Με τον τίτλο «Η Ελλάδα προτίθεται να δανείσει θησαυρούς στο Βρετανικό Μουσείο ως αντάλλαγμα για τα ‘κλεμμένα’ Ελγίνεια Μάρμαρα», η βρετανική εφημερίδα Telegraph φιλοξενεί συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη ενόψει συνάντησης με τον Μπόρις Τζόνσον. Μάλιστα η βρετανική εφημερίδα «βλέπει» θετική έκβαση των συζητήσεων.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, βασική πρόταση του Κυρ. Μητσοτάκη για να πείσει το Βρετανικό Μουσείο να δώσει πίσω τα μάρμαρα του Παρθενώνα είναι η τροφοδότηση του με δανεισμούς ελληνικών αρχαιοτήτων που δεν έχουν φύγει ποτέ από τη χώρα. Είναι αλήθεια πως η Βρετανία έχει μία λίστα ελληνικών θησαυρών που θα επιθυμούσε να δανειστεί. Για παράδειγμα χρυσά μυκηναϊκά αντικείμενα όπως η μάσκα του Αγαμέμνωνα, το χάλκινο άγαλμα του Δία ή ακόμη και ο μηχανισμός των Αντικυθήρων.
Επί της ουσίας ο Έλληνας πρωθυπουργός θέλει να επαναφέρει την πρόταση περί δανεισμού στην Ελλάδα των κλεμμένων γλυπτών του Παρθενώνα με ανταλλάγματα, με εξασφάλιση δηλαδή του δανειστή στη λογική δάνειο με ενέχυρο.
Δηλώνει συγκεκριμένα πως «είμαι βέβαιος ότι εάν υπήρχε βούληση εκ μέρους της κυβέρνησης (της Βρετανίας) για αλλαγή στάσης θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μία διευθέτηση με το Βρετανικό Μουσείο για να δανείσουμε στο εξωτερικό πολιτιστικούς θησαυρούς οι οποίοι δεν έχουν βρεθεί ποτέ εκτός Ελλάδας».
Ο Κυρ. Μητσοτάκης δηλώνει ακόμα πως «δεν θέλω να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες όσον αφορά μία διευθέτηση, διότι αυτές οι συζητήσεις είναι ευαίσθητες». Ωστόσο δημοσιεύματα αναφέρουν πως η ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να βάλει στο τραπέζι τον δανεισμό σημαντικών αντικειμένων.
Οι προτάσεις περί δανεισμών των γλυπτών του Παρθενώνα, σύμφωνα με ειδικούς, υποκρύπτει τον κίνδυνο να αναγνωριστεί το Βρετανικό Μουσείο σαν νόμιμος ιδιοκτήτης τους, ενώ έχουν κλαπεί από την Ελλάδα, όπως αναφέρει ο Κ. Μητσοτάκης στην συνέντευξη λέγοντας πως «τα Γλυπτά κλάπηκαν τον 19ο αιώνα, ανήκουν στο Μουσείο της Ακρόπολης» και προσθέτει ότι «πρέπει να συζητήσουμε αυτό το ζήτημα σοβαρά και με ειλικρίνεια».
Παρόλα αυτά, εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης επανέλαβε την πάγια θέση του Ηνωμένου Βασιλείου, δηλαδή το ότι «τα μάρμαρα αποκτήθηκαν νόμιμα με βάση το τότε οθωμανικό καθεστώς και ότι το βρετανικό μουσείο λειτουργεί ανεξάρτητα, χωρίς πολιτικές επιρροές». Μία θέση που είχε υιοθετήσει πριν λίγους μήνες και ο ίδιος ο Μπόρις Τζόνσον στην εφημερίδα Τα Νέα, χωρίς να αφήνει περιθώρια μετακίνησης.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο έγινε ένα κομβικό βήμα από τη Διακυβερνητική Επιτροπή της UNESCO για την Προώθηση της Επιστροφής των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης. Για πρώτη φορά υιοθετήθηκε απόφαση που αναγνωρίζει ότι η υπόθεση δεν αφορά τη συνεννόηση μεταξύ μουσείων, αλλά έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, η υποχρέωση επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα αφορά την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το ιστορικό
Eνα μεγάλο εθνικό θέμα, που ξεκίνησε το 1801 με την αρπαγή των Γλυπτών από τον λόρδο Ελγιν.
Ο Παρθενώνας, από την οικοδόμησή του έως το 1687, έμεινε ουσιαστικά αλώβητος, όταν δέχτηκε το πρώτο σοβαρό πλήγμα της ιστορίας του από τον βομβαρδισμό των Ενετών. Το δεύτερο μεγαλύτερο πλήγμα του Παρθενώνα έλαβε χώρα κατά τα έτη 1801–1804, όταν ο λόρδος Ελγιν, πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη, κατόρθωσε να αποσπάσει τον μισό γλυπτό διάκοσμο και να τον μεταφέρει στην Αγγλία.
Οι πρώτες αντιδράσεις για τη μεγάλη κλοπή των Γλυπτών ξεκίνησαν αμέσως μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους. Το 1842, ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, γραμματέας τής εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, υποβάλλει το πρώτο επίσημο αίτημα, διατυπώνοντας την προσδοκία της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών. Το αίτημα επαναλήφθηκε το 1924, με τη συμπλήρωση εκατό ετών από τον θάνατο του λόρδου Βύρωνα, ενώ το 1961 ο δήμαρχος της Αθήνας αλλά και η Ακαδημία Αθηνών ζήτησαν από την Αγγλία τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Το 1982 ήταν ένα έτος-σταθμός για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, καθώς στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO για την Πολιτιστική Πολιτική στο Μεξικό, η τότε υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών Μελίνα Μερκούρη προέβαλε το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των Γλυπτών. Η ελληνική αντιπροσωπεία υπέβαλε σχέδιο σύστασης υπέρ της επιστροφής του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα στην Ελλάδα, που υπερψηφίστηκε με 56 ψήφους υπέρ, 12 κατά και 24 αποχές. Τον Οκτώβριο του 1984 η Ελλάδα υπέβαλε νέο επίσημο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, που απορρίφθηκε από τη βρετανική πλευρά. Το ίδιο έτος, επίσης, η Ελλάδα κατέθεσε επίσημο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην UNESCO, το οποίο ενεγράφη στην ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσής τους ή την Απόδοσή τους σε Περίπτωση Παράνομης Κτήσης.
Το 1999 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε δεσμευτική απόφαση, σημειώνοντας πως α) θεωρεί ότι η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα θα αποτελούσε μια καίρια ενέργεια για την προώθηση της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς και β) καλούσε την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να εξετάσει θετικά το αίτημα της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στον φυσικό τους χώρο. Το 2002 οι υπουργοί Πολιτισμού και Αθλητισμού των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που συναντήθηκαν στη Θεσσαλονίκη ύστερα από πρόσκληση του τότε υπουργού Πολιτισμού Ευάγγελου Βενιζέλου, συμφώνησαν μεταξύ άλλων πως η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα είναι «υποχρέωση της σύγχρονης ανθρωπότητας απέναντι στο κορυφαίο μνημείο του κλασικού πολιτισμού».