Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //
Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο αστοί πολιτικοί να χρησιμοποιούν λόγια του Κ. Μάρξ (συχνά διαστρεβλωμένα) για να δώσουν «κύρος» στα λεγόμενά τους. Κάτι που έμμεσα αποδεικνύει την ακτινοβολία και απήχηση των ιδεών του ακόμα και σε «κύκλους» που τον θεωρούν χρόνια τώρα «άταφο νεκρό» και «ξεπερασμένο».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα είπε την Δευτέρα 3/7 στην Βουλή ο Κ. Μητσοτάκης με αφορμή τη συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων αναφερόμενος στα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής. Πιο συγκεκριμένα είπε ότι, ένας φίλος του, τού θύμισε τη φράση του Μαρξ «καλύτερα ένα άθλιο τέλος, παρά μία αθλιότητα χωρίς τέλος».
Να θυμίσουμε ότι κάτι παρόμοιο είπε και χρόνια πριν στη η συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας (ΚΟ) του ΠΑΣΟΚ. 2/2/2012) ο τότε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ (και υπουργός Παιδείας) Π. Ευθυμίου που σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής : «Με αναφορά στην ρήση του Καρλ Μαρξ ότι «ο γαλλικός λαός είπε το 1848 πως καλύτερα ένα φρικτό τέλος, παρά φρίκη χωρίς τέλος», ο κ. Ευθυμίου υπογράμμισε ότι δεν είναι λύση το να μην πεθάνει κανείς, αλλά να διατυπωθεί ένα πειστικό πρόγραμμα εξόδου, ενώ ζήτησε επιτάχυνση των διαδικασιών για την διαδοχή στο ΠΑΣΟΚ.»
Φυσικά και δύο απλά απέδειξαν την άγνοια τους σχετικά με του τι πραγματικά είπε ο Κ. Μαρξ και γιατί:
Πιο συγκεκριμένα στην μνημειώδες έργο του Κ. ΜΑΡΞ «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (Εκδοση Σύγχρονης Εποχής σελ. 129) διαβάζουμε: «…Ας φανταστούμε τώρα το γάλλο αστό, πως μέσα σ’ αυτόν τον εμπορικό πανικό βασανίζεται, ζαλίζεται και θολώνεται το εμπορικό άρρωστο μυαλό του από τις φήμες για πραξικοπήματα και για επαναφορά του γενικού εκλογικού δικαιώματος, από την πάλη ανάμεσα στο κοινοβούλιο και την εκτελεστική εξουσία, από το αλληλοφάγωμα των ορλεανικών και των νομιμοφρόνων, από τις κομμουνιστικές συνωμοσίες στη νότια Γαλλία, από δήθεν εξεγέρσεις χωρικών (Iacigueries) στους νομούς του Νιεβρ και του Σερ, από τις διαφμίσεις των διαφόρων υποψηφίων για τη προεδρία, από τα αγυρτικά συνθήματα των εφημερίδων, από τις απειλές των δημοκρατικών ότι θα υπερασπίζονταν με το όπλο στο χέρι το σύνταγμα και το γενικό εκλογικό δικαίωμα, από τα ευαγγελικά κηρύγματα των φυγάδων ηρώων που βρίσκονταν στοεξωτρεικό και που ανάγγελναν τη συντέλεια του κόσμου για τη δεύτερη Κυριακή του Μάη 1852– ας τα φανταστούμε όλα αυτά και θα καταλάβουμε γιατί, μέσα σ’ αυτή την ανείπωτη, θορυβώδικη σύγχιση για συγχώρεση, αναθεώρηση, παράταση, σύνταγμα, συνωμοσία, συνασπισμό, μετανάσταευση σφετερισμό και επανάσταση, ο αστός φωνάζει δαιμονισμένα στην κοινοβουλευτική του δημοκρατία: «καλύτερα ένα φριχτό τέλος, παρά μια φρίκη χωρίς τέλος!»…».
Βλέπουμε δηλαδή ότι χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη φράση γιατί απλά δεν είναι δική του.
Η φράση προέρχεται από τα γερμανικά (Lieber ein Ende mit Schrecken als ein Schrecken ohne Ende) και σημαίνει κυριολεκτικά καλύτερα ένα τέλος με τρόμο παρά ένας τρόμος χωρίς τέλος. Στα ελληνικά πέρασε από το έργο του Καρλ Μαρξ Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη όπου η φράση έχει αποδοθεί ως Rather an end with terror than terror without end! (ως μετάφραση από τα Αγγλικά)
Σύμφωνα με τη γερμανική «Βικιπαίδεια», στον εκτενή κατάλογο αποφθεγμάτων της γερμανικής γλώσσας που περιέχει, η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Πρώσο αξιωματικό Φέρντιναντ φον Σιλ που την χρησιμοποίησε το 1809, όταν επικεφαλής του συντάγματος των ουσάρων του προσπαθούσε να ξεσηκώσει εναντίον του Ναπολέοντα τον κόσμο που τον ακολουθούσε.
Ψάχνοντας ακόμη περισσότερο διαβάζουμε ότι έμπνευση για τη φράση βρίσκεται στον Ψαλμό 73:19 (72:19 σύμφωνα με την αρίθμηση της ελληνικής εκκλησίας) όπου αναφέρεται για τον άθεο (στη γερμανική μετάφραση):„Wie werden sie so plötzlich zunichte! Sie gehen unter und nehmen ein Ende mit Schrecken.“ (κατά λέξη: «Θα τους εκμηδενίσουμε αιφνιδιαστικά! Θα εξαφανιστούν και θα νιώσουν ένα τέλος με τρόμο»).
Φυσικά καλό θα είναι οι κάθε είδους ασχολούμενοι με τον Κ. Μαρξ διαβάζοντας το εν λόγω έργο να μην παραλείψουν να σκύψουν ιδιαίτερα και σε άλλα του κομμάτια που διατηρούν την αξία τους όπως:
«Ο Χέγκελ κάνει κάπου την παρατήρηση ότι όλα τα μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα και πρόσωπα παρουσιάζονται σα να λέμε δύο φορές. Ξέχασε όμως να προσθέσει: τη μια φορά ως τραγωδία, την άλλη σαν φάρσα».
Και ιδιαίτερα τον πυρήνα της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας: «Οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την ιστορία, τη δημιουργούν όμως όχι όπως τους αρέσει ‚όχι μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν, μα μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, που είναι δοσμένες και που κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σα βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών. Και όταν ακόμα οι ζωντανοί φαίνονται σαν ν’ ασχολούνται ν’ ανατρέψουν τους εαυτούς τους και τα πράγματα και να δημιουργήσουν κάτι που έχει προϋπάρξει, σ’ αυτές ακριβώς τις εποχές της επαναστατικής κρίσης επικαλούνται φοβισμένοι τα πνεύματα του παρελθόντος στην υπηρεσία τους, δανείζονται τα ονόματά τους , τα μαχητικά συνθήματά τους ‚τις στοές τους για να παραστήσουν με την αρχαιοπρεπή αυτή σεβάσμια μεταμφίεση και μ’ αυτή τη δανεισμένη γλώσσα τη νέα σκηνή της παγκόσμιας ιστορία»