Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καναδάς: Διευθύντρια αεροδρομίου ετών… 101! Η περίπτωση της Χέιζελ ΜακΚάλιον

Η Χέι­ζελ Μακ­Κά­λιον από τον Κανα­δά δεν είναι μια οποια­δή­πο­τε υπε­ραιω­νό­βια γυναί­κα. Αν και συμπλή­ρω­σε πάνω απο εναν αιώ­να ζωής, στα 101 της χρό­νια συνε­χί­ζει να δρα­στη­ριο­ποιεί­ται επαγ­γελ­μα­τι­κά, όντας διευ­θύ­ντρια και μέλος του ΔΣ του Διε­θνούς αερο­δρο­μί­ου του Τορόντο!

Τον γύρο του κόσμου έκα­νε η είδη­ση ότι η Μακ­Κά­λιον απο­δέ­χθη­κε πρό­τα­ση να ανα­λά­βει διευ­θυ­ντι­κό ρόλο στην Ευρύ­τε­ρη Αρχή δια­χεί­ρι­σης του αερο­δρο­μί­ου «Πίρ­σον» του Τορό­ντο, υπο­γρά­φο­ντας μάλι­στα τριε­τή σύμβαση.

Ο Ομάρ Αλγκά­μπρα, υπουρ­γός Μετα­φο­ρών του Κανα­δά, συνε­χά­ρη την αιω­νό­βια Χέι­ζελ, την επαί­νε­σε για τις τέσ­σε­ρις δεκα­ε­τί­ες κοι­νω­νι­κής εργα­σί­ας της και εξή­ρε το μέλ­λον της: «Να επι­βλέ­πει και να καθο­δη­γεί το μεγα­λύ­τε­ρο αερο­δρό­μιο του Καναδά»!

Η Χάζελ Μακ­Κά­λιον έχει γεν­νη­θεί μια χρο­νιά πριν από τη Μικρα­σια­τι­κή Κατα­στρο­φή, δηλα­δή το 1921. Όταν έγι­νε η Από­βα­ση στη Νορ­μαν­δία ήταν 21 χρο­νών, όταν ο Νιλ Άρμ­στρονγκ πάτη­σε στη Σελή­νη είχε γιορ­τά­σει τα 48 της χρό­νια· έχει τρία παι­διά και ο σύζυ­γός της έχει πεθά­νει από το 1951.

Η υπε­ραιω­νό­βια γυναί­κα είχε διά­φο­ρους ρόλους στην τοπι­κή αυτο­διοί­κη­ση προ­τού υπο­βά­λει υπο­ψη­φιό­τη­τα για δήμαρ­χος της Μισι­σά­ου­γκα το 1978. Από την θέση της δημάρ­χου συντα­ξιο­δο­τή­θη­κε το 2014, σε ηλι­κία 93 ετών! Κι’ αν — όπως είναι από­λυ­τα φυσιο­λο­γι­κό — κάποιος συνο­μή­λι­κος της θα επέ­λε­γε να απο­συρ­θεί από τη δου­λειά, η Μακ­Κά­λιον συνέ­χι­σε ακάθεκτη.

Σημειώ­νε­ται ότι, εκτός από την θέση στην δια­χεί­ρι­ση του αερο­δρο­μί­ου του Τορό­ντο, η Κανα­δή ανα­νέ­ω­σε τη θητεία της ως σύμ­βου­λος στο Πανε­πι­στή­μιο του Τορό­ντο Μισι­σά­ου­γκα, με το ίδρυ­μα να επαι­νεί τις «εγκυ­κλο­παι­δι­κές γνώ­σεις της για την πολιτική».

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο