Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ελένη Κανάκη: Οι μνήμες

Είμαι σε μια ηλι­κία που δεν περι­μέ­νω πια συντα­ρα­κτι­κές αλλα­γές στη ζωή μου και έχω μάθει να προ­σαρ­μό­ζο­μαι στις δυσά­ρε­στες εκπλή­ξεις που φέρ­νει η ζωή στο μέτρο που μπο­ρώ να τις αντι­με­τω­πί­ζω με σχε­τι­κή επι­τυ­χία. Αυτό δεν σημαί­νει ότι έχω στα­μα­τή­σει κάποιες δρα­στη­ριό­τη­τες που με κρα­τά­νε σε εγρή­γορ­ση και θέλω να πιστεύω ότι έχω καλή φυσι­κή και πνευ­μα­τι­κή κατάσταση.

Γι’ αυτό και όταν ξεκί­νη­σε η ιστο­ρία της «παν­δη­μί­ας» στην αρχή του­λά­χι­στον δεν ένοιω­σα ότι θα έχα­να όσα θεω­ρού­σα δεδο­μέ­να μέχρι εκεί­νη τη στιγ­μή στην καθη­με­ρι­νό­τη­τα μου ώσπου ήρθε ο ανα­γκα­στι­κός εγκλει­σμός για να με δια­ψεύ­σει πανηγυρικά.

Ψάχνο­ντας το δια­δί­κτυο για την ετυ­μο­λο­γία της λέξης εγκλει­σμός διά­βα­σα ότι είναι η ενέρ­γεια με την οποία κάποιος υπο­χρε­ώ­νε­τε να μεί­νει περιο­ρι­σμέ­νος σε κλει­στό χώρο (σωφρο­νι­στι­κό ίδρυ­μα, φυλα­κή, ψυχια­τρείο ή στο σπί­τι του) και κατά­λα­βα ότι η περί­ο­δος του εγκλει­σμού δεν θα ήταν εύκο­λη υπόθεση.

Απο­φα­σί­σα­με λοι­πόν με τον σύντρο­φό μου από την αρχή της δοκι­μα­σί­ας να προ­σπα­θή­σου­με να δια­τη­ρή­σου­με την ψυχραι­μία μας και να μην αφή­σου­με αυτή την κατά­στα­ση να μας δημιουρ­γή­σει προβλήματα.

Εφό­σον τα παι­διά μας είναι μακριά θα βρί­σκα­με τρό­πους να δρα­πε­τεύ­ου­με νόμι­μα από τα μέτρα που ήμα­στε ανα­γκα­σμέ­νοι εκ των πραγ­μά­των να τηρήσουμε.

Ευτυ­χώς είχα­με παρέα το σκυ­λά­κι μας τον Άρη και η βόλ­τα μαζί του σε συν­δυα­σμό με άλλες δρα­στη­ριό­τη­τες (τρέ­ξι­μο, περ­πά­τη­μα, διά­βα­σμα, ενη­μέ­ρω­ση, μαγεί­ρε­μα) μας έδι­ναν ανά­σες και διέ­ξο­δο από την καραντίνα.

Ένα πρωί ο Άρης ήταν ανή­συ­χος και ανα­γκά­στη­κα να επι­σπεύ­σω την βόλ­τα μαζί του αν και δεν ήταν η ώρα που συνή­θι­ζα να τον βγά­ζω έξω.

Μόλις φτά­σα­με στο πάρ­κο και αρχί­σα­με να προ­χω­ρά­με γυρί­ζο­ντας το κεφά­λι μου είδα έναν αστυ­νο­μι­κό να έρχε­ται προς το μέρος μας και στα­μα­τώ­ντας μπρο­στά μου να μου ζητά­ει το χαρ­τί μετα­κί­νη­σης και την ταυ­τό­τη­τα μου, όσο εγώ έψα­χνα ο σκύ­λος μου είχε αρχί­σει να γαυ­γί­ζει και τέντω­νε επι­κίν­δυ­να το σκοι­νί μιας και έδει­χνε φανε­ρά ότι δεν εμπι­στευό­ταν τον άνθρω­πο που βρι­σκό­ταν απέ­να­ντί μου και με κοί­τα­ζε βλοσυρός.

Έβγα­λα με κάποια δυσκο­λία είναι η αλή­θεια αφού κρα­τού­σα σκύ­λο για να μην προ­βεί σε κάποια άστο­χη κίνη­ση προς τον ένστο­λο τα χαρ­τιά νομι­μό­τη­τας της μετα­κί­νη­σης μου και εφό­σον τα έλεγ­ξε απο­χώ­ρη­σε κοι­τώ­ντας θυμω­μέ­νος τον Άρη που συνέ­χι­σε να του δεί­χνει τα δόντια του.

Όταν κάνο­ντας μια σύντο­μη βόλ­τα γυρί­σα­με σπί­τι έβα­λα στον Άρη να φάει και μηχα­νι­κά πήρα το κινη­τό μου στο χέρι και το άνοι­ξα. Τυχαία το μάτι μου έπε­σε στην ημε­ρο­μη­νία, ήταν 21η Απρι­λί­ου, ξαφ­νι­κά η σκέ­ψη μου γύρι­σε πολ­λά χρό­νια πίσω κάποιον Απρί­λη στο νησί μου το μακρι­νό 1967 και ο εφιάλ­της επα­νήλ­θε. Θυμή­θη­κα με θλί­ψη την ημέ­ρα εκεί­νη μικρό κορι­τσά­κι που ανοί­γο­ντας την πόρ­τα είδα μπρο­στά μου δυο αγριε­μέ­νους αστυ­νο­μι­κούς που είχαν έρθει στο σπί­τι μας για να συλ­λά­βουν τον πατέ­ρα μου ενώ εγώ έκλαι­γα με λυγμούς.

Μεγα­λώ­νο­ντας έμα­θα να μην εμπι­στεύ­ο­μαι όποιον προ­σπα­θεί με την βία να μου επι­βάλ­λει την στέ­ρη­ση της ελευ­θε­ρί­ας μου.

Σκέ­φτη­κα ότι ο σκύ­λος μου ένοιω­σε τα βαθύ­τε­ρα συναι­σθή­μα­τα μου και γι αυτό πίστε­ψε ότι έπρε­πε να με υπε­ρα­σπι­στεί από αυτό που αντι­προ­σώ­πευε για μένα το όργα­νο της τάξης.

Η έντο­νη δυσφο­ρία που ένοιω­σα δεν με εγκα­τέ­λει­ψε ούτε όταν μετά από πολύ ώρα και αφού είχα ηρε­μή­σει καθι­σμέ­νη στον κανα­πέ του σπι­τιού μου προ­σπά­θη­σα να μην σκέ­φτο­μαι τον ανα­γκα­στι­κό εγκλει­σμό εκεί­νης της φρι­χτής επο­χής που συνο­δευό­ταν πάντα με σιω­πές και κλα­μέ­να πρό­σω­πα γύρω μου.

Προ­σπά­θη­σα να πεί­σω τον εαυ­τό μου ότι ήμουν υπερ­βο­λι­κή και δεν υπάρ­χει καμία πιθα­νό­τη­τα ταύ­τι­σης εκεί­νης της επο­χής με τη σημε­ρι­νή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και απο­φά­σι­σα να ανοί­ξω την τηλε­ό­ρα­ση για να ξεφύ­γω από τις άσχη­μες αναμνήσεις.

Μόλις είδα την εικό­να το βλέμ­μα μου εστί­α­σε πάνω στα θλιμ­μέ­να πρό­σω­πα κάποιων ανθρώ­πων που εκεί­νη τη στιγ­μή μιλού­σαν με από­γνω­ση για τα εφιαλ­τι­κά σενά­ρια της «επό­με­νης μέρας».

Έλε­γαν ότι έχουν να αντι­με­τω­πί­σουν εκτός από την απει­λή της αρρώ­στιας το φάσμα της ανερ­γί­ας, της από­λυ­σης και την έλλει­ψη απο­τε­λε­σμα­τι­κής βοή­θειας από την πολι­τεία, τώρα που ξανα­μπαί­νου­με στην κανο­νι­κό­τη­τα της ζωής μας.

Κατά­λα­βα ότι τελι­κά οι εγκλει­σμοί για όποιο λόγο και να γίνο­νται έχουν σαν στό­χο την ανθρώ­πι­νη αξιο­πρέ­πεια και ως τελι­κό απο­τέ­λε­σμα την χει­ρο­τέ­ρευ­ση της ζωής των πολι­τών, του περιο­ρι­σμού της ελευ­θε­ρί­ας και της δια­τή­ρη­σης του υπάρ­χο­ντος συστή­μα­τος με δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους κάθε φορά!

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο