Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ελλη Αλεξίου: Μα δε γινήκαμε, εγενηθήκαμε μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα

(…) για­τί όλοι λένε, πώς έγι­νε, πώς γινή­κα­νε έτσι όλοι οι άνθρω­ποι των Γραμ­μά­των. Μα δε γινή­κα­με, εγε­νη­θή­κα­με μέσα σ’ αυτή την ατμό­σφαι­ρα. Εγώ δεν θυμά­μαι ποτέ τον πατέ­ρα μου, να πει μια συζή­τη­ση, να έχει την απλοϊ­κό­τη­τα που έχουν σήμε­ρα οι κου­βέ­ντες μέσα στα σπί­τια. Ολη μας η ζωή, εγώ από παι­δί θυμά­μαι τον πατέ­ρα μου να μιλά­με τίπο­τα άλλο παρά μόνο για ποί­η­ση, για αρχαί­ους, για μετά­φρα­ση, για γλώσ­σα, για εξέ­λι­ξη γλώσ­σας, για εξέ­λι­ξη γλώσ­σας, πολύ πολύ για μου­σι­κή για­τί τα αδέρ­φια μου και τα δύο είχαν τελειο­ποι­η­θεί στο βιο­λί και στο πιά­νο ο Λευ­τέ­ρης. Ο ίδιος ο πατέ­ρας μου έπαι­ζε πολύ αραιά κιθά­ρα κι έτσι ήταν μια ατμό­σφαι­ρα Ακα­δη­μί­ας η οποία συνε­χί­στη­κε ύστε­ρα στην Αθή­να. Δηλα­δή μια Ακα­δη­μία όπου πλη­ρο­φο­ρεί­σαι τα μου­σι­κά θέμα­τα. Πλη­ρο­φο­ρεί­σαι τα επι­στη­μο­νι­κά θέμα­τα. Ο μεγά­λος μου αδελ­φός είχε σπου­δά­σει μηχα­νι­κός κι ο μικρός βέβαια φιλό­λο­γος. Τα επι­στη­μο­νι­κά θέμα­τα, τα θέμα­τα λογο­τε­χνί­ας, τα θέμα­τα ποί­η­σης, δηλα­δή ήταν τα μόνι­μα ζητή­μα­τα που κου­βε­ντια­ζό­ντου­σαν. Εγώ δεν άκου­σα άλλες κου­βέ­ντες από παι­δί, ούτε στο σπί­τι, ούτε στην Αθή­να. Και σκέ­πτο­μαι πολ­λές φορές αν τα παι­διά ανα­τρέ­φο­νται έτσι οι οικο­γέ­νειες θα φαι­νό­τα­νε σαν Ακα­δη­μί­ες των επι­στη­μών. Τα παι­διά του θα μεγά­λω­ναν μέσα στη γνώ­ση των επι­στη­μών, της τέχνης, της λογο­τε­χνί­ας, των και­νού­ριων βιβλί­ων που εκδί­δο­νται. Θυμού­μαι καβγά­δες, καβγά­δες φοβε­ρούς, π.χ. όταν είχε αρχί­σει να εισά­γε­ται, να μπαί­νει η λεγό­με­νη κλα­σι­κή μου­σι­κή τώρα αλλά τότε λεγό­τα­νε μοντέρ­να. Ο πατέ­ρας μου π.χ., εθυ­μού­μαι συζη­τή­σεις φανα­τι­σμέ­νες από τα αδέρ­φια μου που αυτοί παί­ζο­ντας βιο­λί και έχο­ντας προ­χω­ρή­σει στα κομ­μά­τια και έχο­ντας γίνει ιερω­μέ­νοι ας πού­με του Μπε­τό­βεν ή του Μότσαρτ ή πολύ περισ­σό­τε­ρο του Μπαχ που ο πατέ­ρας μου δεν μπο­ρού­σε ακό­μη να μπει σε αυτή την ατμό­σφαι­ρα της γερ­μα­νι­κής μου­σι­κής, είχε τρα­φεί με την ιτα­λι­κή μου­σι­κή, με τις όπε­ρες, με το Βέρ­ντι, με τον Μπι­ζέ με αυτόν τον κόσμο κι έλε­γε, μα τι είναι ετού­τη η λεγό­με­νη μοντέρ­να, ελε­γό­τα­νε τότε ο Μπε­τό­βεν μοντέρ­να μου­σι­κή,. Σήμε­ρα λέμε ότι ο Μπε­τό­βεν κι ο Μότσαρτ είναι οι παλιοί, οι συνή­θεις κι ο Ξενά­κης είναι ο μοντέρ­νος ή αυτό που παί­ζουν τα περί­ερ­γα εις τις ντι­σκο­τεκ. Λοι­πόν ήταν μια ατμό­σφαι­ρα αλλό­κο­τη. Εις δε τους λογο­τε­χνι­κούς κύκλους άλλοι πάλι εκεί οι καβγά­δες, πάλι το παλιό με το και­νού­ριο. Υπήρ­χα­νε οι οπα­δοί π.χ. θυμού­μαι την Γαλά­τεια να καβγα­δί­ζει εις τα μικρά της χρό­νια, για­τί εγώ βέβαια από 5 χρο­νών εγνώ­ρι­σα τον Καζαν­τζά­κη στο σπί­τι μας, θυμού­μαι την Γαλά­τεια να καβγα­δί­ζει, να είναι η Γαλά­τεια υπέρ του Πολέ­μη και να είναι ο Καζαν­τζά­κης υπέρ του Παλα­μά ως μοντέρ­νοι του Παλα­μά. Σήμε­ρα είναι ο παλιός ο Παλα­μάς και μοντέρ­νος ο Ελύ­της, ο Ρίτσος, ο Σεφέρης.

Ελλη Αλε­ξί­ου από το «Μονό­γραμ­μα».

Για την αντι­γρα­φή Ηρα­κλής Κακαβάνης

Ευχα­ρι­στού­με τον Γιώρ­γο και την Ηρώ Σγου­ρά­κη, παρα­γω­γούς της εκπο­μπής «Μονό­γραμ­μα» που μας παρα­χώ­ρη­σαν αντί­γρα­φο της εκπο­μπής για την Ελλη Αλε­ξί­ου και την απο­μα­γνη­τω­φώ­νη­σή της. Η συγκε­κρι­μέ­νη εκπο­μπή υπάρ­χει και στο youtube

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο