Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δίκη Χρυσής Αυγής: Οι αντιφάσεις και ο «ανθρωπισμός» του χρυσαυγίτη Ν. Τσόρβα

Αναι­ρώ­ντας κρί­σι­μο σημείο της ανα­κρι­τι­κής απο­λο­γί­ας του λογο­δό­τη­σε σήμε­ρα στη δίκη της Χρυ­σής Αυγής ο κατη­γο­ρού­με­νος στην υπό­θε­ση της δολο­φο­νί­ας του Παύ­λου Φύσ­σα, Νικό­λα­ος Τσόρ­βας. Στην απο­λο­γία του, σήμε­ρα, ο Ν. Τσόρ­βας αναί­ρε­σε προη­γού­με­νη ανα­κρι­τι­κή απο­λο­γία του, λέγο­ντας πως τελι­κά δεν είδε συνο­δη­γό στο αυτο­κί­νη­το του Ρουπακιά.

Ωστό­σο, η απο­λο­γία του, όπως και του ξάδερ­φού του, είναι πολύ σημα­ντι­κή για­τί φέρ­νει τον δολο­φό­νο στο σημείο του εγκλή­μα­τος μαζί με το υπό­λοι­πο τάγ­μα εφό­δου της Τοπι­κής Νίκαιας και έτσι καταρ­ρί­πτει τον ισχυ­ρι­σμό ότι έδρα­σε μόνος του και αυτοβούλως.

Χθες, ο εξά­δελ­φός του, Αθα­νά­σιος Τσόρ­βας, ανέ­φε­ρε πως όταν βρέ­θη­κε μαζί με τον Νικό­λαο Τσόρ­βα στον τόπο του εγκλή­μα­τος δεν είδε τον καθ’ ομο­λο­γία δολο­φό­νο, Γιώρ­γο Ρουπακιά.

Ο κατη­γο­ρού­με­νος δέχθη­κε καται­γι­σμό ερω­τή­σε­ων από την πρό­ε­δρο για τη νέα εκδο­χή που υιο­θέ­τη­σε σήμε­ρα, ωστό­σο επέ­μει­νε στην άπο­ψη πως ο Ρου­πα­κιάς πήγε στον τόπο του εγκλή­μα­τος μόνος του. Το αν πήγε μόνος του ή όχι ο καθ’ ομο­λο­γία δολο­φό­νος στο σημείο του εγκλή­μα­τος απα­σχο­λεί στο δικα­στή­ριο, καθώς ο θεω­ρού­με­νος ως συνο­δη­γός του δρά­στη της δολο­φο­νί­ας είναι ο Ιωάν­νης Καζαν­τζό­γλου, το κινη­τό του οποί­ου βρέ­θη­κε στο αυτο­κί­νη­το του Γιώρ­γου Ρου­πα­κιά. Ο ίδιος ο Καζαν­τζό­γλου, αν και άλλα στοι­χεία της υπό­θε­σης τον συν­δέ­ουν με τον τόπο και τον χρό­νο, αρνεί­ται πως βρέ­θη­κε εκεί.

Ο κατη­γο­ρού­με­νος ανα­φέρ­θη­κε στο μήνυ­μα-κάλε­σμα για τα γρα­φεία της Τοπι­κής το επί­μα­χο βρά­δυ. Είπε πως πήγε μαζί με τον Αθα­νά­σιο Τσόρ­βα, αλλά τα βρή­καν κλει­στά. Και αυτός υπο­στή­ρι­ξε ότι φεύ­γο­ντας, τυχαία, είδαν το αυτο­κί­νη­το του Γ. Ρου­πα­κιά και το ακο­λού­θη­σαν. Στην ανα­κρί­τρια είχε ανα­φερ­θεί και σε δεύ­τε­ρο άτο­μο που είχε δει στη θέση του συνο­δη­γού. Σήμε­ρα, ωστό­σο, δεν ανέ­φε­ρε συνο­δη­γό, με απο­τέ­λε­σμα να δεχθεί ερω­τή­σεις από έδρας.

Κατη­γο­ρού­με­νος: Στην αρχή νόμι­ζα ότι είδα, αλλά ήταν άλλο αυτο­κί­νη­το τελικά.

Πρό­ε­δρος: Ανα­φέ­ρε­στε σε ένα χέρι που ο συνο­δη­γός είχε απ’ έξω; Ήσα­σταν τόσο περιγραφικός…

Κατη­γο­ρού­με­νος: Δεν έγι­νε έτσι. Δεν είδα άλλο άτο­μο, σε άλλα αμά­ξια είδα συνο­δη­γούς με το χέρι απ’ έξω. Στου Ρου­πα­κιά δεν είδα. Εγώ δεν περιέ­γρα­φα το αμά­ξι του Ρου­πα­κιά. Είπα στην ανα­κρί­τρια ότι στο αμά­ξι του Ρου­πα­κιά δεν ήταν κανέ­νας και περιέ­γρα­ψα τι είδα στα άλλα οχή­μα­τα. Τότε εκεί­νη χτύ­πη­σε το χέρι στο τρα­πέ­ζι και είπε «λες ψέμματα».

Πρό­ε­δρος: Σε άλλο σημείο της απο­λο­γί­ας σας στην ανα­κρί­τρια, πάντως, λέτε ότι είδα­τε μόνο του το αμά­ξι του Ρου­πα­κιά και ότι έλει­παν τα δύο άτομα…

Πάρε­δρος: Η περι­κο­πή της απο­λο­γία σας είναι πολύ ανα­λυ­τι­κή… τα λέτε με πολύ λεπτο­μέ­ρεια. Πώς κάθονταν…

Κατη­γο­ρού­με­νος: Τα έχω πει στην ανα­κρί­τρια αλλά όχι για το αμά­ξι του Ρου­πα­κιά. Δεν ξέρω πως έγι­νε αυτό.

Ο κατη­γο­ρού­με­νος υπο­στή­ρι­ξε πως στο σημείο που μαχαι­ρώ­θη­κε ο Παύ­λος Φύσ­σας δεν είδε συμπλο­κή: «Άκου­σα φωνές σαν τσα­κω­μό. Δεν ήταν σαν φωνές κατά τη διάρ­κεια πάλης. Υπήρ­χε μια κινη­τι­κό­τη­τα αλλά δεν είδα ανθρώ­πους να τσα­κώ­νο­νται. Υπήρ­χε έντα­ση αλλά όχι σωμα­τι­κή, μόνο με τις φωνές». Όπως, μάλι­στα, σημεί­ω­σε, αυτός δεν άκου­σε το «αστυ­νο­μία σπά­στε», που είπε χθες ο εξά­δελ­φός του πως άκου­σαν και έφυ­γαν. «Είδα ανθρώ­πους να φεύ­γουν σαστι­σμέ­νοι, σαν κάτι να έχει γίνει», πρόσθεσε.

Πρό­ε­δρος: Περιέρ­γεια για το τι είχε γίνει, δεν είχατε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Είχα, αλλά περισ­σό­τε­ρο ήθε­λα να φύγω. Αν συνέ­βαι­νε κάτι με τον Ρου­πα­κιά θα το μάθαι­να την επό­με­νη ημέρα…

Πρό­ε­δρος: Για­τί πήγε το μυα­λό σας στον Ρουπακιά;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Για­τί ο Ρου­πα­κιάς στα­μά­τη­σε. Αυτόν ήξε­ρα, αυτός με ενδιέ­φε­ρε. Είδα το αυτο­κί­νη­το στην Τσαλ­δά­ρη ανά­πο­δα, αλλά μέχρι εκεί.

«Δεν τον είδα να κατε­βαί­νει από το αυτο­κί­νη­το» ανέ­φε­ρε για τον Ρου­πα­κιά, συμπλη­ρώ­νο­ντας πως όταν δια­πί­στω­σαν πως υπήρ­χε αστυ­νο­μία απο­φά­σι­σαν με τον ξάδελ­φό του να φύγουν. Ωστό­σο, λίγα λεπτά αργό­τε­ρα, μετά από δική του προ­τρο­πή, επέ­στρε­ψαν καθώς θεώ­ρη­σαν ότι ίσως χρεια­ζό­ταν να «χωρί­σου­με κάποιο δικό μας άνθρω­πο» αφού την ώρα που έφευ­γαν είδαν αστυ­νο­μι­κούς να «τρα­βά­νε κάποιον».

Πρό­ε­δρος: Άνθρω­ποι που δεν είχα­τε δει προ­θυ­μο­ποι­η­θή­κα­τε να τους βοη­θή­σε­τε ενώ ήταν εκεί η αστυ­νο­μία; Για­τί γυρί­σα­τε, αυτό είναι το ερώτημα.

Κατη­γο­ρού­με­νος: Απλά σκέ­φτη­κα ανθρωπιστικά.

Πρό­ε­δρος: Αυτό είναι αόρι­στο, ποιον πήγα­τε να χωρίσετε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Δεν κατά­φε­ρα καν να φτά­σω. Δεν είδα κανέ­ναν. Φαντά­στη­κα ότι ήταν γνω­στοί από τα γρα­φεία. Ακο­λού­θη­σα τον Ρου­πα­κιά κι αν δεν έβλε­πα το αμά­ξι του δεν θα ήμουν καν εκεί.

Ο κατη­γο­ρού­με­νος είπε επί­σης στο δικα­στή­ριο πως ήξε­ρε μόνο φυσιο­γνω­μι­κά τον Παύ­λο Φύσ­σα, από τις συναυ­λί­ες του, τονί­ζοζ­ντας επί­σης πως δεν υπήρ­χε εντο­λή, ενώ σημεί­ω­σε πως ο λόγος που βρί­σκε­ται κατη­γο­ρού­με­νος δεν είναι άλλος από το τηλε­φώ­νη­μα που έκα­νε στο Γ. Ρου­πα­κιά, αφού είχε προσαχθεί.

Κατη­γο­ρού­με­νος: Έκα­να το μεγα­λύ­τε­ρο λάθος της ζωής μου, πήρα τηλέ­φω­νο το Ρου­πα­κιά. Τα ανθρώ­πι­να λάθη πλη­ρώ­νο­νται ακρι­βά… Δεν κρύ­βο­μαι, δεν έχω να κρύ­ψω κάτι.

Πρό­ε­δρος: Για­τί πήρα­τε τον Ρουπακιά;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Για­τί τον είχα μπρο­στά μου σε ολό­κλη­ρη τη δια­δρο­μή, είχα οικειό­τη­τα μαζί του. Έκα­να και μια ακό­μη κλή­ση στον Πατέ­λη, για­τί μου το ζήτη­σε ο Ρου­πα­κιάς αλλά δεν πρό­λα­βα να του πω κάτι, μου το έκλει­σε. Προ­φα­νώς γινό­ταν χαμός εκεί­νη την ώρα με τις μετα­ξύ τους επικοινωνίες. (…)

Εισαγ­γε­λέ­ας: Ποιο συμπέ­ρα­σμα βγά­ζε­τε εκ των υστέρων;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Δεν ξέρω για­τί έγι­ναν όλα αυτά, το λάθος μου ήταν ότι επι­κοι­νώ­νη­σα με τον Ρου­πα­κιά, με έναν άνθρω­πο που δεν ήξε­ρα τι είχε κάνει.

Εισαγ­γε­λέ­ας: Υπήρ­χε εντολή;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Όχι, δεν υπήρ­χε τέτοιο πράγ­μα. Δεν ήξε­ρα τον Παύ­λο Φύσσα.

Λόγω κωλύ­μα­τος μέλους της σύν­θε­σης του δικα­στη­ρί­ου, η δια­δι­κα­σία θα συνε­χι­στεί αύριο με την απο­λο­γία του τελευ­ταί­ου κατη­γο­ρού­με­νου στην υπό­θε­ση της δολο­φο­νί­ας του Παύ­λου Φύσ­σα, Αρι­στο­τέ­λη Χρυσαφίτη.

Η ακρο­α­μα­τι­κή δια­δι­κα­σία θα συνε­χι­στεί τον Σεπτέμ­βριο, μετά την καλο­και­ρι­νή δια­κο­πή, με τις απο­λο­γί­ες των υπό­λοι­πων πενή­ντα κατηγορουμένων.

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από ΑΠΕ-ΜΠΕ και Newsit

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο