Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΙΧΩΡ, ΤΟ ΣΑΠΙΣΜΑ ΜΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Στα ελλη­νι­κά γράμ­μα­τα του 20ου αιώ­να ο Γιώρ­γος Δεν­δρι­νός (1904–1938) ήταν μια ξεχω­ρι­στή περί­πτω­ση. ‘Ενας άλλος σπου­δαί­ος λογο­τέ­χνης, ο Γιώρ­γος Κοτζιού­λας,  θα γρά­ψει το 1937 για τον Δεν­δρι­νό  τα εξής λόγια: «Άμα θάρ­θει ο και­ρός να καταρ­τί­σουν το μαρ­τυ­ρο­λό­γιο της ελλη­νι­κής λογο­τε­χνί­ας – αυτόν τον φοβε­ρό κατά­λο­γο που θ’ αρχί­ζει με τα ονό­μα­τα ενός Παπα­δια­μά­ντη, ενός Βιζυ­η­νού, ενός Κρυ­στάλ­λη και θα τελειώ­νει με παρα­δείγ­μα­τα, ελπί­ζω, των ημε­ρών μας – είμαι βέβαιος πώς εκεί θα βρε­θεί κάποια θέση και για το Γιώρ­γο Δεν­δρι­νό. Υπάρ­χουν όλες οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις γι αυτό και αρκε­τές συνά­μα ελπί­δες».  Έτσι ο Γιώρ­γος Κοτζιού­λας ξεκι­νά­ει το εισα­γω­γι­κό του σημεί­ω­μα στην πρώ­τη έκδο­ση της νου­βέ­λας Μαμ­μούθ του Γιώρ­γου Δεν­δρι­νού. Ο Κοτζιού­λας μιλώ­ντας για μαρ­τυ­ρο­λό­γιο, ξέρει τι λέει. Δεν πρό­κει­ται για μια προ­σω­πι­κή απαι­σιό­δο­ξη άπο­ψη, αλλά για μια κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα η οποία αντα­να­κλά­ται στο παρα­γό­με­νο πνευ­μα­τι­κό-καλ­λι­τε­χνι­κό έργο ενός αιώ­να που έδει­ξε τη μεγα­λύ­τε­ρη μαζι­κή ταξι­κή σύγκρου­ση, αλλά και το μεγα­λύ­τε­ρο μαζι­κό ηρω­ι­σμό με κατα­λυ­τι­κή επί­δρα­ση στα καλ­λι­τε­χνι­κά δρώ­με­να και όχι μόνο. Ο Δεν­δρι­νός γεν­νή­θη­κε στην αυγή του 20ου αιώ­να. Υπάρ­χει μια έκδο­ση από τις εκδό­σεις «Δελ­φί­νι» του 1993 που ανα­τυ­πώ­θη­κε με δαπά­νη του Δήμου Έρυσ­σου της Κεφα­λο­νιάς το 2004 και που περι­λαμ­βά­νει ένα ρομάν­τζο, το Ιχώρ, μια νου­βέ­λα, το Μαμ­μούθ, και ένα διή­γη­μα, το Ειρή­νη υμίν, καθώς και την προ­α­να­φε­ρό­με­νη εισα­γω­γή του Κοτζιού­λα, αλλά επί­σης μια εισα­γω­γή-δοκί­μιο για τη ζωή και το έργο του Δεν­δρι­νού από τον κατα­ξιω­μέ­νο δημο­σιο­γρά­φο-συγ­γρα­φέα Βαγ­γέ­λη Σακ­κά­το, ο οποί­ος ασχο­λή­θη­κε σε βάθος με το έργο του συγ­χω­ρια­νού του Γιώρ­γου Δενδρινού.

Κάθε άλλο παρά «ρομάντζο»

Ο Δεν­δρι­νός απο­κά­λε­σε το Ιχώρ ρομάν­τζο, σατι­ρι­κά ειρω­νι­κά. Πρό­κει­ται για μια «υπό­θε­ση πραγ­μα­τι­κο­φα­ντα­στι­κή» όπως τη χαρα­κτή­ρι­σε ο ίδιος ο συγ­γρα­φέ­ας. Το Ο Μαμ­μούθ είναι μια νου­βέ­λα σατι­ρι­κο-δρα­μα­τι­κή, εύθυ­μη και μελαγ­χο­λι­κή μαζί, σύμ­φω­να με τον Γιώρ­γο Κοτζιού­λα: «Η απλή αυτή υπό­θε­ση ποι­κίλ­λε­ται με δρο­σε­ρές περι­γρα­φές από τη φύση και με τσου­χτε­ρές παρα­τη­ρή­σεις για τα φιλο­λο­γι­κά μας ήθη και τη σύγ­χρο­νη δημο­σιο­γρα­φία. Τέτοιος λοι­πόν όπως μας παρου­σιά­ζε­ται ο «Μαμ­μούθ», η αλη­σμό­νη­τη καρι­κα­τού­ρα του Δεν­δρι­νού, θα είναι τάχα υπερ­βο­λή να προ­βλέ­ψου­με πώς πλου­τί­ζει τη φτω­χή μας φιλο­λο­γία μ’ έναν ολο­ζώ­ντα­νο τύπο;», ενώ το θαλασ­σι­νό-ψαρά­δι­κο διή­γη­μα Ειρή­νη υμίν τελειώ­νει με ένα τετρά­στι­χο προς τους «βασα­νι­σμέ­νους κι αδι­κη­μέ­νους» :

Το μίσος και η αδικία

μολεύ­ου­νε τη Γης.

Ευλο­γία σε κείνονε,

Που δε θαν τους ανοί­ξει την πόρ­τα της καρ­διάς του.

Ωστό­σο, ο ίδιος ο Δεν­δρι­νός σε ερώ­τη­ση αν θεω­ρεί το Ιχώρ το καλύ­τε­ρό του έργο θα απα­ντή­σει: «Όχι. Προ­τι­μώ, από τεχνι­κή άπο­ψη, τον Μαμ­μούθ. Μα τού­το – το ΙΧΩΡ – το αγα­πώ περισ­σό­τε­ρο για­τί ται­ριά­ζει περισ­σό­τε­ρο με την ιδιο­συ­γκρα­σία μου. Σαρ­κά­ζει και κλαί­ει. Μαστι­γώ­νει και σπα­ρά­ζει. Δεν αγα­πά­ει λοι­πόν πάντα κανείς το πιο πολύ το καλύ­τε­ρο ή το ομορ­φό­τε­ρο παι­δί του. Και γω αγα­πώ αυτό το δύσμορ­φο που δεί­χνει τη γλώσ­σα του και βαρά­ει στον κόσμο πετριές».

Ιχώρ η κοινωνία

Το πιο δυνα­τό από τα τρία, όντως, είναι το Ιχώρ (1936).  Ιχώρ σημαί­νει  πυώ­δης ύλη, σάπιο αίμα υπο­δη­λώ­νο­ντας έτσι τον τρό­πο με τον οποίο ο συγ­γρα­φέ­ας έκρι­νε την κοι­νω­νία. Μπρο­στά στους αρχαί­ους θεούς, μπρο­στά σε χρι­στια­νούς, αρχάγ­γε­λους, τον ίδιο το θεό και μπρο­στά σε ιστο­ρι­κές προ­σω­πι­κό­τη­τες βάζει το αίσχος της κοι­νω­νί­ας που βγά­ζει πύο από τη σήψη της, αλλά ο θεϊ­κός κόσμος προ­κύ­πτει το ίδιο σάπιος με την ανθρώ­πι­νη κοι­νω­νία ως αντα­νά­κλα­σή της. Η μορ­φή που διά­λε­ξε ο Δεν­δρι­νός είναι εντε­λώς πρω­τό­τυ­πη, η φαντα­σία απί­θα­νη, η σάτι­ρα σπαρ­τα­ρι­στή. Αφιε­ρώ­νει το «ρομάν­τζο» αυτό στους «ανθρώ­πους» σε εισα­γω­γι­κά, ενώ το Μαμ­μούθ  «στον τόπο που γεν­νή­θη­κα- στα δέντρα, στο χώμα, στους γκρε­μούς και σ’ όλα τ’ άψυ­χα και σ’ όλα της φύσης τα στοι­χεία, που δε με πικρά­να­νε ποτέ», λόγια που δεί­χνουν την πίκρα του νεα­ρού συγ­γρα­φέα για το μαρ­τύ­ριο που τρά­βη­ξε στη ζωή. Γεν­νή­θη­κε από γονείς φτω­χο­α­γρό­τες στο Νιο­χώ­ρι, ένα μικρό χωριό της Κεφα­λο­νιάς στην Άνω ορει­νή Έρυσ­σο του Καλού Όρους, πήγε μόνο πεντέ­ξη χρό­νια σχο­λείο και ανα­γκά­στη­κε να εργα­στεί από μικρή ηλι­κία για τη συντή­ρη­σή του αντι­με­τω­πί­ζο­ντας σε μια πορεία και τη φυματίωση.

Ένας πρόλογος-μικροβιογραφία

Το βιβλίο προ­λο­γί­ζει ο δημο­σιο­γρά­φος και συγ­γρα­φέ­ας συμπα­τριώ­της και συγ­χω­ρια­νός του Δεν­δρι­νού Βαγ­γέ­λης Σακ­κά­τος, ο οποί­ος έχει ασχο­λη­θεί εκτε­νώς και σε βάθος με το έργο του Δεν­δρι­νού και εκφρά­ζει την επι­θυ­μία να γρα­φτεί κάπο­τε μια πλή­ρης βιο­γρα­φία του. Πρό­κει­ται για έναν πρό­λο­γο-μελέ­τη, από την οποία μπο­ρού­με να μάθου­με παρά πολ­λά για τη ζωή και το έργο του συγ­γρα­φέα, καθώς και για τη συγ­γρα­φι­κή πορεία του –έγρα­ψε αρκε­τά άλλα έργα στη σύντο­μη ζωή του. Χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Σακ­κά­τος θα πει για το Ιχώρ: «Η μεγα­λο­φυ­ής αυτή σύλ­λη­ψη του Δεν­δρι­νού, το «ΙΧΩΡ», μοιά­ζει από κάποιες πλευ­ρές της με τη «Θεία Κωμω­δία» του Δάντε και ιδιαί­τε­ρα με την «Κόλα­ση» του μεγά­λου Φλω­ρε­ντι­νού, που οι γυναί­κες της Ραβέ­νας τον δαχτυ­λο­δεί­χνα­νε με τα λόγια: «Ο άνθρω­πος που γύρι­σε από τον άλλο κόσμο». Τόσο παρα­στα­τι­κές ήταν οι εικό­νες της. Αλλά απο­τε­λεί κι ένα είδος προϊ­δέ­α­σης για τον επερ­χό­με­νο –τότε- δεύ­τε­ρο παγκό­σμιο ιμπε­ρια­λι­στι­κό πόλε­μο – από­δει­ξη, οι εξο­πλι­στι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες Γερ­μα­νί­ας, Για­πω­νί­ας, Αγγλί­ας κλπ. για τον επερ­χό­με­νο Κατα­κλυ­σμό – και με μια έννοια απο­τε­λεί επί­σης προ­κα­τα­βο­λι­κή καταγ­γε­λία των βαρ­βα­ρο­τή­των  του. Όλο αυτό το παι­χνί­δι πραγ­μα­τι­κού και φαντα­στι­κού, όλη αυτή η δια­πλο­κή, δια­σταύ­ρω­ση και τ’ ανα­κά­τε­μα της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας με τους φαντα­στι­κούς απο­κρου­στι­κούς κόσμους της θρη­σκευ­τι­κής μετα­φυ­σι­κής φαντα­σί­ω­σης, παλιάς και νεό­τε­ρης – σε επί­πε­δο πάντα χιου­μο­ρι­στι­κό, σαρ­κα­στι­κό αλλά και αυτό­χρη­μα τρα­γι­κό – το σκό­πι­μο ανα­κά­τε­μα μορ­φών και εννοιών της σύγ­χρο­νης επο­χής, του μεσαί­ω­να, αλλά και της αρχαί­ας ιστο­ρί­ας και μυθο­λο­γί­ας, μυρί­ζει κάπως, αν εξαι­ρέ­σου­με τη σάτι­ρα, Όμηρο. […]

Πρό­κει­ται για το ωρι­μό­τε­ρο έργο του Κεφα­λο­νί­τη-Νιο­χω­ρί­τη συγ­γρα­φέα, που κάτω από ιδιαί­τε­ρα εφιαλ­τι­κές συν­θή­κες, ζώντας και υπο­μέ­νο­ντας σιω­πη­λά το δικό του «Ιχώρ», αλλά παρα­τη­ρώ­ντας με κατα­πλη­κτι­κή οξυ­δέρ­κεια το κοι­νω­νι­κό τέτοιο, μας τόδω­σε μετου­σιω­μέ­νο σε τέχνη σαν το κύκνειο άσμα του, αφή­νο­ντάς τον…ωραίο μας κόσμο στα 34 χρό­νια του, πάνου στον ανθό της νιό­της του και στην απαρ­χή της ωρι­μό­τε­ρης δημιουρ­γι­κό­τη­τάς του.»

Σύγ­χρο­νο και επί­και­ρο λοι­πόν το Ιχώρ του Γιώρ­γου Δεν­δρι­νού, μια και η σύγ­χρο­νη ελλη­νι­κή κοι­νω­νία –και όχι μόνο αυτή – στά­ζει πύον βγά­ζο­ντας τη δυσο­σμία ενός συστή­μα­τος που παρα­γέ­ρα­σε. Ευχό­μα­στε λοι­πόν στους ανα­γνώ­στες του Ατέ­χνως δυνα­τούς αγώ­νες το 2017!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο