Το ΚΚΕ διεκδικεί οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις για να στηριχθούν τα νέα ζευγάρια, οι νέοι γονείς και τα διαζευγμένα ζευγάρια για την άσκηση της γονικής μέριμνας, τόνισε η ειδική αγορήτρια του Κόμματος Μαρία Κομνηνάκα, μιλώντας στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης κατά την 4η συνεδρίαση για το νομοσχέδιο «Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου».
Η βουλευτής του ΚΚΕ τόνισε ότι απουσιάζει παντελώς η απαραίτητα κοινωνική στήριξη των γονιών που θα τους βοηθήσει να ασκήσουν την από κοινού γονική μέριμνα στο παιδί. Σημείωσε πως το συμφέρον του παιδιού δεν περιορίζεται στη συμβολή των δύο γονιών στην ανατροφή του καθώς το συμφέρον του παιδιού σχετίζεται και με την ικανοποίηση των κοινωνικών του αναγκών. Πρόσθεσε ότι χρειάζονται κατάλληλες κοινωνικές υπηρεσίες που είναι περιορισμένες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και για την υποχρηματοδότησή τους έχουν ευθύνη όλες οι κυβερνήσεις.
Πρότεινε συγκεκριμένα μέτρα οικονομικής στήριξης και ανακούφισης των γονιών όπως η έγκαιρη καταβολή των επιδομάτων, επίδομα ανεργίας, προστασία της κατοικίας και ελαφρύνσεις από χρέη.
Έκανε ειδική αναφορά στο σμπαράλιασμα του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας που επιχειρείται με κυβερνητικό νομοσχέδιο. Τόνισε πως δεν θα μπορούν δύο γονείς, π.χ. μητέρα εμποροϋπάλληλος και πατέρας διανομέας, με 10 και πλέον ώρες εργασίας να ασκούν γονική μέριμνα.
Υπογράμμισε ότι οι ισότιμες σχέσεις μεταξύ των γονέων ακόμα και μετά το διαζύγιο μπορούν τελικά να αναπτυχθούν όταν διασφαλίζονται καθολικά τα σύγχρονα δικαιώματα ανδρών και γυναικών στη σταθερή εργασία, με σταθερό ωράριο και αξιοπρεπές εργασιακό εισόδημα, με μέτρα προστασίας της μητρότητας και ολόπλευρη κρατική στήριξη της οικογένειας και προστασίας των παιδιών.
Ολόκληρη η ομιλία έχει ως εξής:
«Στην προηγούμενη συνεδρίαση της Επιτροπής, για την κατ’ άρθρο συζήτηση του νομοσχεδίου, ο κ. υπουργός προσπάθησε να παρουσιάσει στην ομιλία του τις αλλαγές που επιφέρει το νομοσχέδιο ως μια γενναία μεταρρύθμιση που στο επίκεντρό της έχει την ικανοποίηση του συμφέροντος του παιδιού. Το ίδιο επανέλαβε η εισηγήτρια της πλειοψηφίας, θέτοντας μάλιστα το ερώτημα “Μα είναι δυνατόν να μην αναγνωρίζετε τον παιδοκεντρικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, όταν στο πρώτο άρθρο, στο σκοπό του νομοσχεδίου, τίθεται η ικανοποίηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού;”. Όμως αρκεί η διακηρυκτική διατύπωση αυτού του σκοπού, για να δεχτούμε ότι πράγματι υπηρετείται; Τη στιγμή, μάλιστα, που περιορίζεται η περιγραφή του συμφέροντος του παιδιού αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά στην ουσιαστική συμμετοχή και παρουσία και των δύο γονιών στην ανατροφή και τη φροντίδα του.
Όμως όσο σημαντική κι αν είναι η συμβολή και των δύο γονιών στην ανατροφή και τη φροντίδα των παιδιών, είτε βρίσκονται σε συμβίωση είτε όχι, μπορεί το πραγματικό συμφέρον του παιδιού να εξαντλείται εκεί ή μπορεί ακόμα κι αυτό να εξασφαλιστεί με μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση; Μπορεί να μη σχετίζεται με την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών του παιδιού, αλλά και το πώς αυτές θα εξασφαλίζονται;
Πολύ περισσότερο όταν το νομοσχέδιο ακόμα και αυτή την ανάγκη του παιδιού για την ενεργό παρουσία των δύο γονιών του στη ζωή και την ανατροφή του, την αντιμετωπίζει περισσότερο με ένα τυπικό, διεκπεραιωτικό τρόπο.
Από την πρώτη στιγμή κάναμε ξεκάθαρο ότι ως Κόμμα συμφωνούμε με την αρχή της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας και τη συνεννόηση των δύο γονέων στα ζητήματα της επιμέλειας, που χρειάζεται να έχει στο επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες και το συμφέρον του παιδιού. Ότι οι δύο γονείς πρέπει να έχουν κοινή ευθύνη απέναντι στα παιδιά τους και ό,τι υπάρχει ως υποχρέωσή των γονιών εντός του γάμου, πρέπει να ισχύει το ίδιο και εκτός γάμου.
Όμως η κριτική μας στο νομοσχέδιο είναι ότι αντιμετωπίζει τυπικά και μόνο την εξυπηρέτηση του πραγματικού συμφέροντος του παιδιού, αλλά και την αναγκαιότητα της κοινής συνεννόησης και κοινής ευθύνης των γονιών στην άσκηση της γονικής μέριμνας.
Αρχικά, η κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να έχει πολλές μορφές, υπολογίζοντας πολλούς παράγοντες, όπως το ηλικιακό στάδιο ανάπτυξης του παιδιού, τη βαθμίδα της εκπαίδευσης, την προϋπάρχουσα ψυχική του κατάσταση, αλλά και τις ίδιες τις συνθήκες ζωής και εργασίας των γονιών. Κάτι τέτοιο είναι κατανοητό ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί με τον τυπικό ισομερισμό του χρόνου του παιδιού στον οποίο στην πραγματικότητα εστιάζει το νομοσχέδιο.
Στην πραγματικότητα η ευθύνη των γονιών κατακερματίζεται, ενώ με τις αντιφάσεις και τα κενά που παρουσιάζει το νομοσχέδιο σε διάφορα άρθρα του, γύρω από το περιεχόμενο των εννοιών της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας, στα οποία έχει γίνει εκτενείς αναφορά στις προηγούμενες συνεδριάσεις, τελικά δημιουργούνται επιπλέον ερμηνευτικά προβλήματα και κατ’ επέκταση εστίες έντασης μεταξύ των διαζευγμένων γονιών.
Όμως ακόμα περισσότερο η κριτική μας εστιάζει στο ότι από τις διατάξεις του νομοσχεδίου, αλλά και από το σύνολο της πολιτικής που ασκεί η κυβέρνηση στα ζητήματα του Οικογενειακού Δικαίου, απουσιάζει παντελώς η απαραίτητη κοινωνική στήριξη των γονέων που θα υποβοηθήσει αυτή την προσπάθεια. Οι δωρεάν συμβουλευτικές και άλλες κοινωνικές δομές, όπως προγράμματα θεραπείας οικογένειας και ζεύγους- πριν φτάσουν στη λύση του γάμου, συμβουλευτικής γονέων, οι κατάλληλες παιδοψυχιατρικές υπηρεσίες που θα μπορούν να παρακολουθούν, να στηρίζουν και να παρεμβαίνουν έγκαιρα στις περιπτώσεις που χρειάζονται. Στελεχωμένες με το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, παιδαγωγούς), ώστε να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και εφαρμογή των όποιων προστατευτικών ρυθμίσεων.
Πώς για παράδειγμα θα αντιμετωπισθούν φαινόμενα κακής άσκησης της γονικής μέριμνας ή και θα προβλεφθούν με τις 45 όλες κι όλες και ελλιπώς στελεχωμένες δομές παιδικής ψυχικής υγείας, οι οποίες μάλιστα είναι συγκεντρωμένες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπως μας είπε στην παρέμβασή της η πρόεδρος της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδας. Όταν η εκπρόσωπος του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας επεσήμανε ότι τόσο από το παρόν νομοσχέδιο όσο και από το Οικογενειακό Δίκαιο που είναι σε ισχύ απουσιάζει έστω και ως πρόβλεψη η στοιχειώδης έστω οριζόντια κρατική κοινωνική στήριξη των οικογενειών. Όταν αυτή η απουσία επισημάνθηκε από το σύνολο σχεδόν των επιστημονικών και κοινωνικών φορέων.
Δομές απαραίτητες για τη στήριξη κυρίως των γονιών που ανήκουν σε εργατικές, λαϊκές οικογένειες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, που επιδρούν καθοριστικά και στην ίδια τη ρύθμιση της γονικής σχέσης. Γιατί όσο κι αν προσπαθείτε να παρουσιάσετε τη γονική σχέση σαν μια ουδέτερη έννοια, αυτή τόσο πριν όσο και μετά το διαζύγιο, εξαρτάται από την κοινωνική ταξική θέση των γονιών.
Αυτή βέβαια η απουσία, η δραματική υποστελέχωση και υποχρηματοδότηση κοινωνικών κρατικών δομών δεν έχει μόνο την υπογραφή της ΝΔ, αλλά και των προηγούμενων κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, οι οποίοι τήρησαν χαρακτηριστική αφωνία για όλα αυτά που τελικά κατακρεουργούν τις κοινωνικές ανάγκες και τελικά το ουσιαστικό συμφέρον του παιδιού. Γιατί τόσο η κυβέρνηση της ΝΔ που παρουσιάζει τις σημερινές αλλαγές ως θετικές, αλλά και τα κόμματα που με λιγότερη ή περισσότερη θέρμη εμφανίζονται σήμερα ως όψιμοι υποστηρικτές του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, αποσιωπούν ότι οι εργατικές λαϊκές οικογένειες και σήμερα στερούνται αυτές τις απαραίτητες κοινωνικές δομές, όταν την ίδια ώρα βρίσκονται αντιμέτωπες με οικονομικούς και κοινωνικούς καταναγκασμούς που επιδρούν καθοριστικά στην ίδια την ανάπτυξη της γονικής σχέσης, είτε βρίσκονται σε συμβίωση είτε πολύ περισσότερο κατά τη διάσπαση αυτής.
Γι’ αυτό το ερώτημα δεν μπορεί να περιορίζεται στο δίλημμα άσκηση της γονικής μέριμνας από τους δύο γονείς ή όχι; Αλλά και υπό ποιες προϋποθέσεις αυτή μπορεί πράγματι να λειτουργήσει και όχι να μετατρέπεται σε κενά γράμμα ή ακόμα χειρότερα να αξιοποιείται ως μοχλός πίεσης σε βάρος των αναγκών και πραγματικών συμφερόντων του παιδιού.
Για αυτό το ΚΚΕ διεκδικεί τις κατάλληλες οικονομικές, κοινωνικές προϋποθέσεις από το κράτος, ώστε να στηριχθούν τα νέα ζευγάρια, οι νέοι γονείς, αλλά και οι διαζευγμένοι, στην προσπάθεια να ρυθμίσουν τη γονική μέριμνα και επιμέλεια.
Εκτός των άλλων συνδέεται επομένως και με τη διεκδίκηση μιας σειράς μέτρων στήριξης των διαζευγμένων γονιών, όπως για παράδειγμα να έχει τη δυνατότητα ο γονιός που έχει περισσότερα από δύο παιδιά, από διαφορετικούς γάμους, να παίρνει το επίδομα για πολύτεκνες οικογένειες, ακόμα και αν δεν ασκεί την επιμέλεια, όπως και αντίστοιχες φορολογικές ελαφρύνσεις. Αντίστοιχα, να δίνεται το επίδομα τέκνου στο γονέα που έχει την επιμέλεια, έστω και προσωρινά, χωρίς τις χρονοβόρες καθυστερήσεις που πολλές φορές παρουσιάζονται μέχρι την έκδοση απόφασης του δικαστηρίου.
Ταυτόχρονα, παίρνοντας υπόψη ότι τα οικονομικά προβλήματα και ο οικονομικός, κοινωνικός καταναγκασμός επηρεάζουν και τη συμπεριφορά των γονέων μεταξύ τους (σε γάμο ή διάσταση), αποτελώντας παράγοντες είτε όξυνσης των σχέσεων μεταξύ των γονέων, είτε οικονομικής εξάρτησης του ενός από τον άλλον, διεκδικούμε μια σειρά προστατευτικά μέτρα, όπως επίδομα ανεργίας χωρίς προϋποθέσεις, στήριξη και προστασία της λαϊκής κατοικίας, ελαφρύνσεις από χρέη κ.ά.
Ποιος εξάλλου μπορεί να αμφισβητήσει ότι η συναινετική στάση των δύο γονέων απέναντι στα ζητήματα γονικής μέριμνας, ενώ είναι η καλύτερη δυνατή εξέλιξη, μπορεί να επηρεάζεται αρνητικά από δυσκολίες, υποχωρήσεις της μιας ή της άλλης πλευράς, που έχουν πηγή τα εργασιακά και οικονομικά προβλήματα, τις απότομες εναλλαγές στις συνθήκες ζωής και εργασίας; Όταν σήμερα ετοιμάζεστε να σμπαραλιάσετε περαιτέρω το σταθερό εργάσιμο χρόνο και τολμάτε να παρουσιάζετε ως δήθεν διευκόλυνση για τους εργαζόμενους γονείς τη δουλειά για 10 και πλέον ώρες την ημέρα, την κατάργηση της κυριακάτικης αργίας κλπ. Ακόμα κι αν κανείς παραβλέψει ‑αν και εκεί βρίσκεται η ουσία της προστασίας του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου- τη φθορά που υφίσταται ο ίδιος ο εργαζόμενος μετά από 10–12 ώρες δουλειάς, το τι αντοχές θα έχει για να ασχοληθεί με την ουσιαστική φροντίδα και ανατροφή του παιδιού, ρωτάμε πώς θα κατανείμουν το χρόνο μια μητέρα εμποροϋπάλληλος, που δουλεύει πλέον και τις Κυριακές, με έναν πατέρα διανομέα, με τα ακανόνιστα ωράρια και ιδίως τα Σαββατοκύριακα, σε σχέση με τον καθημερινό χρόνο και το πρόγραμμα του παιδιού;
Γι’ αυτό και επαναλαμβάνουμε ότι οι ισότιμες σχέσεις μεταξύ των γονέων- ακόμα και μετά το διαζύγιο- μπορούν τελικά να αναπτυχθούν όταν διασφαλίζονται καθολικά τα σύγχρονα δικαιώματα ανδρών και γυναικών στη σταθερή εργασία, με σταθερό ωράριο εργασίας και αξιοπρεπές εργασιακό εισόδημα, με μέτρα προστασίας της μητρότητας και ολόπλευρη κρατική στήριξη και φροντίδα της οικογένειας, προστασία των παιδιών (μέσω ενός αποκλειστικά δημόσιου και δωρεάν συστήματος Υγείας, Παιδείας, που περιλαμβάνει και τον Αθλητισμό, τον Πολιτισμό κ.ά., Πρόνοιας)».
Ακολουθήστε το Ατέχνως στο Google News, στο Facebook και στο Twitter
Με τα μάτια των παιδιών (Βέρα Κλώντζα-Γιακλοβά – Φράνιο Κραλ)