Γράφει ο Νίκος Μόττας //
Οι κοινοβουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν στη Βενεζουέλα τον περασμένο Δεκέμβρη πραγματοποιήθηκαν μέσα σε συνθήκες έντασης της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας αλλά και κλιμάκωσης της φιλομονοπωλιακής πολιτικής εκ μέρους της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Βενεζουέλας και ο συνασπισμός «Λαϊκή Επαναστατική Εναλλακτική» (Alternativa Popular Revolucionaria) έδωσαν έναν πολύ δύσκολο αγώνα, έχοντας να αντιμετωπίσουν πρωτόγνωρες διώξεις, αποκλεισμούς και φίμωση από τα κυρίαρχα κρατικά και ιδιωτικά ΜΜΕ.
Από τις ανακοινώσεις και την αρθρογραφία του ΚΚ Βενεζουέλας τους τελευταίους μήνες προκύπτει πως βρίσκεται σε εξέλιξη μια συντονισμένη προσπάθεια της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης να περιθωριοποιήσει και να απαξιώσει πολιτικά το Κόμμα, βάζοντας ταυτόχρονα εμπόδια στη δράση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Σε πρόσφατη ανακοίνωση του, μεταξύ άλλων, το ΚΚ Βενεζουέλας επισημαίνει πως τους τελευταίους μήνες η στάση της κυβέρνησης Μαδούρο απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα έχει πάρει πιο επιθετική μορφή, εξαιτίας της απόφασης του τελευταίου να δημιουργήσει, από κοινού με άλλες δυνάμεις του εργατικού-λαϊκού κινήματος, την «Λαϊκή Επαναστατική Εναλλακτική», διατηρώντας έντονα κριτική στάση απέναντι στην κυβερνητική πολιτική.
«Η ποινικοποίηση της πολιτικής είναι και πάλι στην ατζέντα», σημειώνει η ανακοίνωση, «και ενδέχεται να εξελιχθεί σε προσωπικές επιθέσεις ή ακόμη και σε φυσική εξόντωση κομμουνιστών οργανώσεων και μελών. Αυτή η ποινικοποίηση μπορεί επίσης να στοχοποιήσει το επαναστατικό λαϊκό κίνημα, όλους εμάς που διαφωνούμε με τις φιλομονοπωλιακές πολιτικές της κυβέρνησης του προέδρου Μαδούρο και που απαιτούμε την εφαρμογή πολιτικών υπέρ της εργατικής τάξης, των εργαζόμενων της πόλης και της υπαίθρου» (Tribuna Popular, 30/1/2021).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της – ανοιχτής και δημόσιας πλέον- εχθρότητας με την οποία ο Νικολάς Μαδούρο αντιμετωπίζει τους κομμουνιστές είναι οι χαρακτηρισμοί που ο πρόεδρος χρησιμοποιεί αναφερόμενος στο Κομμουνιστικό Κόμμα. «Είναι πολύ λυπηρό ότι ο πρόεδρος Μαδούρο έχει ξεθάψει παλιούς χαρακτηρισμούς (όπως, για παράδειγμα, η φράση “απαρχαιωμένη αριστερά”), που χρησιμοποιούσε η Δεξιά τη δεκαετία του ’60, προκειμένου να στιγματίσει και να γελοιοποιήσει όλους εμάς που δεν έχουμε εγκαταλείψει τις σταθερές, αντι-ιμπεριαλιστές και ταξικά συνειδητές θέσεις μας, που αγωνιζόμαστε για εθνική απελευθέρωση και τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό», σημειώνει το ΚΚ Βενεζουέλας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει η αινιγματική, αντικομμουνιστικής υφής, δήλωση του προέδρου Μαδούρο κατά τη διάρκεια ομιλίας του που μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση. Πιο συγκεκριμένα είπε: «Να προσέχετε αυτούς που προσπαθούν να μας διχάσουν, αυτούς που αποκαλούν τους εαυτούς τους Μαρξιστές-Λενινιστές […] Να είστε προσεκτικοί επειδή το χέρι του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού βρίσκεται από πίσω τους […] Σας ενημερώνω για πρώτη φορά. Έχω πολλές πληροφορίες».
Ο Νίκολας Μαδούρο δεν αναφέρθηκε στο τι είδους «πληροφορίες» έχει, ούτε σε ποιούς ακριβώς αναφέρονταν. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι οι δηλώσεις του αυτές σηματοδοτούν όξυνση της επιθετικής του στάσης απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα και τις εργατικές-λαϊκές δυνάμεις που συσπειρώνονται γύρω απ’ αυτό.
Το ΚΚ Βενεζουέλας σημειώνει στην ανακοίνωση του:
«Η ευθεία αναφορά σε Μαρξιστές-Λενινιστές μας αναγκάζει να ζητήσουμε από τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο τα εξής: 1) Να ξεκαθαρίσει ανοιχτά, στη χώρα και σε όλον τον κόσμο, εάν οι κατηγορίες του αυτές περιλαμβάνουν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας. 2) Να δημοσιοποιήσει άμεσα τις αποδείξεις που ισχυρίζεται ότι έχει, για “Μαρξιστές-Λενινιστές” τους οποίους κατήγγειλε ότι έχουν σχέσεις, δεσμεύσεις ή άλλου είδους δοσοληψίες με τον ιμπεριαλισμό. Το ΚΚ Βενεζουέλας θεωρεί πολύ σοβαρό το γεγονός ότι στήνεται προβοκάτσια ενάντια σε αγωνιστές και επαναστάτες. 3) Να δημοσιοποιήσει στο λαό της Βενεζουέλας τις “πολλές πληροφορίες”, που ισχυρίζεται πως κατέχει. Επίσης, να εγγυηθεί ότι οι οργανώσεις και τα πρόσωπα που κατονομάζονται θα έχουν το δικαίωμα να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους στα ίδια μέσα ενημέρωσης μέσω των οποίων ο ίδιος παρουσιάζει τέτοιες “πληροφορίες”».
Στην ίδια ανακοίνωση, το Κομμουνιστικό Κόμμα περνά στην αντεπίθεση με πολιτικά επιχειρήματα, θέτοντας την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρόεδρο Μαδούρο υπόλογους για την πολιτική την οποία ακολουθούν. Πιο συγκεκριμένα, η ανακοίνωση υπογραμμίζει:
«Να αλλάξει την πολιτική του που ευνοεί το κεφάλαιο και να επαναφέρει τα δικαιώματα του εργαζόμενου λαού ως βασική προϋπόθεση για να υπάρξει επαναστατική, αντι-ιμπεριαλιστική και λαϊκή ενότητα […] Είναι η πολιτική της κυβέρνησης που διχάζει τις πατριωτικές δυνάμεις και απομακρύνει το επαναστατικό λαϊκό κίνημα και τις Μαρξιστικές-Λενινιστικές πολιτικές οργανώσεις όπως το ΚΚ Βενεζουέλας».
Το ΚΚ Βενεζουέλας καλεί επίσης την κυβέρνηση Μαδούρο να αλλάξει την πολιτική της «αδιαλλαξίας, του μίσους, των διώξεων και της έλλειψης σεβασμού» — όπως την αποκαλεί – απέναντι στα πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα των κομμουνιστών, όπως ορίζει το Σύνταγμα της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας. Θυμίζει δε ότι τέτοιες πρακτικές ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα δεν απέχουν πολύ από τις αντίστοιχες που εφάρμοσε ο αντικομμουνιστής πρόεδρος Ρομούλο Μπετανκούρ τη δεκαετία του 1960.
Ή με τον Μαδούρο ή με τη Δεξιά
Το Κομμουνιστικό Κόμμα αναδεικνύει την ύπαρξη ενός ιδιότυπου διπολισμού που εκφράζεται στα πλαίσια της Εθνικής Συνέλευσης, όπου κυριαρχούν δύο πολιτικές ομάδες: Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλος (Μαδούρο) με συντριπτική πλειοψηφία 253 βουλευτών και, από την άλλη η Δεξιά αντιπολίτευση (Δημοκρατική Συμμαχία) με 18. Στο πλαίσιο αυτό, η ηγεσία της Εθνικής Συνέλευσης θέτει ως προϋπόθεση για να δώσει βήμα ομιλίας στους εκπροσώπους του ΚΚ Βενεζουέλας και της «Λαϊκής Επαναστατικής Εναλλακτικής» την ένταξη τους σε μια απ’ τις δύο κοινοβουλευτικές ομάδες! Με λίγα λόγια τίθεται εκβιαστικά το δίλημμα: Ή με τον Μαδούρο ή με τη Δεξιά!
Σε αυτόν τον εκβιασμό, η βουλευτής του ΚΚ Βενεζουέλας/Λαϊκή Επαναστατική Εναλλακτική Λουίσα Γκονζάλες απαντά:
«Το ΚΚ επαναλαμβάνει ότι απορρίπτει αυτήν την ιδεολογική και πολιτική χειραγώγηση η οποία επιδιώκει να εξαπατήσει τους εργαζόμενους κάτω απ’ τον ψευδεπίγραφο διπολισμό μιας επιφανειακής πολιτικής πόλωσης αποκομμένης από την ταξική πάλη. Στην πολιτική, δεδομένου ότι η κοινωνία χωρίζεται ιστορικά σε ανταγωνιστικές τάξεις, η καρδιά του ζητήματος είναι πάντα μία: είτε είσαι με την εργατική τάξη, είτε με τους καπιταλιστές. Τα πολιτικά κόμματα υπάρχουν ως έκφραση των συμφερόντων των κοινωνικών τάξεων. Ως τέτοια, οι πολιτικές τους ενέργειες ωφελούν είτε τον εργαζόμενο λαό, είτε τα συμφέροντα της αστικής τάξης και των μεγαλοιδιοκτητών […] Το ΚΚ Βενεζουέλας διευκρινίζει στους προεδρεύοντες του Κοινοβουλίου ότι δεν ανήκει σε κανένα από τα δύο φαινομενικά “ανταγωνιστικά” μπλοκ. Και αυτό διότι οι πολιτικές που εκφράζουν αυτές οι δύο ομάδες των αστών πολιτικών δεν ταυτίζονται με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης της Βενεζουέλας. Δεν θα επιτρέψουμε την χρήση τέτοιου είδους ελιγμών προκειμένου να αποκλειστεί το νόμιμο δικαίωμα της κοινοβουλευτικής ομάδας του “ΚΚ/ Λαϊκή Επαναστατική Εναλλακτική” να πάρει το λόγο και να τοποθετηθεί για όλα τα θέματα των συνεδριάσεων».
Η βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος προσθέτει:
«Οι πολιτικές της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης εξυπηρετούν μονάχα τα συμφέροντα του ιδιωτικού, εγχώριου και διεθνούς, κεφαλαίου. Και οι δύο είναι ευθυγραμμισμένες στην υπεράσπιση και ενδυνάμωση μιας αστικής-φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής που μετατοπίζει το βάρος της καπιταλιστικής κρίσης και των παράνομων ιμπεριαλιστών κυρώσεων στους ώμους της εργατικής τάξης και συνολικά του λαού. Όπως έχει γίνει δημόσια εμφανές, κανένας εκπρόσωπος των δύο πλευρών (Σοσιαλδημοκράτες-Δεξιά) δεν έχει δείξει ενδιαφέρον να συζητήσει τα σοβαρά προβλήματα που ταλαιπωρούν το λαό της Βενεζουέλας, όπως η διάλυση των μισθών, των συντάξεων, της κοινωνικής πρόνοιας και άλλων δικαιωμάτων της εργατικής τάξης. Παρομοίως έχουν αγνοήσει την κατάσταση των αγροτικών οικογενειών της Βενεζουέλας και της εθνικής παραγωγής».
Μέσω της Γκονζάλες, το ΚΚ Βενεζουέλας υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση εξαπολύει διώξεις και θέτει εμπόδια στη δράση των κομμουνιστών, ενώ έχει αφήσει στο απυρόβλητο την φιλοαμερικανική ακροδεξιά αντιπολίτευση και μια σειρά συνεργούς του πραξικοπηματία Γκουαϊδό: «Κάποιος οφείλει να ρωτήσει, γιατί αυτή η εχθρική πρακτική δεν χρησιμοποιήθηκε ενάντια στους αχυρανθρώπους της δεξιάς και τους πράκτορες του ιμπεριαλισμού το 2014 και το 2017, που ενορχήστρωσαν τον οικονομικό αποκλεισμό, έκλεψαν περιουσιακά στοιχεία απ’ το κράτος και προώθησαν επιθέσεις απ’ το εξωτερικό; Γιατί σε αυτούς τους ανθρώπους δίνεται χάρη, επιτρέποντας τους να συνωμοτούν ανοιχτά ενάντιον του λαού της Βενεζουέλας;».
Το ΚΚ Βενεζουέλας ενημερώνει τους εργαζόμενους της χώρας, τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα, τις προοδευτικές και αντι-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στη Βενεζουέλα και σε όλον τον κόσμο για την πιθανότητα να υπάρξουν διώξεις και επιθέσεις ενάντια κομμουνιστών με στημένες κατηγορίες.
Συμπερασματικά
Δυστυχώς, για πολλοστή φορά, αποδεικνύονται τα μεγάλα αδιέξοδα της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης και οι αυταπάτες περί δήθεν «φιλολαϊκής» διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος. Τα πειράματα περί «Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα», που επιχειρήθηκαν στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αναρχίας, χρεοκώπησαν, με βαριές συνέπειες για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Αυτό μας διδάσκει η περίπτωση της Βενεζουέλας και άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής.
Αυτό είναι και η ουσία των όσων αναφέρει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας που έχει αποδείξει, στην πράξη και χωρίς περιστροφές, ότι βρίσκεται αταλάντευτο στο πλευρό των εργαζόμενων, των αγροτών, της νεολαίας. Το κυρίαρχο πλέον ερώτημα, που θα κρίνει και τις εξελίξεις, είναι αυτό που η ανακοίνωση του κόμματος θέτει επιτακτικά προς τον εκλεγμένο ηγέτη της χώρας;
«Πρόεδρε Μαδούρο, το πραγματικό δίλημμα είναι ένα: Είσαι με την εργατική τάξη ή με τους καπιταλιστές;»
Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.