Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ευγένιος Ντελακρουά

Ο Ευγέ­νιος Ντε­λα­κρουά γεν­νή­θη­κε κοντά στο Παρί­σι στις 26 Απρι­λί­ου 1798 και έμει­νε στην ιστο­ρία των Τεχνών σαν ο μεγά­λος ρομα­ντι­κός στη ζωγρα­φι­κή και ανα­δεί­χτη­κε ο μαχη­τι­κό­τε­ρος εκπρό­σω­πός της και εκφρα­στής των προ­ο­δευ­τι­κών της τάσε­ων. Χαρα­κτη­ρι­ζό­ταν από το φλο­γε­ρό ταμπε­ρα­μέ­ντο και τη δημιουρ­γι­κή του φαντασία.

Αρχι­κά είναι προ­σκολ­λη­μέ­νος στον κλή­ρο και στη μοναρ­χία, ενώ αργό­τε­ρα παίρ­νει φιλε­λεύ­θρη μορ­φή και μετά το 1829, ενα­ντιώ­νε­ται ακό­μη και στην αστι­κή τάξη που τον γέν­νη­σε. Στην Αγγλία αντι­δρά στη βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση, παρου­σιά­ζει τάσεις επι­στρο­φής στη φύση και απο­μά­κρυν­ση από τις μεγά­λες πόλεις. Τα όπλα του ενά­ντια στην εκμε­ταλ­λεύ­τρια τάξη είναι ο ασυμ­βί­βα­στος τρό­πος ζωής και ένας επι­θε­τι­κός θεϊ­σμός. Στη Γερ­μα­νία η δια­νό­η­ση που αισθά­νε­ται απο­γοη­τευ­μέ­νη από τη στέ­ρη­ση των δικαιω­μά­των της στην πολι­τι­κή ζωή, ενα­ντιό­νε­ται με τη φυγή στην ουτο­πία, το φαντα­στι­κό, το ασυ­νεί­δη­το και μυστη­ριώ­δες, τα όνειρα.

«Η μάχη του Γκιαούρη και του Χασάν»

«Η μάχη του Γκια­ού­ρη και του Χασάν»

Στη Γαλ­λία συγκρού­ο­νται τώρα αντι­μα­χό­με­νες καλ­λι­τε­χνι­κές τάσεις, ιδιαί­τε­ρα ρομα­ντι­κοί και κλα­σι­κι­στές, δημιουρ­γού­νται φιλο­λο­γι­κά κόμ­μα­τα και η κομ­μα­τι­κή πολι­τι­κή μετα­φέ­ρε­ται στην καλ­λι­τε­χνι­κή ζωή. Εμφα­νί­ζε­ται ο μπο­ε­μι­σμός και η «τέχνη για την τέχνη» (Γκο­τιέ, Σαντάλ) για­τί η αστι­κή τάξη περι­φρο­νεί και απορ­ρί­πτει κάθε νεο­τε­ρι­σμό που αυτή δεν μπο­ρεί να κατα­λά­βει. Έτσι οι ρομα­ντι­κοί απο­μο­νώ­νο­νται και η Τέχνη απο­μα­κρύ­νε­ται από το κοινό.

Η σημα­ντι­κό­τε­ρη συμ­βο­λή του ρομα­ντι­σμού στην επο­χή του και στην μετέ­πει­τα εξέ­λι­ξη της Τέχνης, είναι η ανα­γνώ­ρι­ση της πνευ­μα­τι­κής ζωής ως δια­δι­κα­σί­ας με μετα­βα­τι­κό χαρα­κτή­ρα. Δεν υπάρ­χουν πια από­λυ­τες παντο­τι­νές αλή­θειες και τα πάντα διέ­πο­νται από μια σχε­τι­κό­τη­τα. Η τέχνη δένε­ται τελι­κά περισ­σό­τε­ρο με το παρόν και εκφρά­ζει ό,τι σκέ­πτε­ται και ζει η επο­χή της.

Το 19ο αιώ­να αυτό που χαρα­κτη­ρί­ζει τις καλές τέχνες είναι το ενδια­φέ­ρον στο εικα­στι­κό προ­ϊ­όν και λιγό­τε­ρο στο θέμα, πράγ­μα που ξεκί­νη­σε με τη μορ­φή του μανιε­ρι­σμού και πήρε δια­φο­ρε­τι­κές δια­στά­σεις στα τέλη του αιώνα.

 

«Η Ελευθερία οδηγεί το Λαό»

«Η Ελευ­θε­ρία οδη­γεί το Λαό»

«Γιορτή των ματιών»

Ο ίδιος ο Ντε­λα­κρουά αν και παρα­μέ­νει αφη­γη­μα­τι­κός ζωγρά­φος, απορ­ρί­πτει το λογο­τε­χνι­κό σκο­πό της ζωγρα­φι­κής: «Η μεγα­λύ­τε­ρη αρε­τή ενός πίνα­κα πρέ­πει νάναι μια γιορ­τή των ματιών (προ­μή­νυ­μα του ιμπρεσ­σιο­νι­σμού)… αυτό δεν θα πει πως ο λόγος δεν χρειάζεται».

Σε αντι­θε­ση με τους ακα­δη­μαϊ­κούς„ που τη μεγα­λύ­τε­ρη σημα­σία έδι­ναν στο σχέ­διο, ο Ντε­λα­κρουά χρη­σι­μο­ποιεί έντο­νο χρώ­μα και αρνεί­ται το τελεί­ω­μα στη λεπτο­μέ­ρεια: «Σε αντί­θε­ση με την άπο­ψη που επι­κρα­τεί, μπο­ρώ να πω, πως το χρώ­μα έχει μυστη­ρια­κή και ίσως μεγα­λύ­τε­ρη επί­δρα­ση. Επι­δρά χωρίς να το ξέρουμε».

Σκηνή από τη «Σφαγή της Χίου»

Σκη­νή από τη «Σφα­γή της Χίου»

Δέχτη­κε επι­δρά­σεις στη ζωγρα­φι­κή του από το νεο­κλα­σι­κι­σμό, την ιτα­λι­κή ανα­γέν­νη­ση (Ραφα­έλ), τον Ρού­μπενς (καμέ­να χρώ­μα­τα – στρο­βι­λι­ζό­με­νες συν­θέ­σεις), Ζερι­κό (δρα­μα­τι­κές σκη­νές), Κόν­σταμπλ (μελέ­τη και πει­ρα­μα­τι­σμός του χρώ­μα­τος) και άλλους.

Στο επί­κε­ντρο της ζωγρα­φι­κής του βρί­σκε­ται ο άνθρω­πος. Μέσα από τα ιστο­ρι­κά θέμα­τα (που ακό­μη θεω­ρού­ντα πιο ξευ­γε­νι­σμέ­να) και τα λογο­τε­χνι­κά επι­κρα­τεί το προ­σω­πι­κό πάθος της κάθε ανθρώ­πι­νης φιγού­ρας (τρα­γι­κό – ηρω­ι­κό) και μέσα από την κάθε φιγού­ρα ενσαρ­κώ­νε­τα­αι ο προ­σω­πι­κός του κόσμος. Στο έργο του υπάρ­χει μια συνει­δη­τή ανα­ζή­τη­ση του υπο­σει­νή­δη­του, μια πλή­ρης αντί­θε­ση στον ορθο­λο­γι­σμό του κλα­σι­κι­σμού. Συγκι­νεί­ται απ’ οτι­δή­πο­τε μπο­ρεί να προ­κα­λέ­σει συναί­σθη­μα: «Ο άνθρω­πος έχει στο βάθος της ψυχής του συναι­σθή­μα­τα έμφυ­τα, που δε θα ικα­νο­ποι­η­θούν ποτέ από τα πραγ­μα­τι­κά αντι­κεί­με­να. Και σε τέτο­αι συναι­σθή­μα­τα θα δώσει μορ­φή και ζωή η φαντα­σία του ζωγρά­φου και του ποιητή».

Αν και θεω­ρεί­ται ο εκπρό­σω­πος του ρομα­ντι­σμού στη ζωγρα­φι­κή. Ο Ντα­λα­κρουά δεν ήθε­λε να τον απο­κα­λούν ρομα­ντι­κό. Απο­στρε­φό­ταν το ρομα­ντι­σμό του φεγ­γα­ρό­φω­του και τον μπο­ε­μι­σμό. Από την άλλη μεριά, τον χαρα­κτή­ρι­ζε ο μεγα­λο­α­στι­κός τρό­πος ζωής και πολ­λές φορές περι­φρο­νού­σε το κοι­νό (ιδιώ­μα­τα τελι­κά, της ίδιας αντι­φα­τι­κής φύσης του ρομα­ντι­σμού). «Θα μπο­ρού­σα να θεω­ρη­θώ ρομα­ντι­κός», όπως λέει ο ίδιος, «αν ο ρομα­ντι­σμός μου είναι η ελεύ­θε­ρη έκφρα­ση των προ­σω­πι­κών μου αισθη­μά­των, η ααπο­στρο­φή μου στις τυπο­ποι­η­μέ­νες μορ­φές ζωγρα­φι­κής που διδά­σκο­νται στα σχο­λεία και αντι­πά­θειά μου στις ακα­δη­μαϊ­κές συνταγές».

«Ο Μπότσαρης αιφνιδιάζει τους Τούρκους στο στρατόπεδο τους»

«Ο Μπό­τσα­ρης αιφ­νι­διά­ζει τους Τούρ­κους στο στρα­τό­πε­δο τους»

Ο Ντε­λα­κρουά έχει αφή­σει σημα­ντι­κό μέρος της δου­λειά του με θέμα­τα παρ­μέ­να από τον εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό αγώ­να των Ελλή­νων. Ανά­με­σα στα αρι­στουρ­γή­μα­τά του βρί­σκο­νται και οι πίνα­κες «Η Ελλά­δα κάτω από τα ερεί­πια του Μεσο­λογ­γί­ου» και «Η σφα­γή της Χίου» (1823), όπου εκφρά­ζο­νται οι αντι­λή­ψεις του για σει­ρά επί­και­ρων γεγο­νό­των, από τα δει­νά των Ελλή­νων υπό τον τουρ­κι­κό ζυγό, ως την άθλια πολι­τι­κή της Γαλ­λί­ας για τα Βαλκάνια.

Ο Ευγέ­νιος Ντε­λα­κρούα πέθα­νε στις 13 Αυγού­στου του 1863. Με το έργο του και με τις από­ψεις του όπως τις εκθέ­τει στο ημε­ρο­λό­γιό του, ο Ντε­λα­κρουά συνέ­βα­λε στο σπά­σι­μο του ακα­δη­μαϊ­σμού και στο πέρα­σμα στο ρεα­λι­σμό. Επι­δρά­σεις από το έργο του δέχτη­καν κύρια οι ιμπρε­σιο­νι­στές και πολ­λοί σύγ­χρο­νοι ζωγρά­φοι (Μανέ, Ντε­γκά, Βαν Γκονγκ, Σεζάν, Ρεντόν, Πικάσ­σο κ.ά.).

Θεω­ρεί­ται ένας από τους σημα­ντι­κούς ζωγρά­φους που βοή­θη­σαν στην εξέ­λι­ξη της τέχνης ως τις μέρες μας

«Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» 1826

«Η Ελλά­δα στα ερεί­πια του Μεσο­λογ­γί­ου» 1826

 

Πηγή: Δημο­σί­ευ­μα του Ριζο­σπά­στη­το 1980

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο