Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ελένη Τζατζιμάκη: «Σε ποιον ανήκει μια ιστορία;»

Η Ελέ­νη Τζα­τζι­μά­κη έχει επί σει­ρά ετών ασχο­λη­θεί με μου­σι­κές σπου­δές (πιά­νο, ακκορ­ντε­όν, τρα­γού­δι) πλάι σε δια­κε­κρι­μέ­νους μου­σι­κούς, μετα­ξύ των οποί­ων, η Έλλη Πασπα­λά, η Claudia Delmer και ο Τάκης Φαραζής.
tzatzimaki7Έχει εμφα­νι­στεί σε γνω­στές μου­σι­κές σκη­νές της Αθή­νας με δια­φο­ρε­τι­κά μου­σι­κά σχή­μα­τα (Half Note, Παρά­φω­νο, Καφέ Αλά­βα­στρον, Μπα­ρά­κι του Βασί­λη, Low Profile-Coffee and Whisky, Jazz Point και άλλα).Παράλληλα, μετρά­ει συμ­με­το­χές σε πλή­θος μου­σι­κών εκδη­λώ­σε­ων, φιλαν­θρω­πι­κού χαρα­κτή­ρα και όχι μόνο (European Music Day,Unesco, TedX Athens ) ενώ, το αφιέ­ρω­μά της στις μου­σι­κές του ευρω­παϊ­κού νότου (Jazzpoint, καλο­καί­ρι 2013), συμπε­ρι­λή­φθη­κε στα προ­τει­νό­με­να του περιο­δι­κού “Αθη­νό­ρα­μα”.
Το 2012 κυκλο­φό­ρη­σε η πρώ­τη της δισκο­γρα­φι­κή δου­λειά “Κίρ­κη”, από τον Μετρο­νό­μο, στην οποία συμπε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν μετα­ξύ άλλων, στί­χοι των Μάνου Ελευ­θε­ρί­ου και Μιχά­λη Γκα­νά. Σε σχε­τι­κή κρι­τι­κή του για το εν λόγω cd, ο κρι­τι­κός του Τζαζ &Jazz, Κορ­νή­λιος Δια­μα­ντό­που­λος, χαρα­κτή­ρι­σε την Ελέ­νη Τζα­τζι­μά­κη “ακα­τέρ­γα­στο διαμάντι”.
Πρό­σφα­τα, κέρ­δι­σε το πρώ­το βρα­βείο στον ετή­σιο δια­γω­νι­σμό “Voix de La Scene-St Symphorien D’ Ozon”,Lyon, France,2014, ανά­με­σα σε 17 υπο­ψη­φί­ους (οι οποί­οι είχαν φθά­σει στον τελι­κό) λαμ­βά­νο­ντας το βρα­βείο από τον Bruno Berberes, διευ­θυ­ντή των κάστινγκ των The Voice,Eurovision,comedies francaises και προ­σκα­λού­με­νη από αυτόν να συμ­με­τά­σχει στο The Voice 5.
Παράλ­λη­λα, η Ελέ­νη Τζα­τζι­μά­κη, έχο­ντας ολο­κλη­ρώ­σει τις μετα­πτυ­χια­κές σπου­δές της στο Πανε­πι­στή­μιο της Σορ­βόν­νης (Sorbonne IV), εκπο­νεί τη διδα­κτο­ρι­κή δια­τρι­βή της στο Πανε­πι­στή­μιο Αθη­νών στη Νεο­ελ­λη­νι­κή Λογο­τε­χνία, ενώ έχει εκδώ­σει δύο ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές από τις εκδό­σεις Μελάνι.
Η πρώ­τη της ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή, Η Μαγεία της Άνω­σης (2009), κρί­θη­κε υπο­ψή­φια για το Βρα­βείο Πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νου Συγ­γρα­φέα του λογο­τε­χνι­κού περιο­δι­κού Δια­βά­ζω.
Σύντο­μα, δύο χρό­νια μετά από την έκδο­ση και της δεύ­τε­ρης ποι­η­τι­κής συλ­λο­γής της, Μετά την Ενη­λι­κί­ω­ση (2012), πρό­κει­ται να κυκλο­φο­ρή­σει το τρί­το βιβλίο της με τίτλο «Σε ποιον ανή­κει μια ιστο­ρία;», από τις ίδιες εκδόσεις.

Σήμε­ρα φιλο­ξε­νού­με στη στή­λη μας πέντε ποι­ή­μα­τα της Ελέ­νης Τζατζιμάκη.

«Η ταφή της Άταλα» Αν - Λουί Ζιροντέ - Τριοζόν, 1808, Λούβρο

«Η ταφή της Άτα­λα» Αν — Λουί Ζιρο­ντέ — Τριο­ζόν, 1808, Λούβρο

ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΗΚΕΙ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ; ( σύν­θε­μα ερω­τή­σε­ων προς απάντηση )

«Αγά­πα τον άνθρω­πο για­τί είσαι εσύ». Νίκος Καζαντζάκης.

Ήτα­νε νύχτα όταν ρωτούσες:
Σε ποιον ανή­κει μια ιστορία;
Στον έρω­τα ή στον θάνατο;

Σου απα­ντού­σα βιαστικά
Για­τί αγνο­ού­σα την απάντηση.

Ξανα­ρώ­τη­σες κάπο­τε, πιο σαφής:

Σε ποιον ανή­κει μια ιστο­ρία όταν παύ­ει να ανή­κει σε μένα;

Έκα­να πως δεν άκουσα.

Συνέ­χι­σα να τρί­βω το πάτω­μα με τους λεκέ­δες από τα βήματα.
Βήμα­τα παντού μέσα στο σπίτι
Από διά­φο­ρους περα­στι­κούς, ζώντες και μη.

Όλους αυτούς που περ­πα­τούν στον χώρο μου

Όλα από μια ιδέα ξεκι­νά­νε και σε μια ιδέα καταλήγουν,
Και
Γυρεύουμε τη μυθο­λογία του έρωτα και όχι τον έρω­τα καθεαυτόν,

σκέ­φτη­κα να σου απα­ντή­σω, μα ήταν περα­σμέ­νη η ώρα.
(Η απά­ντη­σή μου δεν είχε νόη­μα άλλω­στε, για­τί δεν ήταν απάντηση.)

Ο Camilo , ο Δ. Μιχα­ή­λος, ο εύζω­νας Κου­κί­δης , ο Σ. Πέτρουλας
Ο Ρωμαί­ος, η Ιου­λιέ­τα, ο Ερω­τό­κρι­τος, η Αρε­τού­σα και πάμπολ­λοι άλλοι ξεχασμένοι,

για το μεγά­λο, το ωραίο και το συγκλο­νι­στι­κό (υπο­ση­μεί­ω­ση: Νίκος Μπελογιάννης)
της ζωής,
δια­λέ­ξα­νε τον θάνατο.

Για την ζωή και τα χίλια της πρόσωπα,
Για τη ζωή την ίδια, τελι­κά.

Αλλιώς, θα πρό­φται­ναν να δουν ίσως παι­διά κι εγγό­νια, βόλ­τες και ταβερ­νά­κια στη θάλασ­σα, νύχτες αγκα­λιά μ’ εκεί­νη και μ’ εκεί­νον, μια δου­λί­τσα για τα προς το ζην κι ατέ­λειω­τα λογύ­δρια για το αύριο που φτιά­χνο­νταν γι΄αυτούς, χωρίς αυτούς.

Ο πόθος τους χάρα­ξε το δρό­μο- για τη ζωή, όπως τη θέλα­νε, ολόκληρη.
………………………….

Ο Joyce:To live, to err, to fall, to triumph, to recreate life out of life
Σε μια ρετρο­σπε­κτί­βα απο­στη­θί­σε­ων από αρχής της ανα­γνω­στι­κής μου ηλικίας,
Σκέ­φτο­μαι τώρα κι αυτό πως πάει μαζί με το άλλο του Σεφέρη:

πόσο
παρά­ξε­να
αντρειεύ­ε­σαι
μιλώ­ντας
με
τους
πεθα­μέ­νους
Όταν
δεν
φτά­νουν
πια
οι
ζωντα­νοί που σου από­με­ναν (υπο­ση­μεί­ω­ση: Γιώρ­γος Σεφέρης)

(Προ­τού μιλή­σω, μιλούν άλλοι για μένα, βλέ­πεις, ακόμη.)
……………………………………
Ξέρω μονά­χα να σου πω πως ερω­τεύ­τη­κα πολύ το αλη­θι­νό και το όμορφο.
Και σε διαρ­κή ανά­μνη­ση της ταυτότητας,
Συνε­χί­ζω να γρά­φω και να τρα­γου­δώ απε­ρί­σπα­στη από ρητο­ρι­κές απαντήσεις.

Χάσε
Ψάξε
Βρες
Πέσε
και
Σήκω

Μόνο συνέ­χι­ζε.

Kαι τότε κάτι θα σου ανήκει.

Η εντός εξορία‏

Όλα είμαι εγώ. Η άγνοια και η γνώ­ση μου. Η εσκεμ­μέ­νη μου αστο­χία. Ο ματαιό­δο­ξος, αυτό­κλη­τος πόνος. Η εκκρε­μής μου χαρά. Η κου­ρα­σμέ­νη μου χαρά. Η ταλά­ντω­ση του μυα­λού και η ορθά­νοι­χτη καρ­διά στον ουρα­νό και στο όνει­ρο. Μέσα από το ορθό της απο­γεί­ω­σης καθο­ρί­ζω το μοι­ραίο της πτώ­σης. Ρυθ­μί­ζω το ύψος του βλέμ­μα­τος ανά­λο­γο προς το βάθος της φωνής, προ­ε­τοι­μά­ζο­ντας την ευθυ­γράμ­μι­ση με τους ανθρώ­πους. Εκμε­ταλ­λεύ­ο­μαι άπλη­στα τα πάθη τους εντός μου. Ιδε­ο­λαμ­βά­νο­μαι το χρέ­ος για το αύριο. Ύστε­ρα, τακτο­ποιώ το χρέ­ος για το πάντο­τε. Αγω­νιώ για την οφει­λή μου στο «πάντα». Εντο­πί­ζω το κέντρο της αγά­πης και ανα­με­τριέ­μαι με έρω­τες φθι­σι­κούς, λογής-λογής και ακα­τά­λη­πτους: αυτών την αλή­θεια υπε­ρα­σπί­ζο­μαι. Έτσι, μετρώ τα πρώ­τα βήμα­τα προς το θάνα­το, σύντρο­φοι. Προ­τού φύγω, θα έχω αρνη­θεί τη δευ­τε­ρο­τα­γή ανθρω­πό­τη­τα- είμα­στε οι ανθρώ­ποι ο μοχλός του πεπρω­μέ­νου. Κι ο έρω­τας για τη ζωή η ισό­βια θηλιά μας. Και η ζωή που πέρα­σε, μια πλα­στι­κή σακού­λα στη ράχη της θάλασ­σας που αχνο­φαί­νε­ται απ’ την ακτή. Σύντρο­φοι, γνω­ρί­ζε­τε πως δονεί­τε τη μήτρα της ιστο­ρί­ας; Πως ξανα­βά­φε­τε το χρώ­μα του νερού; Πως ξανα­βρί­σκε­τε τα ατα­ξί­δευ­τα νερά; Κι όλοι μαζί, το αγέν­νη­το παι­δί κυο­φο­ρεί­τε μέσα στο κόκ­κι­νο γαρί­φα­λο μου. Κι έχω το χέρι πάντα απλωμένο,να μ’ ανα­σταί­νει η θέρ­μη σας αργά, περι­μέ­νο­ντας το ξημέ­ρω­μα ολό­γυ­μνη. Και ξημε­ρώ­νει. Και ξημερώνω.

tzatzimaki9

Στην προ­συ­γκέ­ντρω­ση

Ήταν καθι­σμέ­νος στο πεζούλι.
Σε ένα από εκεί­να της πλα­τεί­ας Ομονοίας.
Τρι­γύ­ρω κόσμος και πρό­σω­πα ολοκαίνουρια
Φωνές ανδρών και γυναικών
Μεγά­φω­να, μικρό­φω­να, σημαί­ες και ιδέ­ες σε εναλλαγή
Εκεί­νος, χρό­νια τώρα καθι­σμέ­νος στο πεζούλι
Στην ίδια θέση,
Φυλ­λο­με­τρού­σε το κομπο­λόι του
Και τις ώρες που αργούσαν
Για τις μέρες που θα έρθουν.
‑Γι’ αυτές ήτα­νε βέβαιος καθώς,
κάθε φορά που τις μετρούσε
έβγα­ζε τον ίδιο αριθμό,
ισόποσο,
με τις ημέ­ρες που τον βρή­καν στο πεζούλι,
ανά­με­σα στα μεγά­φω­να, τα μικρό­φω­να, τις σημαί­ες και τις ιδέες.
Μεγα­λώ­νο­ντας, μαθαί­νεις να μετράς αντί­στρο­φα: από το τέλος, στην αρχή.

Τον έβλε­πα καθι­σμέ­νο στο πεζούλι,
Εκεί, στην ίδια θέση πάντο­τε, με την πλά­τη ακου­μπι­σμέ­νη στο παρα­πά­νω σκαλοπάτι
με το κεφά­λι σκυμμένο,
κοιτώντας
μια στο κομπολόι,
μία στις σημαίες,
μια στα και­νού­ρια πρόσωπα
και μια
στα απέ­ρα­ντα ιδε­ώ­δη του.

Το δώρο

Κάτι της δώσαν.
Κάτι της πήραν.

Έτσι είναι αυτά.

{…}

Το μόνο που μένει είναι το δώρο
Κι η από μνή­μης δια­δρο­μή του.

Άρης ή Μιζέριας

Η ιστο­ρία διχά­στη­κε Άρη
Γύρω από το ζήτη­μα του θανά­του σου.
Δε γνω­ρί­ζου­με τον ακρι­βή τρό­πο αυτοκτονίας.
Όπλο ή χει­ρο­βομ­βί­δα σε ολο­κλή­ρω­σε; Βόλι ή
Έκρηξη
Βρέ­θη­κες νωρίς ή σε προ­χω­ρη­μέ­νη σήψη;
Πολ­λά και ανα­πά­ντη­τα ερω­τή­μα­τα εκκρε­μούν για την απο­κα­τά­στα­σή σου.
Ώρα θανά­του, τρό­πος θανά­του, ταυτοποίηση.
Αφε­λείς εκκο­κι­στές του παρελ­θό­ντος οι καιροί
επι­χει­ρούν μιαν ακό­μη νεκροψία
Στο κου­φά­ρι σου
Κοι­τά­νε να βρού­νε από τι δε ζει το σώμα σου
Κι όχι από τι δε ζει η καρ­διά σου.

Η στή­λη «Νέοι Δημιουρ­γοί» θα φιλο­ξε­νεί μία φορά τη βδο­μά­δα ποι­ή­μα­τα ή διη­γή­μα­τα νέων δημιουρ­γών και όχι μόνο. Προ­ϋ­πό­θε­ση, να μην έχουν δημο­σιευ­τεί σε έντυ­πο ή ηλε­κτρο­νι­κό μέσο και φυσι­κά σε βιβλίο. Από αυτά που εσείς θα μας στέλ­νε­τε ο Λου­κάς Σπή­λιος (ψευ­δώ­νυ­μο ποι­η­τή) θα επι­λέ­γει και θα σας προτείνει.

Φιλο­δο­ξία μας είναι, στις αρχές του 2016 να εκδο­θεί μια συλ­λο­γή ποι­η­μά­των (και αντί­στοι­χη διη­γη­μά­των) που θα ανθο­λο­γη­θούν από αυτά που θα φιλοξενήσουμε.

Μπο­ρεί­τε να στέλ­νε­τε τη συμ­με­το­χή σας, μαζί με ένα μικρό βιο­γρα­φι­κό, στο e‑mail του περιο­δι­κού: [email protected]

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο