Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δύο ποιήματα για τον ένα χρόνο «πρωτοδεύτερη» Αριστερά

Γρά­φει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Ένας χρό­νος “πρω­το­δεύ­τε­ρη” Αρι­στε­ρά, με τρί­το μνη­μό­νιο στη σει­ρά και δύο ποι­ή­μα­τα από την πλευ­ρά μου, ένα που γρά­φτη­κε την αμέ­σως επό­με­νη μέρα των εκλο­γών της 25ης Ιανουα­ρί­ου 2015 κι ένα μόλις χθες, τη Δευ­τέ­ρα 26 του μήνα τρέ­χο­ντος έτους. Επι­μέ­νω ιδιαί­τε­ρα στις ημε­ρο­μη­νί­ες, για­τί βέβαια κάποιοι γνω­ρί­ζα­με από πριν που θα κατέ­λη­γαν τα πράγματα…

Ναι, οι συνε­χείς προ­σαρ­μο­γές της κυβέρ­νη­σης του Αλέ­ξη Τσί­πρα στις πιέ­σεις και τις επι­λο­γές των διευ­θυ­ντή­ριων της ΕΕ οδη­γούν τον ΣΥΡΙΖΑ στη γελοιο­ποί­η­ση. Αυτή δεν είναι κυβέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς, είναι φτε­ρό στον άνε­μο της κρί­σης. Αλλά τίπο­τα δεν έχει τελειώ­σει. Τώρα είναι η ώρα να κλι­μα­κώ­σου­με όλοι μαζί ενω­μέ­νοι ενά­ντια στους οικο­νο­μι­κούς και ρατσι­στι­κούς δολο­φό­νους αυτού του βάρ­βα­ρου συστήματος.

Αλλά τα πολ­λά λόγια είναι φτώ­χεια. Προ­χω­ρά­με κατευ­θεί­αν στα ποιήματα…

 

Ελπί­δα (της εθνι­κής συμφιλίωσης)

η Ελπί­δα έρχεται
χαμο­γε­λά­ει ευτυχισμένη
μεθά­ει με ηδο­νι­κά ποτά
της εθνι­κής συμφιλίωσης
της νίκης του λαού
ξαπλώ­νει σε κρεβάτι
στρω­μέ­νο με κόκ­κι­να γαρύφαλλα
βάζει μου­σι­κή, ονειρεύεται
ένα ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα
μπο­ρού­με, λέει, μπορούμε
κι ανοί­γει τα πόδια της
αργά και βασανιστικά
κρα­τά­ει χαρακτήρα
δεν είναι καμιά εύκολη
και γυρί­ζει αριστερά
με το μυα­λό, δεξιά στην πόρτα
που περι­μέ­νουν οι εραστές
ένας με τρε­νά­κι στη βαλί­τσα του
ανυ­πό­μο­νος ως έφηβος
στο πρώ­το του ραντεβού
άλλος με μπλο­κά­κι στο χέρι
κόκ­κι­νο για την περίσταση
και μια βέσπα σε χρώ­μα γαλάζιο
ναι, περι­μέ­νει τους εραστές
γλυ­κο­χα­ρά­ζει η αυγή, περιμένει
ενώ έξω στο κρύο
πέρα στις φτω­χο­γει­το­νιές, στα εργοστάσια
μέσα σε καπνούς και σε βρισιές
ετοι­μά­ζε­ται μια νέα γενι­κή απεργία.

(Δευ­τέ­ρα 26/1/2015)

 Ανα­ζή­τη­ση

στις κυρια­κά­τι­κες βόλ­τες μας
ψάχνα­με να βρούμε
που η ελπί­δα κρύφτηκε
δεν χρειά­στη­κε πολύ
μέσα σε καταυ­λι­σμούς προσφύγων
σε απερ­για­κές φρουρές
σε μίζε­ρα σπίτια
με τοί­χους ιδρωμένους
κι άρρω­στα παιδιά
εκεί τη βρήκαμε

στις πολι­τι­κές εξορ­μή­σεις μας
ψάχνα­με να βρούμε
που η ελπί­δα κρύφτηκε
δεν χρειά­στη­κε πολύ
στο παρά­πο­νο του συνταξιούχου
στην άδεια τσά­ντα της νοικοκυράς
σε γήπε­δα με κίτρι­νες σημαίες
ακό­μα και στα μνήματα
όσων αυτοκτόνησαν
εκεί τη βρήκαμε

στα όνει­ρα μας
ψάχνα­με να βρούμε
που η ελπί­δα κρύφτηκε
δεν χρειά­στη­κε πολύ
σε ανα­μνή­σεις πέντε χρόνων
εξα­θλί­ω­σης, σε γλέντια
με κρα­σί και μπύρα
σε κρυ­φά βλέμματα
σε τολ­μη­ρές εξομολογήσεις
εκεί τη βρήκαμε

στα κοι­νω­νι­κά συσσίτια
ψάχνα­με να βρούμε
που η ελπί­δα χάθηκε
δεν χρειά­στη­κε πολύ
σε τρα­γού­δια χρό­νων παλιών
σε θεα­τρι­κές παραστάσεις
με ανα­φο­ρές στον Μπρεχτ
και τον Βάρναλη
σε νύχτες μοναξιάς
εκεί τη βρήκαμε

ψάχνα­με την ελπίδα
την βρή­κα­με, πληγωμένη

κάποιοι την είχαν γράψει
σε από­κρυ­φο σημείο
κι ύστε­ρα μιλού­σαν για συγκρούσεις
κοι­νω­νι­κές, τους ξέρουμε
τα ψέμα­τα τους
μας άνοι­ξαν τα μάτια

(Δευ­τέ­ρα 25/1/2016)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο