Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η “ρετσινιά” της αποτυχίας (Κριτήρια αξιολόγησης: Νεοελληνική Γλώσσα — Λογοτεχνία)

Νέα Ελληνική Γλώσσα – Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου

Θεματικός κύκλος: Αξιολόγηση — πρόσβαση

Α. Μη λογοτεχνικό κείμενο

Η “ρετσι­νιά” της αποτυχίας

Δύσκο­λο να μιλή­σεις με τα παι­διά που δεν πέτυ­χαν στις Πανελ­λή­νιες Εξε­τά­σεις και τους γονείς τους. ∆εν τολ­μάς ούτε να τους τηλε­φω­νή­σεις για άλλους λόγους. Τα παι­διά αυτά – χαµέ­να, χωρίς σχο­λή, χωρίς πυξί­δα – μαζεύ­ουν τώρα τα κομ­μά­τια τους. Κάποια αρχί­ζουν να ανα­ρω­τιού­νται, δει­λά δει­λά τι θα κάνουν, κάποια δεν θέλουν να το συζη­τή­σουν καθό­λου και κλεί­νο­νται στο καβού­κι τους. Ξέρουν ότι έχουν ήδη τη «ρετσι­νιά» της απο­τυ­χί­ας για την ελλη­νι­κή κοινωνία…

«Καλύ­τε­ρα να έβλε­πα το όνο­μά μου στο τελευ­ταίο ΤΕΙ στα σύνο­ρα, παρά αυτό το τίπο­τα», µου είπε χαρα­κτη­ρι­στι­κά μια «απο­τυ­χη­μέ­νη» κοπέ­λα, κοµµέ­νη από το μέτρο του απα­ραί­τη­του 10. Για­τί, άρα­γε, να μην είχε μπει στην ανθο­κο­μία, στη φωτο­γρα­φία, στην τυπο­ποί­η­ση προ­ϊ­ό­ντων, να απο­κτή­σει η ίδια σκο­πό και να δώσει επι­στη­μο­νι­κό επί­πε­δο στα απλά πρα­κτι­κά επαγ­γέλ­μα­τα, χωρίς να είναι απα­ραί­τη­τα άρι­στη μαθήτρια;

Διά­βα­ζα στη γαλ­λι­κή «Le Monde» για τους μαθη­τές στη ∆ανία, «τους πιο ευτυ­χι­σμέ­νους νέους». Η ιδέα της απο­τυ­χί­ας δεν υφί­στα­ται στο εκεί σύστη­µα παι­δεί­ας. Αυτό που ενδια­φέ­ρει είναι το κτί­σι­µο της προ­σω­πι­κό­τη­τας, οι εμπει­ρί­ες. Το βιο­γρα­φι­κό δεν λογί­ζε­ται ως ένας κατά­λο­γος από διπλώ­μα­τα, αλλά ως σύνο­λο ενδια­φε­ρό­ντων. Σηµα­σία – λένε – έχει να βρεις τον εαυ­τό σου. Εκεί οι σχο­λι­κές τάξεις – δια­βά­ζω – δεν έχουν βαθ­μο­λο­γί­ες. «Οποια­δή­πο­τε ιδέα για ιεράρ­χη­ση των μαθη­τών θα ήταν απα­ρά­δε­κτη», κατά τον καθη­γη­τή Ψυχο­λο­γί­ας στο Πανε­πι­στή­µιο της Κοπεγ­χά­γης Σβεν Μορς. Οι εκπαι­δευ­τι­κοί, όπως και οι γονείς, προ­σπα­θούν πάντα να βρί­σκουν τα θετι­κά σε κάθε παιδί.

Το απο­τέ­λε­σµα; Σε έρευ­να σε νέους 17 χωρών βρέ­θη­κε ότι το 60% των ∆ανών θεω­ρούν το μέλ­λον τους ευοί­ω­νο και το 51% δηλώ­νουν ικα­νο­ποι­η­μέ­νοι από τη ζωή τους. Ενώ σε άλλες χώρες, όπως η δική µας, οι νέοι θεω­ρούν ότι η απο­τυ­χία «στα µικρά­τα τους» είναι καθο­ρι­στι­κή για τη ζωή τους, οι νεα­ροί Δανοί µε µπό­λι­κη αυτο­πε­ποί­θη­ση και οικο­νο­µι­κή αυτο­νο­μία, χάρη σε υπο­τρο­φί­ες, κρα­τι­κά δάνεια και δου­λειές μερι­κής απα­σχό­λη­σης, ενθαρ­ρύ­νο­νται να εξε­ρευ­νούν, να ταξι­δεύ­ουν και να ονει­ρεύ­ο­νται. «Οι νέοι µας αρι­στεύ­ουν στο… να είναι νέοι!» λέει ο Μορς. Σας φαί­νε­ται σαν σενά­ριο επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας; Έχε­τε δίκιο – για την Ελλά­δα, είναι!

Μαί­ρη Κατσονοπούλου

Α. Θεματα

Α1. α) Να γρά­ψε­τε την περί­λη­ψη της 3ης και 4ης παρα­γρά­φου του κει­μέ­νου (60 λέξεις).

(μονά­δες 15)

Β1. Με ποιους τρό­πους και μέσα πει­θούς και με ποιον τρό­πο ανά­πτυ­ξης δομεί­ται η τέταρ­τη παρά­γρα­φος του κει­μέ­νου; (Να αιτιο­λο­γή­σε­τε τη θέση σας)

(μονά­δες 15)

Β2. «απο­τυ­χη­μέ­νη»         «Le Monde»      – δια­βά­ζω        «Οποια­δή­πο­τε ιδέα για ιεράρ­χη­ση των μαθη­τών θα ήταν απα­ρά­δε­κτη»: Να δικαιο­λο­γή­σε­τε τη σημα­σία των σημεί­ων στί­ξης που συνο­δεύ­ουν τις παρα­πά­νω λέξεις και φράσεις.

(μονά­δες 10)

Β3. Να γρά­ψε­τε τα αντώ­νυ­μα των παρα­κά­τω λέξε­ων του κειμένου:
χαμέ­να     πρα­κτι­κά     απο­τυ­χί­ας     απα­ρά­δε­κτη     προ­σπα­θούν    απο­τέ­λε­σμα     ευοί­ω­νο

(μονά­δες 15)

Γ.   Να γρά­ψε­τε ένα άρθρο 200–300 λέξε­ων και να εστιά­σε­τε το περιε­χό­με­νό του α) στις διά­φο­ρες αντι­κρουό­με­νες από­ψεις για την αξιο­λό­γη­ση του μαθη­τή και την πρό­σβα­σή του στα ΑΕΙ  και β) ποιους τρό­πους θα μπο­ρού­σα­τε να προ­τεί­νε­τε για να γίνει η αξιο­λό­γη­ση πιο παι­δα­γω­γι­κή και η πρό­σβα­ση λιγό­τε­ρο αντα­γω­νι­στι­κή και πιο αξιοκρατική.

(μονά­δες 30)

 

Β. Λογοτεχνικό κείμενο

Στρα­τής Μυριβήλης
Η ζωή εν τάφω1
Τα καρά­βια (από­σπα­σμα)

Στην πόρ­τα σου άκου­σα σιγα­νά ανα­φυλ­λη­τά. Ήσου­να συ που έκλαι­γες ολο­μό­να­χη μέσα στο σκο­τά­δι, έκλαι­γες σιω­πη­λά όλη νύχτα. Μπή­κα μέσα και δε μιλή­σα­με. Έκλαι­γες ήσυ­χα κ’ εγώ έκα­μα πως ξεκου­μπώ­νω το γελιό2, πολύ απα­σχο­λη­μέ­νος τάχα μ’ αυτή τη δου­λειά. Για­τί μονά­χα να σ’ ανε­ρω­τού­σα τι κλαις, θα μ’ έπνι­γε το κλά­μα. Αυτό θάτα­νε κάπως αστείο για έναν επα­να­στά­τη φορ­τω­μέ­νον μ’ όλη την πανο­πλία του και με δια­κό­σια φυσίγ­για στις μπα­λά­σκες. (Στο­χά­σου μια τέτοιαν ώρα πώς μπό­ρε­σα και ξανα­θυ­μή­θη­κα τον απο­χαι­ρε­τι­σμό του Έχτο­ρα3!..)

Έκλαι­γε κ’ ένα κορι­τσά­κι κοντά σου πάνω σε μια κόκ­κι­νη πολυ­θρό­να, σιγά – σιγά κι αυτό. Φορού­σε βελου­δέ­νια βυσ­σι­νιά ρόμπα και τόνα ποδα­ρά­κι του ήταν ξακάλ­τσω­το. Εγώ στο τέλος βάλ­θη­κα να βλέ­πω τάχα με μεγά­λη προ­σο­χή αυτό το γυμνό ποδα­ρά­κι. Παρα­κο­λού­θη­σες τη ματιά μου και τρά­βη­ξες ένα πανε­ρά­κι πλεγ­μέ­νο από φύλ­λα καλα­μπο­κιάς. Απ’ εκεί έβγα­λες άλλο ένα καλ­τσά­κι και πολε­μού­σες να το περά­σεις στο πόδι του παιδιού.

- Μα αυτή η κάλ­τσα είναι άλλο χρώ­μα, είπα, και χαμο­γε­λού­σα ηρω­ι­κά. Η φωνή μου έτρεμε.

Εσύ τότες ξαφ­νι­κά άφη­σες το καλ­τσά­κι μισο­κρε­μα­σμέ­νο στο πόδι του παι­διού, μ’ αγκά­λια­σες σφι­χτά κι άρχι­σες να κλαις ασυγκράτητα.

Εγώ δεν έκλα­ψα. Μονά­χα ένας κόμπος ανέ­βαι­νε ως το λαρύγ­γι μου και τον κατά­πι­να με πεί­σμα. Κρέ­μα­σα το ντου­φέ­κι στον ώμο κ’ έφυ­γα σκυ­φτός. Ήμου­να βαρύς από θλί­ψη, ξιπα­σμέ­νος από τη δύνα­μη της ανδρειάς μου.

Σαν μπαί­να­με στα βαπό­ρια που σφύ­ρι­ζαν έτσι παρά­φω­να, ο θεός άρχι­σε να βρέ­χει. Ήμα­σταν σωρια­σμέ­νοι μέσα στη βάρ­κα που κου­νιό­ταν δυνα­τά. Κάμπο­σοι τρα­γου­δού­σα­νε σατι­ρι­κά τρα­γού­δια του νησιού.

Άλλοι ρίχναν απο­χαι­ρε­τι­στή­ριες ντου­φε­κιές στον αέρα, κάναν τους υπα­ξιω­μα­τι­κούς να βλα­στη­μούν και να φυσά­νε τις σφυ­ρί­χτρες τους έξω φρενών. […] 

 

1 Η Ζωή εν τάφω είναι ένα από τα σημα­ντι­κό­τε­ρα αντι­πο­λε­μι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα. Εκδό­θη­κε το 1924 και καταγ­γέλ­λει με τη φωνή του λοχία Κωστού­λα τη φρί­κη του Α΄ Παγκο­σμί­ου Πολέμου.

2 γυλιός: μακρύς και στε­νός στρα­τιω­τι­κός σάκκος .

3 Ο συγ­γρα­φέ­ας ανα­φέ­ρε­ται στη σκη­νή του απο­χαι­ρε­τι­σμού του Έκτο­ρα, γιου του βασι­λιά της Τροί­ας Πριά­μου, προς τη γυναί­κα του Ανδρο­μά­χη και το μικρό τους γιο Αστυά­να­κτα, όπως αυτή παρου­σιά­ζε­ται στην ομη­ρι­κή Ιλιά­δα (Ζ 390–502). Ο Έκτο­ρας, παρ’ όλες τις εκκλή­σεις της Ανδρο­μά­χης, θα ξανα­πά­ει στη μάχη, όπου θα σκο­τω­θεί από τον Αχιλλέα.

 

Θέματα

Α. Ο Μυρι­βή­λης με το έργο του Η ζωή εν τάφω εγκαι­νιά­ζει τη σύγ­χρο­νη ελλη­νι­κή αντι­πο­λε­μι­κή λογο­τε­χνία. Να τεκ­μη­ριώ­σε­τε την άπο­ψη αυτή με ανα­φο­ρές στο κεί­με­νο και να εκθέ­σε­τε τη δική σας θέση απέ­να­ντι στους πολέ­μους (100 λέξεις).

(μονά­δες 15)

 

Γιώρ­γος Ηρακλέους
φιλόλογος

Απο­ρί­ες ερω­τή­σεις μπο­ρούν να απο­στα­λούν στο [email protected] και θα απα­ντη­θούν με επό­με­νη ανάρτηση.

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΜΑΖΙ ΣΚΕΠΤΟΜΑΣΤΕ ΜΑΖΙ;
Καλός δάσκαλος είναι εκείνος που διακρίνεται για την αγάπη του προς τα παιδιά και τη δουλειά του, που έχει πλατιά σκέψη μεγάλη καρδιά, μ’ ένα λόγο ψυχή.
Καλός δάσκαλος είναι προπαντός εκείνος που ζητάει να ξυπνήσει ψυχές ικανές να καθορίζουν μονάχες τους αύριο τις τύχες τους και όχι νευρόσπαστα που να κινούνται σήμερα με τη θέληση του πρώτου τυχαίου δασκάλου τους και αύριο με του άλλου οποιουδήποτε κυρίου και εργοδότη τους.
Ο δάσκαλος πρέπει να μη δίνει καλούπια σε καμία περιοχή της ζωής και της σκέψης των παιδιών καλούπια που ν αλλάζουν επιφανειακά μονάχα τη ζωή, κι αφήνουν αποκοιμισμένη και στείρα τη συνείδηση έρμαιο στην υποταγή.
Όπου βλέπουμε την ελεύθερη σκέψη, πρέπει να τη σεβόμαστε και να την αγαπάμε οσοδήποτε τολμηρή κι αν είναι. Και να ξυπνάμε το μυαλό των σκλαβωμένων στα δεσμά της υποκρισίας του συστήματος.
Γιατί μαθητές μου εμένα δεν είναι εκείνος που αγαπά την ήρεμη και ακίνδυνη ζωή, τη στρωμένη με ανύπαρκτα λουλούδια, μα εκείνος ου μέσα του έχει ξυπνήσει η ανησυχία και μπορεί να φτάνει στην επικίνδυνη πάλη για να αλλάξει τον εαυτό του και τον κόσμο.
Μίλτος Κουντουράς (1889–1940)
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο