Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η ενιαία σκέψη

Γρά­φει ο Cogito Ergo Sum //

Στις σύγ­χρο­νες δημο­κρα­τί­ες, όλο και περισ­σό­τε­ροι ελεύ­θε­ροι πολί­τες αισθά­νο­νται ότι απο­τε­λούν μια μάζα, η οποία συγκολ­λά­ται από ένα γλοιώ­δες δόγ­μα. Ένα δόγ­μα που περι­χα­ρα­κώ­νει, ανα­κό­πτει, παρε­μπο­δί­ζει, παρα­λύ­ει και, τελι­κά, πνί­γει κάθε επα­να­στα­τι­κό­τη­τα. Το δόγ­μα αυτό είναι η ενιαία σκέ­ψη και για την προ­στα­σία του έχει θεσπί­σει μια παντα­χού παρού­σα αστυ­νο­μία της ανε­ξάρ­τη­της γνώ­μης. Μετά την κατάρ­ρευ­ση των κομ­μου­νι­στι­κών καθε­στώ­των, η έπαρ­ση, η αλα­ζο­νεία και ο κυνι­σμός του ευαγ­γε­λί­ου της Νέας Τάξης έχουν πάρει τέτοιες δια­στά­σεις ώστε μπο­ρού­με άνε­τα να πού­με ότι αυτή η ιδε­ο­λη­ψία έχει εξε­λι­χθεί σε σύγ­χρο­νο δογ­μα­τι­σμό. Άλλω­στε, η ενιαία σκέ­ψη απο­τε­λεί την κεντρι­κή κολώ­να στην οποία στη­ρί­ζε­ται ο νεοφιλελευθερισμός.

Ενιαία σκέ­ψη είναι η έκφρα­ση, με ιδε­ο­λο­γι­κούς όρους παγκό­σμιας εμβέ­λειας, των συμ­φε­ρό­ντων τού συνό­λου των δυνά­με­ων του διε­θνούς κεφα­λαί­ου. Προσ­διο­ρί­στη­κε το 1944 με τις συμ­φω­νί­ες του Μπρέ­τον Γουντς, παρα­με­τρο­ποι­ή­θη­κε και εξει­δι­κεύ­τη­κε το 1989 με την Συναί­νε­ση της Ουά­σιγ­κτον και εκφρά­ζε­ται από παγκό­σμιους οικο­νο­μι­κούς οργα­νι­σμούς (Παγκό­σμια Τρά­πε­ζα, Διε­θνές Νομι­σμα­τι­κό Ταμείο — ΔΝΤ, Οργα­νι­σμός Οικο­νο­μι­κής Συνερ­γα­σί­ας & Ανά­πτυ­ξης — ΟΟΣΑ, Γενι­κή Συμ­φω­νία Δασμών & Εμπο­ρί­ου — GATT, Ευρω­παϊ­κή Επι­τρο­πή κλπ) οι οποί­οι χρη­μα­το­δο­τούν ‑και, κατ’ επέ­κτα­ση, θέτουν στην υπη­ρε­σία τους- διά­φο­ρα κέντρα ερευ­νών, πανε­πι­στή­μια, ιδρύ­μα­τα κλπ ώστε αυτά, με την σει­ρά τους, να εξω­ρα­ΐ­σουν και να δια­δώ­σουν τον “ορθό λόγο”.

Αυτός ο λόγος ανα­πα­ρά­γε­ται από τα “ευαγ­γέ­λια” της Νέας Τάξης (“Wall Street Journal”, “Financial Times”, “The Economist”, πρα­κτο­ρείο “Reuters” κλπ), τα οποία ανή­κουν σε μεγά­λους κεφα­λαιο­κρα­τι­κούς ομί­λους. Σχε­δόν παντού, οικο­νο­μι­κές σχο­λές, δημο­σιο­γρά­φοι, πολι­τι­κοί κλπ επα­να­λαμ­βά­νουν τις “εντο­λές των ευαγ­γε­λί­ων” και τα ΜΜΕ τις ανα­πα­ρά­γουν κατά κόρον, μιας και στην επο­χή μας θεω­ρεί­ται σωστό ό,τι επα­να­λαμ­βά­νε­ται συνε­χώς από πολλούς.

Η βασι­κή αρχή της ενιαί­ας σκέ­ψης είναι απλή: η οικο­νο­μία υπε­ρι­σχύ­ει της πολι­τι­κής. Το 1994, ο Ζαν-Κλωντ Τρισ­σέ (τότε διοι­κη­τής της Τρά­πε­ζας της Γαλ­λί­ας και κατό­πιν πρό­ε­δρος της Ευρω­παϊ­κής Κεντρι­κής Τρά­πε­ζας) δήλω­νε ότι “ζητά­με να μειω­θούν τα δημό­σια ελλείμ­μα­τα” και “ακο­λου­θού­με στρα­τη­γι­κή στα­θε­ρού νομί­σμα­τος”, στό­χοι καθα­ρά πολι­τι­κοί. Η οικο­νο­μία έχει ανα­χθεί σε θεία εντο­λή, εν ονό­μα­τι ενός ρεα­λι­σμού ο οποί­ος περι­γρά­φε­ται κυνι­κά από τον γάλ­λο συγ­γρα­φέα Αλαίν Μινκ: “η δημο­κρα­τία δεν είναι η φυσι­κή κατά­στα­ση της κοι­νω­νί­ας, η αγο­ρά είναι”. Πρό­κει­ται για μια οικο­νο­μία απαλ­λαγ­μέ­νη από κοι­νω­νι­κά εμπό­δια, μιας και για τον νεο­τα­ξι­κό homo oeconomicus οι κοι­νω­νι­κές παρο­χές γίνο­νται αιτία οπι­σθο­δρό­μη­σης και κρί­σης.

Άλλες βασι­κές έννοιες της ενιαί­ας σκέψης:
— Οι αγο­ρές, των οποί­ων τα αόρα­τα χέρια διορ­θώ­νουν κάθε ανω­μα­λία και δυσλει­τουρ­γία, καθο­ρί­ζο­ντας την γενι­κή κατεύ­θυν­ση της οικονομίας.
— Ο αντα­γω­νι­σμός, ο οποί­ος προσ­δί­δει δυνα­μι­σμό στις επι­χει­ρή­σεις, κατευ­θύ­νο­ντάς τες σε έναν διαρ­κή εκσυγχρονισμό.
— Η ελεύ­θε­ρη δια­κί­νη­ση κεφα­λαί­ων, η οποία απο­τε­λεί παρά­γο­ντα απρό­σκο­πτης ανά­πτυ­ξης του εμπο­ρί­ου και, συνε­πώς, της κοινωνίας.
— Η παγκο­σμιο­ποί­η­ση της παρα­γω­γής και των χρη­μα­το­οι­κο­νο­μι­κών ροών.
— Ο διε­θνής κατα­με­ρι­σμός της εργα­σί­ας, ο οποί­ες περιο­ρί­ζει τις συν­δι­κα­λι­στι­κές διεκ­δι­κή­σεις και μειώ­νει το μισθο­λο­γι­κό κόστος.
— Το λιγώ­τε­ρο κρά­τος, το οποίο, μέσα από την ελάτ­τω­σή του, διευ­κο­λύ­νει την κερ­δο­φο­ρία του κεφα­λαί­ου εις βάρος των κοινωνιών.
— Η αδια­φο­ρία για το οικο­λο­γι­κό κόστος.

Η διαρ­κής επα­νά­λη­ψη από όλους τους αστούς πολι­τι­κούς και όλα τα ΜΜΕ, προσ­δί­δει σ’ αυτή την κατή­χη­ση τέτοια δύνα­μη εκφο­βι­σμού, ώστε να κατα­πνί­γε­ται κάθε από­πει­ρα ελεύ­θε­ρης σκέ­ψης και να απο­τρέ­πε­ται κάθε αντί­στα­ση σ’ αυτόν τον σύγ­χρο­νο σκο­τα­δι­σμό. Το 1993, στην ερώ­τη­ση “τι πρό­κει­ται να αλλά­ξει αν κερ­δί­σει η δεξιά;”, ο Ντο­μι­νίκ Στρως-Καν (τότε υπουρ­γός βιο­μη­χα­νί­ας της “σοσια­λι­στι­κής” κυβέρ­νη­σης Μιτ­τε­ράν και κατό­πιν γενι­κός διευ­θυ­ντής του ΔΝΤ) απά­ντη­σε: “Τίπο­τε. Η οικο­νο­μι­κή πολι­τι­κή της δεν θα δια­φέ­ρει από την δική μας”.

[Παρα­τή­ρη­ση: Ο Στρως-Καν δεν μας προ­κα­λεί σήμε­ρα καμ­μιά έκπλη­ξη με τα τότε λεγό­με­νά του διό­τι η ιστο­ρία τα έχει ήδη επα­λη­θεύ­σει. Πρέ­πει, όμως, να προ­σέ­ξου­με ότι απο­λύ­τως ανά­λο­γες είναι και οι δηλώ­σεις του τύπου “το κρά­τος έχει συνέ­χεια”, που ακού­στη­καν κατά κόρον στην πρό­σφα­τη προ­ε­κλο­γι­κή περί­ο­δο από στε­λέ­χη του ΣυΡι­ζΑ, τα οποία προ­σπα­θού­σαν να πεί­σουν τους “από πάνω” (ντό­πιους και ξένους) ότι δεν κιν­δυ­νεύ­ουν από οποια­δή­πο­τε σοβα­ρή αλλα­γή της καθε­στη­κυί­ας τάξε­ως.]

Η δύνα­μη εκφο­βι­σμού στην οποία ανα­φερ­θή­κα­με, πιστο­ποιεί­ται από το χαρα­κτη­ρι­στι­κό παρά­δειγ­μα κατε­στραμ­μέ­νων συναν­θρώ­πων μας που τρέ­μουν στην ιδέα ότι μπο­ρεί να βρε­θού­με εκτός ευρω­ζώ­νης ή εκτός Ευρω­παϊ­κής Ένω­σης γενι­κώ­τε­ρα, παρ’ ότι μια τέτοια εξέ­λι­ξη δεν θα μπο­ρού­σε να τους δημιουρ­γή­σει μεγα­λύ­τε­ρα προ­βλή­μα­τα από εκεί­να τα οποία ήδη βιώ­νουν. Κατά βάση, είναι οι ίδιοι που κάπο­τε φοβού­νταν μήπως έρθουν οι κομ­μου­νι­στές και τους πάρουν τα σπί­τια ή τις δυο ελιές από την πίσω αυλή τους.

Τελι­κά, η μόνη λύση για να γλι­τώ­σου­με από τον βρόγ­χο της ενιαί­ας σκέ­ψης είναι η μόνη επι­λο­γή που φοβού­νται οι εμπνευ­στές της: η επα­νά­στα­ση. Για­τί μόνο με επα­νά­στα­ση μπο­ρεί να έρθουν πρώ­τα το γκρέ­μι­σμα του χαξ­λεϋ­κού “θαυ­μα­στού, και­νούρ­γιου κόσμου” που χτί­στη­κε ‑και εξα­κο­λου­θεί να χτί­ζε­ται- γύρω μας και, κατό­πιν, η ανοι­κο­δό­μη­ση, πάνω στα ερεί­πιά του, του δικού μας, πραγ­μα­τι­κά και­νούρ­γιου κόσμου.

[Ξανα­δου­λε­μέ­νο και συμπλη­ρω­μέ­νο κεί­με­νο, το οποίο πρω­το­δη­μο­σιεύ­θη­κε στο ιστο­λό­γιο Cogito ergo sum την 20/10/2010]

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο