Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κούβα: Στα ίχνη του παγκόσμιου πρωταθλητή Χ.Ρ. Καπαμπλάνκα το παιδικό τουρνουά σκακιού «Αναζητώντας τον Καζαμπλάνκα»

Ο επτά­χρο­νος Ερνέ­στο Ιγκλέ­σιας είναι φανα­τι­κός οπα­δός της ισπα­νι­κής ποδο­σφαι­ρι­κής ομά­δας Ρεάλ Μαδρί­τη, όπως δεί­χνει άλλω­στε και η μπλού­ζα που φορά­ει με τον αριθ­μό 7 –ο αριθ­μός της φανέ­λας του διά­ση­μου ποδο­σφαι­ρι­στή Κρι­στιά­νο Ρονάλ­ντο. Ενώ όμως αγα­πά το ποδό­σφαι­ρο, το πραγ­μα­τι­κό του πάθος είναι το σκάκι.

«Το ποδό­σφαι­ρο είναι το χόμπι μου, αλλά το σκά­κι είναι η ζωή μου», λέει με μία παρά­ξε­νη για την ηλι­κία του ωρι­μό­τη­τα καθώς κάθε­ται μπρο­στά από μία από τις 100 σκα­κιέ­ρες της Αίθου­σας των Πρε­σβευ­τών στο Ξενο­δο­χείο Αβά­να στην Κού­βα, όπου διε­ξά­γε­ται το παι­δι­κό τουρ­νουά σκα­κιού «Ανα­ζη­τώ­ντας τον Καζα­μπλάν­κα» με τη συμ­με­το­χή 160 παιδιών.

Ο παι­δι­κός δια­γω­νι­σμός συμπί­πτει με την 53η επέ­τειο του Τουρ­νουά Καζαν­μπλάν­κα, ενός διε­θνούς τουρ­νουά σκα­κιού για επί­λε­κτους παί­κτες που καθιε­ρώ­θη­κε το 1962 από τον Χοσέ Ραούλ Καζα­μπλάν­κα ι Γκρα­ου­πέ­ρα, και ο οποί­ος επί­σης πραγ­μα­το­ποιεί­ται τις μέρες αυτές στο ίδιο ξενο­δο­χείο και θα ολο­κλη­ρω­θεί την Κυρια­κή. Ο Ερνέ­στο φτά­νει κάθε πρωί συνο­δευό­με­νος από τη μητέ­ρα του. Τα παι­διά τρέ­χουν και φωνά­ζουν γύρω από τις γιγά­ντιες σκα­κιέ­ρες τα τμή­μα­τα των οποί­ων είναι σχε­δόν στο μέγε­θος των παι­διών, μέχρι την ώρα που ένας διορ­γα­νω­τής με πρά­σι­νο που­κά­μι­σο και το λογό­τυ­πο “Καζα­μπλάν­κα” κηρύσ­σει την έναρ­ξη του δια­γω­νι­σμού. Σοβα­ρά και σιω­πη­λά τα παι­διά παίρ­νουν τις θέσεις τους για να παί­ξουν ένα τουρ­νουά ελβε­τι­κού συστή­μα­τος επτά γύρων.

Η επι­τυ­χία της πρώ­της διορ­γά­νω­σης του παι­δι­κού τουρ­νουά σκα­κιού ενθάρ­ρυ­νε τους διορ­γα­νω­τές να πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν και δεύ­τε­ρη, καλώ­ντας αυτή τη φορά υπο­ψή­φιους από την Ισπα­νία, την Κόστα Ρίκα, τον Πανα­μά και το Μεξι­κό για να παί­ξουν με τους κου­βα­νούς σκα­κι­στές. Ο Πέδρο Ντί­αζ είναι πατέ­ρας και δάσκα­λος σκα­κιού από την κοντι­νή πόλη Ματάν­σας και ταξί­δε­ψε στην Αβά­να με την ομά­δα παί­δων που προ­πο­νεί, μετα­ξύ των οποί­ων η 13χρονη εκπλη­κτι­κή κόρη του Λια­νέτ, η οποία κατέ­λα­βε την τρί­τη θέση στο τελευ­ταίο σχο­λι­κό πρω­τά­θλη­μα σκα­κιού της Κούβας.

«Αυτό είναι ό,τι καλύ­τε­ρο μπο­ρεί να συμ­βεί σε έναν παί­κτη σκα­κιού επει­δή εδώ δια­γω­νί­ζο­νται οι καλύ­τε­ροι της χώρας», λέει ο Ντιάζ ενώ παρα­κο­λου­θεί με αγω­νία αλλά και αισιο­δο­ξία τη Λια­νέτ να κοντα­ρο­χτυ­πιέ­ται με έναν κορυ­φαίο παί­κτη. Όπως λέει, η κόρη του έχει τα πάντα, ταλέ­ντο, αφο­σί­ω­ση και υπο­στή­ρι­ξη από την οικο­γέ­νεια. Όπως πολ­λά ακό­μη παι­διά, μετά την ολο­κλή­ρω­ση των αγώ­νων η Λια­νέτ γευ­μα­τί­ζει γρή­γο­ρα και μετά παρα­κο­λου­θεί τους ενή­λι­κες παί­κτες που δια­γω­νί­ζο­νται τα απο­γεύ­μα­τα, ειδι­κά τον δεξιο­τέ­χνη Λασά­ρο Μπρου­σόν, τον Κου­βα­νέ­ζο με την υψη­λό­τε­ρη βαθ­μο­λο­γία στο σύστη­μα αξιο­λό­γη­σης ΕΛΟ των 2.564 βαθμών.

Τα παι­διά παρα­τη­ρούν τους μεγα­λύ­τε­ρους παί­κτες με φοβε­ρό θαυ­μα­σμό. Ίσως ονει­ρεύ­ο­νται να γίνουν μια μέρα ο επό­με­νος Χοσέ Ραούλ Καζα­μπλάν­κα (1888–1942), ο «Μότσαρτ του Σκα­κιού» της Κού­βας όπως απο­κα­λεί­το, ο οποί­ος έμα­θε να παί­ζει σε ηλι­κία τεσ­σά­ρων χρό­νων παρα­κο­λου­θώ­ντας τον πατέ­ρα του και όταν μεγά­λω­σε ανα­δεί­χθη­κε παγκό­σμιος πρωταθλητής.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο