Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κώστας Σαραντίδης (Nguyen Van Lap), ο έλληνας VIETμίνχ

Σαλο­νι­κιός, από μια φτω­χή λαϊ­κή οικο­γέ­νεια της Τούμπας.
Τον συνέ­λα­βαν σε ηλι­κια 16 ετών στην κατο­χή  για να τον στεί­λουν στη Γερ­μα­νία –δεν τα κατάφεραν.
Αντί για τα Τάγ­μα­τα Εργα­σί­ας των Γερ­μα­νών στην κεντρι­κή Ευρώ­πη, βρέ­θη­κε λεγε­ω­νά­ριος της γαλ­λι­κής Λεγε­ώ­νας των Ξένων στην Αλγε­ρία κι έπει­τα στην Ινδο­κί­να.
Αυτο­μό­λη­σε στο Απε­λευ­θε­ρω­τι­κό Μέτω­πο «Βιε­τμίνχ» (οι αντάρ­τες την περί­ο­δο της γαλ­λι­κής αποι­κιο­κρα­τί­ας), πολέ­μη­σε με το Λαϊ­κό Στρα­τό κι έζη­σε στο Βιετ­νάμ για είκο­σι χρό­νια.
Στη δρά­ση του στο Βιετ­νάμ απο­τυ­πώ­νε­ται η δύνα­μη των ιδε­ών και αξιών ενός επα­να­στα­τι­κού στρα­τού, ενά­ντια στους αποι­κιο­κρά­τες και ιμπε­ρια­λι­στές, Γάλ­λους και Αμερικανούς.
Είναι ο ιδρυ­τής του Συν­δέ­σμου Ελλη­νο­βιετ­να­μι­κής Φιλί­ας στην Αθήνα.
Του απε­νε­μή­θη τιμής ένε­κεν η βιετ­να­μι­κή ιθα­γέ­νεια.


«ΒΙΕΤ ΚΩΣΤΑΣ, Υπη­κο­ό­της: Ακα­θό­ρι­στος» μια ται­νία του Γιάν­νη Τρι­τσι­μπί­δα, 2012–2014, διάρ­κειας 88΄ (υπάρ­χει και τηλε­ο­πτι­κή εκδο­χή 3 επει­σο­δί­ων Χ 45′ στα ελληνικά)

Ο Κώστας Σαρα­ντί­δης γεν­νή­θη­κε το 1927 στη Θεσ­σα­λο­νί­κη από γονείς πρό­σφυ­γες της Μικράς Ασίας.
Με επτά αδέρ­φια και εκτός σχο­λεί­ου την περί­ο­δο της γερ­μα­νι­κής κατο­χής, ανα­γκά­στη­κε από μικρός να βγει στο μερο­κά­μα­το. Συνε­λή­φθη από Ελλη­νες Γκε­στα­πί­τες και στις 22-Σεπ-1943 πέρα­σε τα σύνο­ρα με προ­ο­ρι­σμό τη Γερ­μα­νία ώστε να οδη­γη­θεί σε ναζι­στι­κό στρα­τό­πε­δο για κατα­να­γκα­στι­κά έργα.
Στη Γιου­γκο­σλα­βία κατά­φε­ρε να δρα­πε­τεύ­σει. Σύντο­μα βρέ­θη­κε στη Βιέν­νη μαζί με μία γερ­μα­νι­κή στο­λή που είχε κλέ­ψει και του επέ­τρε­πε να περ­νά­ει απα­ρα­τή­ρη­τος και να παρα­μεί­νει ελεύθερος.
Εκεί έκα­νε διά­φο­ρες δου­λειές μέχρι το τέλος του πολέ­μου για να επιβιώσει.
Έπει­τα βρέ­θη­κε στην Ιτα­λία, όπου γνώ­ρι­σε έναν έλλη­να που ήταν στη Λεγε­ώ­να των Ξένων και στις 16-Αυγ-1945 εντά­χθη­κε κι αυτός χωρίς να γνω­ρί­ζει τι πραγ­μα­τι­κά ήταν.
Το Φλε­βά­ρη του 1946 φτά­νει στη Σαϊ­γκόν της τότε Ινδο­κί­νας. Έπει­τα από δύο μήνες αυτο­μο­λεί και προ­σχω­ρεί στις αντάρ­τι­κες ομά­δες των Βιετκόνγκ.
Το 1949 γίνε­ται μέλος του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Βιετ­νάμ. Πολε­μά­ει στο πλευ­ρό του βιετ­να­μέ­ζι­κου λαού έως τη συντρι­βή των Γάλ­λων και την ανε­ξαρ­τη­σία του Βιετ­νάμ, που χωρί­ζε­ται σε Βόρειο και Νότιο στη Διά­σκε­ψη της Γενεύης.
Στη συνέ­χεια ζει στο Βόρειο Βιετ­νάμ έως το 1965, οπό­τε και επι­στρέ­φει στην Ελλάδα.
Το 2010 λαμ­βά­νει τη βιετ­να­μέ­ζι­κη υπη­κο­ό­τη­τα και το 2013 ονο­μά­ζε­ται Ήρω­ας των Λαϊ­κών Ενό­πλων Δυνάμεων.
Έχει στη συλ­λο­γή του αρκε­τούς τιμη­τι­κούς τίτλους, με πιο πρό­σφα­το αυτόν για τη συμπλή­ρω­ση των 70 χρό­νων ως μέλος του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Βιετνάμ.

Κώστας Σαραντίδης Nguyen Van Lap ο έλληνας VIETμίνχ 1

Τον Οκτώ­βρη του 2019 ‑92 χρο­νών, έδω­σε συνέ­ντευ­ξη στο Ριζοσπάστη
Ακο­λου­θεί η συζή­τη­ση μαζί του.

Τα πρώτα χρόνια

Το 1941 που ήρθαν οι Γερ­μα­νοί, εγώ ήμουν εκτός σχο­λεί­ου διό­τι δεν είχα γρα­φτεί στη Νεο­λαία του Μετα­ξά, την ΕΟΝ. Κι έτσι, εκεί­νη την περί­ο­δο γύρι­ζα μια από δω, μια από κει.
Στο σπί­τι ο πατέ­ρας μου ήταν πολύ αυστη­ρός, ήμα­στε μεγά­λη οικο­γέ­νεια, επτά παι­διά. Τα οικο­νο­μι­κά ήταν στρι­μωγ­μέ­να και απο­φά­σι­σα εγώ να σηκω­θώ να φύγω από το σπίτι.
Οι αιτί­ες ήταν δυο, μια η φτώ­χεια και μια για­τί ο πατέ­ρας ήταν πολύ αυστη­ρός. Σαν μεγα­λύ­τε­ρος που ήμουν, όλες τις μπό­ρες τις έπαιρ­να στο κεφά­λι μου κι έτσι έφυ­γα απ’ το σπί­τι. Πήγα και δού­λευα στην «Αλλα­τί­νη», στο μύλο, για τους Γερ­μα­νούς που κάνα­νε ψωμιά.
Δού­λε­ψα ένα φεγ­γά­ρι στο λιμά­νι της Θεσ­σα­λο­νί­κης, φορ­τώ­να­με νάρ­κες, μέχρι που κατέ­λη­ξα στη μαύ­ρη αγο­ρά στο Βαρ­δά­ρη, οδός Αγί­ας Ειρή­νης. Είναι μια οδός… από ειρή­νη τίπο­τα άλλο (γέλια). Πιά­στη­κα, λοι­πόν, απ’ τους Ελλη­νες Γκεσταπίτες.
Με έστει­λαν στου Παύ­λου Μελά, ένα χρο­νι­κό διά­στη­μα και από κει στις 22 Σεπτέμ­βρη του ’43, πέρα­σα τα σύνο­ρα για τη Γερμανία.

Ολη η δια­δρο­μή έγι­νε με τα πόδια. Οι Γερ­μα­νοί μας παίρ­να­νε απ’ το ένα πόστο στο άλλο. Μας είχαν πάρει μπου­λού­κι, αιχ­μά­λω­τους. Μας πηγαί­να­νε για έργα — ούτε ξέρα­με και για τι.
Στη δια­δρο­μή μέσα στη Γιου­γκο­σλα­βία, εγώ κατόρ­θω­σα και την κοπά­νη­σα απ’ το μπου­λού­κι με τον εξής τρό­πο: Ενα τεθω­ρα­κι­σμέ­νο γερ­μα­νι­κό μετέ­φε­ρε κάτι τραυ­μα­τί­ες. Σ’ ένα ρυά­κι, εκεί κοντά που ήμουν, στα­μά­τη­σαν και μου δώσα­νε να τους γεμί­σω τα παγού­ρια νερό. Αφού τα γέμι­σα ανέ­βη­κα, λοι­πόν κι εγώ στο όχη­μα, κλεί­νει η πόρ­τα κι έφυ­γα μαζί τους. Έτσι, μου δόθη­κε η ευκαι­ρία και έφτα­σα στο Ζάγκρεμπ.

Αγώνας για την επιβίωση

Τώρα στο Ζάγκρεμπ, δου­λειά δεν είχα κι άρχι­σα να κάνω τον «σαλ­τα­δό­ρο». Από τρέ­νο σε τρέ­νο. Μια από δω, μια από κει, όπου υπήρ­χε τρέ­νο που μετέ­φε­ρε Γερ­μα­νούς στρα­τιώ­τες, το ακο­λου­θού­σα. Συχνά το τρέ­νο δεν έφτα­νε στον προ­ο­ρι­σμό του, βομβαρδιζόταν.
Με το βομ­βαρ­δι­σμό που κάνα­νε, κατε­βαί­να­με από το τρέ­νο και σαν «πονη­ρός» Ελλη­νας έπαιρ­να και μια βαλί­τσα μαζί. Στις βαλί­τσες έβρι­σκα διά­φο­ρα τρό­φι­μα. Έτυ­χε μια φορά να βρω γερ­μα­νι­κή στο­λή. Ρού­χα δεν είχα και φόρε­σα τη στο­λή η οποία με έσω­σε. Ήταν το δια­βα­τή­ριό μου.
Ποτέ κανείς δεν με έλεγ­χε. Μας κόψα­νε ένα χαρ­τί, φύλ­λο δια­τρο­φής. Σε κάθε σταθ­μό μας δίνα­νε μια — δυο μέρες διατροφή.
Κι έτσι, έφτα­σα στη Βιέν­νη. Εκεί έκα­να αυτή τη δου­λειά, όπως στο Ζάγκρεμπ. Απ’ το ένα τρέ­νο στο άλλο. Το ίδιο και στο Γκρατς, στο Λιντς. Αυτή τη δου­λειά μέχρι που τελεί­ω­σε ο πόλεμος.

Κώστας Σαραντίδης Νγκουιέν Βαν Λαπ ο έλληνας VIETμίνχ βιβλίο

Το τέλος του πολέμου και η προσπάθεια επαναπατρισμού

Πήρα τον δρό­μο για την επι­στρο­φή. Κι οι Γερ­μα­νοί τραυ­μα­τί­ες πήραν το δρό­μο για την Ιτα­λία. Αιχ­μά­λω­τοι, πολί­τες, αλλά εμέ­να όμως δεν μου έκο­ψε να αλλά­ξω τα ρού­χα, να βάλω πολιτικά.
Κι όταν φτά­σα­με στα σύνο­ρα της Ιτα­λί­ας ήταν οι Αμε­ρι­κα­νοί εκεί. Μας ξεχώ­ρι­σαν και μας στεί­λα­νε στην Τερ­γέ­στη. Από κει πήγαι­νες στη Νάπο­λη και από κει στη Ρώμη.
Εκεί αντά­μω­σα κάτι Έλλη­νες, τον Φιτσι­τζό­γλου, τον Στέ­φα­νο Γκα­νά και έναν Στρα­βο­πό­δη. Πήγα­με στην ελλη­νι­κή πρε­σβεία να ζητή­σου­με να έρθου­με στην Ελλά­δα, αλλά ο πρέ­σβης μας είπε ότι στην Ελλά­δα υπάρ­χει εμφύλιος.
Εγώ ξαφ­νιά­στη­κα, τι είναι εμφύ­λιος δεν ήξε­ρα. Πολι­τι­κά δεν είχα ιδέα, τίπο­τα. Κι εφό­σον είδα­με ότι δεν γίνε­ται τίπο­τα, βρή­κα­με τον Στέ­φα­νο τον Γκα­νά ντυ­μέ­νο Λεγε­ω­νά­ριο, ο οποί­ος μας «ψώνι­σε».
Κι έτσι πήγα­με κι εμείς στη Λεγε­ώ­να, για να επι­βιώ­σου­με, τον Αύγου­στο του ’45.

Κώστας Σαραντίδης Νγκουιέν Βαν Λαπ ο έλληνας VIETμίνχ διερμηνέας σε τυπογραφείο στο Ανόι

Διερ­μη­νέ­ας σε τυπο­γρα­φείο στο Ανόι

Φτάνοντας στη Σαϊγκόν (Χο Τσι Μιν)

Τον Φλε­βά­ρη του ’46 φτά­σα­με στη Σαϊ­γκόν, τη λεγό­με­νη Χο Τσι Μιν. Φτά­νο­ντας εκεί, είδα­με τα πράγ­μα δια­φο­ρε­τι­κά απ’ αυτά που μας λέγα­νε στη δια­δρο­μή. Στη δια­δρο­μή μας λέγα­νε να μην πάμε στα μπαρ, να είμα­στε πάνω από δυο — τρεις, μας προει­δο­ποιού­σαν. Φτά­σα­με στη Σαϊ­γκόν και αντι­λη­φθή­κα­με αμέ­σως περί τίνος πρόκειται.

Viet Kostas Κώστας Σαραντίδης Νγκουιέν Βαν Λαπ ο έλληνας VIETμίνχ

Θυμά­μαι ήταν κάτι παι­δά­κια που που­λά­γα­νε καρύ­δες. Εκεί που παζα­ρεύ­α­με με έναν πιτσι­ρι­κά έρχε­ται ένας στρα­τιω­τι­κός του γαλ­λι­κού στρα­τού, δίνει μια του πιτσι­ρι­κά και του πετά­γο­νται οι καρύδες.
Ξαφ­νιά­στη­κα. Δια­μαρ­τυ­ρή­θη­κα. Λέω «τι έγι­νε;». Μου λέει ο στρα­τιω­τι­κός, αύριο θα κάνεις και συ τα ίδια. Από τότε άρχι­σε το μυα­λό μου να σκέ­φτε­ται, κάτι δεν πάει καλά.
Θυμή­θη­κα και τι μας κάνα­νε οι Γερ­μα­νοί. Τη νύχτα δεν μπο­ρού­σα πλέ­ον να κοι­μη­θώ. Ώσπου έπια­σα μια συζή­τη­ση με μια κοπέ­λα και κατά­λα­βα ότι γίνε­ται επα­νά­στα­ση. Σαν πιτσι­ρι­κάς όμως το μόνο που θυμό­μουν απ’ την Ιστο­ρία ήταν τον Λόρ­δο Βύρωνα.
Και λέω για­τί αυτός να γίνει ξακου­στός στην Ελλά­δα και να μην γίνω κι εγώ ξακου­στός εδώ; Κι έτσι, έπια­σα σύν­δε­σμο, αφού ήξε­ρα πλέ­ον περί τίνος πρό­κει­ται, και απο­φά­σι­σα στις 4‑Α­πρ-46 να λιπο­τα­κτή­σω από τη Λεγεώνα.

Κώστας Σαραντίδης (Νγκουιέν Βαν Λαπ), ο έλληνας VIETμίνχ με τον πρωθυπουργό του Βιετνάμ Φαμ Βαν Ντονγκ (1963)

Με τον πρω­θυ­πουρ­γό του Βιετ­νάμ Φαμ Βαν Ντονγκ (1963)

Ο Σαραντίδης περνά με τους Βιετμίνχ

Αφή­νω τη Λεγε­ώ­να μαζί μ’ έναν φίλο Ισπα­νό κομ­μου­νι­στή, τον Σάντος Μερί­νος. Συν­δε­θή­κα­με μετα­ξύ μας, ται­ριά­ξα­νε και τα μυα­λά μας, με καθο­δη­γού­σε σαν μεγα­λύ­τε­ρος και κομ­μου­νι­στής, εγώ ήμουν μωρό παι­δά­κι μπρο­στά του, δεν ήξε­ρα τίπο­τα. Μου ‘λεγε συχνά ιστο­ρί­ες απ’ τον ισπα­νι­κό εμφύ­λιο και τον συμπά­θη­σα. Και του άνοι­ξα την ψυχή μου.
Ενα βρά­δυ του λέω, «τότε στο βου­νό εδώ τι δου­λειά έχου­με;». «Εσύ δεν ξέρω. Εγώ απο­κλείω να κάτσω εδώ να λερώ­σω τα χέρια μου». Και συμ­φω­νή­σα­με να φύγουμε.

Κατα­στρώ­σα­με, λοι­πόν, ένα σχέ­διο. Συνεν­νοη­θή­κα­με με τον Μερί­νος να εξα­γο­ρά­σου­με τον λοχία με κάνα — δυο ποτη­ρά­κια κρα­σί ώστε να μας βάλει την ίδια βάρδια.
Κι όπως το πετύ­χα­με, 2 με 4. Τότε ήταν νέκρα τα πάντα. Πήρα­με τα οπλο­πο­λυ­βό­λα μας, κάνα — δυο όπλα ακό­μα, μερι­κές χει­ρο­βομ­βί­δες και απε­λευ­θε­ρώ­σα­με και τους 25 Βιετ­να­μέ­ζους αιχμαλώτους.

Κώστας Σαραντίδης Νγκουιέν Βαν Λαπ ο έλληνας VIETμίνχ στρατιωτικό βιβλιάριο

Το στρα­τιω­τι­κό βιβλιά­ριο του Έλλη­να VIETμίνχ

Αυτοί, όμως, φεύ­γο­ντας δεν ήταν από ένα μέρος, ήταν από διά­φο­ρες περιο­χές. Ετσι, ο καθέ­νας πήρε το δρό­μο προς τον προ­ο­ρι­σμό του. Περ­νώ­ντας, όμως, μέσα στα χωριά, έγι­νε σαμα­τάς με τα σκυ­λιά, γαβγί­σμα­τα και οι Γάλ­λοι πήραν χαμπά­ρι κι άρχι­σαν να μας ψάχνουν. Ηταν όμως πολύ αργά.
Ετσι, μετά από δυο μέρες στο βου­νό, ο Μπιέν, ο αιχ­μά­λω­τος αξιω­μα­τι­κός, έψα­ξε και με έφε­ρε σε επα­φή με το αντάρ­τι­κο. Στην Πρώ­τη Ομά­δα εκεί, μας δέχτη­καν με τα χέρια ανοι­χτά, αγκα­λιές, φιλιά, τόσο ότι γλι­τώ­σα­με τους 25 και τον αξιω­μα­τι­κό, αλλά φέρα­με και το οπλο­πο­λυ­βό­λο. Ηταν τόση η χαρά που σφά­ξαν κι ένα μοσχαράκι.

Κώστας Σαραντίδης Νγκουιέν Βαν Λαπ ο έλληνας VIETμίνχ παράσημα

“Ανα­μνη­στι­κά”

Έπει­τα, με δοκι­μά­σα­νε και αφού πέρα­σα τη δοκι­μα­σία, από εκεί­νη τη στιγ­μή μου βγά­λα­νε το όνο­μα Νγκουιέν Βαν Λαπ και του Μερί­νος Νγκουιέν Βαν Βι και μπή­κα­με στις γραμ­μές του αντάρτικου.


ℹ️  Το 2005, ο Ριζο­σπά­στης είχε κάνει μεγά­λο αφιέ­ρω­μα στον Κώστα Σαρα­ντί­δη (ρεπορ­τάζ  Ελέ­νης Μαΐ­λη και Μπά­μπη Γεωρ­γί­κου) με τίτλο «ένας Ελλη­νας βιετ­κόγκ θυμά­ται» δεί­τε το!

  1. |> 1
  2. |> 2
  3. |> 3
  4. |> 4
  5. |> 5
  6. |> 6

ℹ️  Ο Κώστας Σαρα­ντί­δης δια­τη­ρώ­ντας τη ζωτι­κό­τη­τα και τα πολι­τι­κά του πιστεύω, στα 96 του χρό­νια προ­σχώ­ρη­σε με ενθου­σια­σμό στην κίνη­ση για την απο­νο­μή νόμπελ στους για­τρούς της διε­θνι­στι­κής μπρι­γά­δας  Χέν­ρι Ριβ μετα­φέ­ρο­ντας τους αδερ­φι­κούς χαι­ρε­τι­σμούς του στον κου­βα­νι­κό λαό και την επα­νά­στα­σή του, των οποί­ων ήταν πάντα θαυ­μα­στής, με πίστη που τον ώθη­σε να αγκα­λιά­σει την Επι­τρο­πή πρω­το­βου­λί­ας και τον ευγε­νή της σκο­πό, υπέρ του υπο­δειγ­μα­τι­κού έργου κου­βα­νών για­τρών, νόμι­μων παι­διών της πατρί­δας τους και της επα­νά­στα­σής της.

ℹ️  Δεί­τε σχε­τι­κό ρεπορ­τάζ της |>prensa-latina.cu<|

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο