Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Μείνε κοντά μου αγαπημένη»  (Διήγημα)

Η ώρα του απο­χω­ρι­σμού τους είχε φτάσει.

Λίγα λεπτά έμε­ναν μέχρι να πού­νε ορι­στι­κά αντίο.

Στο μυα­λό του εικό­νες, ήχοι, μυρω­διές, μνή­μες είχαν στή­σει έναν τρε­λό χορό μην αφή­νο­ντας τον να συγκεντρωθεί.

Το τέλος πλη­σί­α­ζε και γνώ­ρι­ζε πολύ καλά ότι ήταν ορι­στι­κό και αμετάκλητο.

Ακό­μη και η υστε­ρο­φη­μία του, για να δώσει ένα τέλος αντά­ξιο της σχέ­σης τους, έκα­νε πίσω μπρο­στά στον φόβο της απώλειας.

Όταν γνω­ρί­στη­καν και έκα­ναν τα πρώ­τα δει­λά βήμα­τα μαζί, τότε στα τέλη του ’60, όταν στα αυτιά του ακου­γό­ταν οι φωνές από τη διά­ση­μη ραδιο­φω­νι­κή σει­ρά «Μεί­νε κοντά μου αγα­πη­μέ­νη», γνώ­ρι­ζε ότι θα ήταν η μετέ­πει­τα μεγά­λη αγά­πη της ζωής του.

Το πάθος του, που θα τον συνό­δευε όλα τα επό­με­να χρό­νια της ζωής του, μη γνω­ρί­ζο­ντας τόπους, χρώ­μα­τα, πρόσωπα.

Ξεκί­νη­σε σαν σπί­θα από την αρχή και κάθε χρο­νιά αντί να σβή­νει μεγά­λω­νε και τον έκαι­γε ολό­κλη­ρο. Όταν την σκε­φτό­ταν παρα­τού­σε τα πάντα και έτρε­χε κοντά  της με τον φόβο μήπως την χάσει.

Μα και όταν πήγε για σπου­δές στην πρω­τεύ­ου­σα έκα­νε τα αδύ­να­τα δυνα­τά κάθε Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κο να περ­νά μαζί της. Και εκεί­να τα τραί­να του ΟΣΕ, τότε, πάνω από 10 ώρες κάνανε…

Η σχέ­ση τους πέρα­σε από σαρά­ντα κύματα.

Θυμό­ταν τα μαλώ­μα­τα από τους γονείς του που δεν την ήθε­λαν, λέγο­ντας του ότι παρα­τού­σε για χάρη της τα μαθήματα.

Αλλά και αργό­τε­ρα τις παρα­τη­ρή­σεις, όταν έπαιρ­νε άδειες από τις συνε­δριά­σεις για να κερ­δί­σει λίγα δευ­τε­ρό­λε­πτα κοντά της.

Η πρώ­τη κρί­ση στη σχέ­ση τους δεν έγι­νε με δική τους ευθύ­νη. Οι δικοί της τον απα­γό­ρευ­σαν δια βίου να την χαί­ρε­ται όπως παλιά. Η ιδε­ο­λο­γία και η δρά­ση του ήταν αυτή που μέτρη­σε κυρί­ως. «Ήταν μακριά και δεν θα μπο­ρού­σε» ήταν η επί­ση­μη δικαιο­λο­γία τους.

Βρή­κε άλλα ενδια­φέ­ρο­ντα, άλλες αγκα­λιές. Όμως ποτέ δεν ξέχα­σε την παι­δι­κή του αγάπη.

Το τέλος των σπου­δών και της στρα­τιω­τι­κής θητεί­ας, τους έφε­ρε και πάλι κοντά. Όχι όπως θα ήθε­λε. Όμως «στην ξέρα καλό και το χαλάζι».

Το πήρε από­φα­ση ότι θα βλέ­πο­νται για ένα δίμη­νο κάθε καλο­καί­ρι. Σε εκεί­νες τις συνα­ντή­σεις των «παλιών συμ­μα­θη­τών». Ποιο χαλα­ροί ποια, μια και όπως τόνι­ζε «δεν είχε τίπο­τε να απο­δεί­ξει πλέ­ον» σχε­τι­κά με την αγά­πη του.

Η από­κτη­ση από μέρους του οικο­γέ­νειας, δεν τον εμπό­δι­ζε να την βλέ­πει, να ζει έστω και λίγες ώρες μαζί της, αν και τα χρό­νια περ­νού­σαν. Η γκρί­νια της γυναί­κας του μόνι­μη, αν και δεν του έβα­ζε εμπόδια.

45 χρό­νια μετά, αυτή εμφα­νι­σια­κά «κρα­τιό­ταν» ουσια­στι­κά ανέ­πα­φη. Μόνο οι προ­στα­γές της μόδας άλλα­ζαν την εμφά­νι­ση της και κυρί­ως τους χρω­μα­τι­σμούς της, ενώ οι δια­στά­σεις της ή καλύ­τε­ρα οι καμπύ­λες της, παρέ­με­ναν τόσα χρό­νια στα­θε­ρές, θελκτικές.

Αυτός έβλε­πε με φόβο τα μαλ­λιά να αραιώ­νουν, την κοι­λιά του να μεγα­λώ­νει και κυρί­ως να βαραί­νει, να χάνει εκεί­νη τη σπιρ­τά­δα του.

Απο­φά­σι­σε να δοκι­μά­σει για μία τελευ­ταία φορά –μετά από τρία χρό­νια απου­σί­ας- να βρε­θεί μαζί της. Τα κατά­φε­ρε. Ενθου­σιά­στη­κε. Για ένα ολό­κλη­ρο μήνα, έστω και για μία φορά, σχε­δόν την εβδο­μά­δα συνα­ντιό­ταν μαζί της. Μετρού­σε κυριο­λε­κτι­κά τα δευ­τε­ρό­λε­πτα που έμε­νε πλάι της, έστω και αν πολ­λά ήταν τα μάτια που τους έβλεπαν…

Ταυ­τό­χρο­να όμως το σαρά­κι των «τίτλων του τέλους» τον έτρω­γε τα βράδια.

Το άγχος για την τελευ­ταία παρά­στα­ση, για το τελευ­ταίο τους ραντε­βού τον έκα­νε σκε­φτι­κό και κυρί­ως φοβισμένο.

Ευτυ­χώς όλα κύλη­σαν ομα­λά. Οι εξο­μο­λο­γή­σεις τους , οι επα­φές τους ήταν ευχά­ρι­στες. Ήξε­ρε ότι θα παρέ­με­νε η μεγά­λη του αγά­πη και στο μέλ­λον, άσχε­τα αν ανα­γνώ­ρι­ζε ότι δεν θα την είχε όπως πριν…

Η τελε­τή που στή­θη­κε προς τιμή του στο ημί­χρο­νο του αγώ­να- χωρίς ο ίδιος να το γνω­ρί­ζει-  ήταν συγκι­νη­τι­κή. Η μου­σι­κή του κλει­στού στα­δί­ου έπαι­ζε το  «Κον­τσέρ­το του Αράν­χου­εθ» που ήταν και το μου­σι­κό σήμα της ραδιο­φω­νι­κής σει­ράς «Μεί­νε κοντά μου αγαπημένη»

Φίλα­θλοι, παρά­γο­ντες και συμπαί­κτες τον αγκά­λια­σαν και του πρό­σφε­ραν μια πλα­κέ­τα σε σχή­μα μπά­λας μπά­σκετ που έγρα­φε : «Στον θρύ­λο του μπά­σκετ του νομού μας για τα 45 χρό­νια αγω­νι­στι­κής συμ­με­το­χής του»

 

 

* Το «Μεί­νε κοντά μου αγα­πη­μέ­νη», μια ερω­τι­κή ραδιο­φω­νι­κή σει­ρά με το Concierto de Aranjuez  (Κον­τσέρ­το του Αράν­χου­εθ) σαν μου­σι­κό της σήμα. Ακου­γό­ταν κάθε μέρα εκτός Σαβ­βά­του και Κυρια­κής στις 09.45 το πρωί από την ΥΕΝΕΔ. Κρα­τού­σε 10 λεπτά και μαζί με τις δια­φη­μί­σεις έφτα­νε στο τέταρ­το. Το ραδιο­φω­νι­κό σήριαλ που κρά­τη­σε από το 1966 μέχρι το 1969 έγρα­φε η μετέ­πει­τα γνω­στή σενα­ριο­γρά­φος Ελέ­νη Μαβίλη.

Αλέ­κος Χατζηκώστας

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο