Εκδήλωση με θέμα «Η καταστροφή των σοσιαλιστικών αντιφασιστικών μνημείων στην υπηρεσία της καπιταλιστικής βαρβαρότητας», πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 21 Νοέμβρη από το Σύλλογο «Εμείς που σπουδάσαμε στο σοσιαλισμό», στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, στην οποία προβλήθηκε η ταινία «Μιάμιση ώρα στο γραφείο του Λένιν».
Την παρουσίαση της ταινίας έκανε ο ιστορικός και μέλος του Γενικού Συμβουλίου του Συλλόγου, Γιώργος Λεοντιάδης.
«Αφορμή της εκδήλωσης αποτέλεσε το φαινόμενο της μαζικής καταστροφής σοβιετικών αντιφασιστικών μνημείων» τόνισε ανοίγοντας την εκδήλωση ο Νίκος Ζώκας, μέλος του ΔΣ του συλλόγου. Στη σημερινή πολύ δύσκολη και επικίνδυνη συγκυρία, μαζί με τις ζωές και την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων, έχουν μπει στο στόχαστρο και χιλιάδες μνημεία αντιφασιστών ηρώων, μνημεία του Κόκκινου Στρατού, καθώς και μνημεία της ανθρώπινης πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτό δε συμβαίνει μόνο στην Ουκρανία, αλλά και σε άλλες χώρες της Ενωμένης Ευρώπης, γιατί στον κόσμο αυτόν που ετοιμάζουν για τους εργαζόμενους πρέπει να ξεχαστεί η ιστορία, να μη γνωρίζουν οι νέες γενιές ότι με τους αγώνες τους οι λαοί κατάφεραν να νικήσουν τον ιμπεριαλισμό πριν από 77 χρόνια. Η όποια αντίθεση και αντίδραση του λαού μας σε αυτήν τη βαρβαρότητα πρέπει να εκφραστεί μαζικά» τόνισε.
«Η απόσυρση και ακόμα χειρότερα ο βανδαλισμός και η καταστροφή μνημείων, σημείωσε ο Γιώργος Λεοντιάδης, είχε αρχίσει από τα χρόνια των αντεπαναστατικών ανατροπών αλλά τώρα τελευταία , με αφορμή και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εντάθηκαν ιδιαίτερα.
Η καταστροφή των μνημείων είναι αλληλένδετη με τον αντικομμουνισμό, είπε χαρακτηριστικά. Συνδέεται επίσης και με την απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου του 2009, η οποία ταυτίζει τον κομμουνισμό με τον φασισμό».
«Επισήμως τόνισε, πέραν κάθε παρερμηνείας, η ιδεολογία της ΕΕ είναι ο αντικομουνισμός και έθεσε με σαφήνεια ότι η επιτυχία του στόχου της θα επιτευχθεί με το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, εξισώνοντας τον Κομμουνισμό με τα εγκλήματα του φασισμού. Τα μνημεία που έχουν ήδη καταστραφεί ή που είναι στο στόχαστρο για να καταστραφούν, έχουν κι άλλο ένα χαρακτηριστικό ιδιαίτερα ενοχλητικό για την παγκόσμια αστική τάξη. Εκφράζουν τη νίκη της εργατικής τάξης έναντι της αστικής και τη συντριβή του φασισμού από τον Κόκκινο Στρατό».
Η ταινία που προβλήθηκε αποτελεί το δεύτερο έργο ενός κύκλου τεσσάρων ταινιών μεγάλου μήκους με τίτλο «Αδρές πινελιές στο πορτρέτο του Λένιν», που γυρίστηκαν το διάστημα 1967–1970 και αναφέρονταν στη δράση του Λένιν και του κόμματος των Μπολσεβίκων στην πρώτη περίοδο μετά την επανάσταση.
Το σενάριο γράφτηκε από τον διάσημο σοβιετικό συγγραφέα θεατρικών έργων Μιχαήλ Σατρόφ, και τη σκηνοθεσία της παραγωγής ανέλαβε ο Λεονίντ Πτσέλκιν. Το ρόλο του ηγέτη της επανάστασης ενσάρκωσε ο ηθοποιός Μιχαήλ Ουλιάνοφ, κάτοχος του βραβείου του Λαϊκού Καλλιτέχνη της ΕΣΣΔ, ενώ συμμετείχε και μια πλειάδα κορυφαίων σοβιετικών ηθοποιών.
Η ταινία πραγματεύεται μια από τις πιο κρίσιμες και δραματικές στιγμές της νεαρής σοβιετικής δημοκρατίας, όταν, ως αποτέλεσμα μιας ένοπλης απόπειρας πραξικοπήματος των Αριστερών Εσέρων τον Ιούλη του 1918, η ανάπαυλα που ήταν τόσο απαραίτητη για την οργάνωση της οικονομίας και της άμυνας της χώρας κινδύνεψε θανάσιμα μετά τη δολοφονία του Γερμανού πρέσβη κόμη Μίρμπαχ. Το πραξικόπημα κατεστάλη μέσα σε μια μέρα, αλλά η δολοφονία του πρέσβη έφερε τη νεαρή δημοκρατία στα πρόθυρα της καταστροφής. Όλος ο γερμανικός Τύπος ήταν γεμάτος εκκλήσεις για άμεσο πόλεμο και πλήρη κατοχή της Σοβιετικής Ρωσίας. Οι Γερμανοί μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτή την κατάσταση για οποιαδήποτε πρόκληση. Στο γραφείο του Λένιν πραγματοποιείται συνεδρίαση του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων.
Ακόμη και σε αυτές τις δραματικές στιγμές οι ηγέτες της Επανάστασης δεν παύουν να ονειρεύονται και να σχεδιάζουν το όμορφο μέλλον του λαού και της εργατικής τάξης, τις πόλεις και τα μνημεία τους, γιατί όπως λέει και ο ίδιος ο Λένιν «επανάσταση σημαίνει ομορφιά…». Η ταινία,μέσα από τη συζήτηση του Επιτρόπου Λαϊκής Παιδείας Λουνατσαρσκί με το Λένιν, αναφέρεται στην μνημειακή πολιτική της νεαρής σοβιετικής εξουσίας και τη συζήτηση για τα κριτήρια αυτής της πολιτικής, για το ποια μνημεία θα έπρεπε να στηθούν και ποια να κατεδαφιστούν. Έχει ενδιαφέρον γιατί παρουσιάζει την λογική με την οποία στήθηκε αυτή η μνημειακή πολιτική στην Σοβιετική Ένωση.
902.gr