Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Λεωφόρος Μίκη Θεοδώρακη»

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

«Η μετο­νο­μα­σία (οδών) επι­τρέ­πε­ται για εξαι­ρε­τι­κούς λόγους, διό­τι επι­φέ­ρει σύγ­χυ­ση στις δημό­σιες υπη­ρε­σί­ες, στα νομι­κά πρό­σω­πα δημο­σί­ου και ιδιω­τι­κού δικαί­ου και στους πολί­τες […] Οι συνε­χείς μετο­νο­μα­σί­ες οδών, πλα­τειών και συνοι­κιών πρέ­πει να στα­μα­τή­σουν. Μόνο για εξαι­ρε­τι­κούς λόγους και με πλή­ρη αιτιο­λό­γη­ση μπο­ρεί να γίνει μία μετονομασία».

Τα παρα­πά­νω απο­τε­λούν το σκε­πτι­κό, βάσει του οποί­ου η αρμό­δια επι­τρο­πή της Απο­κε­ντρω­μέ­νης Διοί­κη­σης Μακε­δο­νί­ας-Θρά­κης απέρ­ρι­ψε την πρό­τα­ση τεσ­σά­ρων δήμων της Θεσ­σα­λο­νί­κης (Θεσ/νίκης, Νεά­πο­λης-Συκε­ών, Αμπε­λο­κή­πων-Μενε­μέ­νης, Παύ­λου Μελά) για τη μετο­νο­μα­σία της οδού Λαγκα­δά σε «Μίκη Θεοδωράκη».

Τι μας λένε με λίγα λόγια οι κύριοι της Απο­κε­ντρω­μέ­νης; Ότι η από­δο­ση τιμής στο Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, τον σπου­δαίο δημιουρ­γό και αγω­νι­στή του οποί­ου το κολοσ­σιαίο έργο σφρά­γι­σε ανε­ξί­τη­λα τον ελλη­νι­κό πολι­τι­σμό του 20ου αιώ­να, δεν είναι… «εξαι­ρε­τι­κός λόγος», ούτε επαρ­κής «αιτιο­λό­γη­ση» για τη μετο­νο­μα­σία της οδού!!

«Ανά­ξιος» τιμής, λοι­πόν, ο αξε­πέ­ρα­στος Μίκης! Και ποιος είναι, άρα­γε, «άξιος» να δώσει το όνο­μα του σε δρό­μο της πόλης; Μήπως ο στρα­τη­γός Αθ. Χρυ­σο­χό­ου, ο φρού­ραρ­χος των γερ­μα­νι­κών στρα­τευ­μά­των και γενι­κός επι­θε­ω­ρη­τής Νομαρ­χιών Διοι­κή­σε­ως Μακε­δο­νί­ας επί Κατο­χής, τον οποίο ακρο­δε­ξιοί κύκλοι εντός του Δήμου Θεσ­σα­λο­νί­κης επι­χει­ρούν να «ξεπλύ­νουν» προ­τεί­νο­ντας την μετο­νο­μα­σία της οδού Αλμπέρ­του Ναρ σε «Αθ. Χρυσοχόου»;

Η κατά­πτυ­στη από­φα­ση της Απο­κε­ντρω­μέ­νης Διοί­κη­σης Μ‑Θ, για την ηγε­σία της οποί­ας φέρουν ευθύ­νες οι κυβερ­νή­σεις και του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, είναι ντρο­πια­στι­κή για τον λαό της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Όχι για­τί ο Μίκης Θεο­δω­ρά­κης έχει ανά­γκη την οποια­δή­πο­τε από­δο­ση τιμής – η μεγα­λύ­τε­ρη τιμή προς το πρό­σω­πό και το έργο του ήταν, είναι και θα είναι η αγά­πη του λαού. Αλλά διό­τι είναι χρέ­ος απέ­να­ντι στην ιστο­ρι­κή μνή­μη μιας πόλης που κου­βα­λά βαρύ φορ­τίο αγώ­νων και θυσιών για τη δημο­κρα­τία, το ψωμί του λαού, την κοι­νω­νι­κή δικαιο­σύ­νη και την ειρήνη.

Η πόλη του Μάη του ’36 και του Τάσου Τού­ση που υμνή­θη­κε μέσα από τη μου­σι­κή του Θεο­δω­ρά­κη και την ποί­η­ση του Γ. Ρίτσου, η πόλη των Εβραί­ων που αφα­νί­στη­καν από τους Ναζί, η πόλη που απε­λευ­θέ­ρω­σαν οι αντάρ­τες του ΕΛΑΣ τον Οκτώ­βρη του ’44, η πόλη του Λαμπρά­κη, του Βελ­δε­μί­ρη, του Τσα­ρού­χα, του Χαλ­κί­δη και χιλιά­δων άλλων αγω­νι­στών, η πόλη των μεγά­λων εργα­το­λαϊ­κών κινη­το­ποι­ή­σε­ων, οφεί­λει έναν ελά­χι­στο φόρο τιμής στον άνθρω­πο που έκα­νε μελω­δί­ες τα όνει­ρα και τις προσ­δο­κί­ες των πει­να­σμέ­νων και των αδι­κη­μέ­νων, για «όλου του κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι».

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο