Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καμία αποζημίωση για το παιδομάζωμα των SS

Οι ναζί είχαν αρπά­ξει και εκγερ­μα­νί­σει περί τα 200.000 παι­διά από την Πολω­νία κατά τη διάρ­κεια της κατο­χής στη χώρα. Γερ­μα­νι­κό δικα­στή­ριο απέρ­ρι­ψε προ­σφυ­γή για κατα­βο­λή αποζημιώσεων.

Ο άνδρας που προ­σέ­φυ­γε στο δικα­στή­ριο ήταν ένα από τα παι­διά που είχαν απα­χθεί από τους ναζί ως παι­δί το 1942 από την κατε­χό­με­νη Πολω­νία. Μεγά­λω­σε στη μικρή πόλη Λέμ­γκο της Βόρειας Ρηνα­νί­ας-Βεστφα­λί­ας και δεν έμα­θε ποτέ τίπο­τα για τις ρίζες του. «Ακό­μη υπο­φέ­ρω επει­δή δεν γνω­ρί­ζω ποιοι είναι οι γονείς μου», εξο­μο­λο­γεί­ται ο Χέρ­μαν Λύντε­κιντ, συντα­ξιού­χος μηχα­νι­κός στο Μπαντ Ντύρ­χαϊμ, στον Μέλα­να Δρυ­μό. Παρά το γεγο­νός ότι μπο­ρεί να υπάρ­χουν χιλιά­δες αντί­στοι­χες περι­πτώ­σεις, λίγοι έχουν το θάρ­ρος να μιλή­σουν ανοι­χτά όπως ο Χέρ­μαν Λύντε­κιντ. Με την προ­σφυ­γή του ζήτη­σε ένα εφά­παξ ποσό ως απο­ζη­μί­ω­ση για την απα­γω­γή του. Ωστό­σο, το πρω­τεύ­ον για τον ίδιο δεν είναι να εισπρά­ξει χρή­μα­τα, αλλά «να μας ανα­γνω­ρί­σει η Γερ­μα­νία ως θύμα­τα», τονίζει.

Η προ ημε­ρών από­φα­ση του Διοι­κη­τι­κού Δικα­στη­ρί­ου της Κολω­νί­ας να μην ανα­γνω­ρί­σει τελι­κά το δικαί­ω­μά του σε απο­ζη­μί­ω­ση, τον απο­γο­ή­τευ­σε ιδιαί­τε­ρα. «Σε λίγα χρό­νια δεν θα υπάρ­χου­με καν. Έτσι το πρό­βλη­μα θα λυθεί από μόνο του με βιο­λο­γι­κό τρό­πο. Αυτό θέλει η Γερ­μα­νία;» απο­ρεί ο Χέρ­μαν Λύντεκιντ.

Το δικα­στή­ριο της Κολω­νί­ας ανα­γνώ­ρι­σε μεν τη σοβα­ρή αδι­κία που υπέ­στη ο προ­σφεύ­γων, ωστό­σο επι­χει­ρη­μα­το­λό­γη­σε ότι μέχρι σήμε­ρα δεν υπήρ­ξαν απο­ζη­μιώ­σεις για «κλεμ­μέ­να παι­διά» και ότι το δικα­στή­ριο δεν είναι σε θέση να διευ­ρύ­νει με επι­πρό­σθε­τες κατη­γο­ρί­ες ατό­μων την ομά­δα θυμά­των που ανα­γνω­ρί­ζο­νται από σχε­τι­κές νομι­κές δια­τά­ξεις. Αυτές οι δια­τά­ξεις προ­βλέ­πουν ότι η Γερ­μα­νία κατα­βάλ­λει στο πλαί­σιο του Γενι­κού Νόμου περί Επι­πτώ­σε­ων του Πολέ­μου χρη­μα­τι­κά ποσά για τη στή­ρι­ξη ατό­μων που έχουν πέσει θύμα­τα άδι­κων μέτρων των ναζί. Πρό­κει­ται για άτο­μα που «λόγω κάποιας κοι­νω­νι­κής ή προ­σω­πι­κής συμπε­ρι­φο­ράς ή εξαι­τί­ας ιδιαί­τε­ρων προ­σω­πι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών, όπως για παρά­δειγ­μα ψυχι­κών ανα­πη­ριών, αντι­με­τω­πί­στη­καν εχθρι­κά από το εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κό καθε­στώς». Σύμ­φω­να με το δικα­στή­ριο, η περί­πτω­ση του Χέρ­μαν Λύντε­κιντ δεν καλύ­πτε­ται από την προ­α­να­φερ­θεί­σα κατη­γο­ρία ατό­μων. Αιτιο­λο­γώ­ντας την από­φα­σή του, το δικα­στή­ριο επι­σή­μα­νε μετα­ξύ άλλων ότι παι­διά όπως ο Λύντε­κιντ δεν αντι­με­τω­πί­στη­καν από τους ναζί ως «κατώ­τε­ρης ποιό­τη­τας», αλλά ως το ακρι­βώς αντί­θε­το και ως εκ τού­του έπε­φταν θύμα­τα απα­γω­γής με στό­χο να ενι­σχύ­σουν «την άρια φυλή».

Η ρατσιστική ιδεολογία των ναζί

Ήδη από το 1938 ο επι­κε­φα­λής των SS Χάιν­ριχ Χίμ­λερ είχε δια­μη­νύ­σει ότι «πραγ­μα­τι­κά σκο­πεύω να φέρω τευ­το­νι­κό αίμα, να αρπά­ξω και να κλέ­ψω όπου μπο­ρώ». Τα επό­με­να χρό­νια οι ναζί προ­χώ­ρη­σαν συστη­μα­τι­κά σε αρπα­γές παι­διών από τις οικο­γέ­νειές τους ή από ορφα­νο­τρο­φεία των χωρών της κεντρι­κής και ανα­το­λι­κής Ευρώ­πης που βρί­σκο­νται υπό κατο­χή και τα μετέ­φε­ραν στη Γερμανία.

Εκεί εκγερ­μα­νί­ζο­νταν με βάναυ­σες μεθό­δους σε άσυ­λα που ανή­καν σε έναν σύλ­λο­γο των SS. Τα ονό­μα­τά τους άλλα­ζαν στη συνέ­χεια και η πραγ­μα­τι­κή τους ταυ­τό­τη­τα δεν απο­κα­λυ­πτό­ταν στις ανά­δο­χες οικο­γέ­νειες που ανα­λάμ­βα­ναν τη φρο­ντί­δα τους.

Η επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία της γερ­μα­νι­κής δικαιο­σύ­νης για τις περι­πτώ­σεις παι­διών όπως ο ίδιος είναι για τον Χέρ­μαν Λύντε­κιντ «παρά­λο­γη και ντρο­πια­στι­κή». Εδώ και χρό­νια ψάχνει δικαί­ω­ση μέσω του συν­δέ­σμου «Κλεμ­μέ­να παι­διά – ξεχα­σμέ­να θύμα­τα», ο οποί­ος έχει λάβει επα­νει­λημ­μέ­να αρνη­τι­κές απα­ντή­σεις εκ μέρους γερ­μα­νι­κών αρχών. Ο σύλ­λο­γος ιδρύ­θη­κε από τον Κρί­στοφ Σβαρτς, δάσκα­λο και χομπί­στα ιστο­ρι­κό από το Φράι­μπουργκ. «Το γεγο­νός ότι τα θύμα­τα έρχο­νται και πάλι σήμε­ρα, δεκα­ε­τί­ες μετά, αντι­μέ­τω­πα με την απορ­ρι­πτι­κή στά­ση των γερ­μα­νι­κών αρχών, συνι­στά νέα ταπεί­νω­ση και νέο τραύ­μα για αυτά», υπο­γραμ­μί­ζει ο Κρί­στοφ Σβαρτς.

Deutsche Welle / Μόνι­κα Ζιράν­τσκα / Άρης Καλτιριμτζής

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο