Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δεν θα μου λείψουν!

Γρά­φει ο Cogito ergo sum //

Κάποιοι μίλη­σαν για ιστο­ρι­κή μέρα. Ίσως νά ‘χουν δίκιο. Μόνο που το δίκιο τους θα απο­δει­χτεί (αν απο­δει­χτεί) μετά από χρό­νια, μιας και η ιστο­ρία τού παρό­ντος δεν γρά­φε­ται παρά μόνο στο μέλ­λον. Κάποιοι άλλοι είπαν κάτι για αλλα­γή επο­χής. Φοβά­μαι πως δεν θα συμ­φω­νή­σω μαζί τους, αν και πολύ θα ήθε­λα να μη δια­ψευ­σθούν. Και κάποιοι τρί­τοι δια­λά­λη­σαν ότι για πρώ­τη φορά η χώρα απο­κτά αρι­στε­ρή κυβέρ­νη­ση. Σ’ αυτούς θά ‘θελα να θυμί­σω ότι τα ίδια ακρι­βώς λόγια ακού­στη­καν και στις 18 Οκτώ­βρη 1981…

Όμως, ας μη γινό­μα­στε μεμ­ψί­μοι­ροι τέτοιες ώρες. Καλύ­τε­ρα ν’ αφή­σου­με τους και­νούρ­γιους να δώσουν τα πρώ­τα δείγ­μα­τα γρα­φής τους και κατό­πιν θα έχου­με όλο τον χρό­νο να τους σχο­λιά­σου­με κατάλ­λη­λα. Προς το παρόν, ας ξεπρο­βο­δί­σου­με τους παλιούς που φεύ­γουν. Δυστυ­χώς, όσο κι αν θέλω να φανώ ευγε­νής, δεν μπο­ρώ ούτε να τους ευχη­θώ καλό κατευό­διο ούτε να τους χτυ­πή­σω με συμπά­θεια στην πλά­τη και να τους πω “στο επα­νι­δείν”. Βλέ­πε­τε, δεν θα μου λεί­ψουν καθόλου:

- Ο ψευ­το­τσα­μπου­κάς τού Σαμα­ρά. Αυτό το για­λαν­τζί κου­τσα­βά­κι­κο στυ­λά­κι “δεν σε κοι­τάω για να μη γελάω”, αυτό το ντε­μέκ μάγκι­κο βλέμ­μα υπό γωνία κι αυτό το φτη­νό νταη­λί­κι “θέλα­τε να μας ρίξε­τε, κύριε Τσί­πρα;” δεν πρό­σβα­λαν απλώς τήν αξιο­πρέ­πειά μας. Κυρί­ως, συνι­στού­σαν προ­σβο­λή για όλους εκεί­νους τους γνή­σιους μάγκες, όπως τους διέ­σω­σαν στα γρα­φτά τους ο Νίκος Τσι­φό­ρος κι ο Ηλί­ας Πετρό­που­λος και στα τρα­γού­δια τους ο Μάρ­κος Βαμ­βα­κά­ρης, ο Στρά­τος Παγιουμ­τζής κι όλοι οι μεγά­λοι ρεμπέτες.

- Η υπε­ρο­ψία του Βενι­ζέ­λου. Ο πρό­ε­δρος του ΠαΣοΚ διεκ­δι­κεί με αξιώ­σεις τον τίτλο του πλέ­ον αντι­πα­θη­τι­κού πολι­τι­κού τής μετα­πο­λί­τευ­σης. Πρό­κει­ται για την μονα­δι­κή περί­πτω­ση πολι­τι­κού, ο οποί­ος έκα­νε ό,τι ήθε­λε, φρο­ντί­ζο­ντας να νομο­θε­τεί με τέτοιον τρό­πο ώστε να μη μπο­ρεί να διω­χθεί για σκάν­δα­λο. Η εμπλο­κή του στο θέμα των υπο­βρυ­χί­ων, στο θρίλ­λερ με την λίστα Λαγκάρντ αλλά και στην ιστο­ρία με το Mall είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κή. Ευτυ­χώς, ο “μη μου κου­νάς εμέ­να το δάχτυ­λο” φαί­νε­ται πως βρί­σκε­ται κοντά στην έξο­δο από την πολι­τι­κή σκηνή.

- Οι ασυ­ναρ­τη­σί­ες του Γεωρ­γιά­δη. Δεν πιστεύ­α­με τ’ αφτιά μας ακού­γο­ντας τον τότε υπουρ­γό υγεί­ας να περη­φα­νεύ­ε­ται ότι τα μέτρα διά­λυ­σης του συστή­μα­τος υγεί­ας τα έπαιρ­νε αυτός ο ίδιος και δεν εκτε­λού­σε εντο­λές καμ­μιάς τρόι­κας, κάνα­με και­νούρ­γιο συκώ­τι από τα γέλια, βλέ­πο­ντάς τον να προ­σπα­θεί να τεκ­μη­ριώ­σει το ότι οι αρι­στε­ροί είναι λίγο-πολύ σατα­νά­δες, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας την αρχαιο­ελ­λη­νι­κή γραμ­μα­τεία και αγα­να­χτή­σα­με με τις τσι­ρί­δες που έβγα­ζε ό,τι κι αν έλεγε.

- Η αμε­τρο­έ­πεια του Δέν­δια. Ακό­μη περι­μέ­νου­με την μήνυ­ση που θα έκα­νε στον Γκάρ­ντιαν ο τότε υπουρ­γός προ­στα­σί­ας τού πολί­τη, σε αντί­θε­ση με την σπου­δή που έδει­ξε όταν ανα­κοί­νω­νε δικα­στι­κή από­φα­ση η οποία δεν είχε ακό­μη εκδοθεί.

- Η κοροϊ­δία τού Βρού­τση. Ο υπουρ­γός που, ενώ κατε­δά­φι­σε μεθο­δι­κά και πλή­ρως όποιο εργα­σια­κό ή ασφα­λι­στι­κό δικαί­ω­μα είχαν αφή­σει όρθιο οι προ­κά­το­χοί του, τόλ­μη­σε να πει ότι μ’ αυτόν τον τρό­πο ολο­κλη­ρώ­νε­ται η… απο­σο­βιε­το­ποί­η­ση της εργασίας.

- Η απύθ­με­νη βλα­κεία του Χρυ­σο­χο­ΐ­δη. Ο μόνος υπουρ­γός που πιά­στη­κε κορόι­δο και παρα­δέ­χθη­κε ότι ψήφι­ζε νομο­σχέ­δια δίχως να τα έχει δια­βά­σει πρώ­τα. Ο υπουρ­γός που μοί­ρα­σε έξτρα πανω­προί­κι μερι­κών δισε­κα­τομ­μυ­ρί­ων στους εργο­λά­βους, επει­δή ‑άκου­σον! άκου­σον!- οι εισπρά­ξεις τους δεν έφτα­σαν στο ύψος που υπο­λό­γι­ζαν όταν υπέ­γρα­φαν τις συμ­βά­σεις τους! Ο υπουρ­γός που, λίγες μέρες πριν τον στεί­λει σπί­τι του ο λαός, περη­φα­νεύ­τη­κε για το… έργο του, λέγο­ντας “μακά­ρι να είχαν κι άλλοι υπουρ­γοί να επι­δεί­ξουν τέτοιο έργο”.

- Η προ­κλη­τι­κό­τη­τα του Λοβέρ­δου. Ως υπουρ­γός υγεί­ας, έβγα­λε στην δημο­σιό­τη­τα ονό­μα­τα ορο­θε­τι­κών γυναι­κών, δήθεν για να προ­στα­τεύ­σει την κοι­νω­νία. Ως υπουρ­γός παι­δεί­ας, ζήτη­σε από τους άνερ­γους εκπαι­δευ­τι­κούς να δου­λέ­ψουν εθε­λο­ντι­κά, παίρ­νο­ντας μόρια αντί για μισθό. Ενδιά­με­σα, πρό­λα­βε να τσα­κω­θεί με τον Βενι­ζέ­λο, να φτιά­ξει δικό του κόμ­μα, να προ­σπα­θή­σει να στή­σει συνερ­γα­σί­ες και να επι­στρέ­ψει στο ΠαΣοΚ για να γίνει υπουρ­γός του Σαμαρά.

- Η φτή­νια των κυβερ­νη­τι­κών εκπρο­σώ­πων. Το μόνο που κατά­φε­ραν ο Σίμος Κεδί­κο­γλου και η διά­δο­χός του Σοφία Βούλ­τε­ψη ήταν να μας κάνουν να γελά­σου­με με την καρ­διά μας και να τους φασκε­λώ­σου­με κατά κόρον. Θα μεί­νουν αλη­σμό­νη­τες οι ατά­κες του μεν πρώ­του όταν έρρι­χνε μαύ­ρο στην δημό­σια ραδιο­τη­λε­ό­ρα­ση “γλι­τώ­σα­με από το χαρά­τσι τής ΕΡΤ”, της δε δεύ­τε­ρης όταν παρα­μο­νές των εκλο­γών συνι­στού­σε στον Γιώρ­γο Οικο­νο­μέα να προ­μη­θευ­τεί χαρ­τί υγεί­ας επει­δή με τον ΣυΡι­ζΑ στην εξου­σία θα έρθουν δύσκο­λες μέρες. Δυστυ­χώς, χάρη σ’ αυτούς τους δυο, έσπα­σαν πολ­λές τηλε­ο­ρά­σεις, οπό­τε η απου­σία τους θα είναι ωφέλιμη.

- Οι πρά­ξεις νομο­θε­τι­κού περιε­χο­μέ­νου, τα νομο­σχέ­δια εκα­το­ντά­δων σελί­δων σε ένα μόνο άρθρο και οι επι­στρα­τεύ­σεις απερ­γών. Ποτέ μια κυβέρ­νη­ση δεν έδει­ξε τόσο έντο­νη αντι­δη­μο­κρα­τι­κή συμπε­ρι­φο­ρά και δεν απα­ξί­ω­σε τόσο πρό­στυ­χα τους θεσμούς που υπο­τί­θε­ται ότι τάχτη­κε να υπη­ρε­τεί, όσο η απερ­χό­με­νη συγκυβέρνηση.

Θα μπο­ρού­σα να πω ότι θα μου λεί­ψουν μερι­κές ομορ­φιές, όπως π.χ. τα παξι­μά­δια του Τζαμ­τζή, οι λάμπες πετρε­λαί­ου του Ταμή­λου, το σαξές στό­ρυ και το wi-fi του Σαμα­ρά, η βρο­χή λεφτών της Σπυ­ρά­κη, τα «παντε­λό­νια» του Μεϊ­μα­ρά­κη, η αυτο­πε­ποί­θη­ση του Τρα­γά­κη, η ανοη­σία του Μπαλ­τά­κου, η μπουρ­δο­λο­γία της Μακρή, η μού­ρη του Κρα­νι­διώ­τη, οι υπο­κλί­σεις στους εφο­πλι­στές του Βαρ­βι­τσιώ­τη, η χαζο­χα­ρου­με­νιά του Πλεύ­ρη, ο ηλί­θιος αντι­κομ­μου­νι­σμός του Βορί­δη… Ομο­λο­γώ ότι πέρα­σα πολ­λές δια­σκε­δα­στι­κές στιγ­μές παρα­κο­λου­θώ­ντας όλους αυτούς (και πολ­λούς άλλους ακό­μη) να προ­σπα­θούν να δώσουν βάθος στην ρηχό­τη­τά τους.

Δυστυ­χώς, όμως, όσο σκέ­φτο­μαι ότι χάρη σ’ αυτούς ζήσα­με έργα και ημέ­ρες της πιο ακρο­δε­ξιάς και πιο αντι­δη­μο­κρα­τι­κής μετα­πο­λι­τευ­τι­κής κυβέρ­νη­σης, δεν μπο­ρώ παρά να χαρώ που φεύ­γουν. Αν, μάλι­στα, ξεχνού­σα τους καλούς μου τρό­πους, θα μπο­ρού­σα να τους στεί­λω και στα τσακίδια…

Ναι! Δεν θα μου λεί­ψουν καθόλου!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο