Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κυριακή Γεροζήση «Μαύρο και Κόκκινο της Φωτιάς»

Γρά­φει η Φαί­δρα Ζαμπα­θά — Παγου­λά­του //

Η παρου­σί­α­ση ενός βιβλί­ου δημιουρ­γεί μια μεγά­λη ευθύ­νη στον ίδιο τον παρου­σια­στή για­τί θα πρέ­πει και να κινή­σει το ενδια­φέ­ρον των ακρο­α­τών και να τους οδη­γή­σει στην κατη­γο­ρία των ανα­γνω­στών. Είναι αλή­θεια ότι δεν είναι και τόσο εύκο­λο όσο φαί­νε­ται. Πιστεύω όμως ότι οι φίλοι που παρα­κο­λου­θούν παρό­μοιες εκδη­λώ­σεις ανή­κουν εκ προ­οι­μί­ου και στην κατη­γο­ρία των βιβλιο­φί­λων και κατά συνέ­πεια και των αναγνωστών.

Και τώρα επι­τρέψ­τε μου να σας παρου­σιά­σω την εξαί­ρε­τη συγ­γρα­φέα κυρία

Κυρια­κή Γερο­ζή­ση που γεν­νή­θη­κε στη Λάρι­σα, και σπού­δα­σε στην Αθή­να Χημεία. Η Δικτα­το­ρία της απα­γό­ρευ­σε την έξο­δο από τη Χώρα ως επι­κίν­δυ­νο άτο­μο για τη δημό­σια ασφά­λεια. Εκεί­νη όμως εργά­ζε­ται σε Βιο­μη­χα­νί­ες Τρο­φί­μων και Φαρ­μά­κων. Το 1973 που καταρ­ρέ­ει η Χού­ντα μετα­βαί­νει στη Γαλ­λία και εγκα­θί­στα­ται στο Παρί­σι. Μπαί­νει στην έρευ­να, γεγο­νός που δεί­χνει ανή­συ­χο άνθρω­πο. Στη συνέ­χεια παίρ­νει το διδα­κτο­ρι­κό της, που ήταν στό­χος ζωής. Το 2011 συντα­ξιο­δο­τεί­ται από το Γαλ­λι­κό Κρά­τος, όπου εργά­στη­κε στο Γαλ­λι­κό Ινστι­τού­το Υγεί­ας. Κάποια στιγ­μή όμως η Βιο­χη­μεία θα δώσει χώρο στη Λογο­τε­χνία γύρω στο 2005 με 2006. Έτσι αρχί­ζει η συγ­γρα­φι­κή της πορεία με πρώ­το Βιβλίο και τον τίτλο «Ανα­δρο­μή στο χώρο και το χρό­νο», ακο­λου­θεί το 2ο με τίτλο «Νέα Υόρ­κη – Παρί­σι – Βαγδά­τη». Παράλ­λη­λα δημο­σιεύ­ει συνερ­γα­σία της στον Ελλη­νι­κό και τον Κυπρια­κό Τύπο.

GerozisiΚαι φτά­νου­με στο 3ο της Βιβλίο «Μαύ­ρο και Κόκ­κι­νο της Φωτιάς» έκδο­ση ΕΝΤΟΣ Οκτώ­βρης 2011 . Τότε προ­χώ­ρη­σα στην ανά­γνω­ση του βιβλί­ου που με κέρ­δι­σε μέσα από πολ­λές αρε­τές. Σ’ αυτές τις αρε­τές θ’ ανα­φερ­θού­με από­ψε. Άλλω­στε οι αρε­τές ενός βιβλί­ου είναι και τα εύση­μά του, είναι ακό­μη το δια­βα­τή­ριό του για το πνευ­μα­τι­κό του ταξί­δι. Ένα ταξί­δι που έκα­να μαζί με το βιβλίο μέσα σ’ ένα κομ­μά­τι της κοι­νω­νί­ας μας που βρέ­θη­κε ανή­μπο­ρο να προ­στα­τέ­ψει τον εαυ­τόν του μπρο­στά σε τρα­γι­κές στιγ­μές όταν η Ηλεία και­γό­τα­νε απ’ άκρη σ’ άκρη. Τότε που κάη­καν ζωντα­νοί δεκά­δες άνθρω­ποι αθώ­οι, μανά­δες με παι­διά στην αγκα­λιά, κι όλη η Ελλά­δα θρη­νού­σε, κι ανα­ρω­τιό­μα­στε πού βρι­σκό­τα­νε τότε και μετά το περί­φη­μο Κρά­τος Πρό­νοιας. Οι σκη­νές που ξετυ­λί­γο­νται στις σελί­δες του βιβλί­ου είναι μια κραυ­γή οργής από τη συγ­γρα­φέα για ό,τι έγι­νε . Η πέν­να της στά­ζει αίμα κι απο­κα­ΐ­δια, δάκρυα και πύρι­νες γλώσ­σες. Με ζωντα­νό λόγο και με εκπλη­κτι­κή δεξιο­τε­χνία οδη­γεί τον ανα­γνώ­στη της μέσα στη πνι­γη­ρή ατμό­σφαι­ρα των πυρ­κα­γιών. Περι­γρα­φές εφιαλ­τι­κές, τοπία αλη­θι­νής κόλα­σης. Άνθρω­ποι να κατα­λή­γουν σε μαύ­ρα σημά­δια, βου­νά, κτή­μα­τα, σπί­τια, εκκλη­σί­ες, χωριά ολό­κλη­ρα, δάση, ζώα, να ορμά­νε οι φλό­γες και να τα κατα­πί­νουν, και μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας να βρί­σκε­σαι σ ένα μαύ­ρο τοπίο όπου η ζωή κάπο­τε κατοι­κού­σε και χαι­ρό­τα­νε με τα παι­δι­κά γέλια, τα κελαη­δί­σμα­τα των που­λιών και τα βελά­σμα­τα των ζώων. Η θέα έκο­βε την ανά­σα του οποιου­δή­πο­τε θεα­τή. Εδώ η συγ­γρα­φέ­ας δίνει ρεσι­τάλ με την πέν­να της ενός καθα­ρού ρεα­λι­σμού ατό­φιου που σπά­ει κόκα­λα. Και μέσα στη λαί­λα­πα της κατα­στρο­φής, του θανά­του, του θρή­νου και της αδια­φο­ρί­ας ξεπε­τά­γο­νται ποι­κί­λα και περί­ερ­γα συναισθήματα.

Το κοι­νω­νι­κό στοι­χείο παίρ­νει θέση να σηκώ­σει το βάρος που του ανα­λο­γεί. Η ζωή συνή­θως κινεί­ται μέσα σε αντι­θέ­σεις ώστε κάπο­τε να βρί­σκει την ισορ­ρο­πία της. Η κυρία Γερο­ζή­ση το γνω­ρί­ζει πολύ καλά και αρχί­ζει να χτί­ζει έναν οικο­γε­νεια­κό περί­γυ­ρο που θα στε­γά­σει τους ήρω­ες της οι οποί­οι θα εκφρά­σουν oλες τις ανθρώ­πι­νες παρα­μέ­τρους σ’ ένα φόντο κοι­νω­νι­κής πραγματικότητας.

Βρι­σκό­μα­στε μέσα σε μια οικο­γέ­νεια, που καταρ­ρέ­ει, ενώ την ίδια στιγ­μή υπο­βό­σκει ένας και­νούρ­γιος έρω­τας. Ο πατέ­ρας ο Ιάσο­νας, συγ­γρα­φέ­ας ερω­τεύ­ε­ται μια νεα­ρά δημο­σιο­γρά­φο την Ηρώ, η μητέ­ρα η Αυγή νέα κοπέ­λα δρα­στή­ριο άτο­μο ‚πολι­τι­κο­ποι­η­μέ­νο έρχε­ται συχνά σε σύγκρου­ση με τον άντρα της που ζει τον έρω­τά του αδιά­φο­ρος για ό,τι γίνε­ται γύρο του. Υπάρ­χει ακό­μα κι ένα αγό­ρι ο Φοί­βος που φυσιο­λο­γι­κά έχει και να κορί­τσι τη Μυρ­σί­νη. Καλο­καί­ρι και ο κόσμος υπο­φέ­ρει αφά­ντα­στα, από τον καύ­σω­να. Η οικο­γέ­νεια απο­φα­σί­ζει να κάνει δια­κο­πές αλλά ο καθέ­νας χωρι­στά. Ο πατέ­ρας φεύ­γει για το εξο­χι­κό με τη νεα­ρά αγα­πη­μέ­νη, η μητέ­ρα κάτι προ­γραμ­μα­τί­ζει με τις φίλες της κι ο γιος ανα­χω­ρεί με το κορί­τσι του χωρίς να δώσει λογα­ρια­σμό με ποια φεύ­γει και που πηγαίνει.

Και τότε ξεσπά­νε οι πυρ­κα­γιές. Θύμα­τα ο πατέ­ρας, η μητέ­ρα, ο καθέ­νας με δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο και μέσα από δια­φο­ρε­τι­κή λογι­κή και σε δια­φο­ρε­τι­κό γεω­γρα­φι­κό σημείο. Εδώ θα έρθου­με αντι­μέ­τω­ποι με τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις και τα συναι­σθή­μα­τα και τις ευθύ­νες που ο καθέ­νας τους είχε ή έπρε­πε να έχει. Παρου­σιά­ζο­νται ανά­γλυ­φες οι αντι­θέ­σεις και οι ρωγ­μές ανά­με­σα στους ανθρώ­πους είτε είναι μέλη οικο­γέ­νειας είτε μέλη κοι­νω­νί­ας. Η στι­βα­ρή πέν­να της συγ­γρα­φέα θ’ απει­κο­νί­σει όλο τον ψυχι­σμό της ανθρώ­πι­νης ψυχο­σύν­θε­σης. Θα δώσει χαρα­κτη­ρι­στι­κά στοι­χεία του κάθε ήρωα ξεχω­ρι­στά, όπως είναι η αδια­φο­ρία του πατέ­ρα, η δύνα­μη της μητρό­τη­τας που δεί­χνει η μάνα με την αγω­νία να μάθει που βρί­σκε­ται ο μονά­κρι­βος γιος της, και στην ανα­ζή­τη­σή του εγκλω­βί­ζε­ται στη φωτιά όπου και αφή­νει την τελευ­ταία της ανά­σα. Η ανη­συ­χία του γιου για τους γονείς του. Ένα σύμπλεγ­μα συναι­σθη­μά­των μπρο­στά σε μια ολι­κή κατα­στρο­φή με δύο κύριες όψεις. Από τη μια πλευ­ρά ο μαζι­κός θάνα­τος ενός σεβα­στού ανθρώ­πι­νου δυνα­μι­κού και από την άλλη η φυσι­κή κατα­στρο­φή του περι­βάλ­λο­ντος, δάση, καλ­λιέρ­γειες, ζώα. Κι όλ’ αυτά με την ανο­χή μιας νοση­ρής κι αλα­ζο­νι­κής ηγε­σί­ας που δεν κινή­θη­κε όπως έπρε­πε ούτε τότε αλλά ούτε και μετά. Η συγ­γρα­φέ­ας μας με πολ­λή προ­σο­χή μπαί­νει στην καρ­διά του προ­βλή­μα­τος και το ανα­δει­κνύ­ει με τον καλύ­τε­ρο τρό­πο. Ανα­λύ­ει όλες τις πτυ­χές μία μία μέσα από το πρί­σμα της ανθρώ­πι­νης αξιο­πρέ­πειας, της ιδιαί­τε­ρης ευαι­σθη­σί­ας για την αξία της ίδιας της ζωής. Η θεμα­τι­κή του βιβλί­ου αγγί­ζει με έξυ­πνο τρό­πο το Κρά­τος Πρό­νοιας για να κατα­λή­ξει ότι στην ουσία πρό­κει­ται για μύθο .Τελι­κά ορθώ­νε­ται το ερώ­τη­μα τι σημαί­νει η ανθρώ­πι­νη ζωή; Και πόσο αξί­ζει; Και μέσα από το ερώ­τη­μα αυτό η δια­πί­στω­ση είναι ακό­μη πιο τρα­γι­κή . Έλλειμ­μα ανθρω­πιάς καθώς και υπο­δο­μών για την ασφά­λεια μας. Κι αυτή η ελλειμ­μα­τι­κή κοι­νω­νι­κή συμπε­ρι­φο­ρά ν’ ανοί­γει το δρό­μο στους στυ­γνούς εμπό­ρους γης και στα συμ­φέ­ρο­ντά τους, αγνο­ώ­ντας ή και αδια­φο­ρώ­ντας για το κακό που θα κλη­ρο­νο­μή­σει ο μόνος αθώ­ος που είναι ο σημε­ρι­νός μας Παιδόκοσμος .

Εκτός δε όλων αυτών ανα­λύ­ε­ται η δυνα­μι­κή των από­ψε­ων της συγ­γρα­φέα και εκφρά­ζε­ται όλο το ιστο­ρι­κό μιας σκλη­ρής και ανε­λέ­η­της πολι­τι­κής .Η συνει­δη­σια­κή της οντό­τη­τα δεν της αφή­νει περι­θώ­ρια συσκό­τι­σης του θέμα­τος. Η συγ­γρα­φέ­ας κατα­γρά­φει όλη την αλή­θεια όπως αυτή είναι γυμνή και πικρή. Η ωρι­μό­τη­τα της Κυρια­κής Γερο­ζή­ση δεν της επι­τρέ­πει να κλεί­νει τα μάτια. Το πολύ­πλευ­ρο άλλω­στε έργο της επι­ση­μαί­νει την πλή­ρη αυτο­γνω­σία του όλου θέμα­τος. Δεν μπο­ρεί να δεχθεί με πόση ασέ­βεια και αδια­φο­ρία αντι­με­τώ­πι­σαν ένα κομ­μά­τι του λαού μας και το οδή­γη­σαν στην κατα­στρο­φή , την από­γνω­ση ‚και το θάνατο.

Η Κυρια­κή Γερο­ζή­ση στο βιβλίο της «Μαύ­ρο και Κόκ­κι­νο της Φωτιάς» χει­ρί­ζε­ται με άνε­ση τη γλώσ­σα και ο λόγος της είναι στρω­τός. Έχει στιγ­μές λυρι­σμού σε περι­γρα­φές είτε ρομα­ντι­κές, είτε ερω­τι­σμού ‚είτε περι­γρα­φές τοπί­ων ενώ η τρα­γι­κό­τη­τα της αλή­θειας ζωγρα­φί­ζε­ται με τα πιο μελα­νά χρώ­μα­τα που της αρμό­ζουν .Η φωνή της καλύ­πτει μια μεγά­λη γκά­μα που συνο­ψί­ζε­ται σε κραυ­γές οδύ­νης, θρή­νου, ερω­τι­κά ψιθυ­ρί­σμα­τα και πολ­λές φλύ­α­ρες σιωπές.

Mια άλλη παρά­με­τρος που πρέ­πει να τονι­σθεί είναι ο τρό­πος γρα­φής .Η συγ­γρα­φέ­ας δια­λέ­γει να αφη­γη­θεί την ιστο­ρία μέσα από σύντο­μα Κεφά­λαια .Αυτό είναι ένα θετι­κό στοι­χείο για τον ανα­γνώ­στη ο οποί­ος παίρ­νει ανά­σες δια-βάζο­ντάς το . Τα Κεφά­λαια είναι χωρι­σμέ­να έτσι ώστε η γέφυ­ρα που ενώ­νει το ένα με το άλλο να μην δημιουρ­γεί χάσμα. Πρό­κει­ται για μια ολο­κλη­ρω­μέ­νη κι αξιό­λο­γη δουλειά.

Ελπί­ζω να κατόρ­θω­σα να σας σκια­γρα­φή­σω όσο πιο απλά μπο­ρού­σα και τη συγ­γρα­φέα Κυρια­κή Γερο­ζή­ση και το βιβλίο της. Για­τί και η ίδια η συγ­γρα­φέ­ας είναι απλή όπως απλή είναι και η γρα­φή της . Άλλω­στε δεν πρέ­πει να ξεχνά­με ότι δεν γρά­φου­με μόνο για τους μυη­μέ­νους στη Λογο­τε­χνία , αλλά και για τους απλούς ανθρώ­πους . Κι η συγ­γρα­φέ­ας μας δεί­χνει ότι στο βιβλίο της «Μαύ­ρο και Κόκ­κι­νο της Φωτιάς» αυτό δεν το ξεχνά­ει. Καλή συνέ­χεια Κυριακή .

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο