Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Θεοφάνια: Η επίδραση της ειδωλολατρίας στο Χριστιανισμό

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Εκτός από τις ημέ­ρες που τιμού­νται οι άγιοι υπάρ­χουν και αυτές που τιμού­νται τα σημα­ντι­κό­τε­ρα γεγο­νό­τα του χρι­στια­νι­κού βίου, όπως τα Χρι­στού­γεν­να και τα Θεο­φά­νια , που καθιε­ρώ­θη­καν τον 4ο μ.Χ. αιώ­να περίπου.

Από την πλευ­ρά του χρι­στια­νι­κού δόγ­μα­τος η βάπτι­ση του Ιησού έχει πολύ μεγά­λη σημα­σία, για­τί συμ­βο­λί­ζει την παλιγ­γε­νε­σία του ανθρώ­που. Γι’ αυτό έως τα μέσα του 4ου αιώ­να οι χρι­στια­νοί, αντί­θε­τα προς τους ειδω­λο­λά­τρες, ως αρχή του χρό­νου γιόρ­τα­ζαν όχι την 1η, αλλά την 6η Ιανουα­ρί­ου για­τί σ’ αυτήν τοπο­θε­τού­σαν τη βάπτι­ση του Χρι­στού και τη θεία του Επι­φά­νεια. Τα Θεο­φά­νια είναι και για το λαό μεγά­λη γιορ­τή, θεό­τρο­μη, επει­δή τότε αγιά­ζο­νται τα νερά και φεύ­γουν τα παγανά»…

Η γιορ­τή των Θεο­φα­νί­ων απο­κα­λύ­πτει τις επι­δρά­σεις του χρι­στια­νι­σμού από την ειδω­λο­λα­τρία και εξη­γεί για­τί ο Χρι­στός άργη­σε πολύ να βρει τη θέση του στο χρι­στια­νι­κό εορ­το­λό­γιο. Είναι και ενδει­κτι­κή για την τάση της Εκκλη­σί­ας να υιο­θε­τεί τις ειδω­λο­λα­τρι­κές γιορ­τές προ­κει­μέ­νου να πετύ­χει τη διά­δο­ση της πίστης στους λαούς της Μεσο­γεί­ου. Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η τοπο­θέ­τη­ση του Πάπα Γρη­γο­ρί­ου του Μέγα (6οςαιώνας): «Πρέ­πει οι εορ­ταί των εθνι­κών να μετα­τρα­πώ­σι βαθ­μιαί­ως εις χριστιανικάς»…

Η «υιοθέτηση» των Χριστουγέννων

Η παλαι­στι­νια­κή και ανα­το­λι­κή παρά­δο­ση τα είχε μπερ­δέ­ψει πολύ τα πράγ­μα­τα στο ζήτη­μα της γέν­νη­σης του Χρι­στού. Δεν ήξε­ραν την κατα­γω­γή του, πότε και πού γεν­νή­θη­κε. Οσο ο χρι­στια­νι­σμός καθο­ρί­ζε­ται από τις ιου­δαϊ­κές παρα­δό­σεις δεν τίθε­ται ζήτη­μα γιορ­τα­σμού των γενε­θλί­ων του Χρι­στού, για­τί οι Ιου­δαί­οι δε γιόρ­τα­ζαν τα γενέ­θλια κανε­νός. Δεν είχαν τέτοια γιορ­τή για τους προ­φή­τες τους. Θεω­ρού­σαν ασέ­βεια να γιορ­τά­ζουν τα γενέ­θλια βασι­λιά­δων και άλλων προ­σώ­πων. Η γιορ­τή των γενε­θλί­ων όμως συνη­θι­ζό­ταν στις εξω­πα­λαι­στι­νια­κές περιο­χές. Ο ελλη­νο­ρω­μαϊ­κός κόσμος γιόρ­τα­ζε τα γενέ­θλια όχι μόνο των μεγά­λων ανδρών και επί­ση­μων προ­σώ­πων, αλλά και θεών και ηρώων.

Από το 2ο μ.Χ. αιώ­να που ο χρι­στια­νι­σμός αρχί­ζει να βγαί­νει από τα όρια της Παλαι­στί­νης, πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται οι αδελ­φό­τη­τες στους λαούς της Μεσο­γεί­ου, υπο­χω­ρεί ο ιου­δαϊ­σμός και επι­κρα­τεί ο εθνι­κο­χρι­στια­νι­σμός στις αδελ­φό­τη­τες. Ετσι άρχι­σαν να δια­μορ­φώ­νο­νται νέες αντι­λή­ψεις που συνέ­δε­αν το χρι­στια­νι­σμό με τις λατρευ­τι­κές συνή­θειες του ασια­τι­κού και μεσο­γεια­κού κόσμου και καθιέ­ρω­σαν τα γενέ­θλια του Χρι­στού σαν επί­ση­μη γιορ­τή του χριστιανισμού.

Αρχι­κά, σύμ­φω­να με την παλαι­στι­νια­κή παρά­δο­ση, γιόρ­τα­ζαν τη Γέν­νη­ση του Χρι­στού στις 6 Γενά­ρη, ημέ­ρα που, όπως πίστευαν, ο Γιάχ­βε (ο Κύριος, ο Θεός) έπλα­σε τον Αδάμ. Αφού δεν ήξε­ραν πότε γεν­νή­θη­κε ο Ιησούς παρα­δέ­χτη­καν πως γεν­νή­θη­κε την ίδια ημέ­ρα με τον πρω­τό­πλα­στο και την είπα­νε Επι­φά­νια ή Θεο­φά­νια , δηλα­δή φανέ­ρω­ση του Ιησού. Την έκφρα­ση αυτή, με την οποία αντι­κα­θι­στού­σαν τη λέξη γέν­νη­ση την είχαν και άλλοι λαοί. Υπήρ­χε στην αρχαιό­τη­τα η γιορ­τή των Θεο­φα­νί­ων στους Δελ­φούς και περι­λάμ­βα­νε τα απο­κα­λυ­πτή­ρια αγαλ­μά­των του Απόλ­λω­να και άλλων θεών. Τον 3ο αιώ­να βρί­σκου­με στην Αλε­ξάν­δρεια, κέντρο της ελλη­νι­κής σκέ­ψης, τη γιορ­τή των Επι­φα­νί­ων ανα­φε­ρό­με­νη στην εμφά­νι­ση του θεού στη Γη χωρίς καμία σχέ­ση όμως με τη γέν­νη­ση ή τη βάπτι­ση του Χρι­στού. Οι Αιγύ­πτιοι τιμού­σαν την 6η Γενά­ρη σα γιορ­τή «επι­φα­νεί­ας του Οσιρι».

Οι πρώ­τοι χρι­στια­νοί, μέχρι τον 4ο αιώ­να, στις 6 Γενά­ρη γιόρ­τα­ζαν τα Χρι­στού­γεν­να. Με τον και­ρό και υπό την επί­δρα­ση του ρωμαϊ­σμού η γιορ­τή μετα­τέ­θη­κε στις 25 Γενά­ρη. Οι Ρωμαί­οι στις 25 Γενά­ρη γιόρ­τα­ζαν τη γιορ­τή Natalis Solis Invicti (γενέ­θλια γιορ­τή του νικη­τή Ηλιου). Πάν­δη­μη γιορ­τή συμπο­σί­ων και εύθυ­μων συγκε­ντρώ­σε­ων πολύ αγα­πη­τή στο λαό. Και οι Πέρ­σες την ίδια μέρα γιορ­τά­ζα­νε τιμώ­ντας τον Ηλιο και τον Μίθρα. Ετσι υπό την επί­δρα­ση Ρωμαί­ων και Περ­σών οι χρι­στια­νοί δέχτη­καν την 25η Δεκέμ­βρη ως ημέ­ρα γέν­νη­σης του Χρί­στου, προ­σω­πο­ποιώ­ντας στον Ηλιο τον Ιησού, με όλα τα έθι­μα του εθνι­κού πανη­γυ­ρι­σμού: ο ανθο­στο­λι­σμός των οικιών, το χρι­στου­γεν­νιά­τι­κο δέντρο, η δια­νο­μή δώρων στα παι­διά, οι χοροί και οι οικο­γε­νεια­κές συγκε­ντρώ­σεις. Πιθα­νό­τα­τα περί τα τέλη της βασι­λεί­ας του Κων­στα­ντί­νου καθιε­ρώ­θη­κε η 25η Δεκέμ­βρη ως ημέ­ρα γέν­νη­σης του Χριστού.

Η απο­δο­χή της 25ης Δεκέμ­βρη συνο­δεύ­τη­κε και από την υιο­θέ­τη­ση εκ μέρους των χρι­στια­νών της 25ης Μάρ­τη ως γιορ­τή του Ευαγ­γε­λι­σμού. Οι Ρωμαί­οι αυτή την ημέ­ρα τιμού­σαν με χαρές και γλέ­ντια τη «μητέ­ρα των θεών» — ήταν μια μεγά­λη ρωμαϊ­κή γιορ­τή. Από τις 25 Μάρ­τη έως τις 25 Δεκέμ­βρη είναι ακρι­βώς εννέα μήνες και έτσι η 25η Μάρ­τη καθιε­ρώ­θη­κε σαν ημέ­ρα του Ευαγ­γε­λι­σμού της Πανα­γιάς (η σύλ­λη­ψη και ενσάρ­κω­ση του Χρι­στού) και τη «μητέ­ρα των θεών» δια­δέ­χτη­κε η «μητέ­ρα του θεού».

Οι πρώ­τοι χρι­στια­νοί γιόρ­τα­ζαν μόνο τις παλιές εβραϊ­κές γιορ­τές. Λίγο αργό­τε­ρα, με την επέ­κτα­ση του χρι­στια­νι­σμού, γιόρ­τα­ζαν «χρι­στια­νι­κά» το Πάσχα (την ανά­στα­ση του Κυρί­ου και όχι το εβραϊ­κό, που ανα­φε­ρό­ταν στη διά­βα­ση της Ερυ­θράς Θάλασ­σας) και την Πεντη­κο­στή (όχι πλέ­ον τις δέκα εντο­λές που παρέ­λα­βε ο Μωυ­σής, αλλά την κάθο­δο — επι­φοί­τη­ση του Αγί­ου Πνεύ­μα­τος). Επί μεγά­λου Κων­στα­ντί­νου η Εκκλη­σία έλα­βε αυστη­ρά μέτρα να μη συνε­ορ­τά­ζουν οι χρι­στια­νοί με τους εβραίους.

Η τακτι­κή της Εκκλη­σί­ας να υιο­θε­τεί προ­χρι­στια­νι­κές γιορ­τές δίνο­ντάς τους χρι­στια­νι­κό περιε­χό­με­νο συνέ­χι­σε μέχρι τον 6οαιώνα. Οι εκχρι­στια­νι­σμέ­νοι εθνι­κοί συνέ­χι­ζαν να πανη­γυ­ρί­ζουν τις παλιές γιορ­τές και έτσι η Εκκλη­σία ανα­γκά­στη­κε να τις απο­δε­χτεί εκχρι­στια­νί­ζο­ντάς τις. Αλλά και να ταυ­τί­σει ήρω­ες, ημί­θε­ους και θεούς με χρι­στια­νούς μάρ­τυ­ρες. Π.χ. ο Περ­σέ­ας έγι­νε άγιος Γεώρ­γιος, ο Ηλιος έγι­νε προ­φή­της Ηλί­ας, ο θεός Διό­νυ­σος άγιος Τρύ­φω­νας, ο Ποσει­δώ­νας άγιος Νικό­λα­ος κλπ.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο