Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η κρυφή γοητεία της «ποδοσφαιρικής αλητείας»

Την περα­σμέ­νη Κυρια­κή των εκλο­γών συμπλη­ρώ­θη­καν, παρε­μπι­πτό­ντως, είκο­σι χρό­νια από την περί­φη­μη κλο­τσιά του άσου της Μάν­τσε­στερ Γιου­νάι­τεντ, Ερίκ Καντο­νά, σε έναν άτυ­χο οπα­δό της Κρί­σταλ Πάλας, που τον ειρω­νεύ­τη­κε, καθώς κατευ­θυ­νό­ταν στα απο­δυ­τή­ρια, μετά από την απο­βο­λή του. Μια φάση που, περιέρ­γως, δε στά­θη­κε ικα­νή να χαλά­σει την υστε­ρο­φη­μία του, αλλά αντι­θέ­τως, γιγά­ντω­σε μάλ­λον το μύθο του εκκε­ντρι­κού άσου, με τον ασυμ­βί­βα­στο χαρακτήρα.

Ο κόσμος δε μαγεύ­ε­ται μόνο από τις τρί­πλες, τα γκολ και τις θεα­μα­τι­κές φάσεις, αλλά και από την προ­σω­πι­κό­τη­τα ενός παί­κτη και τις μικρές στιγ­μές «ποδο­σφαι­ρι­κής αλη­τεί­ας», σαν αυτό το κουνγκ-φου χτύ­πη­μα του Καντο­νά, την κου­του­λιά του Ζιντάν στο Ματε­ρά­τσι στον τελι­κό του Μου­ντιάλ (που ήταν και ο τελευ­ταί­ος αγώ­νας της καριέ­ρας του), το χέρι του θεού Μαρα­ντό­να με την Αγγλία, λίγο πριν βάλει το γκολ του αιώ­να, κτλ. Σαν μια από­δει­ξη πως οι ποδο­σφαι­ρι­στές δεν είναι ψυχροί επαγ­γελ­μα­τί­ες και άβου­λα γρα­νά­ζια μιας μηχα­νής, που τους βάζει σε συγκε­κρι­μέ­να καλού­πια. Αλλά άνθρω­ποι με νεύ­ρα και συναι­σθή­μα­τα, που τους καθι­στούν γήι­νους, ιδιαί­τε­ρους, ατε­λείς και γι’ αυτό πραγ­μα­τι­κά αγαπητούς.

Για­τί, αν κάθε ποδο­σφαι­ρι­κή ανα­μέ­τρη­ση είναι μια πολι­τι­σμέ­νη μετα­φο­ρά αρχέ­γο­νων ενστί­κτων στη σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, αλλά και μια μορ­φή προ­σο­μοί­ω­σης του πολέ­μου, τότε οι στρα­τη­γοί των πάγκων πρέ­πει να πάρουν υπό­ψη τους, παρα­φρα­σμέ­νη, εκεί­νη τη συμ­βου­λή του Μπρεχτ.

Στρα­τη­γέ, ο άνθρω­πος-παί­κτης είναι χρή­σι­μος πολύ.
Ξέρει να αμύ­νε­ται, να επι­τί­θε­ται και να σκο­ρά­ρει, εκτε­λώ­ντας εντολές.
Μόνο που έχει ένα ελάτ­τω­μα. Ξέρει να σκέ­φτε­ται και να αισθάνεται…

Επι­μέ­λεια: Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο