Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η δυστυχία του να είσαι μαρξιστής

Γρά­φει ο 2310net //

Λόγω σπου­δών αλλά και δια­δι­κα­σί­ας αυτο­μόρ­φω­σης μελε­τάω το έργο του Μαρξ εδώ και 15 χρό­νια. Στην αρχή άγου­ρα και επι­δερ­μι­κά. Κατα­νο­ού­σα μόνο τα απλά και τα αντι­με­τώ­πι­ζα λίγο συν­θη­μα­τι­κά. Απο­στή­θι­ζα κάποια τσι­τά­τα και τα εκτό­ξευα σαν πυρη­νι­κά όπλα όταν η συζή­τη­ση πήγαι­νε στα πολι­τι­κά. Κάπου στην πορεία άρχι­σα να κατα­νοώ περισ­σό­τε­ρα. Κατά­λα­βα τι είναι η δια­λε­κτι­κή χωρίς να χρεια­στεί να απο­στη­θί­σω τους βασι­κούς της νόμους, απλά βάζο­ντάς την στην κανο­νι­κή ζωή, στην πρά­ξη. Άλλω­στε τι θα ήταν ο Μαρ­ξι­σμός χωρίς την πράξη;

Κάπου εκεί ήταν που άρχι­σα να κατα­λα­βαί­νω τον κόσμο γύρω μου, να προ­φυ­λάσ­σο­μαι όσο μπο­ρώ από και­ρο­σκο­πι­κές ανα­λύ­σεις, να ανα­ζη­τώ την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα στην ουσία της, στις ταξι­κές σχέ­σεις που συγκρο­τούν αυτόν τον άδι­κο, καπι­τα­λι­στι­κό κόσμο. Τότε ήταν που έβλε­πα την πολι­τι­κή ως μια μορ­φή εκδή­λω­σης των οικο­νο­μι­κών σχέ­σε­ων, δια­λε­κτι­κά δεμέ­νη με αυτές, αδύ­να­το να ξεφύ­γει από αυτές με άλλον τρό­πο από τον επαναστατικό.

Κάπου εκεί στα­μα­τά­ει κανείς να ενδια­φέ­ρε­ται πραγ­μα­τι­κά για το θέα­τρο που παί­ζε­ται στα πάνελ, στις υπο­τι­θέ­με­νες συνε­δριά­σεις των κοι­νο­βου­λί­ων, στους δήθεν ανε­ξάρ­τη­τους θεσμούς, στις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις και στα φτη­νά πολι­τι­κά λόγια. Κάπου εκεί που κατα­νο­είς ότι  πολι­τι­κή δεν είναι οι πρά­ξεις κάποιων καλά αμοι­βό­με­νων επαγ­γελ­μα­τιών με γρα­βά­τες και ταγέρ αλλά οι απει­λές του αφε­ντι­κού στον εργά­τη, η υπε­ρο­ψία του εφο­πλι­στή, η ακό­ρε­στη δίψα για χρή­μα του βιο­μή­χα­νου και του τρα­πε­ζί­τη αλλά και ο αγώ­νας του εργά­τη, η αγω­νία του αγρό­τη, η κού­ρα­ση της εργα­ζό­με­νης μητέ­ρας, η χαρά στα μάτια των συν­δι­κα­λι­ζό­με­νων εργα­τών μετά από μια κου­ρα­στι­κή απερ­για­κή ημέρα.

Αυτό μου στε­ρεί τα έντο­να συναι­σθή­μα­τα που προ­κύ­πτουν σε και­ρούς …αγω­νί­ας. Δεν με ενδια­φέ­ρει ιδιαί­τε­ρα τι συζη­τιέ­ται αυτές τις μέρες στα eurogroups για­τί πολύ απλά αντι­λαμ­βά­νο­μαι ότι τίπο­τα ουσια­στι­κό δεν απο­φα­σί­ζε­ται εκεί. Βρί­σκω όλον αυτόν τον πανι­κό που γίνε­ται σαν μια δια­δι­κα­σία θεά­μα­τος, σαν να βλέ­πεις ένα σίριαλ που γνω­ρί­ζεις ήδη το τέλος. Στα πρό­σω­πα των πρω­τα­γω­νι­στών δεν βλέ­πω ούτε ήρω­ες ούτε προ­δό­τες ούτε εχθρούς ή φίλους της πατρί­δας. Βλέ­πω απλά ανθρώ­πους να υπε­ρα­σπί­ζο­νται τα συμ­φέ­ρο­ντα της τάξης τους. Όπως θα έκα­να παρα­κο­λου­θώ­ντας ένα σίριαλ θα χλευά­σω ή θα κοροϊ­δέ­ψω κάποιους από αυτούς, αλλά στο τρο­λά­ρι­σμά μου δεν θα δώσω μεγα­λύ­τε­ρες δια­στά­σεις από αυτές που θα έπρε­πε να έχει.

Την πεντα­ε­τία της οικο­νο­μι­κής κρί­σης δεν την αντι­λαμ­βά­νο­μαι ως παι­χνί­δι των κακών (βορειο)ευρωπαίων που ιδε­ο­λη­πτι­κά θέλουν να επι­βά­λουν την λιτό­τη­τα στις χώρες του Νότου. Ούτε φυσι­κά ως απο­τέ­λε­σμα του σπά­τα­λου πελα­τεια­κού κρά­τους. Είναι μια ταξι­κή επί­θε­ση του κεφα­λαί­ου ένα­ντι της εργα­σί­ας που από τότε που εξα­φα­νί­στη­κε το αντί­πα­λο δέος έγι­νε πιο απροκάλυπτη.

Δεν αντι­λαμ­βά­νο­μαι την άνο­δο του ναζι­σμού σαν μια έκφρα­ση δυσα­ρέ­σκειας των ανε­νη­μέ­ρω­των αλλά ως μια επι­λο­γή του κεφα­λαί­ου να βγά­λει στην πρώ­τη γραμ­μή ένα από τα ισχυ­ρά του όπλα.

Δεν αντι­λαμ­βά­νο­μαι την επι­λο­γή της κυβέρ­νη­σης του ΣΥΡΙΖΑ να φέρει νέο Μνη­μό­νιο ως απο­τυ­χία ή ως απο­τέ­λε­σμα δια­πραγ­μά­τευ­σης αλλά ως μια εκτέ­λε­ση της ίδιας συντα­γής με υλι­κά που αγο­ρά­στη­καν από δια­φο­ρε­τι­κό σού­περ­μάρ­κετ. Ούτε βλέ­πω τις πρά­ξεις της κυβέρ­νη­σης ως παρέκ­κλι­ση από τις παρα­δό­σεις της Αρι­στε­ράς. Άλλω­στε ιστο­ρι­κά, υπήρ­χαν μεγά­λα τμή­μα­τα της Αρι­στε­ράς που είχαν διαρ­ρή­ξει τους δεσμούς τους με την δια­λε­κτι­κή, μαρ­ξι­στι­κή αντί­λη­ψη των πραγ­μά­των και απο­τε­λού­σαν απλά το προ­ο­δευ­τι­κό ή δημο­κρα­τι­κό όριο του συστήματος.

Δυστυ­χώς όλα τα παρα­πά­νω μου αφαι­ρούν τη δυνα­τό­τη­τα να λει­τουρ­γώ συναι­σθη­μα­τι­κά. Δεν θυμώ­νω με τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν τα βάζω με αυτούς που τον πίστε­ψαν. Δεν χαι­ρε­κα­κώ μετά τις τελευ­ταί­ες εξε­λί­ξεις. Ίσως θα ήταν πιο ευχά­ρι­στο να συμ­με­ρί­ζο­μαι την αγω­νία πριν κάθε eurogroup. Ίσως θα ανέ­βαι­νε η αδρε­να­λί­νη κάθε φορά που κάποιος έγκρι­τος δημο­σιο­γρά­φος θα απο­κά­λυ­πτε μια «είδη­ση-βομ­βα». Ίσως θα μπο­ρού­σα να ανα­ζη­τή­σω κι εγώ την ελπί­δα ότι μπο­ρεί αυτό το σύστη­μα να γίνει τελι­κά λιγό­τε­ρο άδικο.

Απο την άλλη πάλι χαί­ρο­μαι που κατά­φε­ρα να έχω το βλέμ­μα μπρο­στά, σε μια κοι­νω­νία που δεν θα απο­τε­λεί­ται από αντι­τι­θέ­με­νες κοι­νω­νι­κές τάξεις, σε μια ζωή που δεν θα μετριέ­ται ως δαπάνη.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο