Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Η αγάπη άργησε μια μέρα», στο θέατρο «Αργώ»

«Η αγά­πη άργη­σε μια μέρα», στο θέα­τρο «Αργώ» της Αιμι­λί­ας Υψη­λά­ντη (Ελευ­σι­νί­ων 15, Μετα­ξουρ­γείο). Πρό­κει­ται για το γνω­στό και αγα­πη­μέ­νο μυθι­στό­ρη­μα της Λιλής Ζωγρά­φου, που μετα­φέ­ρει στη σκη­νή, υπο­γρά­φο­ντας τη δια­σκευή και τη σκη­νο­θε­σία, ο Ένκε Φεζολλάρι.

Ξεκι­νώ­ντας από ένα ορει­νό χωριό της Κρή­της στα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’30 και φτά­νο­ντας μέχρι τα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του ’70, το έργο καταγ­γέλ­λει τη γυναι­κεία υπο­δού­λω­ση στην πατρι­κή και στη συνέ­χεια στη συζυ­γι­κή εξου­σία. Γυναί­κες — θύμα­τα και θύτες μιας κλει­στής κοι­νω­νί­ας, που μέσα από την τρα­γι­κό­τη­τά τους ή τον καθω­σπρε­πι­σμό και την υπο­κρι­σία τους «σπα­τα­λούν τη ζωή τους στις κοι­νω­νι­κές συμ­βά­σεις και την ερω­τι­κή στέ­ρη­ση», όπως λέει η συγγραφέας.

Η Λιλή Ζωγρά­φου χτί­ζει έντε­χνα μια αλλη­γο­ρία πάνω στο φασι­σμό και στο τρό­πο που αυτός ποτί­ζει τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις. Η συγ­γρα­φέ­ας απο­φα­σί­ζει εύστο­χα να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει το χώρο-χρό­νο της “αγί­ας ελλη­νι­κής οικο­γέ­νειας” του περα­σμέ­νου αιώ­να, χτί­ζο­ντας μια δική της “Μπερ­νάρ­ντα Άλμπα” στην ελλη­νι­κή ύπαι­θρο. Γυναί­κες – θύμα­τα των πλαι­σί­ων που ορί­ζουν άλλοι για αυτές θυσιά­ζουν τα πάντα για την δια­τή­ρη­ση της “τιμής” και μιας στεί­ρας εικό­νας. Τα πρέ­πει και τα μη της κοι­νω­νί­ας σφίγ­γουν σαν δαγκά­να τη πολυ­με­λή οικο­γέ­νεια Φτε­νού­δου. Ο αυταρ­χι­κός πατέ­ρας, σαν από­λυ­τος δυνά­στης, αφή­νει τη σπο­ρά του. Ευνου­χί­ζει προ­σω­πι­κό­τη­τες, αισθή­μα­τα και όνει­ρα. Κάποιοι θα απο­χω­ρή­σουν από το πνι­γε­ρό οικο­γε­νεια­κό πλαί­σιο αρπά­ζο­ντας τη πρώ­τη σανί­δα σωτη­ρί­ας. Η μεγά­λη κόρη του θα εξε­λι­χθεί σε ένα αντί­γρα­φο του κατα­πιε­στή πατέ­ρα της. Όσοι έχουν υπο­τα­χθεί στην αυταρ­χι­κό­τη­τα του πατέ­ρα τους θα συνε­χί­σουν να υπο­τάσ­σο­νται στο νέο κατα­πιε­στή ανή­μπο­ροι να πρά­ξουν. Αδύ­να­μοι να βαδί­σουν χωρίς κάποιον να οδη­γεί τα βήμα­τα τους. Η σπο­ρά αυτή όμως δεν θα πιά­σει όπου πέσει. Η Ερα­τώ, επη­ρε­α­σμέ­νη από τον άνε­μο της ελευ­θε­ρί­ας που της έχει εμφυ­σή­σει η μητέ­ρα της, θα αγα­πή­σει και θα ζήσει κόντρα σε αυτή τη δύνη, πλη­ρώ­νο­ντας το τίμη­μα του απο­στά­τη. Μονα­χι­κός επα­να­στά­της, η Ερα­τώ, θα βαδί­σει στο δρό­μο της προ­σω­πι­κής της ελευθερίας.

Το έργο «Η αγά­πη άργη­σε μια μέρα» θα παρου­σια­στεί από έναν θία­σο που απο­τε­λεί­ται μόνον από γυναί­κες (7) για­τί η Ζωγρά­φου στο έργο αυτό καταγ­γέλ­λει την υπο­δού­λω­ση των γυναι­κών στην πατρι­κή εξου­σία και στη συνέ­χεια στη συζυ­γι­κή. Το αντρι­κό στοι­χείο –πατέ­ρας, αδερ­φοί, σύζυ­γοι- κάνει έντο­νη την παρου­σία του μόνο και μόνο και με τη μνη­μό­νευ­ση και την ανά­μνη­ση. Το βαθιά ελλη­νι­κό αυτό έργο παρου­σιά­ζει επί­σης την μετά­βα­ση από την αγρο­τι­κή στην αστι­κή κοι­νω­νία, με όλες τις επώ­δυ­νες συνέ­πειες που αυτή συνε­πά­γε­ται. Παρά το γεγο­νός ότι εκτυ­λίσ­σε­ται κατά την διάρ­κεια του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, οι συγκρού­σεις, τα συναι­σθή­μα­τα και οι χαρα­κτή­ρες απη­χούν στο σήμε­ρα με τρό­πο που προ­βλη­μα­τί­ζει και εντυπωσιάζει.

Τους εφτά συγκλο­νι­στι­κούς γυναι­κεί­ους ρόλους, αλλά και κάποιους αντρι­κούς ή σκιές αντρι­κών ρόλων, ενσαρ­κώ­νουν με μεγά­λη ενερ­γη­τι­κό­τη­τα στη σκη­νή οι: Αιμι­λία Υψη­λά­ντη, Αθη­νά Τσι­λύ­ρα, Κατε­ρί­να Μισι­χρό­νη, Μυρ­τώ Γκό­νη, Μαρία Καρα­κί­τσου, Βασι­λι­κή Δια­λυ­νά, Μαρία Αποστολακέα.

Συντε­λε­στές της παρά­στα­σης: Γιώρ­γος Λυν­τζέ­ρης (σκη­νι­κά — κοστού­μια), Σεμί­να Παπαλεξανδροπούλου(σχεδιασμός φωτι­σμών), Γιώ­τα Κοτσέ­τα (πρω­τό­τυ­πη μου­σι­κή), Νατα­λί Μηνιώ­τη (δρα­μα­τουρ­γι­κή επε­ξερ­γα­σία), Δάφ­νη Λια­νά­κη (βοη­θός σκη­νο­θέ­τη), Ανθή Παρα­σκευά — Βελου­δο­γιάν­νη (βοη­θός σκη­νο­γρά­φου), Πάνος Μαζα­ρά­κης (φωτο­γρα­φί­ες).

Παρα­στά­σεις κάθε Τετάρ­τη και Κυρια­κή στις 7 μ.μ. και κάθε Πέμ­πτη, Παρα­σκευή και Σάβ­βα­το στις 9 μ.μ. Διάρ­κεια παρά­στα­σης 100′.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο