Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κωνσταντίν Γκέγκα: Αγαπάω

Αγα­πάω,
ότι είναι θλιμ­μέ­νο και μαράζι,

ότι είναι στε­νά­χω­ρο και γυμνό από τον πόνο

της αμί­λη­της ψυχής

το αγα­πώ, απλά το αγαπώ.

Αγα­πώ τα νεκρά φύλ­λα του φθινοπώρου,

τις θλι­βε­ρές μελω­δί­ες του χειμώνα

και τους μονα­χι­κούς ταξιδιώτες

του καλο­και­ριού.

Αγα­πώ, τους απρο­σάρ­μο­στους και τους περιθωριακούς,

τους αγα­πώ αλή­θεια για­τί μάχονται

ενά­ντια στην κατα­πί­ε­ση του κοι­νω­νι­κού γίγνεσθαι.

Αγα­πώ τους επα­να­στά­τες και τις θυσί­ες τους, για­τί γνωρίζουν

ότι δίχως θυσία δεν οδεύομαι

προς τον φορέα της κοι­νω­νι­κής προόδου.

Αγα­πώ τη σιω­πή των μελαγ­χο­λι­κών ανθρώπων

μα και την οργή των καταπιεσμένων.

Αγα­πώ τη βρο­χή και τα δάκρυα της

και το στιγ­μιαίο ξέσπασμα,

το στιγ­μιαίο αυτό λυτρω­τι­κό συναίσθημα.

Αγα­πώ τη σιω­πη­λή θάλασ­σα και το απέ­ρα­ντο βλέμμα

της αιχ­μα­λω­σί­ας.

Το αγα­πώ για­τί με κάνει να καρτερώ

το απρό­σμε­νο.

Αγα­πώ τους δει­λούς και τους φοβισμένους,

εκεί­νους που πάλε­ψαν μα στο πέρασμα

ηττή­θη­καν.

Αγα­πώ τους φτω­χούς, τους πει­να­σμέ­νους, τους βρωμιάρηδες

εκεί­νους που θέλουν να ξεχά­σουν και να κοιμηθούν.

Αγα­πώ τα καρά­βια και τους ναύτες

τα ταξί­δια δίχως επιστροφή.

Αγα­πώ τους ερω­τευ­μέ­νους που καταστρέφουν

και θυσιά­ζουν την ζωή τους για την αγάπη.

Αγα­πώ τους εφιάλ­τες για­τί ομι­λούν με την αλήθεια,

και τα αγα­πώ περισ­σό­τε­ρο για­τί είναι

οι ανεκ­πλή­ρω­τες επιθυμίες.

Αγα­πώ την θλί­ψη του κόσμου για­τί απλούστατα

μου μοιά­ζει.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο