Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μάνος Κατράκης «Ξεχώρισε σαν τα ψηλά βουνά της γενέθλιας γης»

Σαν σήμε­ρα το 1984 έφυ­γε ο Μάνος Κατρά­κης, ένας αλη­θι­νός αγω­νι­στής, αλύ­γι­στος σε όλη του τη ζωή.

Τιμώ­ντας τη μνή­μη του θα θυμί­σου­με  διά­λο­γό του με τη μάνα του την κυρα — Ειρή­νη, ως δείγ­μα του χαρα­κτή­ρα και των δυο. Σε μια συνά­ντη­σή τους στην εξο­ρία, ο Κατρά­κης δοκί­μα­σε την ψυχι­κή αντο­χή της μάνας του:

-«Τι είναι Μανόλη;»
-«Θες να ‘ρθω στο σπί­τι, μάνα ;»
-«Πώς θα ‘ρθεις;»
-«Ε… θα υπο­γρά­ψω και θα ‘ρθω»
— «Ιντα να υπογράψεις;»
-«Δήλω­ση»
-«Ιντα δήλωση;»
-«Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι…»
-«Και δεν είσαι;»
-«Είμαι»
-«Μην υπο­γρά­ψεις, κερα­τά, μην υπογράψεις…».

 

Παρό­τι ηθο­ποιός λίγ­σα τα κινη­μα­το­γρα­φι­κά στιγ­μιό­τυ­πα του Μάνου (εκτός από τις ται­νί­ες). Σημα­ντι­κή η δου­λειά του Γιώρ­γου Σγου­ρά­κη που με το Μονό­γραμ­μά του απα­θα­νά­τι­σε τη μορ­φή του Μάνου. Σε τού­το το στιγ­μιό­τυ­πο, το πιο αντι­προ­σω­πευ­τι­κό του Μάνου, τρα­γου­δά σε ένα καφε­νείο στον τόπο του Ερω­τό­κρι­το. Δεν ήταν προ­σχε­δια­σμέ­νο. Ο,τι εξε­λί­χτη­κε στο καφε­νείο ήταν αυθόρμητο

 

Ηρα­κλής Κακαβάνης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο