Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ερνέστο τονε λέγανε ή Παύλο

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Τα χρό­νια έχουν περά­σει, δε θυμά­μαι πια
Ερνέ­στο τονε λέγα­νε ή Παύλο
Κι ακό­μα δε θυμά­μαι αν τον σκοτώσανε
Σε Πέρα­μα, Αμφι­θέα ή στον Ταύρο

Θα ήταν βολι­κό να ήταν απλώς ένας τυχαί­ος θάνα­τος πάνω σε έναν καβγά για το ποδό­σφαι­ρο (όπως έσπευ­σε τις πρώ­τες ώρες να το παρου­σιά­σει ο συνή­θης ύπο­πτος ΣΚΑΙ). Έλα όμως που δεν ήταν. Θα τους βόλευε πολύ να ήταν απλώς ένα «άμα­χο», αθώο θύμα που θα έμπαι­νε στο φτη­νό, μελό καλού­πι εκεί­νου του αφιε­ρώ­μα­τος του Σταύ­ρου Θεο­δω­ρά­κη και των άνευ­ρων, απο­λί­τι­κων Πρω­τα­γω­νι­στών του (σε μια από τις τελευ­ταί­ες εντε­ταλ­μέ­νες υπη­ρε­σί­ες του στην τηλε­ό­ρα­ση, προ­τού «μετα­τε­θεί» στο πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό της άρχου­σας τάξης). Ή να μην ήταν συνει­δη­το­ποι­η­μέ­νος, με ενερ­γό αντι­φα­σι­στι­κή δρά­ση και ιδέ­ες που περ­νού­σαν και στα τρα­γού­δια του. Έλα όμως που ήταν…

Και τότε μπή­κε σε εφαρ­μο­γή το εφε­δρι­κό σχέ­διο. Η κυβέρ­νη­ση και τα κανά­λια φόρε­σαν την Αντι-Φα στο­λή τους, ανα­κά­λυ­ψαν την Αμε­ρι­κή των Χρυ­σαυ­γί­τι­κων ταγ­μά­των κρού­σης, την εγκλη­μα­τι­κή της δρά­ση, θέλη­σαν να μπουν επι­κε­φα­λής της οργής, όχι προ­φα­νώς για να την εκφρά­σουν, αλλά για να την ελέγ­ξουν, να την αφή­σουν να ξεθυ­μά­νει, να απο­νευ­ρω­θεί από κάθε επι­κίν­δυ­νη συστη­μι­κή αιχ­μή της. Προ­φυ­λά­κι­σαν προ­σω­ρι­νά τα κεφά­λια του ναζι­στι­κού μορ­φώ­μα­τος, πιο πολύ για να τα προ­στα­τέ­ψουν και να τα αφή­σουν πάλι ελεύ­θε­ρα να αλω­νί­ζουν σήμε­ρα, νου­θε­τώ­ντας τα παράλ­λη­λα να συγκρο­τή­σουν μια σοβα­ρή κι εξη­με­ρω­μέ­νη εκδο­χή της φασι­στι­κής Ακρο­δε­ξιάς, που θα εντα­χθεί ομα­λά στο αστι­κό πολι­τι­κό σκη­νι­κό, σαν οργα­νι­κό του κομμάτι.

Από κοντά σε αυτή την προ­σπά­θεια εξα­γνι­σμού και νομι­μο­ποί­η­σης των φασι­στών η πρώ­τη φορά μνη­μο­νια­κή Αρι­στε­ρά, που σπι­λώ­νει τα ιδα­νι­κά του χώρου (όσο θολά τον έχει ο κόσμος στο μυα­λό του, σαν κάτι ενιαίο) κι οι περί­ερ­γες δημό­σιες σχέ­σεις της απερ­χό­με­νης Προ­έ­δρου της Βου­λής, που ‘δωσε έμμε­σα πλην αφει­δώς στο αυγό του φιδιού αντι­μνη­μο­νια­κά παρά­ση­μα. Για όλους αυτούς ο Φύσ­σας δεν είναι παρά ένα σύμ­βο­λο που βολεύ­ει για τις προ­ε­κλο­γι­κές ομι­λί­ες και την άντλη­ση εκλο­γι­κής υπεραξίας.
Ο ρηχός, θολός αντι­φα­σι­σμός (στον οποίο εξα­ντλούν πολ­λές δυνά­μεις τις αρι­στε­ρές τους ανα­φο­ρές) δεί­χνει τα όριά του, αδυ­να­τώ­ντας να πετύ­χει κάτι έστω και σε αυτό το πεδίο που (υπο­τί­θε­ται πως) ανα­δει­κνύ­ει, την ανα­χαί­τι­ση του φασι­σμού, εφό­σον αφή­νει άθι­κτη τη ρίζα του και τα θεμέ­λια του συστή­μα­τος που τον γεν­νά­νε, σκύ­βει ευλα­βι­κά στα ιερά και τα όσιά του, την (υγιή βεβαί­ως-βεβαί­ως) επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα και τη μεγά­λη ευρω­παϊ­κή ιδέα.

Δύο χρό­νια μετά τη δολο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα, το αυγό του φιδιού παρα­μέ­νει χρυ­σή εφε­δρεία των αφε­ντι­κών, συνε­χί­ζει να εκκο­λά­πτε­ται στο παρα­σκή­νιο, κι ίσως μεθαύ­ριο πετύ­χει ένα εκλο­γι­κό απο­τέ­λε­σμα που να πιστο­ποιεί πως οι επί­ση­μες Αρχές δεν έκα­ναν απο­λύ­τως τίπο­τα για να τον χτυ­πή­σουν. Ίσα-ίσα…

Το λόγο τον έχει λοι­πόν το λαϊ­κό κίνη­μα. Σήμε­ρα το από­γευ­μα στις 19.00, εργα­τι­κά σωμα­τεία του Πει­ραιά διορ­γα­νώ­νουν στο Κερα­τσί­νι (πλα­τεία Ζαρ­ντέν στην Αμφιά­λη) συγκέ­ντρω­σης κατα­δί­κης της ναζι­στι­κής, εγκλη­μα­τι­κής Χρυ­σής Αυγής και σημειώ­νουν μετα­ξύ άλλων στην ανα­κοί­νω­σή τους:

Οι εργα­ζό­με­νοι, ο λαός της περιο­χής του Πει­ραιά δεν πρέ­πει να ξεχά­σουν ποιος είναι ο ρόλος της φασι­στι­κής εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης, ιδιαί­τε­ρα τώρα όπου συνο­λι­κά οι δυνά­μεις του συστή­μα­τος προ­σπα­θούν να την ξανα­φέ­ρουν στο προ­σκή­νιο και μάλι­στα στο όνο­μα της «δημο­κρα­τί­ας», όπου δήθεν «όλοι χωρά­νε και όλοι πρέ­πει να έχουν λόγο».

Λίγες ώρες αργό­τε­ρα γνω­στοί ράπερ (μετα­ξύ των οποί­ων ο Τοτέμ και ο Μέγας) διορ­γα­νώ­νουν ραπ συναυ­λία στο Σκο­πευ­τή­ριο της Και­σα­ρια­νής, στις 9μμ, με το λιτό πολι­τι­κό σύν­θη­μα «όταν ψηφί­ζεις τους Ναζί, γίνε­σαι συνέ­νο­χος στα εγκλή­μα­τά τους». Η είσο­δος είναι δωρε­άν, ενώ τα έσο­δα της συναυ­λί­ας (από το μπαρ και την πώλη­ση ενός ανα­μνη­στι­κού T‑Shirt) προ­ο­ρί­ζο­νται για τη διά­θε­ση τρο­φί­μων και ειδών πρώ­της ανά­γκης για τους μετα­νά­στες, στα σημεία υπο­δο­χής τους.
Όσο για το Σκο­πευ­τή­ριο, ως μέρος διε­ξα­γω­γής της συναυ­λί­ας, έχει σαφή και γνή­σια αντι­φα­σι­στι­κό συμ­βο­λι­σμό –καμία σχέ­ση δηλα­δή με όσους επι­κα­λού­νται το συναί­σθη­μα, γυρεύ­ο­ντας να το εξαρ­γυ­ρώ­σουν στην κάλπη.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο