Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καισαριανή: Σπύρος Τζόκας — Τώρα με το ΚΚΕ!

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Το Σπύ­ρο τον ξέρουν κι οι πέτρες _όχι μόνο της ηρω­ι­κής συνοι­κί­ας των ΝΑ της Αθή­νας αλλά και ευρύ­τε­ρα. Γαλου­χή­θη­κε στην Αρι­στε­ρά, παρέ­μει­νε ατα­λά­ντευ­τα και στα­θε­ρά στις γραμ­μές της και πίστε­ψε στις αξί­ες, στο ήθος, και στους αγώ­νες των ανθρώ­πων της. Από πιτσι­ρι­κά με κοντά παντε­λό­νια, στο γυμνά­σιο μετά …φοι­τη­τή πρό­ε­δρο του φοι­τη­τι­κού συλ­λό­γου της Φιλο­σο­φι­κής Αθή­νας, …στους φοι­τη­τι­κούς, κοι­νω­νι­κούς και εκπαι­δευ­τι­κούς αγώ­νες,  μετα­πτυ­χια­κό στο Universite de Paris I (σσ. πήρε το DEA, με Άρι­στα), ph.d στο Λον­δί­νο καθη­γη­τή στο Ιστο­ρι­κό — Αρχαιο­λο­γι­κό Τμή­μα του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών και στο τμή­μα Ιστο­ρί­ας — Αρχαιο­λο­γί­ας — Λαο­γρα­φί­ας του Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λί­ας …Master και στη συνέ­χεια το διδα­κτο­ρι­κό στην Ευρω­παϊ­κή και Ελλη­νι­κή Ιστο­ρία και στις διε­θνείς σχέ­σεις και σήμε­ρα υπο­ψή­φιο στο Νότιο Τομέα με το ΚΚΕ.

Στην πολι­τι­κή σκη­νή της Και­σα­ρια­νής διε­τέ­λε­σε Αντι­δή­μαρ­χος κατά την περί­ο­δο 1990–1998-2002 Παι­δεί­ας, Πολι­τι­σμού, Αθλη­τι­σμού και Κοι­νω­νι­κής Πολι­τι­κής και το 2004 Περι­βάλ­λο­ντος και το 2006 εκλέ­χθη­κε με τον τότε Συνα­σπι­σμό Δήμαρ­χος της πόλης. Αντι­πε­ρι­φε­ρειάρ­χης Αττι­κής στο Δυτι­κό Τομέα (με τη Δού­ρου) δια­φώ­νη­σε με την μνη­μο­νια­κή πολι­τι­κή του Συρι­ζα και αποχώρησε.

Άνθρω­πος _από φυσι­κού του “χαμη­λών τόνων”, δε ήρθε ποτέ σε αντι­πα­ρά­θε­ση με το ΚΚΕ _αντίθετα 10άδες άρθρα του φιλο­ξε­νή­θη­καν από τις στή­λες του Ριζο­σπά­στη από το 1998 μέχρι πρό­σφα­τα 2020 “στην αντά­ρα ο λύκος χαί­ρε­ται” _ “Κάτω τα χέρια από τους Αγώ­νες του Λαού” καθώς και του 902.gr

ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ με το ΚΚΕ

Το τελευ­ταίο διά­στη­μα κάτω από τη βαριά σκιά του προ­δια­γε­γραμ­μέ­νου εγκλή­μα­τος του κεφα­λαί­ου και των δια­χει­ρι­στών του στα Τέμπη, συνε­χί­ζο­νται οι μεγά­λες και μικρές εκδη­λώ­σεις του ΚΚΕ, συζή­τη­σης με το λαό. Μια από αυτές έγι­νε χτες βρά­δυ σε ένα στέ­κι της Και­σα­ρια­νής, με πρω­το­βου­λία Τζό­κα σαν μια παρέα για να συζη­τή­σου­με αβί­α­στα και να οριο­θε­τή­σου­με πιθα­νόν την πολι­τι­κή μας στά­ση, χωρίς δεσμεύ­σεις και προ­α­παι­τού­με­να (…) η δική μου πολι­τι­κή θέση είναι η συμπό­ρευ­ση με το ΚΚΕ”_ 10άδες απλοί άνθρω­ποι της διπλα­νής πόρ­τας πήραν μέρος, αρκε­τοί παρε­νέ­βη­σαν στον πλού­σιο διά­λο­γο _πανσπερμίας, που ακολούθησε.

Παρών και συντο­νι­στής ο Ηλί­ας Σταμέλος
πρώ­ην δήμαρ­χος με τη Λαϊ­κή Συσπείρωση
και επι­κε­φα­λής της παράταξης

Α. ΠΩΣ  ΕΝΝΟΩ ΤΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ

Ο Σταύ­ρος Ξαρ­χά­κος στο πρό­σφα­το πολι­τι­στι­κό γεγο­νός είπε: «Το ΚΚΕ ξεπέ­ρα­σε τον χαρα­κτη­ρι­σμό της προ­ό­δου και πέρα­σε στη σφαί­ρα της υπέρ­βα­σης. Μια υπέρ­βα­ση που θέλει κότσια για να την κάνεις. Και το μόνο κόμ­μα που έχει κότσια για να την υλο­ποι­ή­σει είναι το ΚΚΕ».  …αυτά είπε επί λέξει ο Σταύ­ρος Ξαρ­χά­κος ο οποί­ος δεν ανή­κει στο Κόμ­μα και μάλι­στα κατά και­ρούς βρι­σκό­ταν κάπου αλλού (σσ. εννο­εί τη ΝΔ)

Η υπέρ­βα­ση, που είπε  ο Ξαρ­χά­κος, θεω­ρώ ότι θέλει δύο.

Λοι­πόν κρα­τάω τη λέξη υπέρ­βα­ση _το τονί­ζω υπέρ­βα­ση επι­ση­μαί­νο­ντας πως χρειά­ζε­ται δύο πλευ­ρές: μία πλευ­ρά είναι το πολι­τι­κό υπο­κεί­με­νο και αυτή τη στιγ­μή το πολι­τι­κό υπο­κεί­με­νο είναι το ΚΚΕ και σ΄αυτή την ιστο­ρι­κή σε αυτή την κρί­σι­μη στιγ­μή την κάνει αυτή την υπέρ­βα­ση και κατά τη γνώ­μη μου την κάνει έντι­μα, την κάνει και καθα­ρά ανοί­γο­ντας μία ταξι­κή συζή­τη­ση με τον κόσμο, με τους εργα­ζό­με­νους, με το λαό.

Η άλλη πλευ­ρά μία κρί­σι­μη μάζα αγω­νι­στών –αγω­νι­στριών από διά­φο­ρα ιδε­ο­λο­γι­κά ρεύ­μα­τα η οποία βέβαια ούτε ξεπού­λη­σε ούτε ξεπου­λή­θη­κε ούτε εξαρ­γύ­ρω­σε ούτε εξαρ­γυ­ρώ­θη­κε και κυρί­ως αυτή η κρί­σι­μη μάζα αγω­νι­στών παρά τις δια­ψεύ­σεις, παρά τα χαστού­κια που έφα­γε δεν τα παρά­τη­σε δεν πήγε σπί­τι συνε­χί­ζει να βρί­σκε­ται στον αγώ­να συνε­χί­ζει να βρί­σκε­ται στις επάλ­ξεις. Αυτή λοι­πόν η κρί­σι­μη μάζα των αγω­νι­στών είναι το επί­κε­ντρο ιδιαί­τε­ρα σε μία επο­χή που ο καπι­τα­λι­σμός φαί­νε­ται να έχει κατα­πιεί μία ολό­κλη­ρη γενιά και να επι­χει­ρεί να κατα­πιεί και την επό­με­νη δηλα­δή το καπι­τα­λι­στι­κό αφή­γη­μα σήμε­ρα _έτσι; θεω­ρεί κανο­νι­κό­τη­τα –να το πω πολ­λές φορές, να μη φτά­νει η δου­λειά σου για να ζήσεις –τα πάγια δηλα­δή έξο­δα να είναι παρα­πά­νω από τον πραγ­μα­τι­κό μισθό πόσο μάλ­λον από τα 4ωρα, τα 5ωρα, τα 6ωρα…

Από την άλλη μεριά το βλέ­που­με με τη λαϊ­κή στέ­γη που έχει γίνει παρα­νά­λω­μα στα real estate και χάνει ο κόσμος την πρώ­τη κατοι­κία _κανείς δε δέχτη­κε την τελευ­ταία τρο­πο­λο­γία του ΚΚΕ –απορ­ρί­φθη­κε και δεν συζη­τή­θη­κε καν στη Βου­λή.

Άρα λοι­πόν μέσα σ΄αυτό το πλαί­σιο θα έλε­γα ότι το πολι­τι­κό αυτο­μα­στί­γω­μα δεν ωφε­λεί, δεν συμ­βάλ­λει στον κοι­νό βημα­τι­σμό. Η αυτο­κρι­τι­κή βέβαια συμ­βά­λει. Επο­μέ­νως λοι­πόν κατά την άπο­ψή μου η συμπό­ρευ­ση του πολι­τι­κού υπο­κει­μέ­νου που κάνει την υπέρ­βα­ση, που ανοί­γει μια τέτοια συζή­τη­ση, που ανοί­γει τις πόρ­τες της και από την άλλη ο κόσμος αυτός της αρι­στε­ράς που αγω­νιά και δεν τα έχει βάλει κάτω δεν έχει παρα­δε­χτεί καμία ήττα μπο­ρεί να επιτευχθεί.

Για­τί λοι­πόν, θα έλε­γα, συμπό­ρευ­ση;

Καταρ­χήν για­τί βρι­σκό­μα­στε σε αυτήν τη συνοι­κία, για­τί είμα­στε στην Και­σα­ρια­νή των αγώ­νων και των θυσιών βρι­σκό­μα­στε σε μία συνοι­κία που εκτε­λέ­σθη­καν 700 άνθρω­ποι στο Σκο­πευ­τή­ριο και άλλοι τόσοι όπως λένε οι ανα­θη­μα­τι­κές πλά­κες στους δρό­μους της. Βρι­σκό­μα­στε στη συνοι­κία που έγι­νε η πιο μαζι­κή εκτέ­λε­ση των δια­κο­σί­ων κομ­μου­νι­στών βρι­σκό­μα­στε τέλος πάντων σε μία συνοι­κία που θα έλε­γα ότι “όπου σκά­ει ένα χαμό­γε­λο στά­ζει και ένα δάκρυ

Αυτή η συνοι­κία λοι­πόν μας δίδα­ξε από μικρούς κάποιες λέξεις βιω­μα­τι­κές λέξεις που μας δίδα­ξε την Ελπί­δα, μας δίδα­ξε την Αλλη­λεγ­γύη και τη Φιλία λέξεις με βιω­μα­τι­κή σημα­σία αλλά φίλες και φίλοι συντρό­φισ­σες και σύντρο­φοι η λέξη που είναι χαραγ­μέ­νη σε όλους μας στην Και­σα­ρια­νή, είναι η λέξη διωγ­μέ­νος _ο κυνη­γη­μέ­νος πρό­σφυ­γας ο Και­σα­ρια­νιώ­της και από τους Τούρ­κους ως Ρωμιός, από τους παλαιο­ελ­λα­δί­τες ως τουρ­κό­σπο­ρος, από τις δικτα­το­ρί­ες  του Πάγκα­λου του Κον­δύ­λη και κυρί­ως από τη μετα­ξι­κή, από τους Γερ­μα­νούς την τρι­πλή κατο­χή, από το μετεμ­φυ­λια­κό κρά­τος ένας φαύ­λος κύκλος διώ­ξε­ων στρα­το­δι­κεία, φυλα­κί­σεις, εξο­ρί­ες, εκτε­λέ­σεις.

Αυτή λοι­πόν την ιστο­ρία που είναι το ίδιο πρό­σω­πο δηλα­δή ο κυνη­γη­μέ­νος πρό­σφυ­γας είναι το ίδιο πρό­σω­πο με τον Και­σα­ρια­νιώ­τη του μεσο­πο­λέ­μου της κατο­χής …με τον εξό­ρι­στο δεσμώ­τη της μετέ­πει­τα περιό­δου είναι δηλα­δή το αυτό το πρό­σω­πο που επι­χει­ρούν και όχι μόνο εδώ παγκό­σμια! να αλλοιώ­σουν και να ανα­θε­ω­ρή­σουν ξανα­γρά­φο­ντας την ιστο­ρία _και εδώ θα τόνι­ζα την συμ­βο­λή του ΚΚΕ που ανελ­λι­πώς παρα­κο­λου­θώ με τους δεδο­μέ­νους αρνη­τι­κούς συσχε­τι­σμούς βλέ­πε­τε τι γίνε­ται στο ευρω­παϊ­κό κοι­νο­βού­λιο με τα ψηφίσματα…

Παρά τους αρνη­τι­κούς συσχε­τι­σμούς, παρά τις πρό­σκαι­ρες ήττες μας _νίκες της αντε­πα­νά­στα­σης παρά την υπο­χώ­ρη­ση του κινή­μα­τος το ΚΚΕ με γόνα και με στή­θος μάχε­ται να κρα­τή­σει, να βγά­λει μάλ­λον από τον βάλ­το τον τρο­χό της ιστο­ρί­ας: όπως λέει ο ποι­η­τής Τάσος Λει­βα­δί­της “πάνω στα ματω­μέ­να που­κά­μι­σα των σκο­τω­μέ­νων εμείς καθό­μα­σταν τα βρά­δια και ζωγρα­φί­σα­με σκη­νές από την αυρια­νή Ευτυ­χία του Κόσμου

Κι αν από τη μία πλευ­ρά υπάρ­χει μια εμβλη­μα­τι­κή, οργα­νω­μέ­νη, πολι­τι­κά και ιστο­ρι­κά οριο­θε­τη­μέ­νη, συλ­λο­γι­κή οντό­τη­τα που λέγε­ται ΚΚΕ, η οποία δεί­χνει να κάνει σημα­ντι­κά βήμα­τα στην κατεύ­θυν­ση μιας ειλι­κρι­νούς, ταξι­κής συζή­τη­σης, από την άλλη υπάρ­χουν πολι­τι­κές δια­δρο­μές ανθρώπων/αγωνιστών που ανή­κουν σε αυτό που ορί­ζε­ται ως «η από δω πλευρά».

Μία κρίσιμη μάζα αγωνιστών
που
«δεν παραδέχτηκαν την ήττα»

Σήμε­ρα, βρι­σκό­μα­στε στο σημείο που η καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση δεί­χνει να έχει «κατα­πιεί» μια ολό­κλη­ρη γενιά και να απει­λεί και την αμέ­σως επό­με­νη. Βρι­σκό­μα­στε εκεί όπου το καπι­τα­λι­στι­κό αφή­γη­μα ισχυ­ρί­ζε­ται ότι «κανο­νι­κό­τη­τα» είναι να μη φτά­νει η δου­λειά για να μπο­ρείς να ζεις. Εκεί όπου τα πάγια έξο­δα υπερ­βαί­νουν ακό­μα και τον λεγό­με­νο «πλή­ρη» μισθό, πόσο μάλ­λον τα χαρ­τζι­λί­κια των τετρά­ω­ρων και της μαύ­ρης εργα­σί­ας. Που η λαϊ­κή κατοι­κία απο­τε­λεί προ­νο­μια­κό πεδίο κερ­δο­σκο­πι­κής ανα­δια­νο­μής πλού­του, η ενερ­γεια­κή φτώ­χεια, η ακρί­βεια, η εμπλο­κή μας σε πολε­μι­κά σχέ­δια, η υγεία, η παι­δεία και πάει λέγοντας.

Αυτό το πολι­τι­κό υπο­κεί­με­νο έχει την υπο­χρέ­ω­ση να κάνει αυτή την υπέρ­βα­ση στον δρό­μο, στα σωμα­τεία, στο κίνη­μα. Και το ΚΚΕ, στην πιο κρί­σι­μη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο της γενιάς μας, δίνει σαφές μήνυ­μα πολι­τι­κής υπέρ­βα­σης. Στον δρό­μο, στα σωμα­τεία, στο κίνη­μα. Στον πολι­τι­σμό και στα δικαιώ­μα­τα. Και το κάνει ειλι­κρι­νά και έντι­μα, έχο­ντας βγά­λει και το ίδιο σοβα­ρά συμπε­ρά­σμα­τα. Χωρίς να θέλει να παγι­δεύ­σει, ούτε να εγκλω­βί­σει κανέναν.

Β. ΓΙΑΤΙ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ

Πρώ­τα και κύρια για τη δική μας ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗ. Τη συνοι­κία του αγώ­να και των θυσιών.  Τη συνοι­κία με τις βαριές λέξεις με τερά­στια συναι­σθη­μα­τι­κή και βιω­μα­τι­κή φόρ­τι­ση, τη λέξη «διωγ­μέ­νος»,  που δια­τρέ­χει την ιστο­ρία του λαού της τον 20ό  αιώ­να και παρά­γει εκεί­νο το πλή­θος των εικόνων.

Γ. ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ  ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝ
ΔΕΝ ΣΥΜΦΩΝΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΚΕ

Ακό­μα, όμως, και εκεί­νοι που θεω­ρούν το όρα­μα για λαϊ­κή – εργα­τι­κή εξου­σία ουτο­πι­κό και, συνε­πώς, ανέ­φι­κτο, θα πρέ­πει να ανα­λο­γι­σθούν ότι η πορεία προς το όρα­μα αυτό είναι σπαρ­μέ­νη από καθη­με­ρι­νούς αγώ­νες που  εξυ­πη­ρε­τούν τις λαϊ­κές ανά­γκες, καθώς τα νικη­φό­ρα απο­τε­λέ­σμα­τα τους  βελ­τιώ­νουν τη θέση του λαού. Είναι μια ασπί­δα για το τώρα, για τις αντι­λαϊ­κές πολιτικές.

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΤΑ ΤΕΜΠΗ

Ο ελκυ­στι­κός σιδη­ρό­δρο­μος και οι λόγοι… κοι­τάξ­τε τι έγι­νε τώρα ως απο­τέ­λε­σμα απα­ξί­ω­σης και ιδιωτικοποίησης.

Η ΛΑΪΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ και η από­γνω­ση του κόσμου…

Αυτό το κρά­τος, το ιδιω­τι­κο­ποι­η­μέ­νο, το φιλι­κό στους επι­χει­ρη­μα­τί­ες και εχθρι­κό στους πολί­τες, το συνει­δη­τά ανή­μπο­ρο να αντα­πο­κρι­θεί στην απαί­τη­ση για παι­δεία, για υγεία, για κοι­νω­νι­κά αγα­θά, για την ασφά­λεια μας δεν το θέλου­με. Από όποιον κι αν υπη­ρε­τεί­ται, είτε λέγε­ται Τσί­πρας, είτε Μητσο­τά­κης, είτε ΣΥΡΙΖΑ, είτε ΝΔ, είτε ΠΑΣΟΚ.

Τελι­κά, το σύν­θη­μαΜόνο ο λαός μπο­ρεί να σώσει τον λαό” στο­χεύ­ει τελι­κά στην καρ­διά του προ­βλή­μα­τος, καλεί τον λαό να μην έχει καμία εμπι­στο­σύ­νη στο σημε­ρι­νό κρά­τος και τις κυβερ­νή­σεις του. Να πάρει τις τύχες του στα χέρια του. Το ΚΚΕ είναι η μόνη πολι­τι­κή δύνα­μη που προ­βάλ­λει στο λαό έναν δια­φο­ρε­τι­κό δρό­μο.
Επο­μέ­νως θα έλε­γα συμπό­ρευ­ση  ακό­μα και αν δεν συμ­φω­νείς με το σύνο­λο των θέσε­ων του,  Απο­τε­λεί ΑΣΠΊΔΑ στις αντι­λαϊ­κές πολι­τι­κές, στην Παι­δεία, στην υγεία, στις καθη­με­ρι­νές ανάγκες.

Στήριξη τελικά στο ΚΚΕ, γιατί,
όταν ψηφίζεις ΚΚΕ σου βγαίνει ΚΚΕ
και όχι κάτι άλλο παραπλανητικό
.

Η ψήφος, συνε­πώς,  στο ΚΚΕ όχι μόνον δεν είναι μια χαμέ­νη ψήφος, αλλά μια εξαι­ρε­τι­κά χρή­σι­μη ψήφος για τον δοκι­μα­ζό­με­νο λαό.  Κάθε λαϊ­κή ψήφος μετρά­ει από όλους που ανα­γνω­ρί­ζουν στο ΚΚΕ την αξιο­πι­στία, την συνέ­πεια, τη στα­θε­ρό­τη­τα και τη μαχη­τι­κό­τη­τα. Όσο περισ­σό­τε­ρο ισχυ­ρό βγει το ΚΚΕ από την κάλ­πη τόσο πιο ισχυ­ρός θα είναι ο λαός την επό­με­νη μέρα.

Δ. «Κι εγώ ξεχα­σμέ­νος κι ατί­θα­σος να περ­πα­τώ κρα­τώ­ντας ακό­μα μια σπί­θα τρε­μό­σβη­στη στις υγρές μου παλά­μες».  στί­χος του Μανό­λη Ανα­γνω­στά­κη. Τη σπί­θα αυτή να την κρα­τή­σου­με αναμ­μέ­νη και να την κάνου­με φωτιά.

Ο Ηλί­ας Στα­μέ­λος πρώ­ην δήμαρ­χος με τη Λαϊ­κή Συσπεί­ρω­ση και επι­κε­φα­λής της παρά­τα­ξης, παρεμ­βαί­νο­ντας στά­θη­κε σε ζητή­μα­τα ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σε­ων στο σιδη­ρό­δρο­μο _Πολιτική «απε­λευ­θέ­ρω­σης» & εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση των συγκοι­νω­νιών, όσο και _αντίστοιχα στην ενέρ­γεια (σσ. ο σ.φος Στα­μέ­λος υπήρ­ξε χρό­νια τεχνι­κό στέ­λε­χος στη ΔΕΗ, συν­δι­κα­λι­στής ‑αντι­πρό­ε­δρος ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ, με διώ­ξεις από δια­δο­χι­κές κυβερ­νή­σεις _αρχής γενο­μέ­νης το 2008 για πλημ­μέ­λη­μα και …κακούρ­γη­μα!! ως υπεύ­θυ­νος για δια­κο­πές ρεύματος)

  • 2009: Κυβέρ­νη­ση ΠΑΣΟΚ: Σπά­ει τον ΟΣΕ σε εται­ρεί­ες (Δεύ­τε­ρο σιδη­ρο­δρο­μι­κό «πακέ­το» της ΕΕ για την πλή­ρη «απε­λευ­θέ­ρω­ση» των εμπο­ρευ­μα­τι­κών σιδη­ρο­δρο­μι­κών μεταφορών)
  • 2013: Κυβέρ­νη­ση ΝΔ_ΠΑΣΟΚ
    Νόμος 4199: «Τρέ­χει» την ιδιω­τι­κο­ποί­η­ση (Ευρω­παϊ­κός Κανο­νι­σμός 1370/2007)
    «Σκο­πός των δια­τά­ξε­ων (…) η δια­σφά­λι­ση (…) επι­βα­τι­κών μετα­φο­ρών με το χαμη­λό­τε­ρο δυνα­τό κόστος».
  • 2016: Κυβέρ­νη­ση ΣΥΡΙΖΑ: Δια­χω­ρί­ζει τη δια­χεί­ρι­ση και την υπο­δο­μή από το μετα­φο­ρι­κό έργο (Οδη­γία 2012/34/ΕΕ της ΕΕ «για τη δημιουρ­γία ενιαί­ου ευρω­παϊ­κού σιδη­ρο­δρο­μι­κού χώρου»)

Ο Σπύ­ρος Τζό­κας γεν­νή­θη­κε και μεγά­λω­σε στην Και­σα­ρια­νή και στην ίδια πόλη ολο­κλή­ρω­σε την πρω­το­βάθ­μια και δευ­τε­ρο­βάθ­μια εκπαί­δευ­ση. Στη συνέ­χεια εισή­χθη στο Ιστο­ρι­κό – Αρχαιο­λο­γι­κό τμή­μα της Φιλο­σο­φι­κής Σχο­λής Αθη­νών, όπου, ως Πρό­ε­δρος του φοι­τη­τι­κού συλ­λό­γου της Σχο­λής, λαμ­βά­νει μέρος στους φοι­τη­τι­κούς, κοι­νω­νι­κούς και εκπαι­δευ­τι­κούς αγώνες.

Από­φοι­τος παρα­κο­λού­θη­σε μετα­πτυ­χια­κά μαθή­μα­τα στο Universite de Paris I, όπου απέ­κτη­σε το DEA, με βαθ­μό Άρι­στα. Συνέ­χι­σε τις σπου­δές του σε επί­πε­δο ph.d στο Λονδίνο.
Το 1985 διο­ρί­στη­κε στη Μέση εκπαί­δευ­ση και παράλ­λη­λα συνέ­χι­σε τις μετα­πτυ­χια­κές του σπου­δές στην Ελλά­δα με υπο­τρο­φία του ΙΚΥ. Το 1994 περ­νά­ει από τη Δευ­τε­ρο­βάθ­μια στην Τρι­το­βάθ­μια εκπαίδευση.

Από το 1994 ως και σήμε­ρα έχει διδά­ξει στο Ιστο­ρι­κό — Αρχαιο­λο­γι­κό Τμή­μα του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών στο Τμή­μα Ιστο­ρί­ας — Αρχαιο­λο­γί­ας — Λαο­γρα­φί­ας του Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λί­ας, στο Τμή­μα Εκπαί­δευ­σης και Αγω­γής στην Προ­σχο­λι­κή Ηλι­κία και στο Τμή­μα Διε­θνών και Ευρω­παϊ­κών Σπου­δών του Πανε­πι­στη­μί­ου Πειραιώς.

Απο­κτά το Master και στη συνέ­χεια το διδα­κτο­ρι­κό δίπλω­μα στην Ευρω­παϊ­κή και Ελλη­νι­κή Ιστο­ρία και στις διε­θνείς σχέ­σεις. Τον Ιού­λιο του 1992 υπο­στή­ρι­ξε τη διδα­κτο­ρι­κή του δια­τρι­βή με τίτλο : “Προ­ϋ­πο­θέ­σεις, δια­δι­κα­σί­ες και επι­πτώ­σεις των εξω­τε­ρι­κών δανεί­ων κατά την περί­ο­δο 1879 – 1893. Η εξυ­πη­ρέ­τη­ση του δημο­σί­ου χρέ­ους από το ελλη­νι­κό κρά­τος.” Από το 1994 ως και σήμε­ρα έχει διδά­ξει στο Ιστο­ρι­κό – Αρχαιο­λο­γι­κό Τμή­μα του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών στο Τμή­μα Ιστο­ρί­ας – Αρχαιο­λο­γί­ας – Λαο­γρα­φί­ας του Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λί­ας, στο Τμή­μα Εκπαί­δευ­σης και Αγω­γής στην Προ­σχο­λι­κή Ηλι­κία και στο Τμή­μα Διε­θνών και Ευρω­παϊ­κών Σπου­δών του Πανε­πι­στη­μί­ου Πειραιώς

Κυριό­τε­ρα έργα του :

  • “Ανά­πτυ­ξη και εκσυγ­χρο­νι­σμός στην Ελλά­δα στα τέλη του 19ου αι. Υπα­νά­πτυ­ξη ή εξαρ­τη­μέ­νη ανά­πτυ­ξη;” Θεμέ­λιο, 1988.
  • “Ευρω­παϊ­κή Ένω­ση. Ιστο­ρι­κή δια­δρο­μή και σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα”, πανε­πι­στη­μια­κές εκδό­σεις, 1997.
  • “Και­σα­ρια­νή. Η φυσιο­γνω­μία μιας πόλης,” 1988.
  • “Ο Χαρί­λα­ος Τρι­κού­πης και η συγκρό­τη­ση του νεο­ελ­λη­νι­κού κρά­τους. Οδοι­πο­ρι­κό στον 19ο αι., Θεμέ­λιο 1999.” Το βιβλίο αυτό πήρε το Α’ βρα­βείο από τη Βου­λή των Ελλήνων.
  • “Ο Ελευ­θέ­ριος Βενι­ζέ­λος και το εγχεί­ρη­μα του Αστι­κού εκσυγ­χρο­νι­σμού 1928–1932.
  • Η οικο­δό­μη­ση του αστι­κού κρά­τους,” Θεμέ­λιο, 2000. Το βιβλίο αυτό, επί­σης, απέ­σπα­σε το Α’ βρα­βείο από τη βου­λή των Ελλήνων.
  • Διδα­κτι­κές στρα­τη­γι­κές στο μάθη­μα της Ιστο­ρί­ας. Εικα­στι­κές και οπτι­κο­α­κου­στι­κές πηγές. Σαβ­βά­λας 2002.
  • “Το όρα­μα της Ενω­μέ­νης Ευρώ­πης.. Ιστο­ρι­κή δια­δρο­μή και σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα.” Θεμέ­λιο 2006
  • «Ο κύκλος των μάταιων πρά­ξε­ων» Ιστο­ρι­κό μυθι­στό­ρη­μα, Εύμα­ρος Αθή­να, 2014
  • Έχει δημο­σιεύ­σει δοκί­μια, επι­στη­μο­νι­κά και πολι­τι­κά άρθρα και μελέ­τες σε επι­στη­μο­νι­κά περιο­δι­κά και σε εφημερίδες.
  • Μετα­ξύ των έργων αυτών περι­λαμ­βά­νε­ται και το ιστο­ρι­κό λεύ­κω­μα «Και­σα­ρια­νή, η φυσιο­γνω­μία μιας πόλης», ως φόρο τιμής στη γει­το­νιά που μεγάλωσε.
  • Γαλου­χή­θη­κε στην Αρι­στε­ρά, παρέ­μει­νε ατα­λά­ντευ­τα και στα­θε­ρά στις γραμ­μές της και πίστε­ψε στις αξί­ες, στο ήθος, και στους αγώ­νες των ανθρώ­πων της.
  • Τις ιδέ­ες και τις οικου­με­νι­κές αξί­ες αυτής προ­σπά­θη­σε και προ­σπα­θεί να υπη­ρε­τή­σει με τις δυνά­μεις που έχει. Στην πολι­τι­κή αυτή κατεύ­θυν­ση μετεί­χε στους πολι­τι­κούς και κοι­νω­νι­κούς αγώ­νες της γενιάς του από δια­φο­ρε­τι­κές θέσεις.
  • Στην πολι­τι­κή σκη­νή της Και­σα­ρια­νής διε­τέ­λε­σε Αντι­δή­μαρ­χος Και­σα­ρια­νής κατά την περί­ο­δο 1990–1998 με ευθύ­νη στους τομείς Παι­δεί­ας, Πολι­τι­σμού, Αθλη­τι­σμού και Κοι­νω­νι­κής Πολι­τι­κής. Από το 2002 Αντι­δή­μαρ­χος Και­σα­ρια­νής με ευθύ­νη στους τομείς Παι­δεί­ας, Πολι­τι­σμού, Αθλη­τι­σμού και από το 2004 και Περι­βάλ­λο­ντος. Το 2006 εκλέ­χθη­κε Δήμαρ­χος Καισαριανής. .
  • Αντι­πε­ρι­φε­ρειάρ­χης Αττι­κής στο Δυτι­κό Τομέα (με τη Δού­ρου) δια­φώ­νη­σε με την μνη­μο­νια­κή πολι­τι­κή του Συρι­ζα και αποχώρησε.

26 Δεκέμ­βρη, του Πανα­γιώ­τη ράπτη

24.08.2015   Γρά­φει ο Σπύρος

Είκο­σι έξι χρό­νια πέρα­σαν από τότε. Τότε ήταν το 1989. Μέσα από την κατάρ­ρευ­ση γεν­νιό­ταν η ελπί­δα, από τη στά­χτη ο φοί­νι­κας. Από τα προ­δο­μέ­να «πιστεύω» μας, από τα συντρίμ­μια γεν­νή­θη­κε εδώ, στον τόπο μας, και πάλι η ελπί­δα: η ενό­τη­τα της Αρι­στε­ράς, ο Συνα­σπι­σμός της Αρι­στε­ράς και της Προ­ό­δου. Και εγώ εκεί, με όνει­ρα και προσ­δο­κί­ες και πολ­λή… μα παρά πολύ πίστη.

Δεν τη χαρή­κα­με και πολύ την ενό­τη­τα αυτή. Η τρα­γω­δία της Αρι­στε­ράς και πάλι παρού­σα. Δεν συμπλη­ρώ­θη­καν ούτε δύο χρό­νια από το σπου­δαίο εγχείρημα.
Η ενό­τη­τα της Αρι­στε­ράς τσα­λα­κώ­θη­κε και τελι­κά μάτω­σε. Ο Συνα­σπι­σμός της Αρι­στε­ράς και της Προ­ό­δου άλλα­ξε σύν­θε­ση, άλλα­ξε πρό­σω­πο. Μεταλ­λά­χθη­κε.

  • Τα επι­χει­ρή­μα­τα για τις ευθύ­νες ήταν και αυτά μέρος της τραγωδίας.
  • Πάλι από την αρχή, να αντλή­σου­με δυνά­μεις, να σηκω­θού­με, να ξεσκο­νί­σου­με τα ρού­χα μας και να συνεχίσουμε.
  • Θυμά­σαι τότε, σύντρο­φε, τον χλευα­σμό… «Να συνε­δριά­σε­τε σε τηλε­φω­νι­κό θάλα­μο τόσοι που μεί­να­τε» ή «πόσο ακό­μα θα σηκώ­νεις αυτό το τελειω­μέ­νο λάβα­ρο;» μας έλε­γαν αυτοί που σήμε­ρα μας δεί­χνουν την πόρτα.
  • Κάτω από αυτό το τελειω­μέ­νο λάβα­ρο που σήκω­να εγώ και οι σύντρο­φοί μου καλύ­πτο­νται σήμε­ρα. Το σπί­τι δεν είναι δικό τους. Κατέ­στρε­ψαν τα δικά τους σπί­τια και κατέ­φυ­γαν στο δικό μας… να κάνουν την ίδια δουλειά.

Πάλι από την αρχή, να αντλή­σου­με δυνά­μεις, να σηκω­θού­με, να ξεσκο­νί­σου­με τα ρού­χα μας και να συνε­χί­σου­με. Και συνε­χί­σα­με. Πιστεύ­α­με τότε ότι ο πόνος και το δάκρυ, η συντρι­βή και οι αλή­θειες μας μπο­ρούν να γίνουν πηγή δύνα­μης και ζωής.

Υπε­ρα­σπί­ζα­με την τιμή, την αξιο­πρέ­πεια, την ελευ­θε­ρία μας. Πιστεύ­α­με ότι δεν που­λιού­νται κι αγο­ρά­ζο­νται τα πάντα. Δεχτή­κα­με και χτυ­πή­μα­τα… τραυ­μα­τι­στή­κα­με ψυχι­κά και σωματικά.

Κάποιους θύτες αργό­τε­ρα τους είδα­με μπρο­στά μας να παρι­στά­νουν τα θύμα­τα… να καρ­πού­νται αυτά που χλεύ­α­ζαν… να κοκο­ρεύ­ο­νται σε αυτούς που έβρι­ζαν. Είναι ακό­μα μπρο­στά μας αυτοί οι εφιάλτες.

Τους βλέπουμε να βγάζουν λόγους στις τηλεοράσεις.

Και μια μεγά­λη πορεία. Και το αίσθη­μα της ηθι­κής υπε­ρο­χής δια­περ­νού­σε την αρι­στε­ρή μας συνεί­δη­ση για να γονι­μο­ποι­ή­σει τον αγώ­να, που χωρίς αυτό θα παρέ­με­νε ισο­βί­ως άνο­στος, ισο­βί­ως άγο­νος, ισο­βί­ως δέσμιος των δυσμε­νών συσχετισμών.
Αμφι­σβη­τού­σα­με τότε, εκ βάθρων, αυτή την Ε.Ε. και την ευρω­ζώ­νη των αγο­ρών που υπη­ρε­τού­νταν και από τους υπαλ­λή­λους των τρα­πε­ζι­τών, τους απο­κα­λού­με­νους και «ηγέ­τες» της Ε.Ε., με το σύν­θη­μα «Οι άνθρω­ποι πάνω απ’ τα κέρδη».

Και μετά, η βίαιη ωρί­μαν­ση και η κυβέρ­νη­ση. Η Ιστο­ρία μάς έκα­νε την τιμή να μας φιλο­ξε­νή­σει στα σαλό­νια της. Η ιστο­ρι­κή ευθύ­νη που ακυ­ρώ­σα­με ήταν πρω­τό­γνω­ρη και μοναδική.

Η Ιστο­ρία μάς καλού­σε να ανα­δεί­ξου­με τα πρό­τυ­πά μας και να τα υπερασπιστούμε.

Και ο λαός αντα­πο­κρί­θη­κε στο κάλε­σμα αυτό της Ιστο­ρί­ας με ένα ακό­μα βρο­ντε­ρό «όχι». Ο ελλη­νι­κός λαός με το περή­φα­νο «όχι» του σε αφό­ρη­τες συν­θή­κες τρο­μο­κρα­τί­ας έστει­λε το μήνυ­μα της αντί­στα­σης. Τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα μαζί με την ψήφο τους κατέ­θε­σαν και την ψυχή τους νικώ­ντας τον φόβο μήπως χάσουν τις αλυ­σί­δες τους.

Μας καλού­σε η Ιστο­ρία να δεθού­με στο κατάρ­τι της συνεί­δη­σής μας, της αξιο­πρέ­πειάς μας σαν τους συντρό­φους του Οδυσ­σέα. Να μην παρα­συρ­θού­με από τις Σει­ρή­νες του ατο­μι­κι­σμού και του ωφε­λι­μι­σμού. Εξάλ­λου, η Ιστο­ρία το έχει αποδείξει:

Πολ­λές φορές ο «ρεα­λι­σμός» και ο «ορθο­λο­γι­σμός» απο­δεί­χτη­καν τα δίδυ­μα αδελ­φά­κια του φόβου για τη ζωή και της δει­λής επιβίωσης.

Αυτοί που λοι­δο­ρή­θη­καν σαν τρε­λοί από τους συγ­χρό­νους τους και συκο­φα­ντή­θη­καν ως ανεύ­θυ­νοι, αυτοί που απέ­δρα­σαν από την κατα­σκευα­σμέ­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ήταν αυτοί που άλλα­ξαν τα πράγματα.

Και ξαφ­νι­κά, πάλι τα ίδια. Σαν να μη συνέ­βη τίπο­τα. Υπο­τα­γή ή θάνα­τος! Αφό­ρη­τη πλή­ξη. Αφό­ρη­τη θλί­ψη… κατάθλιψη.

Ύβρις για τους αγω­νι­στές της Αρι­στε­ράς… για τους φυλα­κι­σμέ­νους, εξο­ρι­σμέ­νους, βασα­νι­σμέ­νους, εκτε­λε­σμέ­νους. Αυτούς που σήκω­σαν το ανά­στη­μά τους.

«Δεν μπο­ρού­σα­με να κάνου­με αλλιώς» (;;). Το επι­χεί­ρη­μα. Για­τί; Ποιος φταί­ει που «δεν μπο­ρέ­σα­με να κάνου­με αλλιώς»; Ο Τσί­πρας; Ο Σαγιάς; Ο Παπ­πάς; Ο Δρα­γα­σά­κης; Ο Βαρου­φά­κης; Εγώ; Ο Λαφα­ζά­νης; Κανείς;

Και για­τί δεν μπο­ρέ­σα­με να κάνου­με αλλιώς; Δεν είχα­με τη στρα­τη­γι­κή; Δεν είχα­με την τακτι­κή; Ή μήπως θεω­ρού­με ότι δεν υπάρ­χει εναλ­λα­κτι­κή και λέγα­με ψέμα­τα; Ή μονα­δι­κή λύση ήταν η υπο­τα­γή μας;

Ποια αντί­λη­ψη κρύ­βε­ται ή ποιοι κρύ­βο­νται πίσω απ’ αυτό το τρο­με­ρό: «δεν μπο­ρού­σα­με να κάνου­με αλλιώς»;

Και το γνω­ρί­ζουν όλοι οι σύντρο­φοί μου καλά ότι παρά τις σοβα­ρό­τα­τες αυτές εκτρο­πές από τη φυσιο­γνω­μία του κόμ­μα­τος και τη μετω­πι­κή σύγκρου­ση που μαι­νό­ταν στο γνω­στό πλαί­σιο ενός ακό­μα άγριου αρι­στε­ρού εμφυ­λί­ου, προ­σπά­θη­σα με άλλους συντρό­φους με προ­τά­σεις τόσο στην Κεντρι­κή Επι­τρο­πή όσο και σε άλλα όργα­να του κόμ­μα­τος να απο­μα­κρύ­νου­με τη διά­σπα­ση του κόμ­μα­τος και να δημιουρ­γή­σου­με προ­ϋ­πο­θέ­σεις εξό­δου από τα Μνημόνια.

Τόσο, όμως, η δική μου προ­σπά­θεια όσο και άλλων συντρό­φων υπο­νο­μεύ­θη­καν από συγκρου­σια­κές λογι­κές και από επι­λο­γές της ηγε­σί­ας, που όχι μόνον δεν βοη­θού­σαν την ενό­τη­τα, αλλά αντί­θε­τα πυρο­δο­τού­σαν μία ακό­μα διάσπαση.

Οι ενέρ­γειες αυτές προ­φα­νώς δεν ήταν τυχαί­ες, αλλά εξυ­πη­ρε­τού­σαν μια στρα­τη­γι­κή, που δεν είμαι σε θέση να γνω­ρί­ζω, αλλά υπο­ψιά­ζο­μαι ότι το απο­τέ­λε­σμά της θα είναι η βαθιά και μη ανα­στρέ­ψι­μη μετάλ­λα­ξη του ΣΥΡΙΖΑ.

Αν είναι έτσι, τότε ο συλ­λο­γι­σμός μου, ότι η συμ­φω­νία-μνη­μό­νιο είναι προ­ϊ­όν εκβια­σμού, ακυ­ρώ­νε­ται, καθώς μέρος της ηγε­σί­ας του ΣΥΡΙΖΑ απο­δέ­χε­ται την ηγε­μο­νία του νεο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού ως ανα­γκαίο όρο δια­κυ­βέρ­νη­σης.

Συνε­πώς, η συν­θη­κο­λό­γη­ση της κυβέρ­νη­σης με τον νεο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό δεν ήταν μόνο απο­τέ­λε­σμα εξα­να­γκα­σμού, αλλά και το απο­τέ­λε­σμα της πολι­τι­κής «γραμ­μής», τακτι­κής και στρα­τη­γι­κής της ηγε­τι­κής ομά­δας, του κυβερ­νη­τι­κού επιτελείου.

Έτσι, η εκκο­λα­πτό­με­νη θύελ­λα απε­δεί­χθη ανε­μο­γκά­στρι! Με αέρα φού­σκω­σαν τα μυα­λά μας, με αέρα ξεφού­σκω­σαν, διό­τι «δεν μπο­ρού­σα­με να κάνου­με αλλιώς». Διό­τι η Αρι­στε­ρά δεν μπο­ρού­σε παρά να κάνει ό,τι έκα­νε η Δεξιά.

Πάλι από την αρχή, να αντλή­σου­με δυνά­μεις, να σηκω­θού­με, να ξεσκο­νί­σου­με τα ρού­χα μας και να συνε­χί­σου­με. Οτι η Ελλά­δα μπο­ρεί να κάνει αλλιώς!

Και πάλι αντι­μέ­τω­πος με τις απα­ρα­βί­α­στες αλή­θειες των άλλων, των σοφών και των συνο­δοι­πό­ρων. «Εχεις πρό­τα­ση;» με εγκα­λούν, όταν επι­χει­ρώ να ψελ­λί­σω τη δική μου αλή­θεια. Να ψελ­λί­σω τη δια­φω­νία μου. «Αν όχι, κατέ­βα απ’ το τρέ­νο», μου φωνά­ζουν! «Είσαι βαρί­δι και μας καθυ­στε­ρείς»!

Βαρί­δι λοι­πόν… Τι είδους βαρί­δι; Δεν γνω­ρί­ζω σε ποιους ανή­κω: σε αυτούς που κρύ­βο­νται πίσω από την υπο­γρα­φή του προ­έ­δρου (μεγά­λη προ­σβο­λή), σε αυτούς που υπο­στη­ρί­ζουν Μνη­μό­νιο με δραχ­μή (και μη χει­ρό­τε­ρα), σε αυτούς που επι­διώ­κουν την ανα­τρο­πή της αρι­στε­ρής κυβέρ­νη­σης (αν είναι δυνα­τό) ή σε κάποιους άλλους απο­διο­πο­μπαί­ους τρά­γους, που ακό­μα έχουν το θρά­σος να δια­φω­νούν με κάποιες επιλογές.

Και όλα αυτά, από αγα­πη­τούς συντρό­φους που χρό­νια τώρα συνα­ντιό­μα­στε στους δρό­μους, έχου­με δακρύ­σει όχι μόνο από τα δακρυ­γό­να, έχου­με ματώ­σει, έχου­με αγα­πή­σει, έχου­με συντα­ξι­δέ­ψει νοε­ρά ή πραγματικά…

Θα μου πεις και τι έγι­νε. Η Ιστο­ρία προ­χω­ρά­ει και χωρίς εσέ­ναπάντα το έκα­νε αυτό. Σύμ­φω­νοι. Σιγά το μπόι να τους εμπο­δί­σω. Με κατά­πιαν ήδη. Δεν έχω και αυτές τις αυταπάτες.

Άλλες «αυτα­πά­τες» ίσως ακό­μα έχω: Δεν μπο­ρώ, δεν θέλω να δεχτώ ότι πολ­λά από όσα λέγα­με ήταν εξω­πραγ­μα­τι­κά, ότι τόσα πολ­λά χρό­νια, μια ολό­κλη­ρη ζωή, είχα­με κατα­σκευά­σει μια χίμαι­ρα.

Αυτό επι­χει­ρούν να μας πεί­σουν όταν μιλούν έντο­να για το τέλος της αυτα­πά­της ή και της Ιστορίας.

Αυτή είναι μια δική μου αλή­θεια.
Και από την άλλη, οι αλή­θειες των άλλων. Οχι, σύντρο­φοι… ούτε, ούτε.
Ούτε με σένα σύντρο­φε ούτε με σένα.

Συνεχίζω τον αγώνα μου, που άρχισα από μαθητής στην Αριστερά.

Δεν φεύ­γω από τη μάχη, «δεν πάω σπί­τι μου», αλλά κάνω αυτό που έκα­να σ’ όλη μου τη ζωή: Δεν μπο­ρώ να υπε­ρα­σπι­στώ κάτι που δεν πιστεύω και δεν εμπι­στεύ­ο­μαι.

Δεν μπο­ρώ να πιστέ­ψω ούτε να απο­δε­χθώ αυτά που αντι­πά­λευα μια ολό­κλη­ρη ζωή, και απο­χω­ρώ από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Από την άλλη πλευ­ρά, δεν μπο­ρώ να παρα­κο­λου­θή­σω ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κά το εγχεί­ρη­μα των αγα­πη­τών συντρό­φων της Αρι­στε­ρής Πλατ­φόρ­μας.

Εξάλ­λου, η μετάλ­λα­ξη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρ­νη­σης απο­τε­λεί συλ­λο­γι­κή μας απο­τυ­χία. Ο καθέ­νας και η κάθε μία από όλους εμάς θα πρέ­πει από εδώ και στο εξής να πάρει σε συλ­λο­γι­κό, αλλά και σε προ­σω­πι­κό επί­πε­δο, μία πολι­τι­κή από­φα­ση. Όσο με αφο­ρά, το έκανα.

Μέσα από τα συντρίμ­μια θα προ­σπα­θή­σω λιθα­ρά­κι λιθα­ρά­κι να ανα­συν­θέ­σω και να ζωντα­νέ­ψω τη δική μου αλήθεια.

Πρέ­πει να το κάνω γρή­γο­ρα… δεν έχω απε­ριό­ρι­στο χρό­νο. Και όταν το πετύ­χω, θα το μετα­φέ­ρω στα παι­διά μου, όπως το έκα­ναν και οι γονείς μου.

Καλή επι­τυ­χία, σύντρο­φοι… και δεν μου αρέ­σουν οι απο­χαι­ρε­τι­σμοί… τους μισώ… όπως και τη σκό­νη που προκαλούν.

 

Το ταξί­δι συνε­χί­ζε­ται. Το λέει και ο ποιητής:

«Στα λιμάνια την Κυριακή σαν κατεβούμε να ανασάνουμε, βλέπουμε να φωτίζονται στο ηλιόγερμα σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν… σώματα που δεν ξέρουν πια πώς να αγαπήσουν».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο