Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Θεατρική παράσταση για την διάσωση της νεαρής Ελληνο-Εβραίας, Ταμάρας Σιμαντώβ κατά την διάρκεια της Κατοχής

Η μνή­μη της ιστο­ρί­ας της διά­σω­σης της νεα­ρής Ελλη­νο-Εβραί­ας, Ταμά­ρας Σιμα­ντώβ από την Ελλη­νο-Βελ­γί­δα, Ματίλ­ντε Βάσεν­χο­βεν κατά τη διάρ­κεια της Κατο­χής δια­τη­ρή­θη­κε μέσα από το θεα­τρι­κό έργο που ανέ­βα­σαν το βρά­δυ της Πέμ­πτης 22 Φεβρουα­ρί­ου 2018 οι μαθη­τές του Μου­σι­κού Σχο­λεί­ου Αλί­μου στην Δημο­τι­κή Σκη­νή “Κάρο­λος Κούν”. Το σενά­ριο έγρα­ψε ο μαθη­τής και ηθο­ποιός, Φοί­βος Μαρί­νος ενώ το θεα­τρι­κό έργο είχε μου­σι­κή ενορ­χή­στρω­ση και πρω­τό­τυ­πους στί­χους του σχολείου.

Η παρά­στα­ση συν­δυά­στη­κε με τελε­τή βρά­βευ­σης της Ματίλ­ντε Βάσεν­χο­βεν με το μετάλ­λιο και τον τίτλο του “Δικαί­ου των Εθνών” του Μου­σεί­ου και Ινστι­τού­του του Ολο­καυ­τώ­μα­τος, Γιαντ Βασέμ στην Ιερου­σα­λήμ από την πρέ­σβη Ισρα­ήλ στην Ελλά­δα, Ιρίτ Μπεν ‑Άμπα.

Το βρα­βείο παρά­λα­βε εκ μέρος της Ματίλ­ντε που δεν βρί­σκε­ται πλέ­ον στη ζωή, ο εγγο­νός της, Λου­δο­βί­κος Βασενχόβεν.

Την εκδή­λω­ση διορ­γά­νω­σε το Μου­σι­κό Σχο­λείο Αλί­μου σε συνερ­γα­σία με το Υπουρ­γείο Παι­δεί­ας, Έρευ­νας και Θρη­σκευ­μά­των και την πρε­σβεία του Ισραήλ.

Η ιστορία της διάσωσης

Η Ταμά­ρα Σιμα­ντώβ γεν­νή­θη­κε στις Σέρ­ρες, το 1923, όπου έμε­νε με τους γονείς της, Ιωσήφ και Νταί­ζη, και τον αδελ­φό της Αλμπέρτο.

Λόγω της βουλ­γα­ρι­κής κατο­χής, το 1941 μετα­φέρ­θη­καν στην Αθή­να, όπου νοί­κια­σαν δια­μέ­ρι­σμα. Τα παι­διά πήγαι­ναν σχο­λείο και ο πατέ­ρας δια­τη­ρού­σε επα­φές με φίλους από τις Σέρ­ρες, από τους οποί­ους πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε για τη δήμευ­ση εβραϊ­κών περιου­σιών στις Σέρ­ρες από τους Βούλγαρους.

Όταν μπή­καν οι Γερ­μα­νοί στην Αθή­να, διέ­τα­ξαν όλους τους Εβραί­ους να εγγρα­φούν στην Ισραη­λι­τι­κή Κοι­νό­τη­τα. Η οικο­γέ­νεια Σιμα­ντώβ απο­φά­σι­σε όμως να μην δηλω­θεί, να κρυ­φτεί και να βγά­λει ψεύ­τι­κες ταυ­τό­τη­τες. Στην αρχή φιλο­ξε­νή­θη­καν στο σπί­τι του δικη­γό­ρου Παπα­χα­ρι­ζά­νου, από τον Οκτώ­βριο 1943 μέχρι τον Φεβρουά­ριο 1944. Στις 23 Φεβρουα­ρί­ου 1944, τρεις συνερ­γά­τες των Γερ­μα­νών πήγαν στο σπί­τι του Παπα­χα­ρι­ζά­νου για να ψάξουν για Εβραί­ους. Παρά τις αντι­στά­σεις του Παπα­χα­ρι­ζά­νου, βρή­καν την οικο­γέ­νεια Σιμα­ντώβ και τη συνέ­λα­βαν. Όμως ο Παπα­χα­ρι­ζά­νος τους δωρο­δό­κη­σε με χρή­μα­τα και ο πατέ­ρας Σιμα­ντώβ με χρυ­σα­φι­κά και έτσι δεν τους πήραν. Έφυ­γαν από το σπί­τι του Παπα­χα­ρι­ζά­νου και κατέ­φυ­γαν στον παλιό τους φίλο Ευθύ­μιο Χρι­στό­που­λο, μηχα­νι­κό και παλιό συνά­δελ­φο του πατέ­ρα Σιμα­ντώβ. Τους φιλο­ξέ­νη­σε μόνο για μία νύχτα, καθώς το περι­βάλ­λον του ήξε­ρε ότι έχει φίλους Εβραί­ους και επει­δή απέ­να­ντι από το σπί­τι του ήταν γρα­φεία των Γερμανών.

Την επο­μέ­νη, η οικο­γέ­νεια δια­σκορ­πί­στη­κε. Η Ταμά­ρα κατέ­φυ­γε στην οικο­γέ­νεια Μουμ­τζή, παλιοί φίλοι από τις Σέρ­ρες, που την φιλο­ξέ­νη­σαν για λίγο και­ρό. Κατό­πιν η Ταμά­ρα βρή­κε τον αδελ­φό της που είχε κατα­φύ­γει στο σπί­τι του Ευάγ­γε­λου Λαζα­ρί­δη, που έμε­νε στο κέντρο της Αθή­νας με τη γυναί­κα του και τα 5 παι­διά του. Σε ένα άλλο σπί­τι του Ευάγ­γε­λου, βρή­καν κατα­φύ­γιο οι γονείς τους και η Ταμά­ρα πήγε να μεί­νει μαζί τους. Η οικο­γέ­νεια Λαζα­ρί­δη δεν ζήτη­σε ανταλ­λάγ­μα­τα, αλλά η Ταμά­ρα προ­σφέρ­θη­κε να βοη­θή­σει στην οικο­γε­νεια­κή επι­χεί­ρη­ση και παρέ­δι­δε μαθή­μα­τα γαλ­λι­κών στην κόρη τους. Όταν ο γιος της οικο­γέ­νειας Λαζα­ρί­δη έγι­νε συνερ­γά­της των Γερ­μα­νών, τον Ιού­νιο 1944, έφυ­γαν από το σπί­τι. Έχο­ντας κρυ­φτεί σε 14 δια­φο­ρε­τι­κά σπί­τια για μικρά χρο­νι­κά δια­στή­μα­τα, τα δύο αδέλ­φια βρέ­θη­καν στον δρό­μο, καθώς τους έδιω­ξαν από το τελευ­ταίο σπί­τι στο οποίο είχαν καταφύγει.

Η Ταμά­ρα και ο αδελ­φός της κατέ­φυ­γαν στον Ιησουί­τη Πατέ­ρα Μαρα­γκό, γνω­στό δια­σώ­στη Εβραί­ων. Έστει­λε τον Αλβέρ­το σε κατα­σκή­νω­ση χρι­στια­νών προ­σκό­πων και την Ταμά­ρα στο σπί­τι της Ματίλ­ντε Βάσεν­χο­βεν, μια ηλι­κιω­μέ­νη καθο­λι­κή Βελ­γί­δα που δίδα­σκε άρπα στο Ωδείο Αθη­νών και ήταν μέλος της Κρα­τι­κής Ορχή­στρας Αθη­νών. Συμ­φώ­νη­σε να παρου­σιά­σει την Ταμά­ρα ως ανη­ψιά της από κάποια επαρ­χια­κή πόλη. Το σπί­τι ήταν στο κέντρο της Αθή­νας, στην οδό Αβέ­ρωφ 12.

Η Ματίλτ­νε Βάσεν­χό­βεν υπο­δέ­χτη­κε την Ταμά­ρα με ανοι­χτές αγκά­λες και τη φρό­ντι­σε, παρό­τι η ίδια μετά βίας είχε τα προς το ζειν. Μοι­ρα­ζό­ταν το φαγη­τό μαζί της και δεν ζήτη­σε ποτέ από την Ταμά­ρα καμία αντα­μοι­βή. Έμει­νε εκεί από τον Ιού­λιο 1944 μέχρι την Απε­λευ­θέ­ρω­ση, τον Οκτώ­βριο 1944. Την επό­με­νη ημέ­ρα της Απε­λευ­θέ­ρω­σης, η οικο­γέ­νεια ενώ­θη­κε ξανά.

Μετά την Απε­λευ­θέ­ρω­ση, η Ταμά­ρα συνέ­χι­σε να βλέ­πει τη Ματίλ­ντε Βάσεν­χο­βεν και την βοη­θού­σε με κάθε τρό­πο. Μαζί με τον αδελ­φό της, ήταν σε στε­νή σχέ­ση με τον Πατέ­ρα Μαραγκό.

Η Ματίλ­ντε Βάσεν­χό­βεν πέθα­νε το 1969. Από τους συγ­γε­νείς της, μόνο ο εγγο­νός της Λου­δο­βί­κος είναι εν ζωή που ήταν 7 ετών κατά τη διάρ­κεια του πολέμου.

Ο Πατέ­ρας Μαρα­γκός έχει ήδη τιμη­θεί από το Yad Vashem το 2010 με το μετάλ­λιο των «Δικαί­ων των Εθνών».

Το Γιάντ Βασέμ, είναι το ίδρυ­μα και μου­σείο που δημιουρ­γή­θη­κε από το κρά­τος του Ισρα­ήλ στην Ιερου­σα­λήμ για τη διαιώ­νι­ση της μνή­μης των έξι εκα­τομ­μυ­ρί­ων θυμά­των του Ολο­καυ­τώ­μα­τος. Ο τίτλος του «Δικαί­ου των Εθνών» του ιδρύ­μα­τος απο­νέ­με­ται σε άτο­μα τα οποία με κίν­δυ­νο της ζωής τους έσω­σαν διω­κό­με­νους Εβραί­ους κατά την διάρ­κεια του Ολο­καυ­τώ­μα­τος στον Β΄ Παγκό­σμιο Πόλε­μο. Για να δοθεί αυτή η διά­κρι­ση ύψι­στου κύρους, απαι­τεί­ται διε­ξο­δι­κή έρευ­να από το Γιάντ Βασέμ και έγκρι­ση του Ανώ­τα­του Δικα­στη­ρί­ου του Ισραήλ.

Σημειώ­νε­ται ότι 333 Έλλη­νες «Δίκαιοι» έχουν τιμη­θεί έως σήμερα.

«Δίκαιοι των Εθνών»: ο Κ. Αθυ­ρί­δης και η σύζυ­γός του Βασι­λι­κή, για τη σωτη­ρία οικο­γέ­νειας στην Κατοχή

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο