Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μαραντόνα και Φιντέλ: Να βάλουν γκολ στον ιμπεριαλισμό ήταν ο κοινός τους στόχος

Επι­μέ­λεια Πάνος Αλε­πλιώ­της //

Άρθρο του Mauricio Vicent στην Ισπα­νι­κή εφη­με­ρί­δα El Pais 

Είχε τον Τσε στο δεξί μπρά­τσο. Για να μην είναι μόνος ο Τσε έκα­νε ένα ακό­μη τατουάζ, του φίλου του του Φιντέλ με την υπο­γρα­φή του στον μηρό του. Στον αρι­στε­ρό μηρό στο πόδι που έβα­ζε τα γκολ. 

Για τον Μαρα­ντό­να, ο Φιντέλ ήταν θεός, κάποιος άτρω­τος. Θεω­ρού­σε τον Φιντέλ ως τον «δεύ­τε­ρο πατέ­ρα» του, την «αδελ­φή ψυχή» του και την «πηγή έμπνευ­σής» του.

“Φιντέλ, αν υπάρ­χει ένα πράγ­μα που έχω μάθει από σένα κατά τη διάρ­κεια των πολ­λών όμορ­φων και ειλι­κρι­νών χρό­νων φιλί­ας, είναι ότι η αφο­σί­ω­ση είναι ανε­κτί­μη­τη, ότι ένας φίλος αξί­ζει περισ­σό­τε­ρο από όλο το χρυ­σό στον κόσμο και ότι δεν συμ­βι­βά­ζε­σαι με τις ιδέ­ες σου.”

Ο Μαρα­ντό­να τα έγρα­ψε αυτά στην τελευ­ταία επι­στο­λή του προς τον Φιντέλ το 2015, όταν ο Φιντέλ ήταν πολύ άρρω­στος και είχε απο­συρ­θεί από την πολι­τι­κή ζωή. Μέσα από τις παρά­ξε­νες συν­θή­κες της ζωής, ο Φιντέλ και το “χνού­δι” «Pelusa»,  πέθα­ναν την ίδια ημε­ρο­μη­νία, στις 25 Νοεμ­βρί­ου, αλλά με δια­φο­ρά τεσ­σά­ρων ετών. Κάτι που πιθα­νό­τα­τα θα το ήθε­λαν και οι δύο.

Γνω­ρί­στη­καν στην Κού­βα τα Χρι­στού­γεν­να του 1994, όταν ο Ντιέ­γκο είχε τελειώ­σει την καριέ­ρα του στα μεγά­λα πρω­τα­θλή­μα­τα και είχε απο­κλει­στεί από τη FIFA για υπο­τι­θέ­με­νο ντό­πινγκ από το Παγκό­σμιο Κύπελ­λο στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες το ίδιο έτος. Τόσο ο Φιντέλ όσο και ο Ντιέ­γκο είδαν τον εχθρό πίσω από αυτό τον αποκλεισμό. 

Στην Αβά­να, ο Φιντέλ δέχτη­κε τον Μαρα­ντό­να στο Μέγα­ρο της Επα­νά­στα­σης και μιλού­σαν για ώρες. Στο τέλος της επί­σκε­ψης, ο Ντιέ­γκο του έδω­σε τη φανέ­λα της εθνι­κής του ομά­δας και ο Φιντέλ απά­ντη­σε δίνο­ντας στον Ντιέ­γκο το πρά­σι­νο καπέ­λο του, του διοικητή.

Οκτώ χρό­νια πριν, ο Μαρα­ντό­να είχε πάει εθε­λο­ντής σε μπρι­γά­δα εργα­σί­ας στην Κού­βα, στο Βαρα­δέ­ρο, δηλώ­νο­ντας ότι ήταν άνευ όρων θαυ­μα­στής της Κου­βα­νι­κής Επανάστασης.

Ίσως ήταν για όλα αυτά και για την επι­βε­βαιω­μέ­νη φιλία τους  που ο Κου­βα­νός ηγέ­της ζήτη­σε προ­σω­πι­κά από τον τότε επι­κε­φα­λής του ψυχο­λο­γι­κού νοσο­κο­μεί­ου στην Αβά­να, Βernabé Οrdaz, να προ­τεί­νει στον Μαρα­ντό­να να έρθει στο νησί για να απο­κα­τα­στα­θεί από τον εθι­σμό του στην κοκαΐνη.

Ο Μαρα­ντό­να έφτα­σε στην Αβά­να τον Ιανουά­ριο του 2000 σε θλι­βε­ρή κατά­στα­ση. Λίγες μέρες μετά την εγκα­τά­στα­σή του στο κέντρο ευε­ξί­ας La Pradera, ο Φιντέλ τον επισκέφθηκε.

“Είναι πολύ εύκο­λο να ξεκι­νή­σει κανείς και πολύ δύσκο­λο να στα­μα­τή­σει” είπε ο Αριθ­μός νρ.10, [αριθ­μός της φανέ­λας του Μαρα­ντό­να] στον Φιντέλ, απο­κά­λυ­ψε ο προ­σω­πι­κός Αργε­ντι­νός για­τρός του Alfredo Cahe στην El Pais αφού δια­βε­βαί­ω­σε ότι αυτή η 20-λεπτά συνά­ντη­ση με τον Φιντέλ είχε ένα “θερα­πευ­τι­κό” αποτέλεσμα.

“Αν έχω επι­σκέ­ψεις όπως αυτή που είχα από τον Φιντέλ, νομί­ζω ότι η καρ­διά μου θα αντέ­ξει και ότι ο Ντιέ­γκο θα κρα­τή­σει για λίγο περισ­σό­τε­ρο,” εξή­γη­σε ο Maradona.

Ο Αργε­ντί­νος σταρ μετα­φέρ­θη­κε σε ειδι­κή κλι­νι­κή στην Αβά­να. Αλλά η απο­κα­τά­στα­σή του ήταν περί­πλο­κη, στρα­βή και ιδιαί­τε­ρη, όχι χωρίς οπισθοδρομήσεις. 

Λίγες μέρες μετά την έναρ­ξη της θερα­πεί­ας, τον επι­σκέ­φθη­κε ο Πρέ­σβης της Αργε­ντι­νής, ο οποί­ος έφε­ρε ένα μπου­κά­λι κρα­σί δώρο. Αυτό προ­κά­λε­σε δολο­φο­νι­κές ματιές από την ιατρι­κή ομάδα.

“Μα ένα μπου­κά­λι κόκ­κι­νο κρα­σί, δεν είναι τίπο­τα,” ο διπλω­μά­της δια­μαρ­τυ­ρή­θη­κε όταν κατα­σχέ­θη­κε το ποτό. Όταν ο Ντιέ­γκο ήταν πολύ καλύ­τε­ρα και πήγε την πρώ­τη του βόλ­τα, ένας συμπα­τριώ­της του τον είδε στο δρό­μο και φώνα­ξε από ένα αυτο­κί­νη­το: “Μην ανη­συ­χείς για κανέ­ναν. Είσαι ο Θεός!”

Ένας διά­ση­μος Κου­βα­νός ψυχο­λό­γος ήταν εκτός εαυ­τού: Όσο αυτό το τσίρ­κο συνε­χί­ζε­ται και υπο­γρά­φει αυτό­γρα­φα, το περι­βάλ­λον τον ενθαρ­ρύ­νει και οι άνθρω­ποι του λένε ότι είναι θεός, αυτός πιστεύ­ει σε αυτό και όλα γίνο­νται πιο περίπλοκα.

-Για να σωθεί, το πιο σημα­ντι­κό πράγ­μα είναι να “απο­μα­ρα­ντα­νο­ποι­ή­σει” τον Μαρα­ντό­να, δήλω­νε ο για­τρός, επι­μέ­νο­ντας στη σημα­σία του περιβάλλοντος. 

-Η «συνο­δεία» φίλοι και εκπρό­σω­ποι, ταί­ζουν το εγώ του, ανέ­λα­βαν να το ταΐ­σουν, να ανέ­χο­νται τις ιδιο­τρο­πί­ες του και να ενδί­δουν όταν το παι­δί έκα­νε τον δύσκολο.

Μια μέρα, όταν ήταν έξω, έπε­σε θύμα ενός αυτο­κι­νη­τι­στι­κού ατυ­χή­μα­τος, αλλά ευτυ­χώς πήγε καλά. Μια άλλη μέρα ήταν στα πρό­θυ­ρα να χτυ­πή­σει ένα δημο­σιο­γρά­φο του Reuters που τον παρα­κο­λου­θού­σε – όλοι άλλω­στε τον παρα­κο­λου­θού­σαν — αλλά τα πράγ­μα­τα τελι­κά ηρέμησαν.

Ένα πρωί, ξύπνη­σε με λαχτά­ρα για γλέ­ντι. Πήγε στο κέντρο και έκα­νε αγο­ρές. Ήταν στο πάρ­τι γενε­θλί­ων της συζύ­γου του, Claudia Villafañes, πόζα­ρε για τους δημο­σιο­γρά­φους, κάλε­σε κου­βα­νέ­ζες φίλες, έδω­σε καθη­με­ρι­νές συνε­ντεύ­ξεις στο ραδιό­φω­νο και τα μέσα ενη­μέ­ρω­σης της Αργεντινής.

Η ευθύ­νη ήταν, χωρίς αμφι­βο­λία δική του και μόνο δική του, αλλά πίσω του υπήρ­χαν πάντα οι δημο­σιο­γρά­φοι, πάντα σε δρά­ση. Κάτι που δεν συνι­στά­ται όταν η καλύ­τε­ρη συντα­γή είναι η ηρεμία.

 «Με αυτή την πίε­ση, κανέ­νας ασθε­νής δεν μπο­ρεί να θερα­πευ­τεί, ούτε μπο­ρεί κανείς για­τρός να εργα­στεί», είπε ένας από τους για­τρούς που παρα­κο­λού­θη­σαν τη θερα­πεία του. Κάποιοι εξορ­γι­σμέ­νοι δημο­σιο­γρά­φοι απο­σύρ­θη­καν. Η πλειο­ψη­φία δεν το έκανε.

Στο τέλος, μετά από αρκε­τούς μήνες παρα­μο­νής του στην Κού­βα και πριν από την ανα­χώ­ρη­σή του, τώρα σε πολύ καλή κατά­στα­ση, ο Μαρα­ντό­να δέχθη­κε να παί­ξει έναν αγώ­να με τους φίλους του ενά­ντια στους ξένους δημο­σιο­γρά­φους που τον είχαν πολιορκήσει.

 Ήταν ένα είδος απο­κα­τά­στα­σης και από τις δύο πλευ­ρές. Ο Ντιέ­γκο έβα­λε δύο γκολ, έδω­σε κατα­πλη­κτι­κές πάσες στους συμπαί­κτες του, έκα­νε αρκε­τά «ψαλι­δά­κια» και τελι­κά συντέ­λε­σε σε μια καθα­ρή σφα­γή για την αντί­πα­λη ομάδα.

 Ο αγώ­νας έλη­ξε 6–0. Αυτός που γρά­φει αυτό το κεί­με­νο έπαι­ξε στην άμυ­να και είχε μόνο μία επι­θυ­μία: να προ­σπα­θή­σει να κάνει κάτι αξιο­μνη­μό­νευ­το ενα­ντί­ον του Νο 10. Αδύ­να­το. Έτρε­χε σαν ελά­φι και γιόρ­τα­ζε κάθε γκολ σαν να ήταν τελι­κός. Ή καλύ­τε­ρα σαν να ήταν παι­δί, που βασι­κά ήταν.

 Η συνέ­χεια της ιστο­ρί­ας είναι γνω­στή. Όταν είχε την τηλε­ο­πτι­κή του εκπο­μπή στην Αργε­ντι­νή “No. 10’s Night”, ο Φιντέλ Κάστρο ήταν ένας από τους καλε­σμέ­νους. Κρά­τη­σαν επα­φή, μερι­κές φορές με αλληλογραφία.

Ένα χρό­νο πριν τον θάνα­το του ο Φιντέλ μια άλλη 25 Νοεμ­βρί­ου, έγρα­ψε στον Ντιέ­γκο: «Είμαι πολι­τι­κός, αλλά σαν παι­δί και νέος ήμουν αθλη­τής και άσκη­σα αυτή την ευγε­νή απα­σχό­λη­ση το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος του ελεύ­θε­ρου χρό­νου μου. Ντιέ­γκο θαυ­μά­ζω την ζωή σου για διά­φο­ρους λόγους: είχα το προ­νό­μιο να σε γνω­ρί­σω όταν οι Λατι­νο­α­με­ρι­κα­νοί υπε­ρί­σχυ­σαν στο ποδό­σφαι­ρο. Έχεις ξεπε­ρά­σει τις πιο δύσκο­λες δοκι­μές αν παί­κτης, νέος και με φτω­χι­κό παρελθόν». 

Σήμε­ρα, ο κου­βα­νι­κός Τύπος απο­χαι­ρε­τά τον Μαρα­ντό­να σχε­δόν σαν ήταν ένας επα­να­στα­τι­κός ήρω­ας. Τόσο ο Ραούλ Κάστρο όσο και ο Πρό­ε­δρος Μιγκέλ Ντί­αζ-Κανέλ έστει­λαν συλ­λυ­πη­τή­ρια στην οικο­γέ­νεια και τον Πρό­ε­δρο της Αργε­ντι­νής Αλμπέρ­το Φερ­νά­ντεζ. Εκεί τονί­ζουν τη φιλία μετα­ξύ του Φιντέλ και της «Pelusa». Να βάλουν γκολ στον ιμπε­ρια­λι­σμό ήταν ο κοι­νός τους στόχος.

Mauricio Vicent, El Pais 26-11-2020

Πάνε καλά αυτοί οι Σουηδοί;

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο