Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δύο ποιήματα του Πωλ Ελυάρ

Επι­μέ­λεια Κων­στα­ντί­νος Δέδες //

«Λαέ βασι­λιά, λαέ απελπισμένε,/ δεν έχεις πια να χάσεις/ παρά τη λευ­τε­ριά σου». Οι στί­χοι αυτοί, ανή­κουν στον Γάλ­λο Πωλ Ελυάρ, τον μεγά­λο κομ­μου­νι­στή ποι­η­τή που έφυ­γε από τη ζωή σαν σήμε­ρα, 18 Νοέμ­βρη, προ­δο­μέ­νος από την καρ­διά του. Ο Ελυάρ, επι­σκέ­φθη­κε την Ελλά­δα στα τέλη του Μάη του 1949 έπει­τα από πρό­σκλη­ση του ΕΑΜ. Ο ίδιος συμ­με­τεί­χε σε ΕΑΜι­κές εκδη­λώ­σεις σε Αθή­να και Θεσ­σα­λο­νί­κη, ενώ βρέ­θη­κε δίπλα στους αντάρ­τες του ΔΣΕ στο Γράμ­μο όπου έγρα­ψε και ύμνη­σε μέσα από μια σει­ρά ποι­η­μά­των (Ελλά­δα, ρόδο του λογι­κού μου) τον αγώ­να των ανταρτών.

Ο Γράμ­μος

​«Ο Γράμ­μος είν’ λίγο τραχύς
οι άνθρω­ποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρ­βα­ρους σκοτώνουμε
μικραί­νου­με τη νύχτα
Κι απ’ το μπα­ρού­τι πιο κουτοί
μας αγνο­ούν οι εχθροί μας
Δεν ξέρουν τίπο­τα απ’ τον άνθρωπο
ούτε απ’ την έξο­χη τη δύνα­μή του
Η καρ­διά μας στιλ­βέ­νει την πέτρα».

Προ­σεύ­χο­νται οι χήρες και οι μανάδες

«Είχα­με δώσει τα χέρια μας
και τα μάτια μας γελού­σαν δίχως λόγο
Με τα όπλα και με το αίμα
λυτρώ­στε μας από το φασισμό
Νανου­ρί­ζα­με ολά­κε­ρο το φως
και τα στή­θη μας φού­σκω­ναν γάλα
Αφή­στε μας να πάρου­με ντουφέκι
να βάλου­με σημά­δι τους φασίστες
Ημα­σταν η πηγή και ο ποταμός
κι ωκε­α­νός να γίνου­με όνει­ρό μας
Τον τρό­πο μόνο δώστε μας
μην πάρουν χάρην οι φασίστες
Από τους νεκρούς μας είν’ λιγότεροι
κανέ­να δεν είχαν σκο­τώ­σει οι νεκροί μας.
Αγα­πιό­μα­στε δίχως να το σκεφτούμε
Τίπο­τα δεν κατα­λα­βαί­νου­με έξω από τη ζωή
Αφή­στε μας να πάρου­με ντουφέκι
κι ενά­ντια θα πεθά­νου­με στο θάνατο».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο