε η προ­σπά­θειά τους αυτή. Απο­τε­λεί, άλλω­στε, δυστυ­χώς, επί­ση­μη πολι­τι­κή της Ευρω­παϊ­κής Ένω­σης, με μια σει­ρά αντι­κομ­μου­νι­στι­κά ψηφί­σμα­τα, τη στή­ρι­ξη φασι­στι­κών κυβερ­νή­σε­ων που εξα­πο­λύ­ουν κηρύγ­μα­τα ρατσι­στι­κού μίσους, την ανο­χή σε διώ­ξεις και απα­γο­ρεύ­σεις σε βάρος κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των σε μια σει­ρά χώρες, την ίδια ώρα που υμνού­νται και στή­νο­νται αγάλ­μα­τα σε γνω­στούς ναζι­στές εγκλη­μα­τί­ες πολέ­μου. Είναι άλλη μια από­δει­ξη του βαθιά συστη­μι­κού χαρα­κτή­ρα της Χρυ­σής Αυγής, που ανα­μα­σά και προ­πα­γαν­δί­ζει την αντι­δρα­στι­κή ιδε­ο­λο­γία των ιμπε­ρια­λι­στι­κών οργανισμών.

Οι κατη­γο­ρού­με­νοι, επει­δή πλέ­ον τα στοι­χεία είναι συντρι­πτι­κά για την εγκλη­μα­τι­κή δρά­ση τους και δεν μπο­ρούν να τα συγκα­λύ­ψουν ή να τα αντι­κρού­σουν, κατα­φεύ­γουν σε μια δεύ­τε­ρη ζώνη άμυ­νας, τον συμψηφισμό.

Έτσι, είναι σχε­δόν βέβαιο ότι θα ακού­σου­με για άλλη μια φορά, τις επό­με­νες ημέ­ρες, αυτά που ακού­γα­με σε όλη τη διάρ­κεια της απο­δει­κτι­κής δια­δι­κα­σί­ας από την υπε­ρά­σπι­ση, για τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, τον Στά­λιν, το ΚΚΕ, το ΠΑΜΕ, τον Που­λι­κό­γιαν­νη κλπ.

Φυσι­κά, μια τέτοια πρα­κτι­κή είναι απα­ρά­δε­κτη και έχει ήδη κατα­δι­κα­στεί από το Δικα­στή­ριό σας».

«Τι όμως αλή­θεια, προ­σπα­θούν να συμ­ψη­φί­σουν οι κατη­γο­ρού­με­νοι;» τόνι­σε μετα­ξύ άλλων ο συνή­γο­ρος. «Τις θηριω­δί­ες του ναζι­σμού στη χώρα μας με τη μεγα­λειώ­δη Εθνι­κή Αντί­στα­ση του λαού μας, μέσα από το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, με κύριο οργα­νω­τή, καθο­δη­γη­τή και αιμο­δό­τη το ΚΚΕ;

Να θέσουν στην ίδια μοί­ρα τις σφα­γές των ναζι­στι­κών στρα­τευ­μά­των στο μαρ­τυ­ρι­κό Κοντο­μά­ρι της Κρή­της (2 Ιου­νί­ου 1941) που ήταν και η πρώ­τη μαζι­κή εκτέ­λε­ση αμά­χων στην Ευρώ­πη, την ανεί­πω­τη σφα­γή της Καν­δά­νου των Χανί­ων (3 Ιου­νί­ου 1941), το ξεκλή­ρι­σμα του Κομ­μέ­νου της Άρτας (16 Αυγού­στου 1943),το ολο­καύ­τω­μα των Λιγκιά­δων Ιωαν­νί­νων (3 Οκτω­βρί­ου 1943), τη σφα­γή των Καλα­βρύ­των (13 Δεκέμ­βρη 1943), τη σφα­γή του Διστό­μου (10 Ιου­νί­ου 1944) (που διέ­πρα­ξε η 2η Ταξιαρ­χία των ναζι­στι­κών SS, η οποία είχε μάλι­στα ως λάβα­ρο το ρού­νο, ένα από τα αγα­πη­μέ­να ναζι­στι­κά σύμ­βο­λα της Χρυ­σής Αυγής που “κοσμεί” τα γρα­φεία της), τη σφα­γή της Κλει­σού­ρας Καστο­ριάς (5 Απρι­λί­ου 1944), το μακε­λειό του Χορ­τιά­τη Θεσ­σα­λο­νί­κης (2 Σεπτεμ­βρί­ου 1944), το Μπλό­κο της Κοκ­κι­νιάς (17 Αυγού­στου 1944), τους 200 εκτε­λε­σμέ­νους κομ­μου­νι­στές την Πρω­το­μα­γιά του 1944 στην Και­σα­ρια­νή (κρα­τού­με­νους της Ακρο­ναυ­πλί­ας που παρέ­δω­σε το καθε­στώς Μετα­ξά στους Γερ­μα­νούς ναζί) και σε τόσες άλλες ελλη­νι­κές μαρ­τυ­ρι­κές πόλεις, τα φρι­χτά βασα­νι­στή­ρια πατριω­τών αγω­νι­στών στα κολα­στή­ρια της Γκε­στά­πο στην οδό Μέρ­λιν και της Κομα­ντα­τούρ στην οδό Κοραή, τη φυλά­κι­ση και την εξό­ντω­ση στα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης του Άου­σβιτς, του Ντα­χά­ου, του Μαουτ­χά­ου­ζεν των 50.000 Ελλή­νων με εβραϊ­κή κατα­γω­γή της Θεσ­σα­λο­νί­κης και άλλων ελλη­νι­κών πόλε­ων (γι’ αυτούς που λέει ο Μιχα­λο­λιά­κος ότι πήγαν ένα ταξι­δά­κι ανα­ψυ­χής και απο­λάμ­βα­ναν τις μετα­φυ­σι­κές ανη­συ­χί­ες τους), που μαρ­τύ­ρη­σαν μαζί με εκα­τομ­μύ­ρια άλλους αθώ­ους ανθρώ­πους, θύμα­τα της ναζι­στι­κής θηριω­δί­ας, που προ­σβάλ­λουν η Χρυ­σή Αυγή και οι κατη­γο­ρού­με­νοι τη μνή­μη τους.

Όλα αυτά έκα­νε ο “κατα­συ­κο­φα­ντη­μέ­νος” ‑κατά τον Μιχα­λο­λιά­κο και τη Χρυ­σή Αυγή- “εθνι­κο­σο­σια­λι­σμός” στη χώρα μας, μαζί με τους πολι­τι­κούς προ­γό­νους τους και εγχώ­ριους συνερ­γά­τες του. Και θέλουν να τον συγκρί­νουν και να το βάλουν στο “ίδιο τσου­βά­λι” με τι;» ανέ­φε­ρε χαρακτηριστικά.

Επι­πρό­σθε­τα τόνι­σε ότι οι κατη­γο­ρού­με­νοι, επί­σης, επι­χει­ρούν να παραλ­λη­λί­σουν και να συμ­ψη­φί­σουν, εντε­λώς αβά­σι­μα και προ­κλη­τι­κά, τη δική τους εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση και δρά­ση με αυτή των ταξι­κών σωμα­τεί­ων, του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ.

Και ανέ­φε­ρε μετα­ξύ πολ­λών άλλων: «Τα ταξι­κά εργα­τι­κά σωμα­τεία και το ΠΑΜΕ αγω­νί­ζο­νται για τα δικαιώ­μα­τα των εργα­ζο­μέ­νων, υπε­ρα­σπί­ζο­νται τις κατα­κτή­σεις τους, ατσα­λώ­νο­νται στις ιδέ­ες της ταξι­κής αλλη­λεγ­γύ­ης και ενό­τη­τας όλων των εργα­τών, ανε­ξάρ­τη­τα από φύλο, θρη­σκεία και εθνι­κό­τη­τα, παλεύ­ουν για τους μισθούς και τα μερο­κά­μα­τα, την Κοι­νω­νι­κή Ασφά­λι­ση, τις συν­θή­κες υγιει­νής και ασφά­λειας μέσα στους χώρους δου­λειάς, την προ­στα­σία της ανθρώ­πι­νης ζωής για την απο­φυ­γή των εργα­τι­κών ατυ­χη­μά­των. Δεν είναι εγκλη­μα­τι­κές οργα­νώ­σεις. Για­τί οι σκο­ποί τους κατα­τεί­νουν στην προ­στα­σία και ανύ­ψω­ση της πιο σπου­δαί­ας ανθρώ­πι­νης δρα­στη­ριό­τη­τας που ξεχω­ρί­ζει τον άνθρω­πο από το ζώο, δηλα­δή την εργα­σία. Γι’ αυτό και τα μέσα που χρη­σι­μο­ποιούν, στη­ρί­ζο­νται στις αρχές της συλ­λο­γι­κό­τη­τας, της συνα­δελ­φι­κό­τη­τας, της ουσια­στι­κής δημο­κρα­τί­ας μέσα στα σωμα­τεία με μαζι­κές συλ­λο­γι­κές δια­δι­κα­σί­ες και αποφάσεις.

Στον αντί­πο­δα, οι ναζι­στές της Χρυ­σής Αυγής υπε­ρα­σπί­ζο­νται την ανω­τε­ρό­τη­τα της Αρί­ας Φυλής, στην υπη­ρε­σία της οποί­ας επι­διώ­κουν να καθυ­πο­τά­ξουν τον άνθρω­πο και την εργα­σία του. Οι γυναί­κες είναι γι’ αυτούς εργα­λεία ανα­πα­ρα­γω­γής του είδους. Οι αλλό­θρη­σκοι και αλλο­ε­θνείς είναι εχθροί που πρέ­πει να εξο­ντω­θούν. Η ιδε­ο­λο­γία τους είναι ο ναζι­σμός. Οι σκο­ποί τους είναι απάν­θρω­ποι. Γι’ αυτό και η οργά­νω­σή τους στη­ρί­ζε­ται στην αρχή του Ενός, του Μεγά­λου Αρχη­γού, στον οποίο μάλι­στα απο­δί­δουν μετα­φυ­σι­κές ιδιό­τη­τες. Γι’ αυτό και τα μέσα της δρα­στη­ριό­τη­τάς τους είναι το έγκλη­μα, η τρο­μο­κρα­τία, ο εκφο­βι­σμός και ο εκβιασμός».

«Τα μέλη του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Ελλά­δας είναι περή­φα­να για την ιδε­ο­λο­γία και τις πρά­ξεις τους, για την ιστο­ρία του Κόμ­μα­τός τους. Η ζωή, το ήθος και η δρά­ση τους είναι μια θάλασ­σα αγώ­να, ανι­διο­τε­λούς προ­σφο­ράς, αμέ­τρη­των θυσιών και αγά­πης για τον άνθρω­πο. Για­τί εκκι­νεί από την ακλό­νη­τη πίστη ότι η κοι­νω­νία της ανύ­ψω­σης του ανθρώ­που είναι δυνα­τή και θα γίνει πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Παλεύ­ουν γι’ αυτόν ακρι­βώς το σκο­πό. Για την οικο­δό­μη­ση μιας κοι­νω­νί­ας που δεν θα στη­ρί­ζε­ται στον αντα­γω­νι­σμό, την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση και την κυριαρ­χία του χρή­μα­τος με το οποίο αγο­ρά­ζεις και που­λάς ακό­μα και τον ίδιο τον άνθρω­πο. Για την οικο­δό­μη­ση μας κοι­νω­νί­ας, όπου ο άνθρω­πος είναι άνθρω­πος, η σχέ­ση του με τον κόσμο είναι ανθρώ­πι­νη, η αγά­πη ανταλ­λάσ­σε­ται μόνο με αγά­πη, η εμπι­στο­σύ­νη μόνο με εμπι­στο­σύ­νη (όπως έγρα­φε ο Καρλ Μαρξ)», τόνι­σε χαρακτηριστικά.

Κανένας δεν δικαιούται να σιωπά

Ολο­κλη­ρώ­νο­ντας μετα­ξύ άλλων ανέ­φε­ρε: «Μετά από αυτή τη δίκη, με τόσα συντρι­πτι­κά στοι­χεία που ήρθαν στο φως της δημο­σιό­τη­τας, δεν θα ήταν υπερ­βο­λή να πού­με ότι κανέ­νας πια δεν δικαιού­ται να είναι ανυ­πο­ψί­α­στος τι σημαί­νει Χρυ­σή Αυγή, τι σημαί­νει ναζι­σμός και φασι­σμός. Και κανέ­νας δεν δικαιού­ται να σιωπά!».

«Τα εκτε­λε­στι­κά απο­σπά­σμα­τα, οι χαφιέ­δες, οι μαυ­ρα­γο­ρί­τες, οι δοσί­λο­γοι, οι βασα­νι­στές, οι συνερ­γά­τες των ναζί ανή­κουν στις πιο ντρο­πια­στι­κές σελί­δες της Ιστο­ρί­ας του τόπου μας. Έτσι και σήμε­ρα. Όσα απο­κα­λύ­φθη­καν στο πλαί­σιο της δίκης αυτής, το πλού­σιο και απο­δει­κτι­κό υλι­κό που ξεδι­πλώ­θη­κε, θα μεί­νει ένα υπο­μνη­στι­κό απο­τύ­πω­μα της Ιστο­ρί­ας στην οποία όλοι λογο­δο­τού­με. Κανείς δεν ξεφεύ­γει από την αμεί­λι­κτη κρι­τι­κή της! Εμείς έχου­με κάνει συνει­δη­τή επι­λο­γή για την οποία είμα­στε περή­φα­νοι και δεν φοβό­μα­στε την κρί­ση. Συμ­βαί­νει, βέβαια, το εξής παρά­δο­ξο σε αυτή τη δίκη, που ίσως θα ξένι­σε κάποιους: 100 χρό­νια Ιστο­ρί­ας και ανεί­πω­των διωγ­μών, στην πάλη για την απε­λευ­θέ­ρω­ση της κοι­νω­νί­ας από τα δεσμά της εκμε­τάλ­λευ­σης, οι κομ­μου­νι­στές δικη­γό­ροι έχου­με συνη­θί­σει να καθό­μα­στε στα απέ­να­ντι έδρα­να, αυτά των συνη­γό­ρων υπε­ρά­σπι­σης. Μας γνω­ρί­ζε­τε να υπε­ρα­σπι­ζό­μα­στε αγω­νι­ζό­με­νους εργά­τες, φοι­τη­τές, βιο­πα­λαι­στές, κατα­τρεγ­μέ­νους πρό­σφυ­γες, ταλαί­πω­ρους μετα­νά­στες, όταν διώ­κο­νται άδι­κα από την τρο­μο­κρα­τία της εργο­δο­σί­ας, την κατα­στο­λή και αυθαι­ρε­σία κρα­τι­κών μηχα­νι­σμών. Σε αυτή τη δίκη, όμως, βρε­θή­κα­με στα έδρα­να της Πολι­τι­κής Αγω­γής. Αλλά αν το καλο­σκε­φτεί κανείς, ίσως και να συμ­βαί­νει και πάλι το ίδιο, στα ίδια έδρα­να καθό­μα­στε, όσο κι αν φαί­νε­ται αυτό οξύ­μω­ρο. Φρό­ντι­σε, άλλω­στε, η κ. εισαγ­γε­λέ­ας της έδρας, με την πρό­τα­σή της, να μας το θυμί­σει. Είμα­στε και σε αυτή τη δίκη υπε­ρα­σπι­στές των ίδιων ανθρώ­πων, των ίδιων αξιών, των ίδιων ιδανικών.

Είμα­στε υπε­ρα­σπι­στές των αγω­νι­στών, όλων αυτών που ξέρου­με ότι δεν συμ­φω­νούν σε όλα μαζί μας, αλλά βαδί­ζου­με μαζί στον ίδιο δρό­μο. Όσοι αγα­να­κτούν με την αδι­κία, αμφι­σβη­τούν τη βαρ­βα­ρό­τη­τα, αφιε­ρώ­νουν την καλ­λι­τε­χνι­κή τους δημιουρ­γία και το ταλέ­ντο τους για την εκδή­λω­ση της ανθρώ­πι­νης ομορ­φιάς, την απο­κά­λυ­ψη της αλή­θειας και την κατα­δί­κη του φασι­σμού. Ο Παύ­λος Φύσ­σας ήταν ένας αγω­νι­στής, αντι­φα­σί­στας, καλ­λι­τέ­χνης. Δολο­φο­νή­θη­κε από τους φασί­στες. Και δεν υπάρ­χουν λόγια παρη­γο­ριάς στη μάνα που θρη­νεί τον αδι­κο­χα­μέ­νο γιο της. Όμως είμα­στε αισιό­δο­ξοι. “Για τις συμ­μο­ρί­ες και τους βασα­νι­στές, δεν υπάρ­χει δρό­μος να δια­βού­νε, για­τί ποτέ δεν ήταν ποι­η­τές”. Μα Παύ­λοι θα υπάρ­χουν πάντα. Οι άνθρω­ποι που είναι άνθρω­ποι. Οι αγω­νι­στές και οι αλύ­γι­στοι, που ακό­μα και στις πιο δύσκο­λες και μαύ­ρες στιγ­μές, υμνούν την ανθρώ­πι­νη ομορ­φιά. Ο Γιάν­νης Ρίτσος στη Λέρο, που ζωγρα­φί­ζει πάνω σε πέτρες το ανθρώ­πι­νο σώμα, “ένιω­θα την ανά­γκη να αντι­πα­ρα­θέ­σω κάτι που είναι δυνα­μι­κό, την ομορ­φιά και τον έρω­τα που είναι οι μεγά­λες και αιώ­νιες αξί­ες της ζωής. Κι έτσι δεν επέ­τρε­πα ούτε στον εαυ­τό μου ούτε στους άλλους να νιώ­σουν ότι έχουν απο­στε­ρη­θεί τη ζωή. Ότι έχει χαθεί η ομορ­φιά, ότι έχουν χαθεί οι αξί­ες της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης”. Ο Ναζίμ Χικ­μέτ από τη φυλα­κή, που υμνεί “την πιο όμορ­φη θάλασ­σα που δεν έχου­με ακό­μα ταξιδέψει”.

Είμα­στε υπε­ρα­σπι­στές των εργα­τών όπου Γης, αυτών που στύ­βουν την πέτρα και βγά­ζουν νερό και τρο­φή, αυτών που δέχο­νται την πιο σκλη­ρή και βάναυ­ση εκμε­τάλ­λευ­ση, των πιο κατα­τρεγ­μέ­νων που ανα­γκά­ζο­νται να ξεσπι­τω­θούν από τις χώρες τους για να ξεφύ­γουν από τον θάνα­το και τις βόμ­βες, των ξερι­ζω­μέ­νων προ­σφύ­γων που βλέ­πουν τα παι­διά τους να πνί­γο­νται σε θαλάσ­σιους φρά­χτες. Αυτών που ξορ­κί­ζουν τους εφιάλ­τες τους και περι­μέ­νουν το χάρα­μα για να πιά­σουν δου­λειά, όταν κάποια ανε­γκέ­φα­λα ανθρω­ποει­δή, τους επι­τί­θε­νται ξαφ­νι­κά μέσα στον ύπνο τους για να τους σκο­τώ­σουν επει­δή δεν είναι Έλλη­νες! Ξέρου­με ότι “αυτοί που αρπά­ζουν το φαΐ απ’ το τρα­πέ­ζι, κηρύ­χνουν τη λιτό­τη­τα”, τρο­μο­κρα­τούν, λυσ­σο­μα­νούν και δολο­φο­νούν. Όμως είμα­στε αισιό­δο­ξοι, για­τί ο ποι­η­τής θυμί­ζει στον κάθε Φύρερ και Μεγά­λο Αρχη­γό: “Στρα­τη­γέ, ο άνθρω­πος είναι χρή­σι­μος πολύ, Ξέρει να πετά­ει, Ξέρει και να σκο­τώ­νει, Μόνο που έχει ένα ελάτ­τω­μα, ‑ξέρει να σκέφτεται”».

Ζητά­με ‑είπε ο συνή­γο­ρος των κομ­μου­νι­στών και συν­δι­κα­λι­στών του ΠΑΜΕ- από το δικα­στή­ριο «να σεβα­στεί­τε την αλή­θεια, που κατά­φε­ρε να περά­σει μέσα από χίλια μύρια κύμα­τα και “συμπλη­γά­δες πέτρες”, προ­κει­μέ­νου να ανα­δυ­θεί μέσα από τη δικα­στι­κή αίθου­σα. Το δικα­στή­ριό σας αυτήν την αλή­θεια έχει χρέ­ος να την δια­σώ­σει ολό­κλη­ρη, να προ­φυ­λά­ξει την ακε­ραιό­τη­τά της από ακρω­τη­ρια­σμούς, στο βωμό σκο­πι­μο­τή­των και επι­κίν­δυ­νων ισορ­ρο­πιών. Για­τί η Ιστο­ρία δεν συγχωρεί.

Θα μου επι­τρέ­ψε­τε να κλεί­σω την αγό­ρευ­σή μου, με κάποιους αγα­πη­μέ­νους στί­χους του ποι­η­τή Γιάν­νη Νεγρε­πό­ντη, δεσμώ­τη της χού­ντας στη Γυά­ρο, μελο­ποι­η­μέ­νους από τον αξέ­χα­στο Μάνο Λοΐ­ζο, που όταν τους πρω­τά­κου­σα, μαθη­τής ακό­μα, με άγγι­ξαν βαθιά και με σημά­δε­ψαν. Κι ήταν αυτοί οι στί­χοι που μου ήρθαν αμέ­σως στο μυα­λό όταν άκου­σα για τη δολο­φο­νία του αντι­φα­σί­στα μου­σι­κού Παύ­λου Φύσσα.

Κι αυτούς τους στί­χους θα ήθε­λα να τους αφιε­ρώ­σω στην οικο­γέ­νειά του, τη μητέ­ρα του, την αγα­πη­μέ­νη μας Μάγδα, και τους φίλους του.

Στη γει­το­νιά μου την παλιά είχα ένα φίλο που ήξε­ρε και έπαι­ζε τ’ ακορντεόν,

όταν τρα­γού­δα­γε, φτυ­στός ήταν ο ήλιος, φωτιές στα χέρια του άνα­βε τ’ ακορντεόν.

Μα ένα βρά­δυ σκο­τει­νό σαν όλα τ’ άλλα κρά­τα­γε τσί­λιες παί­ζο­ντας ακορντεόν

γερ­μα­νι­κά καμιό­νια στά­θη­καν στη μάντρα και μια ριπή στα­μά­τη­σε τ’ ακορντεόν.

Τ’ αρχι­νι­σμέ­νο σύν­θη­μα πάντα μου μένει, όπο­τε ακούω από τότε ακορντεόν

κι έχει σαν στά­μπα τη ζωή μου σημα­δέ­ψει δε θα περά­σει ο φασισμός».

«Αλλά για να συμ­βεί αυτό ‑τόνι­σε- χρειά­ζε­ται οι εργα­ζό­με­νοι, οι νέοι άνθρω­ποι να βρί­σκο­νται συνε­χώς σε εγρή­γορ­ση, να έχουν πάντα ανοι­χτά και άγρυ­πνα τα μάτια της ψυχής τους και, το κυριό­τε­ρο, να αντι­με­τω­πί­σουν τη ρίζα του κακού, το εκκο­λα­πτή­ριο που επω­ά­ζει το αυγό του φιδιού, το ίδιο το σύστη­μα της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρωπο».

Πηγή: 902.gr

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο