Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μάιος ή Μαγιουμάς μιας και «εκ της παχύτητος του ονόματος συλλαμβάνετε το λίπος της ουσίας»

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Μάης. Αβέ­βαι­ης προ­έ­λευ­σης η ονο­μα­σία του μήνα. Πολ­λές οι προ­σπά­θειες να ετυ­μο­λο­γη­θεί. Κατά τον Πλού­ταρ­χο, η ονο­μα­σία του (Maius) προ­ήλ­θε από τη ρωμαϊ­κή θεό­τη­τα Maja (Μάγια), που προ­έρ­χε­ται από την αρχαία ελλη­νι­κή λέξη Μαία που σημαί­νει τρο­φός, μητέ­ρα. Αργό­τε­ρα, η θεά ταυ­τί­στη­κε με τη Μαία, μια από τις Πλειά­δες, μητέ­ρα του θεού Ερμή, στον οποίο ήταν αφιε­ρω­μέ­νος ο μήνας. Η μαία συν­δέ­ε­ται με τη «Μεγά­λη Μητέ­ρα», την Κυβέ­λη, θεά της γονι­μό­τη­τας και της άγριας φύσης. Ο Πλού­ταρ­χος, επί­σης, πιθα­νο­λο­γεί ότι ίσως συν­δέ­ε­ται με τη λέξη maior (μεί­ζων). Ο δε Οβί­διος παρά­γει το όνο­μα του μήνα από το Majestas (Μεγα­λειό­της). Από άλλους υπο­στη­ρί­ζε­ται ότι ο Μάιος πήρε την ονο­μα­σία του από τους Majores, τους αρχαί­ους ένδο­ξους προ­γό­νους, στους οποί­ους ήταν αφιερωμένος.

Ο Μάης, ως μήνας των λου­λου­διών, είναι μήνας των Ρωμαί­ων και όχι ελλη­νι­κός. Θυμί­ζει Λού­κουλ­λο και Καλι­γού­λα. Η είσο­δος του μήνα γιορ­τα­ζό­ταν δυο μέρες και είχε χαρα­κτή­ρα οργια­στι­κό. Η πρώ­τη Μάη ήταν αφιε­ρω­μέ­νη στην Καλή Θεά και ήταν απο­κλει­στι­κά γυναι­κεία γιορ­τή. Μαζεύ­ο­νταν όλες οι Εστιά­δες δίπλα στο Μεγά­λο Ποντί­φι­κα. Ηταν αυστη­ρά απα­γο­ρευ­μέ­νη όχι μόνο η παρου­σία των ανδρών, αλλά και των αρσε­νι­κών ζώων. Διώ­χνο­νταν από το σπί­τι όλα τα μη θηλυ­κά. Δεν ήταν αναρ­τη­μέ­νες τη μέρα εκεί­νη ούτε οι εικό­νες των ανδρών.

Αυτόν το μήνα τελού­νταν και ο Μαϊ­ου­μάς, ερω­τι­κή γιορ­τή προς τιμήν της γονι­μι­κής θεάς Μαί­ας. Η γιορ­τή πέρα­σε στην Ανα­το­λή και ο ρωμαϊ­κός Μάιος από τους Βυζα­ντι­νούς ονο­μά­στη­κε Μαγιου­μάς . «Εκ της παχύ­τη­τος του ονό­μα­τος συλ­λαμ­βά­νε­τε το λίπος της ουσί­ας». Ο Μαγιου­μάς αυτός στην ακό­λα­στη Αντιό­χεια (το Παρί­σι της επο­χής εκεί­νης) έγρα­φε στα παλιά του τα παπού­τσια τη χρι­στια­νι­κή ηθι­κή του Χρυ­σο­στό­μου, που έβλε­πε παντού την ενέρ­γεια του Σατα­νά, στα άνθη, στα γυμνά, στο θέα­τρο, στη μου­σι­κή, στις ταυ­ρο­μα­χί­ες και στους χορούς, και ήθε­λε να προ­φυ­λά­ξει το ποί­μνιό του από τις υπερ­βά­σεις αυτού του εχθρού. Οι Αντιο­χεια­νοί δε χωρά­τευαν. Του έδι­ναν να κατα­λά­βει. Ο Μαγιου­μάς διαρ­κού­σε 30 ολό­κλη­ρες «τερ­πνάς παν­νυ­χί­δας» (σ.σ. νύχτες ακο­λα­σί­ας). Ενας μήνας οργί­ων. Είχαν το θάρ­ρος και τον ονό­μα­ζαν μήνα των οργί­ων και τον αφιέ­ρω­ναν στον Διό­νυ­σο και την Αφρο­δί­τη, «εις την παν­δαι­σί­αν σαρ­κός και οίνου, εις το ροδο­στε­φές σύμπλεγ­μα μέθης και έρω­τος». Παρά την επι­κρά­τη­ση του χρι­στια­νι­σμού και τις αυτο­κρα­το­ρι­κές απα­γο­ρεύ­σεις, ο Μαγιου­μάς , αν και απο­γυ­μνω­μέ­νος από την ομορ­φιά του, εξα­κο­λου­θού­σε να γιορ­τά­ζε­ται μέχρι τον πέμ­πτο αιώνα.

Ο αρχαιο­ελ­λη­νι­κός Θαρ­γη­λί­ων με τα Διο­νυ­σια­κά Ανθε­στή­ρια έδω­σε τη σκυ­τά­λη στο ρωμαϊ­κό Μάιο, που «ταξί­δε­ψε» ως Μαγιου­μάς στην Ανα­το­λή και επέ­στρε­ψε ως μαγε­μέ­νος μήνας. Ο λαός παρε­τυ­μο­λο­γεί το όνο­μα του Μάη από τα μάγια λόγω της συνή­χη­σης των λέξε­ων. Είναι, επί­σης, ο μήνας των λου­λου­διών και της βλά­στη­σης. Σχε­τι­κά είναι και τα ονό­μα­τα που του έχουν δώσει: «Ανοι­ξιά­της», «Λού­λου­δος» ή «Πρά­σι­νος», «Φου­σκο­δέ­ντρης», «Τρια­ντα­φυλ­λάς» και «Κερα­σά­ρης», «Καλο­μή­νας», «Χαλα­ζάς» και «Βρο­χά­ρης». Το Μάη, η μέρα μεγα­λώ­νει και η νύχτα μικραί­νει και οι ώρες του ύπνου ελατ­τώ­νο­νται. Όσο περισ­σό­τε­ρες ώρες είναι κάποιος ξυπνη­τός, τόσο περισ­σό­τε­ρο πει­νά­ει. Ανα­γκά­ζο­νταν οι άνθρω­ποι να τρώ­νε 5 φορές τη μέρα, γι’ αυτό και λέγε­ται «Πεντε­φάς» και «Πεντα­δεί­λι­νος».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο