Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Θέατρο: Η Χώρα των Πουλιών, σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλατζόπουλου

Με ιδιαί­τε­ρη χαρά συνερ­γά­ζο­μαι φέτος με το Θέα­τρο «ΚΝΩΣΟΣ» και τον ακού­ρα­στο εμψυ­χω­τή του Λάμπρο Τσά­γκα, για το ανέ­βα­σμα ενός έργου για παι­διά και… έξυ­πνους μεγάλους.

«Η Χώρα των Που­λιών» ‑δια­σκευή μου πάνω στην πιο ποι­η­τι­κή κωμω­δία του Αρι­στο­φά­νη, τους «Όρνι­θες»- είναι μια παρά­στα­ση που αφη­γεί­ται στα παι­διά το πιο παλιό και το πιο ευγε­νι­κό όνει­ρο του Ανθρώ­που: να ξεπε­ρά­σει τον εαυ­τό του και να πετά­ξει πάνω από τα στρα­βά κι ανά­πο­δα του κόσμου μας, σε μια χώρα ιδα­νι­κή, γεμά­τη χαρά και ομορφιά.

Ακο­λου­θώ­ντας τη μέθο­δο του Αρι­στο­φά­νη και προ­σαρ­μό­ζο­ντάς την στις προ­σλαμ­βά­νου­σες και τα ενδια­φέ­ρο­ντα των σημε­ρι­νών παι­διών, παρα­κο­λου­θού­με την προ­σπά­θεια του Πει­σθέ­ται­ρου και του Ευελ­πί­δη να ξεφύ­γουν από μια πόλη που τους πνί­γει και να χτί­σουν την πόλη των ονεί­ρων τους.

Μέσα από αλλε­πάλ­λη­λα κωμι­κά επει­σό­δια, ξεπερ­νώ­ντας τις δυσκο­λί­ες και τα εμπό­δια, χορεύ­ο­ντας αλλά και δου­λεύ­ο­ντας ακού­ρα­στα, τρα­γου­δώ­ντας και πετώ­ντας μαζί με τα που­λιά πάνω από τις παγί­δες που τους στή­νουν κάθε τόσο άνθρω­ποι και θεοί, άρα­γε θα πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν στο τέλος το όνει­ρό τους; Ποιος ξέρει; Ίσως…

Δια­σκευή – Σκη­νο­θε­σία: Γιάν­νης Καλατζόπουλος

Μου­σι­κή: Δημή­τρης Λέκκας

Σκη­νι­κά – Κοστού­μια: Χρι­στί­να Οικονόμου

Βοη­θός Σκη­νο­θέ­τη: Ειρή­νη Ευαγγελάτου

Χορο­γρα­φί­ες: Κατε­ρί­να Ανδριοπούλου

Βοη­θός Χορο­γρά­φου: Ηλιά­να Παρασκευοπούλου

Ηθο­ποιοί: Γκο­γιά­νος Ηλί­ας, Θεο­δω­ρά­κης Μιχά­λης, Μουν­τζου­ρέ­ας Νώντας, Φρίγ­γης Νάσος, Βασι­λεί­ου Βάσια, Ειρή­νη Ευαγ­γε­λά­του, Βασι­λι­κή Κού­λη, Βιρ­γι­νία Μιχα­ήλ, Ελευ­θε­ρία Μπου­ρα­νή, Χρι­στί­να Μωρό­γιαν­νη, Ηλιά­να Παρασκευοπούλου

Λίγα λόγια για το έργο

Στα αρχαία χρό­νια, όταν η Αθή­να και η Σπάρ­τη πολε­μού­σαν μετα­ξύ τους, δυο Αθη­ναί­οι πολί­τες, ο Πει­σθέ­ται­ρος και ο Ευελ­πί­δης, μην αντέ­χο­ντας πια τα δει­νά του πολέ­μου ‑τη φτώ­χεια, την εξα­θλί­ω­ση και τη δια­φθο­ρά- απο­φα­σί­ζουν να φύγουν και να βρουν κάποια άλλη πόλη για να ζήσουν χωρίς βάσανα.

Στον δρό­μο συνα­ντούν τον κυρ-Έπο­πα, τον Τσα­λα­πε­τει­νό που, πριν γίνει που­λί, ήταν άνθρω­πος. Αυτός τους εξη­γεί ότι τέτοια πόλη δεν υπάρ­χει και πως μόνο τα που­λιά ζουν ελεύ­θε­ρα κι ευτυ­χι­σμέ­να, χωρίς πολέ­μους και συμφορές.

Τότε ο Πει­σθέ­ται­ρος και ο Ευελ­πί­δης απο­φα­σί­ζουν να ζήσουν κι αυτοί σαν τα που­λιά και να φτιά­ξουν μαζί τους μια και­νού­ρια πόλη, απαλ­λαγ­μέ­νη από τα ελατ­τώ­μα­τα των ανθρώ­πι­νων πόλε­ων. Μια πόλη ειρη­νι­κή, ελεύ­θε­ρη και ευτυ­χι­σμέ­νη, που θα βρί­σκε­ται ανά­με­σα στις χώρες των ανθρώ­πων και στον Όλυ­μπο, όπου κατοι­κούν οι αθά­να­τοι θεοί. Όλα τα που­λιά συμ­φω­νούν με την ιδέα τους και χτί­ζουν μαζί τους την ονει­ρε­μέ­νη «Νεφε­λο­κοκ­κυ­γία», την ιδα­νι­κή Χώρα των Πουλιών.

Όμως, το νέο δια­δί­δε­ται γρή­γο­ρα και αρχί­ζουν να κατα­φθά­νουν ένας-ένας διά­φο­ροι άνθρω­ποι ‑τεμπέ­λη­δες, τρα­κα­δό­ροι και εκμε­ταλ­λευ­τές- που θέλουν να επω­φε­λη­θούν και να κερ­δο­σκο­πή­σουν. Αλλά και οι θεοί δεν βλέ­πουν με καλό μάτι αυτήν την και­νού­ρια Πολι­τεία που απει­λεί να τους στε­ρή­σει τα προ­νό­μιά τους.

Τι θα γίνει τελι­κά; Θα κατα­φέ­ρουν οι δυο φίλοι μας να σώσουν τη Χώρα των Που­λιών; Ή μήπως… Εσείς, παι­διά, τι λέτε;

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο