Γράφει ο Γιώργος Βενετάκης //
Δίχως να αναλωθώ σε περαιτέρω προλόγους, στο παρακάτω άρθρο θα επιχειρήσω να επεξηγήσω τι είναι αυτό το φαινόμενο που ονομάζεται θρησκεία. Τι είναι αυτό το μαύρο μαντήλι που σφικτά δεμένο στα μάτια του ανθρώπου τον εμποδίζει να δει και να αντικρύσει το φως του ορθολογισμού και της ελευθερίας. Καλώ τον εκάστοτε αναγνώστη πριν ξεκινήσει την παρακάτω μελέτη, δίχως παρωπίδες να επιχειρήσει να ενστερνιστεί και την διαφορετική τούτη άποψη δίχως να με αφορίσει.
Για να μπορεί να εξηγηθεί η ύπαρξη του θρησκευτικού φαινομένου θα πρέπει να αντιληφθούμε από τι προέρχεται η συνείδηση και η νοημοσύνη του ανθρώπου. Η υλική πραγματικότητα είναι το ξεκίνημα του κόσμου μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε όλο το ζωικό βασίλειο και κατά συνέπεια ο άνθρωπος. Η πρώτη ιστορική πράξη, όπως περιγράφουν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, που με βάση αυτή το ανθρώπινο είδος εξελίχθηκε σε ανώτερο στάδιο από τα υπόλοιπα ζώα, είναι η διαδικασία κατασκευής των υλικών μέσων, που του προσέφεραν ύψιστης σημασίας βοήθεια για την επιβίωσή του. Η ανάπτυξη της νόησης και του λόγου, είναι αποτέλεσμα της εργασίας του ατόμου, που και αυτή με την σειρά της στηρίζεται σε κάποια βιολογικά στοιχεία με τα οποία το άτομο δύναται να δουλέψει. Με την ανάπτυξη της νόησης, το άτομο κατόρθωσε σταδιακά να έχει βλέψεις για το μέλλον, στόχους και να εξερευνά το φυσικό του περιβάλλον. Έτσι οποιοδήποτε νοητικό παραγόμενο που προκύπτει μετέπειτα της αρχικής ανάπτυξης συνειδήσεως του ατόμου, προέρχεται από τον ίδιο. Ο άνθρωπος δημιούργησε την θρησκεία και όχι η θρησκεία τον άνθρωπο. Η θρησκεία είναι η αυτοσυνείδηση του ανθρώπου που δεν έχει βρει ακόμα τον εαυτό του ή τον έχει ξαναχάσει. Η θρησκεία είναι η φαντασιακή πραγμάτωση της ανθρώπινης ουσίας, αφού η ανθρώπινη ουσία δεν έχει αληθινή πραγμάτωση. Ο Φρόιντ, στο βιβλίο του για τη θρησκεία ως αυταπάτη, περιγράφει με έναν εξαίρετο τρόπο τον ορισμό της αυταπάτης. Λέει ότι η αυταπάτη δεν είναι απλώς μια εσφαλμένη πίστη, αλλά μια εσφαλμένη πίστη που τη στηρίζει μια επιθυμία. Έτσι ο άνθρωπος μπροστά στην αέναη απορία του για την θνησιμότητά του και για τις αιτιώδεις σχέσεις την φύσης που πραγματώνονται γύρω του δημιούργησε ο ίδιος την θρησκεία ως στήριγμα απέναντι στα αναπάντητα ερωτήματά του.
Η παράλληλη συνύπαρξη λογικών διεργασιών του ατόμου με τον ενστερνισμό μια θρησκείας, οδηγεί στον περιορισμό της αυτονομίας του. Αφού στόχος της θρησκείας είναι να επιδείξει στους πιστούς ορθούς τρόπους συμπεριφοράς, που μέσω αυτών αφού πιστά τις ακολουθήσει ο άνθρωπος θα εξασφαλίσει την σωτηρία της ψυχής του στην μετά θάνατον ζωή, το άτομο δεν προβαίνει στην ορθολογική εξέταση των κινητήριων δομών των εκάστοτε κοινωνικών δομών στο πέρας της ιστορίας, αφού οι σχέσεις αδικίας που υπήρχαν και υπάρχουν στο ήδη βίο δεν έχουν σημασία μιας και αποτελούν απορία μιας αέναης αλήθειας, εκτός του λόγου του θεού. Το άτομο έτσι αρνείται την πραγματική αλήθεια που είναι πως η δημιουργία των κοινωνιών αποτελεί δικό του δημιούργημα και τα προβλήματα που υφίστανται εντός αυτής μπορούν να επιλυθούν από τον ίδιο και δεν στηρίζονται σε κάποια παρέκκλιση από τον θρησκευτικό λόγο.
Το άτομο και η κοινωνία είναι έννοιες αλληλένδετες και αλληλοκαθοριζόμενες. Το άτομο δεν μπορεί να υπάρξει εκτός κοινωνίας και κοινωνία αντίστοιχα δεν υφίστανται δια την απουσία αυτού. Ο άνθρωπος καθορίζει την κοινωνία και καθορίζεται από αυτή. Οι κοινωνίες που ως στόχο θέτουν την ανάδυση των ατόμων που την απαρτίζουν είναι εκείνες που θα έρθουν σε πλήρη ρήξη με την ετερονομία τους. Δηλαδή την έλλειψη αυτόνομης βούλησης των μελών που την απαρτίζουν, την εξάρτηση τους από εξωγενείς παράγοντες, φαντασιακούς όπως η θρησκεία και μη. Η ρήξη αυτή πρώτη φορά πραγματώθηκε στην Αθηναϊκή δημοκρατία. Αυτή ακριβώς η ρήξη οδήγησε στην αυτονομία της κοινωνίας και την δημοκρατία, δηλαδή την αυτοθέσμιση των κανόνων από τον ίδιο το λαό των Αθηναίων με τα αντίστοιχα όργανα και την γέννηση της φιλοσοφίας.
Ο Κ. Καστοριάδης μεταφράζει με έναν σημαίνουσας σημασίας τρόπο το στάσιμο της Αντιγόνης του Σοφοκλή. Αναφέρει ο Σοφοκλής: «καὶ φθέγμα καὶ ἀνεμόεν φρόνημα καὶ ἀστυνόμους ὀργὰς ἐδιδάξατο». Δηλαδή ο ίδιος ο άνθρωπος δίδαξε στον ίδιο του τον εαυτό και την γλώσσα και την σκέψη, τον νου καθώς και τους νόμους που αντιστοιχούν στην κοινωνία του. Από αυτή και μόνο την πρόταση αποδεικνύεται πως οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες αναδεικνύουν τον κύκλο της ιστορίας. Έτσι είναι μάταιη η όποια αναζήτηση του προτερόχρονου. Η αυτοδημιουργία του ανθρώπου, η αυτονομία του δηλαδή μέσω της δυνατότητας του αντανακλαστικού του στοχασμού, του άμεσου στοχασμού του πάνω στις εκάστοτε παρόντες συνθήκες που βιώνει, γεννά την πολιτική σκέψη και την δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα, αφού ο άνθρωπος ορθολογικά αυτοπραγματώνεται και ο ίδιος συνειδητοποιεί πως είναι δημιουργός των κανόνων που ισότιμα παρήγαγε στον Δήμο και αυτό οδηγεί στο να τους σέβεται και να τους τηρεί. Δίχως κάποιο θεϊκό πρόσταγμα και χωρίς να παραδίδει την εξουσία σε μια μειονότητα της κοινωνίας του ο Αθηναίος άνθρωπος αυτόνομος ορθολογικά παράγει τους κανόνες της ύπαρξής του μέσα από τις συλλογικές διεργασίες της Δημοκρατίας.
Οι θρησκείες είναι θεσμίσεις του χάους, το οποίο η ανθρώπινη ύπαρξή μας που πάντα ψάχνει την αιτιότητα, φοβάται να το αντιμετωπίσει έτσι όπως ακριβώς είναι. Η άρνηση της γνώσης του προτερόχρονου δεν σημαίνει και την άρνηση απουσίας νοήματος της ήδη υπάρχουσας ζωής μα το εντελώς αντίθετο. Οδηγεί στην συνειδητοποίηση πως όλες οι διεργασίες των κοινωνικών συνόλων είναι πράξεις των ατόμων που τις απαρτίζουν και δεν συνίστανται σε κάποια ανώτερη άυλη ύπαρξη άλλα είναι αποτέλεσμα ορθολογικών διεργασιών των ανθρώπων. Έτσι και τα προβλήματα που υπάρχουν εντός αυτών μπορούν να επιλυθούν από τους ίδιους και δεν είναι κάποια αέναη αλήθεια παρά λαθεμένη διαχείριση και προσφορά της εξουσίας της πλειοψηφούσα μάζας της κοινωνίας σε μια μειονότητα ατόμων που συνεχίζουν να αναπαράγουν τους ίδιους κανόνες διαβίωσης που ευθύνονται για αυτά τα προβλήματα. Αυτό το ρήγμα με την ετερονομία που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες θα οδηγήσει στην ελευθερίατου ανθρώπου, την ταυτόχρονη δηλαδή συλλογική δημοκρατία καθώς και την υπαρξιακή αυτοθέσμιση του ατόμου και τα προβλήματα θα επιλυθούν, διότι το κοινωνικοοικονομικό σύστημα το οποίο βιώνουμε είναι προϊόν ανθρώπινης εργασίας και οι ίδιοι οι άνθρωποι ελεύθεροι και πραγματικά ισότιμοι μπορούν να το αλλάξουν και να επιφέρουν την πραγματική ευμάρεια.