Γράφει ο Στέλιος Κανάκης //
Μέρος πρώτο: Η αντικειμενική πραγματικότητα (φυσική)
Είναι η πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Είναι το περιβάλλον στο οποίο αναπτυσσόμαστε και λειτουργούμε. Είναι οτιδήποτε συνθέτει τον φυσικό (και κοινωνικό) περίγυρο, που έτσι κι αλλιώς, υπάρχει έξω και πέρα από την δική μας αντίληψη, κατανόηση, ύπαρξη ή ανυπαρξία. Είναι ακόμη οι νόμοι που καθορίζουν τη λειτουργία αυτής της πραγματικότητας. Υπάρχει, αυτή η πραγματικότητα και υφίστανται οι νόμοι της, ανεξάρτητα από την θέλησή μας, την παρουσία μας σ’ αυτήν κι απ’ το πόσο και πως την αντιλαμβανόμαστε.
Την προσλαμβάνουμε, από τις πληροφορίες που λαμβάνουμε μέσω των αισθήσεών μας (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή) και διαμορφώνουμε μια εικόνα της, ανάλογα με τις ικανότητες που έχουμε αναπτύξει, τις γνώσεις που έχουμε αποκτήσει και τα τεχνολογικά μέσα που χρησιμοποιούμε.
Το τι και πόσο αντιλαμβάνεται, λοιπόν, ο καθείς μας, από την αντικειμενική πραγματικότητα, έχει να κάνει με την οξύτητα των αισθήσεών μας και την υποκειμενικότητα της αντίληψής μας. Το πιο επίπεδο της πραγματικότητας αντιλαμβανόμαστε, είναι σε απόλυτη συνάρτηση του βαθμού ακριβείας των τεχνολογικών μέσων που χρησιμοποιούμε και του επιπέδου των γνώσεών μας.
Με αυτόν τον τρόπο στην συνείδησή μας, διαμορφώνεται ένα μοντέλο της αντικειμενικής πραγματικότητας που, στον ένα ή τον άλλο βαθμό αποκλίνει απ’ αυτήν, καθώς δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον βαθμό και τον τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε, ο καθένας από εμάς ξεχωριστά.
Ο νους μας, φαίνεται να κοιτάζει τον εξωτερικό κόσμο, ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζει ένα μοντέλο αυτού που έχει διαμορφωθεί στον εγκέφαλό μας – ο οποίος (εγκέφαλός μας) με τη σειρά του, παρακολουθεί διαρκώς ότι βρίσκεται εκτός αυτού, μέσω περίπλοκων αλλά αυτόματων και ασυνείδητων αλλά και συνειδητών διαδικασιών.
Μπορούμε να πούμε πως η εσωτερική πραγματικότητα (η αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας στη συνείδησή μας) μοιάζει με το ταμπλό του αυτοκινήτου, όπου συνοψίζονται με βολικό τρόπο οι πιο χρήσιμες πληροφορίες, για την στοιχειώδη επιβίωσή μας.
Η οξύτητα των αισθήσεων και της αντίληψης διαφέρει ανάμεσα στους ανθρώπους αλλά και μεταξύ αυτών και των υπόλοιπων όντων. Επίσης, οι προσλαμβάνουσες οδοί, μπορεί να δυσλειτουργήσουν με διάφορους τρόπους, με αποτέλεσμα την περαιτέρω απόκλιση από την αληθινή εξωτερική πραγματικότητα.
Μπορεί να τρέφει ψευδαισθήσεις (λανθασμένες αντιλήψεις των πραγμάτων), παραλείψεις (αποτυχία αντίληψης πραγμάτων) και παραισθήσεις (αντιλήψεις πραγμάτων που δεν υπάρχουν).
Σχετικά με την οξύτητα των αισθήσεών μας και υπό κανονικές συνθήκες, μπορούμε να βλέπουμε, ότι εκπέμπει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία μεταξύ 400 – 700 νανομέτρων (φάσμα ορατού φωτός), με αποτέλεσμα να χάνουμε ότι εκπέμπει ραδιοκύματα, μικροκύματα, ακτίνες Χ και ακτίνες Γ. Επίσης μπορούμε να ακούμε ήχους με συχνότητα μεταξύ 20 Hz και 20.000 Hz, εύρος που μειώνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες ή για διάφορους άλλους λόγους, όπου παρατηρείται μείωση της αντίληψης υψηλών συχνοτήτων. Δεν μπορούμε να ακούσουμε τους υπέρηχους των ποντικιών, των νυχτερίδων και των δελφινιών. Στην όσφρηση, αδυνατούμε να προσλάβουμε την τεράστια γκάμα των αμυδρών οσμών που κατακλύζουν τον σκύλο και να αντιληφθούμε την οσφρητική του πραγματικότητα.
Βέβαια αν και πολλά ζώα μπορούν να συλλαμβάνουν περισσότερες οπτικές, ακουστικές, οσφρητικές, γευστικές και άλλες πληροφορίες, είμαστε μόνο εμείς που γνωρίζουμε την ύπαρξη του υποατομικού κόσμου, το διάστικτο με γαλαξίες Σύμπαν, αυτοπροσδιοριζόμαστε ως υπάρξεις και ανησυχούμε για το μέλλον μας (όσοι ανησυχούμε).
Σχετικά με τα τεχνολογικά μέσα, ανάλογα με το βαθμό οξύτητας του τηλεσκοπίου – ας πούμε, που θα κοιτάξουμε το διάστημα, θα δούμε να αναδύονται κόσμοι που μέσω της φυσικής μας όρασης δεν τους διανοηθήκαμε.
Όταν ο Γαλιλαίος έστρεψε το μικρό του τηλεσκόπιο προς τον Δία είδε ένα αντίγραφο του Ηλιακού μας συστήματος καθώς διέκρινε τους τέσσερεις δορυφόρους του. Η υπόλοιπη ανθρωπότητα όμως, δέσμια της σκοτεινιάς του Χριστιανισμού και της αγνωσίας, αρνήθηκε να «δει».
Μέχρι και την ανακάλυψη του μικροσκοπίου, αγνοούσαμε τα μικρόβια, τους ιούς και τα βακτήρια και θεωρούσαμε πως η χολέρα ή η πανούκλα είναι αποτελέσματα της οργής ενός… πάνσοφου και… πανάγαθου θεού.
Η εικόνα που έχουμε για το ατσάλι, ως μέσοι άνθρωποι, είναι ένα συμπαγές, ιδιαίτερα σκληρό και αδιαπέραστο μέταλλο. Οι φυσικοί όμως γνωρίζουν πως, στην ουσία, πρόκειται για ένα κενό κράμα, του οποίου η μάζα των ατόμων που το συνθέτει είναι ένα απειροελάχιστο κλάσμα του όγκου του. Πράγμα που σημαίνει πως, αν δεν το απαγόρευαν οι δυνάμεις συνοχής, θα μπορούσαμε να… περάσουμε από μέσα του, όπως θα μπορούσαμε να το κάνουμε κι απ’ τους… τοίχους ή από οπουδήποτε αλλού.
Η αντικειμενική πραγματικότητα όμως δεν στρεβλώνεται, παραχαράσσεται ή γίνεται αντιληπτή μερικώς μόνο, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες των αισθήσεών μας, τις γνώσεις μας ή σε σχέση με την αποτελεσματικότητα των μέσων με τα οποία την προσεγγίζουμε.
Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, η αντικειμενική πραγματικότητα, ως φαινόμενη τουλάχιστον, μπορεί και ξεγελά. Η ερμηνεία που θα της προσδώσουμε μπορεί να αιτιολογείται από την εικόνα της αλλά – παρ’ όλα αυτά, να απέχει από αυτήν καθ’ αυτήν, να την διαστρεβλώνει, ακόμη και να την αποδομεί. Για χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι κοίταζαν τον ουρανό. Είχαν σοβαρούς λόγους να το κάνουν. Κατέγραφαν, χαρτογραφούσαν και μέσω αυτής της μελέτης διευκόλυναν τη ζωή τους. Τους εντυπωσίαζε ο Ήλιος, η Σελήνη, τα διάσπαρτα αστέρια. Τα έβλεπαν όλα να περιστρέφονται γύρω τους, με επίμονη και συνεχή επαναληψιμότητα και μια κανονικότητα που τους εντυπωσίαζε. Τι φυσιολογικότερο λοιπόν από το οφθαλμοφανές; Όλα περιστρέφονται γύρω μας. Και για να συμβαίνει αυτό, για να είμαστε το κέντρο τους, κάθε άλλο παρά για πέταμα είμαστε. Βόλευε αυτό την μικρότητά μας και τις δόλιες και χθόνιες επιδιώξεις των κρατούντων. Με την επέλαση του χριστιανισμού και τον μεσαίωνα που ακολούθησε, αυτό παγιώθηκε ως αντίληψη. Μας έκανε ο θεός κι έτσι δικαιωματικά είμαστε το κέντρο του κόσμου. Μια τέτοια πραγματικότητα βόλευε το δουλοκτητικό σύστημα κι επιβλήθηκε στην κοινωνία.
Έτσι, στην εικόνα που διαμορφώνουμε για την πραγματικότητα υπεισέρχεται και η συντεταγμένη γνώση και βούληση της κοινωνίας (κοινωνική πραγματικότητα) στην οποία λειτουργούμε.
Κοινωνική πραγματικότητα είναι εκείνη η εικόνα της αντικειμενικής που αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη κοινωνία και στην συγκεκριμένη οργάνωσή της. Εκφράζεται με δύο μορφές και κυρίως για δύο λόγους. Η μία μορφή είναι η λειτουργική εκδοχή της πραγματικότητας. Ο λόγος που την υφιστάμεθα είναι οι ανάγκες λειτουργίας της κοινωνίας. Μπορούμε να την πούμε και συμβατική ή συναινετική πραγματικότητα. Σ’ αυτήν και κατ’ ελάχιστον και πάντα με τον τρόπο του το κάθε είδος, συμφωνούμε όλα τα έμβια όντα στη Γη, ανάλογα φυσικά με το βαθμό συνειδητότητάς μας. Ειδικά στο είδος μας, για τις τρισδιάστατες θέσεις και κινήσεις των αντικειμένων και τις λοιπές καθημερινές ιδιότητες της πραγματικότητας, στοιχειοθετεί μια κοινή περιγραφή βασισμένη στον κόσμο που μας περιβάλει, στηριζόμενη σε ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσης. Στον οποίο κόσμο καλούμαστε να λειτουργήσουμε με ότι κι αν συνεπάγεται αυτό. Είναι αυτή η αποτύπωση της αντικειμενικής πραγματικότητας, που έχουμε καθορίσει μεταξύ μας ώστε να μπορούμε να συνυπάρχουμε και να συνενοούμαστε. Αποτυπώνει το επίπεδο εκείνο (ελάχιστο) της αντικειμενικής πραγματικότητας που μας καθιστά λειτουργικούς στα πλαίσια της δράσης μας εντός αυτής. Μας εμφυσείται με την εκπαίδευση και τρόπον τινά, μας επιβάλλεται από την κοινωνία. Χαρακτηρίζεται δε από ένα στοιχειώδες επίπεδο γνώσης της εξωτερικής πραγματικότητας.
Βάσει αυτής στον μανάβη, δεν ζητάμε ένα CH3COOC5H11 – συμβολισμό που περιγράφει μια εξωτερική (αντικειμενική) πραγματικότητα και τον κατανοεί πλήρως ο χημικός ή ο βιολόγος, διότι τότε θα μας συνελάμβαναν ή θα αναχωρούσε έντρομος ο μανάβης, αλλά μία… μπανάνα. Όλοι όμως συμφωνούμε (κυρίως τα ανθρωποειδή και πολλοί από εμάς) πως πρόκειται για ένα γλυκό, εύγευστο και μυρωδικό φρούτο (η συναινετική πραγματικότητα). Η οποία μπορεί να εκπέμπει φως μήκους κύματος 575 περίπου νανομέτρων (εξωτερική ή αντικειμενική πραγματικότητα), που εμείς το βλέπουμε κάπως (εσωτερική πραγματικότητα) και έχουμε συμφωνήσει να το αποκαλούμε κίτρινο (συναινετική πραγματικότητα). Ή αντί να λέμε πολύ όμορφο αυτό το φως μήκους κύματος 600 νανομέτρων (εξωτερική-αντικειμενική πραγματικότητα), λέμε απλώς πολύ όμορφο το… πορτοκαλί (συμβατική). Εάν όμως κάποιος πάσχει από αχρωματοψία σε κάποιο από τα ανωτέρω ή άλλο χρώμα, δεν μπορεί να το αντιληφθεί κι αυτή η παράλειψη διαμορφώνει την προσωπική του εσωτερική πραγματικότητα, από την οποία το συγκεκριμένο – εν προκειμένω χρώμα και όχι μόνο, απουσιάζει.
Η συναινετική πραγματικότητα είναι μια επιβαλλόμενη σύμβαση και, όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, εκτός από λόγους απλούστευσης της ζωής μας, έχει σκοπό να μας καταστήσει λειτουργικούς ως προς την εξωτερική πραγματικότητα που μας περιβάλει και λαμβάνει υπ’ όψιν της από αυτήν ένα ανεκτό επίπεδο γνώσης. Δεν χρειάζεται να ξέρει κάποιος τι είναι η ένταση του ρεύματος αρκεί να γνωρίζει πώς να την χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του χωρίς να τον σκοτώσει. Ούτε, κατά την χρήση ενός παυσίπονου, την χημική του σύνθεση, αρκεί να γνωρίζει πως είναι κατάλληλο για την ελάττωση του πόνου του.
Σαν τέτοια, η συναινετική πραγματικότητα, σαν ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσεων, δεν στρεβλώνει την πραγματικότητα αλλά δυστυχώς, και κυρίως λόγω των γνωσιακών κενών της, δεν είναι απαλλαγμένη από παραλείψεις και ψευδαισθήσεις ως προς την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ούτε και άμοιρη ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικοοικονομικών επιδράσεων και συμφερόντων. Απαντά όμως στα άκρως λειτουργικά και στοιχειώδη όπως στο, αν μια πόρτα είναι ή πρέπει να είναι κλειστή ή ανοικτή, αλλά όχι κατ’ ανάγκη και στο γιατί η πόρτα υπάρχει ακριβώς εκεί ή στο γιατί δεν έχουν όλοι τοίχους ώστε να τοποθετήσουν πόρτες.
Ανακεφαλαιώνοντας, εντελώς σχηματικά, μπορούμε να πούμε πως έχουμε την εξωτερική ή αντικειμενική πραγματικότητα η οποία υφίσταται πέρα και έξω από την παρουσία μας και την αντίληψή μας γι αυτήν. Η εικόνα που διαμορφώνουμε στη συνείδησή μας –η εσωτερική πραγματικότητα– δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε υποκειμενικά την εξωτερική πραγματικότητα. Η αντανάκλαση της φυσικής πραγματικότητας στη συνείδησή μας. Η πραγματικότητα αυτή διαμορφώνεται βάσει της βιολογικής και νοητικής κατάστασης του υποκειμένου και των δικών του γνωστικών μεροληψιών. Τέλος έχουμε την συναινετική-συμβατική πραγματικότητα (μπορούμε να την αποκαλέσουμε και κοινωνικοποιημένη πραγματικότητα – υπό την έννοια μιας ελάχιστης-αποδεκτής γνώσης με σύμβαση της πραγματικότητας) που είναι η κοινή περιγραφή του φυσικού κόσμου και στην οποία συμφωνούν οι παρατηρητές με αυτεπίγνωση. Που όμως – ως ελάχιστη γνώση, σε καμιά περίπτωση δεν απαλλάσσει το υποκείμενο από ψευδαισθήσεις ως προς την εξωτερική πραγματικότητα και βεβαίως επιδρά με τη σειρά της στην διαμόρφωση της εσωτερικής μας πραγματικότητας, της αντίληψής μας δηλαδή για τον κόσμο που μας περιβάλει.
Ακόμη πιο απλά, εσωτερική πραγματικότητα είναι, ότι δύναται να καταλάβει ο καθένας μας από την αντικειμενική πραγματικότητα και συναινετική, ότι θεσμοθετεί και αποδέχεται η λειτουργία της κοινωνίας, πάλι από την αντικειμενική. Η μεν εσωτερική πραγματικότητα αντανακλά την βιολογική ικανότητα, το γνωσιακό επίπεδο, την ικανότητα νόησης, αλλά και τη θέση του υποκειμένου στο φυσικό ή κοινωνικό περιβάλλον, η δε συναινετική είναι η συνισταμένη πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων το επιστημονικό επίπεδο, το μορφωτικό επίπεδο της κοινωνίας, τα συμφέροντα και η βούληση των κρατούντων.
Η συναινετική πραγματικότητα για τον πλανήτη Δία ήταν πως πρόκειται για ένα αστέρι όπως όλα τα άλλα, που απλώς κινείται διαφορετικά, με την βοήθεια όμως του τηλεσκόπιου, πάλι ο Γαλιλαίος, διαπίστωσε (η εσωτερική πραγματικότητα του Γαλιλαίου) πως επρόκειτο για έναν πλανήτη με δικούς του δορυφόρους, που προσομοίαζε μάλιστα με το Ηλιακό μας σύστημα, ερμηνεία που πλησιάζει αρκετά την αντικειμενική πραγματικότητα ενός πλανήτη με τους δορυφόρους του.
Η συναινετική πραγματικότητα θεωρούσε το δουλοκτητικό σύστημα ως μοναδική, βέλτιστη κι επιβεβλημένη μορφή οργάνωσης των κοινωνιών γεγονός για το οποίο εξέφρασαν κατά καιρούς αντιρρήσεις ορισμένοι (Σπάρτακος κλπ), το φεουδαρχικό επίσης μέχρι που τα έκαναν λίμπα οι Ιακωβίνοι και το καπιταλιστικό μέχρι την Οχτωβριανή Επανάσταση
Σχετικά με τ’ άστρα και τους πλανήτες, κάποτε, ήταν η ακινησία της Γης και η ανόητη κι εγωιστική (για εμάς) περιστροφή τους γύρω από αυτήν. Η εσωτερική πραγματικότητα του δουλοπάροικου, πνιγμένου στην καταπίεση και στην αμορφωσιά, κυμαινόταν σ’ ένα ευρύ φάσμα από το “τι με νοιάζει εμένα”, έως το “είναι κάποιος θεός που τα περιστρέφει γύρω μας”, αλλά του Γαλιλαίου αντιθέτως, ήταν το ότι η Γη γυρίζει και περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο όπως και οι άλλοι πλανήτες. Η συναινετική πραγματικότητα όμως της εποχής συνεπικουρούμενη από το φαινομενικά εμφανές και το συγκεκριμένο επίπεδο επιστημονικής γνώσης, ήταν πως όλα αυτά γυρίζουν γύρω μας κι εμείς ακίνητοι στη μέση απολαμβάνουμε την περιστροφή τους.
Η πραγματικότητα (Πώς και πόσο την αντιλαμβανόμαστε) – Β’ Μέρος
_______________________________________________________________________________________________________
Στέλιος Κανάκης Διδάσκει στην επαγγελματική εκπαίδευση και παράλληλα δραστηριοποιείται στο χώρο του βιβλίου. Έχει γράψει, υπό μορφή ημερολογίων τα «Με τη μουσική του κόσμου», «Οι μουσικοί του κόσμου» και «Δώδεκα μήνες συνθέτες». Επίσης το «Ιερές Βλακείες» Εμπειρία Εκδοτική 1η και 2η έκδοση – Εκδόσεις Εντύποις 3η και 4η και το «Η Αγρία Γραφή» Εκδόσεις ΚΨΜ.
[email protected] Facebook: Stelios Kanakis /ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΝΑΚΗΣ