Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Η εκπαραθύρωση της Πράγας»

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας // 

23/5/1618: Ξεσπά επί­ση­μα ο 30ετής πόλε­μος, όταν στην Πρά­γα, οι προ­τε­στά­ντες ηγέ­τες πετούν από το παρά­θυ­ρο τους καθο­λι­κούς απε­σταλ­μέ­νους της Αγί­ας Ρωμαϊ­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας. Το γεγο­νός έχει κατα­γρα­φεί στην ιστο­ρία ως «Η εκπα­ρα­θύ­ρω­ση της Πράγας».

Τι προηγήθηκε

Το 1555, η Ειρή­νη του Αου­γκ­σμπουργκ είχε διευ­θε­τή­σει μερι­κώς τις θρη­σκευ­τι­κές δια­φο­ρές στην  Αγία Ρωμαϊ­κή Αυτο­κρα­το­ρία, καθιε­ρώ­νο­ντας την αρχή του Cuius regio, eius religio, που επέ­τρε­πε στους τοπι­κούς Πρί­γκι­πες-ηγε­μό­νες των γερ­μα­νι­κών κρα­τών να καθο­ρί­ζουν το θρή­σκευ­μα των υπη­κό­ων τους. Ο τότε αυτο­κρά­το­ρας των Αψβούρ­γων, Κάρο­λος Ε’, αντι­με­τω­πί­ζο­ντας το φάσμα ενός ενδο­γερ­μα­νι­κού, θρη­σκευ­τι­κού πολέ­μου μετα­ξύ ρωμαιο­κα­θο­λι­κών και λου­θη­ρα­νών, επέ­τρε­ψε στους προ­τε­στά­ντες ορι­σμέ­νες θρη­σκευ­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες. Το κυριό­τε­ρο, δε, επέ­τρε­ψε στους τοπι­κούς ηγε­μό­νες των γερ­μα­νι­κών κρα­τών να καθο­ρί­ζουν οι ίδιοι το θρή­σκευ­μα των υπη­κό­ων τους.

Ωστό­σο, οι προ­τε­στά­ντες σύντο­μα δια­σπά­στη­καν και από τις τάξεις τους ξεπή­δη­σαν και άλλα δόγ­μα­τα, –όπως αυτό των καλ­βι­νι­στών–, για τα οποία η Συν­θή­κη του Άου­σμπουργκ δεν είχε κάνει καμία πρόβλεψη.

Το Βασί­λειο της Βοη­μί­ας από το 1526 κυβερ­νή­θη­κε από Αψβούρ­γους βασι­λειά­δες, οι οποί­οι δεν επέ­βα­λαν την Καθο­λι­κή πίστη στους Προ­τε­στά­ντες και Χου­σί­τες υπη­κό­ους τους.

Το 1593 η Αγία Ρωμαϊ­κή Αυτο­κρα­το­ρία, η οποία, παρα­δο­σια­κά, βρι­σκό­ταν υπό την εξου­σία των Αψβούρ­γων, ενε­πλά­κη στον λεγό­με­νο “Μακρύ Πόλε­μο”, με τους Οθω­μα­νούς. Για να αντι­με­τω­πί­σει τους Τούρ­κους ο τότε αυτο­κρά­το­ρας Ροδόλ­φος Β’ ζήτη­σε την οικο­νο­μι­κή και στρα­τιω­τι­κή συν­δρο­μή όλων των Γερ­μα­νών ηγε­μό­νων, ανε­ξαρ­τή­τως δόγ­μα­τος. Ο πόλε­μος αυτός διήρ­κε­σε μέχρι το 1606 και άφη­σε την Αυτο­κρα­το­ρία εξα­ντλη­μέ­νη οικο­νο­μι­κά, ενώ έδω­σε το δικαί­ω­μα στους προ­τε­στά­ντες ηγε­μό­νες που μετεί­χαν υπέρ του αυτο­κρά­το­ρα, να ελπί­ζουν πως οι υπη­ρε­σί­ες τους θα αντα­μεί­βο­νταν με περισ­σό­τε­ρη ελευ­θε­ρία, πολι­τι­κή και θρησκευτική.

Την επο­χή εκεί­νη το συμ­βού­λιο των επτά εκλε­κτό­ρων της Αυτο­κρα­το­ρί­ας απο­τε­λεί­το από τέσ­σε­ρις ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς εκλέ­κτο­ρες (δού­κας Βαυα­ρί­ας, αρχιε­πί­σκο­ποι Μάιντς, Τρί­ερ και Κολω­νί­ας), δύο καλ­βι­νι­στές (εκλέ­κτο­ρες του Παλα­τι­νά­του και τους Βραν­δεμ­βούρ­γου) και έναν λου­θη­ρα­νό (δού­κας της Σαξω­νί­ας). Συνέ­πεια αυτού ήταν να γεν­νη­θούν φόβοι στους Αψβούρ­γους και τους ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς εκλέ­κτο­ρες ότι οι προ­τε­στά­ντες θα μπο­ρού­σαν ακό­μα και να κατα­λά­βουν τον αυτο­κρα­το­ρι­κό θρόνο.

Η πολι­τι­κή αυτή ανη­συ­χία εκδη­λώ­θη­κε ως θρη­σκευ­τι­κή, με τον δού­κα της Βαυα­ρί­ας Μαξι­μι­λια­νό Β’ να πρω­το­στα­τεί στον αγώ­να κατά των προ­τε­στα­ντών εκλε­κτό­ρων και ιδί­ως κατά του γεί­το­νά του, Φρει­δε­ρί­κου του Παλα­τι­νά­του, του οποί­ου άλλω­στε διεκ­δι­κού­σε εδά­φη. Ο Φρει­δε­ρί­κος του Παλα­τι­νά­του θεω­ρεί­το ο ισχυ­ρό­τε­ρος εκλέ­κτο­ρας της Αυτο­κρα­το­ρί­ας και φρό­ντι­σε να ενι­σχύ­σει ακό­μα περισ­σό­τε­ρο τη θέση του, εμφα­νι­ζό­με­νος ως πρό­μα­χος και προ­στά­της των προ­τε­στα­ντών της Αυτο­κρα­το­ρί­ας, τιθέ­με­νος επι­κε­φα­λής της Προ­τε­στα­ντι­κής ή Ευαγ­γε­λι­κής Ένω­σης. Η Προ­τε­στα­ντι­κή ή Ευαγ­γε­λι­κή Ένω­ση ήταν μια πολι­τι­κή οντό­τη­τα στην οποία εντά­χθη­καν όλοι οι προ­τε­στά­ντες Γερ­μα­νοί ηγεμόνες.

Απέ­να­ντί του ο Φρει­δε­ρί­κος δεν είχε τόσο πολύ τον Αψβούρ­γο αυτο­κρά­το­ρα, ο οποί­ος λόγω του Μακρού Πολέ­μου με τους Τούρ­κους αλλά και των νέων συγκρού­σε­ων μαζί τους (1615–17) δεν είχε την οικο­νο­μι­κή δυνα­τό­τη­τα να τον αντι­με­τω­πί­σει. Είχε, όμως, τον αντα­γω­νι­στή του Μαξι­μι­λια­νό Β’ της Βαυα­ρί­ας, ο οποί­ος, από την πλευ­ρά του, ανα­δεί­χτη­κε σε πρό­μα­χο της Αντι­με­ταρ­ρύθ­μι­σης και υπε­ρα­σπι­στή του ρωμαιο­κα­θο­λι­κι­σμού στη Γερ­μα­νία, εξυ­πη­ρε­τώ­ντας έτσι τις πολι­τι­κές του φιλο­δο­ξί­ες. Ο Μαξι­μι­λια­νός ίδρυ­σε την Καθο­λι­κή Λίγκα, ως αντί­βα­ρο στην Προ­τε­στα­ντι­κή Ένω­ση και άρχι­σε να συγκε­ντρώ­νει στρα­τεύ­μα­τα, όπως άλλω­στε έπρατ­τε και ο αντί­πα­λός του. Ήδη ο σπό­ρος του πολέ­μου είχε φυτευτεί.

Μετά τον θάνα­το του Αψβούρ­γου αυτο­κρά­το­ρα Ροδόλ­φου B’ το 1612, στον αυτο­κρα­το­ρι­κό θρό­νο ανέ­βη­κε ο αδελ­φός του εκλι­πό­ντος, Ματ­θί­ας, ο οποί­ος επι­βε­βαί­ω­σε τα προ­νό­μια και τις θρη­σκευ­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες των προ­τε­στα­ντών. H πολι­τι­κή του Ματ­θία δεν ικα­νο­ποί­η­σε τους συντη­ρη­τι­κούς ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς, όπως ήταν ο Μαξι­μι­λια­νός της Βαυα­ρί­ας και ο ανε­ψιός του και μετέ­πει­τα διά­δο­χός του Φερδινάνδος.

Η σύγκρου­ση πυρο­δο­τή­θη­κε από δύο παρά­γο­ντες: ο Ματ­θί­ας, ήδη γηρα­σμέ­νος και χωρίς παι­διά, όρι­σε τον ξάδελ­φό του Φερ­δι­νάν­δο Β’ κλη­ρο­νό­μο του και τον εξέ­λε­ξε βασι­λιά της Βοη­μί­ας το 1617. Ο Φερ­δι­νάν­δος ήταν φανα­τι­κός υπο­στη­ρι­κτής της Καθο­λι­κής Αντι­με­ταρ­ρύθ­μι­σης και αρνη­τι­κός στις θρη­σκευ­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες της Βοη­μί­ας. Οι Προ­τε­στά­ντες της Βοη­μί­ας αντι­τά­χθη­καν στη βασι­λι­κή κυβέρ­νη­ση. Το 1618 δια­τά­χθη­κε η δια­κο­πή της κατα­σκευ­ής ορι­σμέ­νων προ­τε­στα­ντι­κών παρεκ­κλη­σιών σε βασι­λι­κή γη και όταν οι Βοη­μοί δια­μαρ­τυ­ρή­θη­καν, ο Φερ­δι­νάν­δος διέ­λυ­σε τη συνέ­λευ­σή τους.

Prague Castle defenestration

Το γεγονός

Η πρώ­τη εκπα­ρα­θύ­ρω­ση της Πρά­γας είχε γίνει το 1419, όταν ο τότε δήμαρ­χος της πόλης, μαζί με τους συμ­βού­λους του είχαν πετα­χτεί από τα παρά­θυ­ρα του κάστρου Χραν­τσά­νι, όπου ήταν και η έδρα της καγκε­λα­ρί­ας της Βοη­μί­ας, από τους επα­να­στα­τη­μέ­νους Χουσίτες.

Μετά τον θάνα­το του Αψβούρ­γου αυτο­κρά­το­ρα Ροδόλ­φου B’ το 1612, στον αυτο­κρα­το­ρι­κό θρό­νο ανέ­βη­κε ο αδελ­φός του εκλι­πό­ντος, Ματ­θί­ας, ο οποί­ος επι­βε­βαί­ω­σε τα προ­νό­μια και τις θρη­σκευ­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες των προ­τε­στα­ντών. H πολι­τι­κή του Ματ­θία δεν ικα­νο­ποί­η­σε τους συντη­ρη­τι­κούς ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς, όπως ήταν ο Μαξι­μι­λια­νός της Βαυα­ρί­ας και ο ανε­ψιός του και μετέ­πει­τα διά­δο­χός του Φερδινάνδος.

Σύντο­μα ο Ματ­θί­ας έχα­σε τον έλεγ­χο. Υπο­χρε­ώ­θη­κε δε να ορί­σει τον ανε­ψιό του βασι­λιά της Βοη­μί­ας το 1617. Ο νέος βασι­λιάς –κυβερ­νή­της ουσια­στι­κά– αμέ­σως μετά την εκλο­γή του, έστει­λε στην Πρά­γα δύο Τσέ­χους, ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς συμ­βού­λους του, ως εκπρο­σώ­πους του στη συνέ­λευ­ση των ευγε­νών του βασι­λεί­ου. Οι δύο αυτοί, ο Βίλεμ Σλα­βά­τα και ο Γιά­ρο­σλαβ Μπορ­ζί­τα, θα κυβερ­νού­σαν, ουσια­στι­κά, τη Βοη­μία, εξ ονό­μα­τός του. Ωστό­σο, οι λοι­ποί ευγε­νείς, με επι­κε­φα­λής τον κόμη Χάιν­ριχ Ματί­ας φονΤουρν, αντέ­δρα­σαν. Ο Τουρν ειδι­κά είχε προ­σω­πι­κούς λόγους να αντι­δρά­σει, καθώς έχα­νε τη θέση του από τον Σλα­βά­τα, ως επι­κε­φα­λής του συμ­βου­λί­ου των ευγε­νών της Βοημίας.

Η κίνη­ση του Φερ­δι­νάν­δου να στεί­λει τους δύο ρωμαιο­κα­θο­λι­κούς απε­σταλ­μέ­νους, θεω­ρή­θη­κε προ­σβλη­τι­κή και ως εσκεμ­μέ­νη προ­σπά­θεια υπο­νό­μευ­σης της προ­τε­στα­ντι­κής ηγε­σί­ας του βοη­μι­κού συμ­βου­λί­ου των ευγε­νών. Ο Τουρν, τον Μάρ­τιο του 1618, συγκά­λε­σε σε συνέ­λευ­ση τους προ­τε­στά­ντες ευγε­νείς και τους εκπρο­σώ­πους των πόλε­ων της Βοη­μί­ας. Εκεί είπε πως τα προ­νό­μια των προ­τε­στα­ντών που τους είχαν δοθεί από τη Συν­θή­κη του Άου­σμπουργκ, ο Φερ­δι­νάν­δος είχε σκο­πό να τα καταργήσει.

Αυτό φυσι­κά ήταν ψέμα, καθώς ο Φερ­δι­νάν­δος, όταν χρί­στη­κε βασι­λιάς της Βοη­μί­ας είχε δεσμευ­τεί να τηρή­σει τη “Βασι­λι­κή Επι­στο­λή”, δηλα­δή τη χάρ­τα των προ­νο­μί­ων και δικαιω­μά­των των προ­τε­στα­ντών. Παρ’ όλα αυτά ο Τουρν κατά­φε­ρε να πεί­σει τους λοι­πούς ευγε­νείς και εκπρο­σώ­πους και να κερ­δί­σει την υπο­στή­ρι­ξή τους.

Η προ­τε­στα­ντι­κή συνέ­λευ­ση εξέ­δω­σε σχε­τι­κό ψήφι­σμα το οποίο και έστει­λε στον αυτο­κρά­το­ρα Ματ­θία, ζητώ­ντας την επέμ­βα­σή του ενα­ντί­ον του ανε­ψιού και δια­δό­χου του. Ο Ματ­θί­ας φάνη­κε και πάλι συγκα­τα­βα­τι­κός, απα­ντώ­ντας πως θα πήγαι­νε ο ίδιος στη Βοη­μία για να τακτο­ποι­ή­σει το ζήτη­μα, το ανύ­παρ­κτο στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ζήτη­μα. Την ίδια ώρα όμως, ο μετριο­πα­θής, κατά τα άλλα πρω­θυ­πουρ­γός του Ματ­θία, ο καρ­δι­νά­λιος Μελ­χιόρ Κλεζλ, εκνευ­ρι­σμέ­νος από τις ενέρ­γειες του Τουρν, έστει­λε μια επι­στο­λή γραμ­μέ­νη σε έντο­νο ύφος. Ο Τουρν χρη­σι­μο­ποί­η­σε αυτή την επι­στο­λή και όχι αυτή του αυτο­κρά­το­ρα, για να πεί­σει απο­λύ­τως, πλέ­ον, τους προ­τε­στά­ντες ευγε­νείς ότι απειλούνται.

Μιλώ­ντας δε στους προ­τε­στά­ντες ευγε­νείς είπε πως πρέ­πει να πετά­ξουν τους εκπρο­σώ­πους του Φερ­δι­νάν­δου από τα παρά­θυ­ρα του κάστρου της Πρά­γας, “όπως είναι καθιε­ρω­μέ­νο”. Στις 23 Μαΐ­ου 1618 ο Τουρν και οι ομοϊ­δε­ά­τες του πέτα­ξαν από το παρά­θυ­ρο του κάστρου, από ύψος 21 μέτρα τους δύο εκπρο­σώ­πους του Φερ­δι­νάν­δου και τον γραμ­μα­τέα τους, οι οποί­οι επέ­ζη­σαν της πτώ­σης, καθώς έπε­σαν στη γεμά­τη απορ­ρίμ­μα­τα τάφρο του κάστρου.

Μαζί με τους τρεις που πετά­χτη­καν από τα παρά­θυ­ρα, έπε­σε στο κενό και κάθε προ­σπά­θεια απο­φυ­γής ενός πολέ­μου που μπο­ρού­σε κι έπρε­πε να έχει απο­φευ­χθεί. Δύο μέρες μετά το επει­σό­διο αυτό οι προ­τε­στά­ντες ευγε­νείς συγκρό­τη­σαν τη δική τους δίαι­τα και εξέ­λε­ξαν ένα δωδε­κα­με­λές διευ­θυ­ντή­ριο, τα μέλη του οποί­ου απο­τέ­λε­σαν τη “βοη­μι­κή καγκε­λα­ρία”. Κατό­πιν αυτών οι επα­να­στά­τες ζήτη­σαν από τον αυτο­κρά­το­ρα Ματ­θία την παραί­τη­ση του Φερ­δι­νάν­δου από τον θρό­νο της Βοη­μί­ας. Το γεγο­νός ήταν ότι σχε­δόν όλα τα νυν μέλη του διευ­θυ­ντη­ρί­ου, είχαν ψηφί­σει υπέρ της εκλο­γής του Φερ­δι­νάν­δου, ελά­χι­στους μήνες πριν.

Δύο μέρες μετά το επει­σό­διο αυτό οι προ­τε­στά­ντες ευγε­νείς συγκρό­τη­σαν τη δική τους δίαι­τα και εξέ­λε­ξαν ένα δωδε­κα­με­λές διευ­θυ­ντή­ριο, τα μέλη του οποί­ου απο­τέ­λε­σαν τη “βοη­μι­κή καγκε­λα­ρία”. Κατό­πιν αυτών οι επα­να­στά­τες ζήτη­σαν από τον αυτο­κρά­το­ρα Ματ­θία την παραί­τη­ση του Φερ­δι­νάν­δου από τον θρό­νο της Βοη­μί­ας. Το γεγο­νός ήταν ότι σχε­δόν όλα τα νυν μέλη του διευ­θυ­ντη­ρί­ου, είχαν ψηφί­σει υπέρ της εκλο­γής του Φερ­δι­νάν­δου, ελά­χι­στους μήνες πριν.

Από τους συμ­με­τέ­χο­ντες στα γεγο­νό­τα Βοη­μούς, όσοι δεν μπό­ρε­σαν να δια­φύ­γουν συνε­λή­φθη­σαν και 43 από αυτούς κατα­δι­κά­στη­καν σε θάνα­το. Στις 21 Ιου­νί­ου 1621, 27 απο­κε­φα­λί­στη­καν στην πλα­τεία της Παλιάς Πόλης της Πρά­γας και η περιου­σία τους κατα­σχέ­θη­κε από τον αυτοκράτορα.

Την εκπα­ρα­θύ­ρω­ση της Πρά­γας ακο­λού­θη­σε εξέ­γερ­ση των κατοί­κων της Βοη­μί­ας και των γύρω περιο­χών των Αψβούρ­γων. Οι στα­σια­στές εξέ­λε­ξαν τον Φρει­δε­ρί­κο Ε’ πρί­γκι­πα-εκλέ­κτο­ρα του Παλα­τι­νά­του ως βασι­λιά τους, ως εξέ­χον μέλος της Προ­τε­στα­ντι­κής Ένω­σης που είχε ιδρύ­σει ο πατέ­ρας του Φρει­δε­ρί­κος Δ’.

Μετά από κάποιες περιο­ρι­σμέ­νες επι­τυ­χί­ες των Βοη­μών, οι αυτο­κρα­το­ρι­κές δυνά­μεις προ­χώ­ρη­σαν στην εισβο­λή και ειρή­νευ­ση, με απο­κο­ρύ­φω­μα την ήττα των εξε­γερ­μέ­νων στη μάχη του Λευ­κού Όρους και την εξο­ρία του Φρει­δε­ρί­κου Ε’

Η απο­τυ­χία αυτής της εξέ­γερ­σης ήταν κατα­στρο­φι­κή για το Βασί­λειο της Βοη­μί­ας. Η τοπι­κή αρι­στο­κρα­τία απο­δε­κα­τί­στη­κε και μόνο μερι­κές οικο­γέ­νειες πιστές στον αυτο­κρά­το­ρα κατά­φε­ραν να απο­φύ­γουν τη δήμευ­ση. Οι Αψβούρ­γοι ενέ­τει­ναν τον συγκε­ντρω­τι­σμό της εξου­σί­ας. Από το 1627, το νέο σύνταγ­μα του βασι­λεί­ου, που επι­κυ­ρώ­θη­κε στη Βιέν­νη, έκα­νε το στέμ­μα κλη­ρο­νο­μι­κό προς όφε­λός τους. Ο Καθο­λι­κι­σμός έγι­νε η απο­κλει­στι­κή θρη­σκεία και τα Γερ­μα­νι­κά αντι­κα­τέ­στη­σαν τα  Τσέ­χι­κα ως επί­ση­μη γλώσ­σα. Τα αστι­κά δικαιώ­μα­τα περιο­ρί­σθη­καν σημαντικά.

Αλλά η κυριό­τε­ρη συνέ­πεια αυτής της βιαιο­πρα­γί­ας: ήταν η αφορ­μή για τον  Τρια­κο­ντα­ε­τή πόλε­μο (1618–1648). Αν και το υπό­βα­θρο της σύγκρου­σης ήταν θρη­σκευ­τι­κό, εντού­τοις, το να χαρα­κτη­ρί­σει κανείς τον Τρια­κο­ντα­ε­τή Πόλε­μο ως θρη­σκευ­τι­κό πόλε­μο θα απεί­χε πολύ από την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Όπως κάθε πόλε­μος κι αυτός είχε αίτια πολι­τι­κά. Οι αντι­μα­χό­με­νοι ηγέ­τες απλώς εκμε­ταλ­λεύ­τη­καν το εκα­τέ­ρω­θεν θρη­σκευ­τι­κό αίσθη­μα προς όφε­λος των πολι­τι­κών τους επιδιώξεων.

Ακο­λου­θή­στε το Ατέ­χνως στο Google News, στο Facebook και στο Twitter

Φώτης Αγγου­λές, ο προ­λε­τά­ριος ποιητής

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο